Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ωράρια Επιστροφών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ωράρια Επιστροφών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 19 Μαρτίου 2023

Η ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΠΟΙΗΤΡΙΑΣ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ / Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών / ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ/ 2015

 


 


Την κάλεσαν ως νέα ποιήτρια να πει την γνώμη της.
Όχι πως την είχαν ανάγκη
αλλά να έπρεπε να καλέσουν και μια νέα ποιήτρια.
Αυτή έγραφε από χρόνια και κάποια στιγμή
εξέδωσε μια συλλογή  ποιημάτων.
Οι κριτικοί έφαγαν τις σελίδες οι αναγνώστες αγνόησαν τους κριτικούς.
Έβαλε τα καλά της ρούχα, τίποτα το ιδιαίτερο
και στα μαλλιά της μια κορδέλα δώρο της μαμάς που πέθανε νωρίς.
Θα έδειχνε πιο σοβαρή ψέλλισε.
Πήρε την θέση με το όνομά της.
Δίπλα της καθότανε άνθρωποι του ...πνεύματος.
Που δεν της ρίξανε ούτε μια ματιά.
Έπλεξε τα δάκτυλά της.
Κέντησε ένα προσποιητό χαμόγελο.
Έξυσε λιγάκι το μάγουλό της και έβηξε.
Ζήτησε νερό.
Δεν της φέρανε.
-δεν προβλέψανε νερό για νέες ποιήτριες-
Έβηξε και πάλι.
Ο καημός την έπνιγε.
Κανείς δεν έδωσε σημασία.
Κανείς δεν θα μάθει πως έδενε τα μαλλάκια της με στίχους.
Ξέπλεξε τα δάκτυλά της.
Πήρε την κορδέλα από τα χτενισμένα μαλλιά της.
Την φόρεσε στο λαιμό.
Τότε κατάλαβε πως την κοιτούσαν.
Αισθάνθηκε δεκάδες χέρια να τραβούν την κορδέλα,
πιο σφιχτά για να την πνίξουν.
 

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΘΑΝΑΤΟ

 

Α΄ Έπαινος στον Ποιητικό Διαγωνισμό της ¨Πνευματικής Συντροφιάς Λεμεσού" το 2014. Αυτό το ποίημα η Ποιήτρια και μεταφράστρια κα Τσορού Παναγιώτα το απόδωσε στη Γαλλική Γλώσσα. 

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΘΑΝΑΤΟ

Με το μολύβι σβήνει ένα φως.
Έρχεται θάνατος
και σε τυλίγει σαν ένα πελώριο δένδρο με κίτρινα φύλλα.
Δεν στοχάζεται πλην των άλλων
που θα φωνάξουν με δύναμη
και θα πούνε: Αθάνατος
καθώς ένα μικρός λεμονανθός θα σβήνει.

Είναι ο Χειμώνας που λιώνει στην ζωή,
κι ανθίζει η Άνοιξη.
Η προσμονή σέρνεται με το φίδι
ανάμεσα στους στίχους του ευαγγελίου.
Είναι το ίδιο φίδι που μας έδωσε την ζωή να την ζήσουμε
και εάν προλάβουμε να ρωτήσουμε λέμε: την ζήσαμε;

Κι εσύ ζήτησες για μαξιλάρι το μπράτσο μου
και μέσα στο στρατσόχαρτο το όνειρο σου
σύννεφο να στάζει.

Η κραυγή σου πορεύεται
καθώς το ατσάλι σπάει την σιωπή
και το μαύρο την γεύεται.

Το μάτι μου κλείνει σαν πόρτα
Σαν παραθύρι με πόμολο μια πένα
Κι απλώνεται στις λιάστρες να το ξεράνει ο άνεμος.

Μέσα στο μέτρο σκάλισες την καμαρούλα σου
σε διάφανο βάζο η στάχτη κι ένα γαρύφαλλο
στην κεφαλή.

Τότε δεν μπορείς να αποφύγεις τον μέλλοντα.
Ναυαγός στη γραμμή του θανάτου.


Μ΄ ένα μολύβι κουπί ως που να φτάσεις;

***

DESCRIPTION D'UNE MORT


Le crayon efface une lumière
La mort arrive 
et elle t’enveloppe comme un arbre énorme 
avec des feuilles mortes. 
Il ne médite pas excepté des autres 
qu’ils crieront en force 
et ils disent :Immortel 
de même qu'un petit citronnier va mourir. 


