Σελίδες

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2021

Το κορίτσι με το ζιβάγκο / Δημήτριος Γκόγκας





Εβρεχε. Έβρεχε ώρες, οι δρόμοι είχαν πλημμυρίσει, ρεύμα δεν υπήρχε κι ένα περίεργο βουητό ακουγόταν από την κορυφή του βουνού, σαν κάποιος θεός να βαριανασανε, να κοιλοπονουσε. Στις ειδήσεις μιλούσαν για πρωτοφανείς καταστροφες. Το βουνό είχε ξυπνήσει και χειμμαροι με χαλίκια και λάσπη κατέβαιναν στις αυλές των σπιτιων. Χτύπησε το κουδούνι της ξωπορτας - -δεν περίμενα κανενα- και βρέθηκα μπροστά σε μια εικόνα Αγίας. Δεν θα ήτανε πάνω από δέκα οκτώ χρόνων σκέφτηκα, με τα κάστανα μαλλιά βρεγμένα,μπλεγμένα και ριγμένα στους ώμους, ένας στρογγυλός λαιμός από μπλούζα ζιβάγκο άφηνε μόνο το πρόσωπο στη κοινή θέα, ένα φεγγάρι ολόγιομο πρόσωπο που έλαμπε από νεότητα και ομορφιά. Δεν μιλήσαμε πολύ, κράτησα τη πόρτα του ασανσέρ ανοικτή να λάμψει ο διάδρομος και να τοποθετήσει ένα φάκελλο στο γραφείο του διαχειριστή κι ύστερα φώλιασα μέσα στο ασανσέρ. Που θα πας τη ρώτησα, δεν θα μου πεις το όνομα σου; Δίστασε, δάγκωσε το χείλος κι είπε πως μένει κάτω από μένα. Μαθήτρια του λυκειου. Τελειωνε φετος. Θα πιούμε ένα καφέ έτσι; Εγνεψε καταφατικά κι έφυγε. Από εκείνη τη μέρα η κάθε μέρα ήταν διαφορετική. Ο κόσμος έδειχνε πιο όμορφος και τα σκιρτήματα της καρδιάς προκαλούσαν αρρυθμίες. Όταν γυρνούσα από τη δουλειά έβλεπα τα μάτια της πίσω από τις άσπρες κουρτίνες να με θεωρούν. Χαμογελούσαν μα η καρδιά μου το είχε καταλάβει. Έρωτας ήταν...
Οι μέρες περνούσαν, γίναμε φίλοι, ο ένας καφές έφερε τον άλλο μέχρι που χάθηκα σε μια νύχτα. Ο θάνατος του πατέρα με απομάκρυνε πρακτικά. Έμαθα ότι με αναζητούσε μα ήμουν στο μαύρο κόσμο μου. Η μία πλευρά πονούσε κι η άλλη αγαπούσε. Ήρθε Ιούνιος. Τώρα εγώ την έχασα. Εξαφανίστηκε χωρίς να μου πει κάτι, δεν βρεθήκαμε, δεν προλάβαμε να αποχαιρετιστουμε. Βρήκα κάτι παλιά βιβλία που μου είχε χαρίσει και δειλά δειλά πήγα στο πατρικό της. Να μάθω. Πως ο ανιχνευτής ψάχνει τα ίχνη των χαμένων θησαυρών. Κάπως έτσι. Πήγε στη Θεσσαλονίκη να σπουδάσει. Κάτι μου είχε πει, δεν είχα δώσει σημασία, στο χαμόγελο της βυυιζομουν. Καλά θα κρατήσω τα βιβλία και κάποια στιγμή θα της τα δώσω. Πάω συχνά στη πόλη.Ψεματα ήταν. Πήρα τη διεύθυνση.Τουμπα. Άνω Τούμπα.
Στο τέλος του μήνα βγήκαν οι μεταθέσεις των στρατιωτικών. Πήγαινα κι εγώ Θεσσαλονίκη. Μοίρα μου κούνησε το δάκτυλο. Πυθία της ζωης. Τίποτα τελικά δεν είναι τυχαίο. Μετακόμισα, πήρα το λιγοστά πράγματα μου και βρήκα ένα σπιτάκι απέναντι από το στρατόπεδο. Ανθούπολη. Τη διεύθυνση της, την έχασα. Δεν γνωριζα και που σπουδαζε. Τελείωσε σκέφτηκα. Έτσι έγινε ρουτίνα το σπίτι δουλειά, κινηματογράφος, κάποια βόλτα στο Βαρδάρη. Συνήθως πήγαινα στο σταθμό των τρένων κι από κει έπαιρνα το λεωφορείο με τον αριθμό 14 για να πάω στο κέντρο. Το λεωφορείο ένωνε το σταθμό με την Τουμπα. Ώσπου μια μέρα.... την ώρα που περίμενα στη στάση, την είδα να κατεβαίνει το ίδιο όμορφη , σα μια άνοιξη να κατηφορίζει προς το καλοκαίρι.
Κορίτσι μου λέω...εσύ είσαι. Τρελή χαρά συνάντησης, τόση ομορφιά. Αγκαλιαστηκαμε σφιχτα. Οι αρυθμιες ξανάρχισαν πιο έντονες. Είχαμε τόσα να πούμε. Χωρίς να το καταλάβουμε γίναμε ζευγάρι.
Έβρεχε. Έβρεχε καταρρακτωδης. Δεν υπήρχε ρεύμα πουθενά. Ο επόπτης του στρατοπεδου μας μυνησε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Είχα υπηρεσία στη πύλη, αρχιφύλακας. Ένιωθα ιδιαίτερη χαρά, θα ερχόταν να μου πει πως θα έφευγε στο εξωτερικό για συνέχιση των σπουδών. Τόσο γρήγορα, άλλος ένας αποχωρισμός. Η καρδιά δεν σκιρτουσε.Πονουσε. Πήγαμε απέναντι σε μια ταβέρνα από άλλη εποχή. Ο ταβερνιάρης μας φρόντισε. Έβαλε ένα κερί στη μέση του τραπεζιού,. εψησε στα κάρβουνα ότι είχε, ετοίμασε ένα δείπνο μυστηριακό, και πριν μου πει τίποτα μίλησα πρώτος. Αν φύγεις ότι γινηκε τελείωσε, μάτια που δεν βλέπονται! Αν όμως το θέλεις μπορείς να γίνεις γυναίκα μου, να παντρευτούμε. Κοίταξε τα μάτια μου, τα δάκτυλα μου, δεν κατάλαβα εκείνη τη στιγμή γιατί, αργότερα μουεξηγησε. Πάρε τα κλειδιά του σπιτιού μου, πήγαινε και κοιμήσου εκεί, αύριο το πρωί θα τους το πούμε. Οι αρυθμιες ξανάρχισαν.
Έβρεχε, έβρεχε πολύ. Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια, μια ζωή, κι όταν βρέχει πάντα θυμάμαι το κορίτσι με το ζιβάγκο και το πρόσωπο της Παναγίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου