Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποιήματα χωρίς ετικέτα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποιήματα χωρίς ετικέτα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

Στους αδελφούς μου… / Δημήτριος Γκόγκας



Πουλιά και άστρα, πετούνε γύρω μου.
Χτίζονται κάστρα, γι όλο το είδος μου!
Ρίζες και χώμα, στον ήλιο απλώνονται.
Σιωπή και λόγος, αναδιπλώνονται!
 
Τους αδελφούς μου, αν συναντήσετε.
«Ήρωας είμαι;» να τους ρωτήσετε.
Κι αν απαντήσουν, με κάποια άρνηση,
στο πυρ θα πέσω, με αυταπάρνηση.
 
Φιλιά και χάδια, πατρίς σου ζήτησα.
Στην απιστία, μαζί σου γλίστρησα.
Δράκοι γεννιούνται. Παιδιά που χάνονται.
Απλοποιούνται, αυτά που αισθάνονται!
 
Τους αδελφούς μου, αν συναντήσετε.
Μην αμελείστε, να τους ρωτήσετε:
«Ποιος φταίει τώρα, πέρσι ποιος έφταιξε;»
Φωτιά στη μπόρα, αχός την διέτρεξε.

Τρίτη 5 Μαρτίου 2024

Αγγελία /Δημήτριος Γκόγκας

 

 

«Ζητείται ποιητής,  
να μένει άγρυπνος τη νύχτα.
Να έχει τη ρίζα στη καρδιά.  
Να συντάσσει διαθήκες,  
για τους ανθρώπους που δεν πρόκαμαν,
να κεντήσουν αετούς στους ώμους τους.
Να προδίδει τις ευθύνες
σε κείνους που ζυγιάσανε με λάθη τη ζωή των ανθρώπων.
Να τηρεί την ενδεκάτη εντολή, μ΄ ένα φιλί στον Κύριο»
 
Σήκωσε τα μάτια κι απάντησε με τη ψυχή μεσούρανα:
«Δεν μπορώ να ασπαστώ τη βουλή σου.
Επιταγή ανεξόφλητη και το χρέος θυσία»
 
Αμήχανος, λίγος και στεγνό ποτάμι, ο ποιητής μπροστά στην αγγελία.

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Αν είναι να έρθω / Δημήτριος

 



 
«Αν είναι να έρθω» επαναλάμβανε συνεχώς
με το σάλιο να πέφτει από τα ασπρισμένα χείλη του,
« Αν είναι να έρθω,  θα έρθω σαν ένας διαβολεμένος έρωτας,
μια μολυσμένη αγάπη»
«Κι αν είναι  να φύγω, θα φύγω σαν ένα όνειρο
ή μια καιόμενη βάτο στο όρος Χωρήβ.
«Δεν θέλω» ψέλλισε «να με ορίσεις ως ενδεκάτη εντολή,
μου αρκούν οι δέκα εντολές του κόσμου.
Όλες απέθαντες, σαν να βαπτίστηκαν στο αθάνατο  και της στυγός τα νερό.
Απέθαντες και μαρτυρικά βασανιστικές για την ελευθερία των ανθρώπων»
Τι να του κάνουν οι υπογραφές και τα μυρωμένα κιτάπια από δάκρυα
ως στέγνωσαν, μ΄ αφήσαν πίσω τους αποτυπώματα και στεναγμούς.
 
«Αν είναι να έρθω, κλείσε τα κιτάπια και τα παραθύρια.
Ο ερχομός μου μόνο θλίψη και μαύρο θα ρίξει.
Μια καταχνιά και μια πρωινή ομίχλη τριγύρω θα είναι στο διάβα μου,
έτοιμες να με προϋπαντήσουν, έτοιμες να με σκανδαλίσουν  
κι ύστερα μετά από το δείπνο πάλι μια αντάρα και μια ομίχλη θα με σκεπάσει.»

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2023

Υστεροφημία / Δημήτριος Γκόγκας

 


 

Μέσα σε δύο δεκαετίες σκότωσε πενήντα εννέα γυναικείες λέξεις.
Όσες και οι χρονιές που ζούσε.
Για το ακριβέστερο, πενήντα εννέα λέξεις θηλυκού γένους !
Του είχε μείνει μία εξαίρετη μα δύσκολη συνάμα,  η υστεροφημία.
Πάντα πίστευε ότι αυτή θα τη σκοτώσει η δικαιοσύνη.
Σε ονειρική ενέδρα, κάποια μελαγχολική Κυριακή, κάποιο δείλι.
Αυτός θα περνούσε στην αιώνια αφάνεια.
Κατά συρροή δολοφόνος της ποίησης.
Ένα κείμενο σύνηθες με τυπογραφική γραμματοσειρά.
 
Είχε μεγάλες προσδοκίες.
Όλοι το γνώριζαν, αναμφίβολα θα έστηναν συμπληγάδες.
Στα έλη των λέξεων καραδοκούσαν οι Στυμφαλίδες όρνιθες.
Περίεργες ληστρικές αμαζόνες.
Και δεν ήταν ο ήρωας που θα τις χειραγωγούσε.
Τα βέλη τους
με τη περίεργη τροχιά στης κριτικής σκέψης το πλατύσκαλο,
δεν άφησαν αδιάφορο το ποιητικό δίκαιο.
Η υστεροφημία τον πλήγωσε.
 
Πριν σβήσει σαν διάττοντας γέλασαν όλοι στην πλατεία.
Ο επικήδειος τσιμέντωσε το περιθώριο.
Κι ήταν ωραία κηδεία!

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2023

Δικαιολογία Ποιητή / Δημήτριος Γκόγκας

 

Η σκιά του άνθιζε αναπάντεχα
πότε στη ζωή και πότε στον θάνατο. 
Μύριζε κόκκινη παραρούνα και ανεμώνα του Πέγκου*
μύριζε λιβάνι του Αγίου Αντωνίου. 
Έπιανε τα βήματά του, μικρός τυμπανιστής, των βρεγμένων σκελετών του 
να κάνουν ανεπαίσθητο θόρυβο στους υγρούς δρόμους των πόλεων 
και τα λασπωμένα δρομάκια των χωριών του. 
Γήινοι παράδεισοι που προδόθηκαν 
στις κάννες της αδιαφορίας και της υποκριτικής λογικής. 
Σύγχρονη φαυλότητα!
Πήναινε μπροστά, κρατώντας στον ώμο το όπλο, η σκιά εκεί. 
Βάδιζε πίσω, τον ακολουθούσε πιστά. 
Ο ασκεπής τάφος, το μόνο ασφαλές καταφύγιο. 
Πλήρης δικαιολογία ποιητή. 

*Πέγκο: Περιοχή του Στρυμονικού Σερρών 

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2023

Ακέφαλη καρέκλα / Δημήτριος Γκόγκας


 

Απέναντί του μια ακέφαλη καρέκλα
Την αντικρύζει κάθε μέρα.
Και μάρτυρά του ο Θεός 
την ομοιάζει με σκελετό που ξεθάφτηκε χωρίς το κρανίο.
Έχει κορμί, έχει πόδια μα ακέφαλη ως είναι δεν απαντά στις εκκλήσεις του
Δεν απαντά στις ερωτήσεις του
Γιατί;
 
Έτσι με ταπεινότητα ρίχνει το βλέμμα στο Θεό
Α τούτος φταίει που τον έκανε λεύτερο
Επέλεξε τη σκοτοδίνη κι ήρθε ο θάνατος
Κι έτσι απουσιάζει τις Κυριακές από το τραπέζι στο πατρικό
Κι έτσι είναι αδειανή και ακέφαλη η καρέκλα
Κι έτσι μένει κενό το πιάτο
Κι έτσι υψώνει το πνεύμα στον ουρανό και πλησιάζει το ετοιμόρροπο ταβάνι
 
κι αυτή η εικόνα είναι θεϊκή;
Αναρωτιέται και σταματά τη γλώσσα που έκπληκτη αναμασά προσευχές και παρεκκλίσεις
Ύστερα πάει στο εικονοστάσι κι ανάβει το καντήλι
Τουλάχιστον να ζεσταίνεται κάτω από τα κλινοσκεπάσματα της γης
Κι ας μένει ακέφαλη η καρέκλα!
 

 

 

 

Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023

[ Όσο κινείται ο χρόνος ] του Δημητρίου Γκόγκα


 Όσο κινείται ο χρόνος

θυμάμαι και λιγότερα.
Μέχρι να έρθει το πλήρωμά του,
που δεν υπάρχει μνήμη μέσα μου.
Και μαζί με την απουσία
θα λείπει κι η αγάπη μου.
Θα σφαλιστούν τα χείλη μου
Κι οι μόνες λέξεις θα 'ναι της αναζήτησης
Τι δυστυχία να μην ζήσω σε ολα που ονειρευτήκαμε
Και ενώ εγώ θα κολυμπώ στην λήθη
εσύ θα ψιθυρίζεις τι έφταιξε.

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2023

Ο ανθρωπος με το μπαστουνι / Ποιήματα χωρίς ετικέτα


Καθόμουν στο στασίδι,
αριστερά του ψαλτηρίου.
Υπέμενα τη τιμωρία άνωθεν
ορθοστάτης τίμιος και αβλαβής
της ακρόασης της λειτουργίας.
Είχα την πεποίθηση
πως ή εκκλησία προσφέρει
νέκταρ και αμβροσία ευαγγελίου
ως εκ τούτου έφερα εικόνα
στη πτωχή μου σκέπη ενός συμποσίου.
Να και κει πέρα καθόταν έτρωγε και έπινε
ο Κύριος.
Ήτο ο γάμος στη Κανά.
Ύστερα κατά το τέλος πέρασε από μπρος μου
ο άνθρωπος μέγιστης ηλικίας
κρατώντας ένα μπαστούνι
κι έσκυψα ευγενικά.
Ήμουν ακόμα στο μυστήριο
κι όχι σε φαγοπότι.

Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2023

Ο νέος αιώνας / Δημήτριος Γκόγκας

 


 

















Άλλαξε ο ήλιος φορεσιά
και ήρθε ο χειμώνας.
 Έπιασε ο ψεύτης τα στερνά,
όμοιος ο αιώνας.
Γκρίζωσε ο ήλιος μάννα μου
και μάτωσε η φύση.
Πριν ανταμώσει την αυγή,
τον χαιρετά η δύση!
 
Μέσα στο άσπρο νυφικό,
η μνήμη περιμένει.
Η μοίρα της τελεσφορεί,
με δόρυ είναι γραμμένη.
Με το κρασί του αμπελιού
βγαίνει της γης το άχτι.
Τους χρόνους βάνει στη θηλιά,
τους μήνες της στ΄ αδράχτι.
 
Πέρα στους πέρα ποταμούς,
πέρα στ΄ αρχαία όρη.
Με μια λεπίδα μας φρουρούν,
ελπίδες μυροφόροι.
Σαν ο Ιπποτάδης μαίνεται  
στις μέρες αλκυόνας,
βάφεται η γη ανήμπορη
με χρώμα ανεμώνας.

Πέμπτη 17 Αυγούστου 2023

Η θλίψη / Δημήτριος Γκόγκας


Η θλίψη έρχεται νωρίς, 
πριν ξημερώσει η μέρα. 
Πριν γίνεις άνθος της αυγής. 
Πριν σε λαβώσει η σφαίρα!

Ποτίζεις το χρυσάνθεμο
και το βασιλικό σου. 
Πλανιέσαι απ΄τον άνεμο
και πνίγεις τον καημό σου. 

Η θλίψη μένει και διαρκώς
στο μάγουλο ένα δάκρυ. 
Πότε βροχή και ποταμός. 
Της μοίρας πότε άκρη. 

Σάββατο 29 Ιουλίου 2023

Εν – χωρίον (Δημοτικό του Στρυμονικού) / Δημήτριος Γκόγκας


Henry Roland (1856-1924), Η αλληγορία της Άνοιξης.


Κάποιο χρόνο, ένα μήνα, δεν θυμάμαι πια.
Δυο κρινάκια άνθισαν στην ακροποταμιά.
 