C'est l'hiver qui fond le printemps 
et le printemps fleurit.
L'expectative rampe avec le serpent 
entre les lignes d'évangile. 
C'est le serpent pareil qui nous a donné 
la vie pour la vivre
et si nous avons le temps à demander, 
nous disons :Est ce que nous l'avons vécue?


Et toi, tu as demandé mon bras pour d'oreiller
et ton rêve dans le papier d'emballage 
comme un nuage qui goutte. 

Et ton cri est en marche 
lorsque l'acier casse le silence 
et le noir le goûte. 

Mon oeil ferme comme une porte. 
Comme une fenêtre qui a une poignée comme une plume .
Et elle s'allonge aux beaux jours 
pour que le vent l'ait séchée. 

Dans la mesure tu as sculpté ta petite chambre 
sur une vase transparente ou cendre 
et un oeillet à la tête. 


Alors tu ne peux pas éviter le futur. 
Naufragé à la ligne de la mort.
Par un crayon comme rame jusqu'à que tu arrives.  

Traduction : Tsorou Panayiota ( Julie Tsorou).

Με εκτίμηση Τσορού Παναγιώτα. 

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ / Ποητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών /2015



Περπατάμε στους δρόμους
Μαζί και οι ματιές μας θερίζουν τον αέρα.
Πότε σου πιάνω το χέρι
και πότε  το αφήνω (ιδρώτας)
Ψάχνουμε να βρούμε μάρτυρες
για τις δολοφονίες μας
και δολοφόνους για ενόρκους.

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΚΟΙΜΗΘΕΙ ΕΝΑΣ ΚΑΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ / Δημήτριος Γκόγκας / Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών/ Εκδόσεις Διάνυσμα 2015

 



 
 


Όταν πλαγιάζει και κρυώνει
βάζει τα χέρια κάτω απ΄ το πάπλωμα
μην τ΄ αγγίξει η παγωνιά και τα σπάσει
Μερικές φορές κοιτά
με την άκρη του ματιού του την γυναίκα
που κοιμάται δίπλα του
και πιάνει την καρδιά του
Δεν θέλει να πεθάνει πρώτος
Θέλει να είναι δεύτερος όπως πάντα
 
Κάτω απ΄ την σκιά των σκεπασμάτων
μπορεί να δει πιο καθαρά
τους δικούς του που έφυγαν,
τους άλλους που κοιμούνται
και κείνους που έρχονται
για να γεράσουν μαζί του.
Όταν τον παίρνει ο ύπνος
είναι σίγουρος ότι έκανε το σωστό
αλλά πάντα στο βαθύ της ψυχής του
πεταρίζει ένα μικρό πουλί
έτοιμο να του κλείσει τα χείλη
να του αρπάξει με το ράμφος
την άκρη του σκεπάσματος.
 
Φοβάται πολύ
τρέμει μην πεθάνει πρώτος.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2023

"Φόβος" - Δημήτριος Γκόγκας [από την ποιητική συλλογή : Ωράρια Επιστροφών /2015/ εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ]





Λέω πως ζω                                                                                                              

κι όταν με ρωτούν πως τα πάω
απαντώ
"σπίτι - δουλειά
δουλειά - σπίτι"
Κάθε πρωί κατεβάζω τα σκουπίδια
με προσοχή μην σχιστούν οι σακκούλες
Προσέχω μην συναντήσω τον γείτονα
αποφεύγω τον σκύλο που μισώ
δεν ανοίγω το γραμματοκιβώτιο
κατοικούν μέσα του Κέρβεροι
κι ένας Προκρούστης
που θέλει δουλειά.
Αν του την δώσω τι θα λέω
όταν με ρωτούν αν ζω;
Ζω σπίτι;


Το παραπάνω ποίημα έλαβε το Α΄Βραβείο στην κατηγορία: (ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ) ΠΟΙΗΣΗ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ

του ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ "ΣΙΚΕΛΙΑΝΑ 2014" 

http://apodraseistounou.blogspot.com/2014/11/blog-post_20.html

ΠΕΝΤΕ ΔΑΚΡΥΑ / Δημήτριος Γκόγκας

 

 

Χιόνι

 
Σπογγισμένο αίμα
που στράγγιξε
κι έγινε λάβα που καίει
στα σπλάχνα της.
Κάποτε,
μέσα απ΄ τις ρωγμές του σώματος της, 
γίνεται γραμμή κόκκινου μολυβιού. 
Καίει ότι την πόνεσε.
Κι ύστερα
στάχτη
και χιόνι που πέφτει στο έρημο σπίτι.
 
