ΛΥΠΑΜΑΙ ΤΑ
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Λυπάμαι τα ποιήματα,
που κάθονται οκλαδόν στα άσπρα σκαλοπάτια των Εκκλησιών,
στα βρώμικα πεζοδρόμια των πόλεων,
έξω από τα πολυσύχναστα καταστήματα,
γυρολόγοι στα απόμακρα χωριά και στις λασπωμένες συνοικίες,
με τους νηστικούς στίχους υψωμένους να ικετεύουν,
έναν επιθετικό προσδιορισμό, ένα καλολογικό στοιχείο,
ένα κόμμα, μία τελεία, μια ξεχασμένη απόστροφο,
μια λύση στο αδιέξοδο, μια μυστική φωλιά στον ποιητή κι ένα θάνατο.
που κάθονται οκλαδόν στα άσπρα σκαλοπάτια των Εκκλησιών,
στα βρώμικα πεζοδρόμια των πόλεων,
έξω από τα πολυσύχναστα καταστήματα,
γυρολόγοι στα απόμακρα χωριά και στις λασπωμένες συνοικίες,
με τους νηστικούς στίχους υψωμένους να ικετεύουν,
έναν επιθετικό προσδιορισμό, ένα καλολογικό στοιχείο,
ένα κόμμα, μία τελεία, μια ξεχασμένη απόστροφο,
μια λύση στο αδιέξοδο, μια μυστική φωλιά στον ποιητή κι ένα θάνατο.
Λυπάμαι εκείνα τα ποιήματα
που δεν βλέπουν, δεν θέλουν να δουν,
δεν ακούν, έχουν σπάσει οι σάλπιγγες
στηρίζονται σε ξύλινες πατερίτσες,
κάμουν τους ανάπηρους, ακρωτηριασμένοι στην ψυχή
γεμίζουν με συγνώμες και ευχολόγια τις ημέρες τους
σαλιαρίζοντας πάνω από τους πληγωμένους ήχους των κερμάτων.
Κέρβεροι που φιλούν τους γυμνοσάλιαγκες των κύκλων της ποιήσεως.
που δεν βλέπουν, δεν θέλουν να δουν,
δεν ακούν, έχουν σπάσει οι σάλπιγγες
στηρίζονται σε ξύλινες πατερίτσες,
κάμουν τους ανάπηρους, ακρωτηριασμένοι στην ψυχή
γεμίζουν με συγνώμες και ευχολόγια τις ημέρες τους
σαλιαρίζοντας πάνω από τους πληγωμένους ήχους των κερμάτων.
Κέρβεροι που φιλούν τους γυμνοσάλιαγκες των κύκλων της ποιήσεως.
Τι να τα κάμω αυτά τα ποιήματα;
Ελεεινά και τρισάθλια κουρέλια,
διπλά πλυμένα, απλωμένα ρετάλια, στους ιστούς αραχνών
σκεβρωμένα οστά που εκλιπαρούν ανάνηψη,
Ελεεινά και τρισάθλια κουρέλια,
διπλά πλυμένα, απλωμένα ρετάλια, στους ιστούς αραχνών
σκεβρωμένα οστά που εκλιπαρούν ανάνηψη,
των ανεπαρκών λόγων, των χαλαρωτικών εικόνων, των απροσάρμοστων ήχων.
Να λοιπόν ένα πουλί, ένα νηστικό πουλί,
να μια μέλισσα, μια θυμωμένη μέλισσα,
ένα μαύρο χελιδόνι,
ένα μαύρο χελιδόνι, είναι πάντα ένα μαύρο χελιδόνι που φέρνει την Άνοιξη.
Πάνω από την φωλιά των ποιημάτων,
παίζει με τους τόνους, τα ουσιαστικά και τα επίθετα.
Παίζει με τους επαίτες, τους ληστές, τους δωρητές.
Παίζει με την θάλασσα, το ποτάμι, τη λίμνη και το έλος.
Παίζει με τη ζωή, παίζει και με τον θάνατο.
να μια μέλισσα, μια θυμωμένη μέλισσα,
ένα μαύρο χελιδόνι,
ένα μαύρο χελιδόνι, είναι πάντα ένα μαύρο χελιδόνι που φέρνει την Άνοιξη.
Πάνω από την φωλιά των ποιημάτων,
παίζει με τους τόνους, τα ουσιαστικά και τα επίθετα.
Παίζει με τους επαίτες, τους ληστές, τους δωρητές.
Παίζει με την θάλασσα, το ποτάμι, τη λίμνη και το έλος.
Παίζει με τη ζωή, παίζει και με τον θάνατο.
Κλωτσάει τη σφαίρα να γίνει πάνινο τόπι στα πόδια
ενός ποιήματος.
Ανοίγει μια κονσέρβα, μαχαίρι για την αυτόχειρα μνήμη μας.
Ανοίγει μια κονσέρβα, μαχαίρι για την αυτόχειρα μνήμη μας.
Κι ακόμα λυπάμαι για τούτα τα ποιήματα.
Λίγα ξέρω για τη στίξη και τη μυστική συμφωνία του ποιητή.
Τέλος,
ύστερα από τη σταύρωση δεν ξέρω αν είναι λάθος
η
ανάσταση των ποιημάτων με αντίδωρο το ερωτηματικό.
Αλήθεια Τι να κάμουμε τους αλλαλαγμούς των μπράβο και το ωσαννά όταν σε λιγο θα αντικρύσουμε την σταύρωσή μας από τους χθεσινύς κόλακες που χαϊδευουν αυτιά Δεν είμαστε οι έμποροι να αγοράζουμε το Εύγε ,πουλώντας την ψυχή μας Τότε δεν ειμαστε ποιητές .
ΑπάντησηΔιαγραφήΟμως γράφουμε κι ας μην υπάρχει αναγνώστης να νοιώσει τον κατακλυσμό στην καρδιά μας .Κι ας μην προσμένουμε πλερωμή από κανένα αφέντη κι ας μην αναγνωριστούμε ποτέ .
Συγχαρητήρια αγαπητέ στους γεμάτο νόημα στίχους σας.
ΑπάντησηΔιαγραφή