Λυγερόκορμη κοπέλα κατηφόριζε.
Απ΄ τ΄ αγκάθια που ΄ταν γύρω τα ξεχώρισε.
 
Το ΄να είχε μαύρο χρώμα σαν τη μοίρα της.
Μια γραμμή κι αυτή κομμένη μες στη χείρα της.
 
Άσπρο χρώμα, τ΄ άλλο είχε, σαν παράδεισος,
που το ζήλευε τη νύχτα ως κι η άβυσσος.
 
Στάθηκε, κορμί με χάρη και τα μύρισε.
Στη καρδιά της, μια σταγόνα της σπινθήρισε!
 
Μα η Μαγκίλα*, γκρίζος λόφος, κακιά μάγισσα:
«όλα εγώ του κόσμου τούτου του τα δάνεισα».
 
Αν τη νύχτα πάρεις δρόμο είναι λυπηρό.
Αν τη μέρα χτίσεις ζήση, σκλήθρο σε σταυρό.
 
Και η νύμφη από τύχη, λάθος άρωμα.
Κάποια ξενιτειά την βρήκε ως το χάραμα.


*Μαγκίλα: Λόφος στην περιοχή του Στρυμονικού Σερρών 

@Δημήτριος Γκόγκας (πνευματικά δικαιώματα)

Κυριακή 16 Ιουλίου 2023

Επέτειος/ Δημήτριος Γκόγκας




Περίμενα είν' αλήθεια ν ακούσω τις σειρήνες,
να τραγουδούν τη προδοσία όπως επικράτησε να λέγεται
κείνος ο κουρνιαχτός και η ασέληνη νύχτα.
Μα τις άκουσα,
ναι τις άκουσα, να στριγλίζουν, τσίτσιδες, ξεδιάντροπες και πολεμοχαρείς, 
λίγο πριν πυρωσει ο ήλιος.
Κι ούτε κατάλαβα, τυφλός ων και ασθενής στη μνήμη και στα έργα,
καθώς έπλενα τις πατουσες στον Πεδιαιο και στα νερά του Γιαλιά.

Πάνω στου Κικκου στις κολυμβήθρες, ένιψα τις παλάμες.
Θεέ, ας μην μολύνω τις γεννιες που θαρθουν,
με τα βδελυρά ανομήματα μου.
Μα κι αυτές - τις γεννιές και τα γεννήματα - 
 τις είδα ασυγκίνητες,
τα είδα, καλοκαίρια ξένοιαστα.
Σημαίες στις ξεροληθιές να φέγγουν,
τα βράδυα στη θέση των άστρων.

Κίβδηλες στο χρόνο σειρήνες, μια όχληση στην καυτή μέρα.
Έβαλαν ωτο- ασπίδες οι γεννιές και τα παλλικαρόπουλα.
Να αντικρούσουν τον εχθρό, σε τούτη την επάρατη σχέση.
Και σε μένα τον δύσμοιρο να θέσουν το σαθρό δίλημμα:
Ποιον δρόμο πια ν ακολουθήσω!

Οι μνήμες μ ένα μαύρο πέπλο συγκίνησης έσκαγαν στην άσφαλτο.
Λιποτακτούσαν, αλλόφρονες γελειότητες,
από ανεκπλήρωτες διαμαρτυρίες σε επωδούς δακρύων.
Που καιρός για τέτοια.
Που καιρός για λάβαρα και ταμπουράδες.
Καιρός για λήθη.
Σμύρνα και λιβάνι
στους αγνοούμενους νεκρούς και στους νεκρούς αγνοούμενους.
Έτσι κι αλλιώς η πράσινη γραμμή,
μίτος ενός λαβύρινθου,
κλωστή των εγκαινίων αιώνιας θυσίας, 
είναι,
για κρυψίμους γραμματείς και λαοφιλείς Φαρισσαιους.

Ο Ισκαριώτης κάθε τόσο μ΄ένα λάγνο φιλί
προδίδει την προσφιλή πατρίδα και τους προς σφαγή αμνούς.

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2023

Σαν Εύα...