 




Βροχή
 
Κάθε χρόνο
την ίδια μέρα,
μικρή ώρα δειλινού,
βρέχει.
Επέτειος θλίψης,
απώλειας
και χωρισμού.
 
Ρίγη στα μάρμαρα.
Μια ξαφνική μπόρα,
τον ύπνο των νεκρών ταράζει.
 
Ιδρώτας
 
Της πατρίδας το χρέος ξεπληρώθηκε.
Είπες : Με το παραπάνω
και –θυμούμαι- έκανες και μια κίνηση
με το χέρι, σαν να ΄ θελες να ξεφύγεις.
Τώρα ήρθε η σειρά της.
Βάλανε κάτω όλα τα ίχνη και τις υπογραφές,
οι πέτρες και τα σίδερα έτοιμα
-είχε καλούς σιδηρουργούς η Πατρίδα-
Τα καινούργια συμβόλαια έτοιμα.
Και πάλι χρέος.
Ο Ιδρώτας κυλούσε σαν τον κόμπο στο λαιμό σου.
 
 

Γάλα

 
Πίσω από αυτές τις βιτρίνες δούλευες.
Εγώ στους δρόμους.
Συναντιόμασταν στο ίδιο καφενείο
με άλλους συντρόφους και δεν
ανταλλάσαμε κουβέντα.
Χαρτιά έπαιζα μόνο με τον καφετζή.
Απορούσα βέβαια ,
καθώς είχαμε πιει από το ίδιο ποτήρι, γάλα.
 
 
Αίμα
 
Είναι στη μοίρα μας.
Έτσι να πεθάνουμε.
Σε κάποιο χρόνο ανομβρίας.
Όταν τα δένδρα θα διψούν,
θα μας φυτέψουνε στις ρίζες τους,
το αίμα  μας να πιούνε.

Από την Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα: Ωράρια Επιστροφών / 2015/Εκδόσεις : ΔΙΑΝΥΣΜΑ

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2023

ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ* / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 


 
Όταν κοιμάσαι,
βλέπω ένα μικρό σπιτάκι με τριαντάφυλλα
και μια Στρελίτζια στην άκρη του κήπου.
 
Να ξέρεις εγώ
(ναι εκείνο το εγώ μου)
Δεν μπορώ να μετρώ τ΄ άστρα
και να ψάχνω την Αφροδίτη.
Είμαι ερωτευμένος
γιατί ξεχνώ στο μέτρημα.
Κι ύστερα πάλι απ΄ την αρχή
(τελετουργίες της νύχτας)
 
Να ξέρεις εγώ,
Έχω αρχίσει να ξεχνώ τις λέξεις.
Μιλώ όλο και λιγότερο.
Βυθίζομαι στην κινητή άμμο της σιωπής
και σηκώνω το χέρι για βοήθεια.
Αγκίστρι της αγάπης.
Πως η σιωπή είναι το δόλωμα
και πως, 
εγώ μετρώ τ΄ άστρα στους γαλαξίες της.

(τελετουργίες της ποίησης)

 

*ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: "Ωράρια Επιστροφών" του Δημητρίου Γκόγκα 

 (ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

ΔΕΙΠΝΟ ΜΕ ΕΝΑ ΝΕΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ

 

από την Ποιητική Συλλογή: 
Ωράρια Επιστροφών 
του Δημητρίου Γκόγκα / 
(ISBN: 978-618-82188-6-4) 
2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 


Σήμερα θα δειπνήσω μ΄ ένα νέο άγνωστο στρατιώτη.
Θα καθίσουμε απέναντι,  σ΄ ένα καλό εστιατόριο,
σαν αυτά που σερβίρουν με ευγένεια τη ακρίβεια,
κι΄  αλλοίμονο  θ΄ ανεχτούμε την υπεροπτική ματιά, 
του τελευταίου τραπεζοκόμου.
 
Θα παραγγείλουμε όλα εκείνα που μας αναγκάζουν
να καθόμαστε αμέριμνοι,  σαν τις καλαμιές
έτοιμες να καούν στους κάμπους της υπαίθρου
και μας καθιστούν ώρες- ώρες δειλινές, 
όμορφα αγάλματα στα σαλόνια των φυλακών μας.
 
Θα πιούμε ένα γλυκύ ηδύποτο,  κοιτάζοντας
ο ένας στα μάτια του άλλου,
μέχρι ότου κουραστεί κάποιος και
κατεβάσει σιγανά τα βλέφαρα.
 
Ο ήλιος θ΄ αρμενίζει στις καρδιές
και θα ξεκουράζεται στις αγκαλιές των νέων
που πέφτουν αμαχητί στα χαρακώματα της ραστώνης
και υποκλίνονται στις συνήθειες των σοφών.
Πατρίς, αγκαλιά με τη  Θρησκεία και λίγη οικογένεια.
Μην ταραχτεί η χρόνια τάξη.
Μην λησμονηθούν και οι άγνωστοι στρατιώτες, 
εκείνων των χρόνων που δεν θέλει να θυμάται κανείς.
Μα είναι τόσο καλά δομημένες οι παρελάσεις, 
της λεβεντιάς και της υπερηφάνειας.
 
Δεν θα τον πιέσω με οχλήσεις του κοινού νου.
Δεν θα σκιάσω αυτή την έξοδο
από τις σκοτεινές πύλες της πολιορκίας.
Έτσι τα βλέφαρα κάποιος θα τα σηκώσει.
Θ΄ αντικρύσουμε και πάλι ο ένας τα μάτια του άλλου
βαθειά για να βρούμε καθαρό νερό στο βυθό της ίριδας.
Και πριν υπογραφή το συμβόλαιο του.
Θα τον ρωτήσω: Γιατί κινήθηκε από την πολυθρόνα του;
Ήρωας θέλει να γίνει;

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2023

ΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΑΝΕΞΟΦΛΗΤΑ /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 

Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών / 

(ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

 

 


Ξεκίνησε από τους μακρινούς τόπους
άφησε πίσω του ένα μαγικό σήμαντρο
και την μάνα του να το χτυπά κάθε Κυριακή
στην αυλή της.
 
Έτσι έρχονταν και οι γείτονες
σεμνοί και αγαπημένοι σύντροφοι.
Πότε για το γλυκό και
πότε γιατί ήταν καλύτεροι άνθρωποι.
Κρατώντας στα χέρια τους σμύρνα και λιβάνι.
Κρατώντας στα χέρια τους τα δώρα του δικαστή
και χρέη, 
χρέη φόρους και υποθήκες.
Τα ανεξόφλητα γραμμάτια της ιστορίας .
 
Ποιος τα θυμάται πια;
Ποιος τρέχει στις τράπεζες και τα κολαστήρια;
Η μάνα έχει μια δύναμη μόνο
να χτυπά το σήμαντρο κάθε Κυριακή.
 
Ξεκίνησε από τους μακρινούς τόπους
ξωπίσω του έκλειναν παράθυρα
σπιτιών που ύφαιναν σε αργαλειούς παραδουλεύτρες
και εργάτριες
σκυφτές  από τους πόνους της μέσης
λίγες μπροστά στα τάματα
και τ΄ αναμμένα καντήλια της Παναγιάς.
Ύφαιναν την λύπη
κένταγαν το χρέος
βελόνιαζαν τις πληρωμές
και τα γραμμάτια,
έμεναν γραμμάτια ανεξόφλητα.
 
Κάθε Κυριακή μια μάνα χτυπά το σήμαντρο
λαλώντας τον από τους μακρινούς τόπους.
Στα όνειρά της,
Στην τύχη της,
Στον χρόνο της,
Στην ζωή της.
 
Εκεί χωρίς την πληρωμή να χει φτάσει στο κόκκαλο
χωρίς την πληρωμή να χει τελειώσει  την νύχτα
να δώσει το φιλί της.
Και   οι γείτονες ν΄ απλώσουν το χέρι δίνοντας
το πιατάκι με το γλυκό
πάλι πίσω.
Tο πιατάκι της Κυριακής με τ  ασημοκέντητη σταυρό
και πάνω το σήμαντρο να την καλεί στον τάφο.
Κολλά το χώμα
όπως η ζωή σε ένα ανεξόφλητο γραμμάτιο.

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

ΗΤΑΝ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΗΣ /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 

Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών  

(ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 

(Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

 


Ήρθε ο γαμπρός και έκατσε δίπλα του
να μετρηθεί το ύψος και το πλάτος
και προπαντός οι αποστάσεις.
 