 


Κλείνω τα μάτια
Κι η νύχτα χάνεται
Στα βλέφαρα του κόσμου
Οι σκιές παραπετάσματα
Και συ
Δικαιωμενη στην εξομολόγηση
Παίρνεις το πρόσφορο ξεδιάντροπα
Ίχνη προδοσιας το κρασί
λεκες στα κόκκινα σου χείλη
Σαν Εύα
Δίνεις το μήλο να το δαγκώσω εγώ
Γυμνή και φοβισμενη

Το προσωπείο / Δημήτριος Γκόγκας

Το προσωπείο


Του αγόρασε - πολύ μικρός ήτανε-  
του είχε αγοράσει ένα προσωπείο ο πατέρας του
-εθνικιστής με σοσιαλιστικές ιδέες μέχρι που διορίστηκε στο Δημόσιο-
και ήτανε τόσο όμορφο, μα τόσο ωραίο
χαιρότανε όχι μόνο να το κουβαλά παραμάσχαλα
αλλά να το βάζει ως κράνος στο κεφάλι του,
μην του χτυπήσουν και αιμορραγήσει οι περίεργες ιδέες
που ένωναν ακόμα πιο περίεργα τους ανθρώπους και το κόμματα.
Τις τελείες, τις οξείες, τα αποσιωπητικά. Και εσχάτως και τα πνεύματα.

Καθώς μεγάλωνε είχε καταντήσει πόρνος του πεζοδρομίου
δινότανε με περισσή ευκολία και άνεση στο προσωπείο,  δώρο του πατέρα του
αλλά πλέον είχε προχωρήσει περισσότερο.
Αντάλλαζε τα προσωπείο κατά πως πήγαινε ο άνεμος.
Μα προσωπείο ήταν η σταθερά.

Με τον τρόπο αυτό είχε δικά του όλα όσα ποθούσε και
κυρίως μπορούσε να αποκτήσει και όλα όσα δεν ποθούσε,
με ένα κούνημα του προσωπείου, σημαία, αυλαία, παντιέρα, λάβαρο
που άλλοτε γινότανε κόκκινο, άλλοτε μπλε ή μαύρο, πορτοκαλί, ή πράσινο.

Κάποιες φορές
επαναστατούσε,
συμβιβαζότανε,
νικούσε,
προχωρούσε,
προσχωρούσε
μα ποτέ δεν νικιότανε,
ποτέ δεν μιλούσε ο ίδιος για ήττες,
δεν υπήρχε καθόλου χρόνος για ήττες.
Συνεχώς ένας πόλεμος, μια πάλη ιδεών και σωμάτων.

Ισόβια σκοπιμότητα της ζωής του.
Οι λεκέδες στο μυαλό του μ΄ αυτό το προσωπείο φάνταζαν αιώνια ρητά.
Σταθερές ηθικές αξίες και ιδανικά. 

Παρασκευή 5 Μαΐου 2023

Είχα μια πήλινη αυλή* / Δημήτριος Γκόγκας

 



 
Είχα μια πήλινη αυλή
και το ποτάμι δίπλα.
Πουλί στο δένδρο η πνοή
και τ΄  όνειρο μια φυλακή
που έσβηνε τη νύχτα.
 
Από την άκρια της γης
τρεις μάγοι με ρομφαίες.
Πάνω στα βήματα θεών,
κεριά ανάβαν των νεκρών
άστρα πάνω στα κάστρα.
 
Αποσπερίτης μυστικά,
μέσα στη σκοτεινή αυλή,
κρυβότανε στους θάμνους.

Γιατί κι εγώ ήμουν παιδί
και δεν μεγάλωνα γιατί,
 χτένιζα τα φεγγάρια.
Κι ήμασταν όλοι μας εκεί.
Το γέλιο μι΄ ανοικτή πληγή.


Κάποτε- κάποτε χαράμι,
μες στην αυλή και το ποτάμι!