Η κόρη του είχε φτάσει τα είκοσι ένα χρόνια.
Μετρούσε, ξανά μετρούσε τόσα τα έβγαζε
και ο ίδιος είχε πατήσει τα εξήντα.
 
Αισθάνθηκε στην πλάτη το χτύπημα του χεριού
«μην ανησυχείς θα την προσέχω
κοίτα εσύ να γράψεις κείνο το χωράφι με τις ελιές»
 
Η μάνα είχε κοιμηθεί κάτω από κείνες τις ελιές.
 
Έβγαλε το χαρτί από την τσέπη, έβαλε την υπογραφή του
μια τζίφρα δηλαδή και του το δωσε.
 
Πήρε το χαμόγελο της κόρης, το έκαμε δαχτυλίδι
το φόρεσε στο δάκτυλο του γαμπρού
πήρε την μνήμη την έκαμε κεντητό
και είπε: «ήταν το θέλημά της…»
 
Κέρασε από μια ελιά στους καλεσμένους,
 
ύστερα βγήκε από το σπίτι
πήρε τον δρόμο για το χωράφι
ξάπλωσε κάτω από τις ελιές.
 
Τον πήρε και κείνο ο ύπνος.

Παρατήρηση: Τα πνευματικά δικαιώματα της φωτογραφίας ανήκουν στον δημουργό της. Η φωτογραφία λήφθηκε από την σελίδα: http://vissinia.blogspot.com/2017/02/1940.html

Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2023

ΡΗΜΑΓΜΕΝΑ ΚΑΦΕΝΕΙΑ / Δημήτριος Γκόγκας

 




Πάσχιζε ταλαιπωρημένο το βλέμμα
να δει τις χώρες  πίσω από τα γεμάτα βαγόνια με ανθρώπους
-μετανάστες τους λέγανε στα χαρτιά με κείνες τις πύρινες γλώσσες-
Κι εσύ, με την τεμαχισμένη σου ψυχή
κόχλαζες σα λάδι σε καρβουνιασμένο τηγάνι
ως αγκάλιασε σταγόνες βροχής.
Έσταζε και στα στήθια της γης το νερό του Φθινοπώρου.

Δεν είχες πλέον δύναμη το μαύρο χέρι να σηκώσεις
Το είχες ακουμπήσει πάνω στο θρυμματισμένο γόνατο
απ΄  την ορθοστασία της ξενιτειάς που έβριζες πάντοτε.
Δεν άντεχες το χέρι να απλώσεις, 
τα άσπρο μαντήλι λερωμένο μονίμως στη τσέπη
και ιδού
αξύριστος μέρες – συνεχώς είχες πένθος-
με τις τρίχες πουρνάρια στις αυλακωμένες πλαγιές,
δικαιολογούσουν κάποτε – κάποτε
κι έλεγες περιγελώντας,
ο αχνιστός καφές σε ξεκούραζε
στα ρημαγμένα καφενεία που σύχναζες τα βράδια.


Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών 

και από την ενότητα : Υγιή Προιόντα! ...του Δημητρίου Γκόγκα 

(ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)



ΠΟΝΟΥΣΕ / ΔΗΜΗΤΡΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ


 
 

Πονούσε
και περίμενε
-κρατώντας την υπομονή 
με το ασθενικό χεράκι-
τον θάνατο
να επουλώσει 
τις πληγές της.

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

ΜΟΝΑΞΙΑ/ Δημήτριος Γκόγκας

 

Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών 

και από την ενότητα : Υγιή Προιόντα! ...του Δημητρίου Γκόγκα 

(ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

 

Κουβέντιαζες συνεχώς, με τον σκέτο στο στόμα,
για μακρινά της ζωής σου.
Έχουν παράξενη όψη – ξωτικές μαρτυρίες- 
κείνα τα μακρινά. 
Πιο οικεία.
Μελετούσες το πένθος των άλλων.
Την δική σου χρόνια λύπη 
έκρυβες  πίσω από τα λουλούδια του βάζου.
Άνοιγες προσεκτικά μ΄ ένα χρυσό κλειδάκι
τη μνήμη με τις φωτογραφίες,  
να ψάξεις αυτούς που ξέχασες.
Αυτούς που σε ξέχασαν
«Δεν μπορώ» μου είπες.
«Δεν μπορώ, μ΄ αυτό τον τρόπο»
Σου απάντησα αμέσως:
«Το χώμα για να΄ ναι χώμα 
πρέπει να σκεπάζει ρίζες και πτώματα»