*@ κατοχυρωμένα πνευματικά δικαιώματα

Κλειδωμένη Ελευθερία* του Δημητρίου Γκόγκα

 


 

Τι να ΄ναι αυτή, η παλιό-ελευθερία;
Έκλεισε τα μάτια, κοίταξε τον ήλιο,
ύψωσε τα χέρια, έσφιξε τις γροθιές, ξέχασε τους αγώνες.
Ένας δύσμοιρος πόνος αναρίγησε τα εύθραυστα κόκκαλα του. 
Πόσο μπορεί να ασθενήσει η λευτεριά;
Πόσο ακόμα η θνητότητα του ανθρώπου;
 
Χρόνια καιροφυλακτούσε μια αδιόρατη ασχήμια
πίσω από τα σκουριασμένα συρματοπλέγματα.
Κλείδωσαν, όπως – όπως με πρόχειρα άνοα διατάγματα,
τις ξώπορτες των σπιτιών, των αυλών, τα παραθύρια
κι άνοιξαν τις κερκόπορτες του ουρανού βράδυ.
Άρεσε το φεγγάρι να κλαίει παρήγορα, το νυχτολούλουδο στο βάζο.
Αδελφικός χαιρετισμός στην πρόωρη εξόδιο.
Η απτή σιωπή μετέδιδε τη σιωπή της ψυχής.
Το αόρατο του εντός της, γίνηκε ορατό στον άνεμο.
Μια ορατή αέρινη θνησιγενής σιωπή. 
 
Έβαλε με επιμέλεια τη μάσκα στο γερασμένο πρόσωπο.
Πήρε το πρώτο λεωφορείο της μέρας από μια ξεχασμένη στάση.
Άδειο, κενό, μια ανάσα στον αέρα, έκλεισε τις κουρτίνες!
Μυρωδιά μούχλας.
Κρατώντας ένα μπουκέτο κόκκινο τριαντάφυλλα,
ήλπιζε ότι θα άλλαζε την εικόνα του.
Η λευτεριά που ποθούσε, ως δάσκαλος του έμαθε να ζει στα χρώματα.
Απίθωσε τα, στον άσπρο τάφο και ράγισε ο θρήνος από τον ανασασμό.
 
Ξερίζωσε τη μάσκα, μάτωσαν τα μάγουλα, γέμισε αίμα το χείλος, δάκρυσαν τα μάτια.
 
Τούτο θα πει ελευθερία.
Να αντέξεις τον πόνο σα βγάζεις τη μάσκα.
Πάνω από αυτούς που δεν πρόκαμες να φροντίσεις.
Τη μια έκαμε το σταυρό του, την άλλη γονάτιζε ευλαβικά με τα χέρια προς τον θεό.
Αιτήθηκε το απέραντο έλεός του και χάθηκε στη λευτεριά.


*Έπαινος στον 4ο Πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμοό 2021 – 2022 των Πνευματικών Οριζόντων Λεμεσού

Πέμπτη 20 Απριλίου 2023

Απουσιάζω από τους χρόνους /Δημήτριος Γκόγκας

 

Ζω στον Ενεστώτα.
Αγνοώ τον στιγμιαίο Μέλλοντα 
κι ο συνεχής με τρομάζει. 
Κάθε μέρα με μια αόρατη κίνηση 
μέμφομαι τους παρελθοντικούς. 

Κάθε αγνοημένος μέλλοντας
μια καινούργια μέρα Ενεστώτα. 
Κι αν στον Μέλλοντα φωλιάζει ο Ενεστώτας
γεννιούνται ο Παρατατικός και ο Αόριστος.
Δεν ξεχνώ τον Υπερσυντέλικο. 
Ποτέ μου δεν τον ξέχασα.
Είναι γεμάτος τύψεις.

Σκιερές ιεραρχίες των χρόνων.
Ήθη και έθιμα που συνετελέσθησαν και συνδράμουν. 
Ιερές εξετάσεις που με αδικούν. 
Συνωμοσίολογίες σταυρωτές
σε ισχυρούς γραμματικούς χρόνους. 

Απουσιάζω σε πρώτο πρόσωπο. 

Λουλούδια στο ρυάκι /Δημήτριος Γκόγκας



Ήταν τυφλός εκ γενετής.
Ήμουν τυφλός εκ πεποιθήσεως.
Αδυνατούσα να δω τα προφανή:
Τον ουρανό,
τη γη,
το νερό,
τη θάλασσα.
Κείνος πως τα μύριζε,
κυρίως πως τα θωρούσε
Άξιο ήταν.
Κι έλεγε,
με το σκοτεινό βλέμμα ψηλά,
πιο ψηλά από μένα,
δες: λουλούδια στο ρυάκι.

Τρίτη 4 Απριλίου 2023

Χωρίς Εσένα /Δημήτριος Γκόγκας*

για την  Στρατούλα 



Χωρίς εσένα, δεν θα ΄ρχονταν πουλάκια στο μπαλκόνι
κι ούτε η πούλια θα γρυκά τη νύχτα παν΄ στα όρη.
Ούτε βροχή, ούτε χιονιάς, θα έπεφτε στη γη μου.
Ούτε και οι Τριανταφυλλιές θ΄ ανθίζαν στη ζωή μου.


Χωρίς εσένα, ο άνεμος θα σώπαινε μονάχος.
Δεν θα παιρνε ποτέ μορφή στη θάλασσα ένας βράχος.
Κι ούτε η αγάπη θα ΄σταζε σα θυμαρίσιο μέλι.
θα ήταν ατραγούδιστη σαν πεθαμένο τέλι.

Χωρίς εσένα, στη ματιά βαριά τα βλέφαρά μου.
Δεν θα ΄χε τόση ομορφιά η άσπλαχνη ερημιά μου
Κι ούτε το δενδρολίβανο θα μύριζε τριγύρω
και το πικρό συναίσθημα θα σκόρπιζε σα μύρο.

@Δημήτριος Γκόγκας

Σάββατο 25 Μαρτίου 2023

Μουρμουρίζοντας για τους σκοτωμένους εννέα (στο Στρυμονικό Σερρών) *

 


Μέσα στα σκυφτά κεφάλια των γυναικών,
τυλιγμένα με κείνα τα αραχνούφαντα τσεμπέρια
κατατίθενται στεφάνια στους άγνωστους στρατιώτες,
τους γιους τους.
Δίπλα απ΄το αργοκύλιστο δάκρυ,
ζευγάρι γίνεται μια λαμπυρίδα
από τον πόνο του πατέρα για τον χαμό της γυναίκας,
μέσα σ΄ ένα τάφο τυλιγμένη με σάβανο.
Κι έρχεται ανίκητος ο άγνωστος στρατιώτης
να μπήξει ένα κοφτερό μαχαίρι στο μάρμαρο
να γίνει ανθός φορώντας άσπρο φόρεμα αγγέλου.
Στο μνημείο του χωριού, πλησιάζω
κι αφουγκράζομαι τις ανάσες
μέσα από τις διαχωριστικές των μαρμάρων,
που βοούν και κυνηγούν τα νερόφιδα
από τον ξεροπόταμο
μέχρι να γιγαντωθεί η άρνηση
μέσα στο ίδιο τους το όνομα.
Έλα και ρώτα μας άγνωστε στρατιώτη
πως χάσαμε πίσω από το παλιό σπίτι
μέσα στους ήχους που ξερνούν οι ριπές των πολυβόλων,
το φως το στάρι, την ζωή;
Και να, τώρα κυκλώνουμε το μάρμαρο
και γίνονται θυσίες στο όνομά τους.
Αλαφιασμένες φωνές πλανώνται
χωρίς ύπνο χωρίς ανάσα
καλώντας μας να μην χαθούμε μέσα στα χαλάσματα και το ρημαδιό,
μέσα στις πέτρες που κάρφωσαν με πλέγματα στις όχθες οι πρόγονοί μας.
Κι ύστερα σιωπηλά
όπως ήρθαμε, έτσι σιωπηλά να αποχαιρετιστούμε.
Τουλάχιστον να πάρουμε ένα ρούχο
σαν ανοιχτεί ο τάφος
κι ας είναι φαγωμένο από του χρόνου την άρνηση.


* Οι Γερμανοί στις 9 Σεπτεμβρίου του 1942 σκοτώνουν 9 κατοίκους και καίνε δύο σπίτια, επειδή σε μία από τις τακτικές εφόδους ανακαλύπτουν πολεμικό υλικό φυλαγμένο σε αμπάρια.