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2023

ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ * / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 

 

Ο Ανδρέας άπλωσε τα καπακλούδια
πάνω στο λερωμένο τραπέζι.
Η Μαρία γέμισε με ψίχουλα τις συγνώμες της.
Ο αυτόματος φωτισμός τρεμόπαιζε στους λερωμένους ανεμιστήρες.
Ο κάδος απορριμμάτων ανέδυε την μυρωδιά των στομάχων
την ασχήμια της εργασίας, τους φόβους.
Ο νεροχύτης βούλωνε συχνά από τα αποφάγια  
την συμπεριφορά της τυφλής υπευθύνου, την αλαζονεία της.
Το μαύρο τηλέφωνο της εταιρείας δίπλα από τον βρώμικο νεροχύτη.
Κάθε που χτυπούσε- και χτυπούσε συχνά- ένας απολυόταν.


Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών και από την ενότητα : Υγιή Προιόντα! ...του Δημητρίου Γκόγκα / (ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2023

ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ


 

ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

 
Δίπλωναν απ΄ την ασίγαστη κούραση
τα γόνατά του.
Τα πρωινά για την δουλειά
στην γιομάτη από εργάτες στάση του λεωφορείου
τρία στενά πιο κάτω
άφηνε στις πέντε τα ξημερώματα
από νωρίς, τον κρύο ιδρώτα να κυλήσει στον υπόνομο.
Τώρα ήταν σίγουρος
Η συγκατάβαση στον θάνατο
υποταγή στη ζωή του χρέωνε.
Έξι με δύο – μείον τις υπερωρίες-
Κατέβαλε τον φόρο εργασίας που του αναλογούσε
Από τις συχνές υποκλίσεις, καλό μπαστούνι έγινε!

Από τις εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ κυκλοφόρησε (2015) σε μορφή e-book η Ποιητική Συλλογή: «Ωράρια Επιστροφών» (ISBN: 978-618-82188-6-4)

Τρίτη 29 Μαρτίου 2022

ΡΗΜΑΓΜΕΝΑ ΚΑΦΕΝΕΙΑ * και Ωράριο Εργασίας Δημήτριος Γκόγκας



Πάσχιζε ταλαιπωρημένο το βλέμμα
να δει τις χώρες  πίσω από τα γεμάτα βαγόνια με ανθρώπους
-μετανάστες τους λέγανε στα χαρτιά με κείνες τις πύρινες γλώσσες-
Κι εσύ, με την τεμαχισμένη σου ψυχή
κόχλαζες σα λάδι σε καρβουνιασμένο τηγάνι
ως αγκάλιασε σταγόνες βροχής.
Έσταζε και στα στήθια της γης το νερό του Φθινοπώρου.

Δεν είχες πλέον δύναμη το μαύρο χέρι να σηκώσεις
Το είχες ακουμπήσει πάνω στο θρυμματισμένο γόνατο
απ΄  την ορθοστασία της ξενιτειάς που έβριζες πάντοτε.
Δεν άντεχες το χέρι να απλώσεις, 
τα άσπρο μαντήλι λερωμένο μονίμως στη τσέπη
και ιδού
αξύριστος μέρες – συνεχώς είχες πένθος-
με τις τρίχες πουρνάρια στις αυλακωμένες πλαγιές,
δικαιολογούσουν κάποτε – κάποτε
κι έλεγες περιγελώντας,
ο αχνιστός καφές σε ξεκούραζε
στα ρημαγμένα καφενεία που σύχναζες τα βράδια.

**

ΩΡΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

 

Δίπλωναν απ΄ την ασίγαστη κούραση

τα γόνατά του.

Τα πρωινά για την δουλειά

στην γιομάτη από εργάτες στάση του λεωφορείου

τρία στενά πιο κάτω

άφηνε στις πέντε τα ξημερώματα

από νωρίς, τον κρύο ιδρώτα να κυλήσει στον υπόνομο.

Τώρα ήταν σίγουρος

Η συγκατάβαση στον θάνατο

υποταγή στη ζωή του χρέωνε.

Έξι με δύο – μείον τις υπερωρίες-

Κατέβαλε τον φόρο εργασίας που του αναλογούσε

Από τις συχνές υποκλίσεις, καλό μπαστούνι έγινε!



* Τα παραπάνω ποιήματα συμπεριλήφθηκαν και στο Καλιτεχνικό Ημερολόγιο 2021