Γυρίζω
πολλές φορές τα μάτια μου πίσω
από
μια αρχαία συνταγή να πολεμήσω τη λήθη.
Δεν
οραματίζομαι το παρελθόν.
Πως
άλλωστε να συμβεί, μόνο το μέλλον έχει
θέση στα όνειρα.
Στο
καράβι που βυθίζεται υπάρχουν οι ζωές μας.
Προχωράμε
και κείνο βυθίζεται αργά,
μέχρι
η κινούμενη άμμος της κλεψύδρας γίνει ξεραμένη λάσπη για μάς
και
εγκλωβίσει τους ευλογημένους ερχόμενους.
Γυρίζω
πολλές φορές τα μάτια μου πίσω
βλέπω
γυμνούς τους συντρόφους μου σε ευάερα σπίτια,
αμέριμνοι
στις ξεκούραστες πολυθρόνες μπροστά στους δέκτες ευλογώντας τα δικά τους
που
αλλοίμονο ουδέν σχέση
με
τη διάβρωση και τη κακία που σπέρνουν οι άλλοι.
Πόσο
φταίνε οι αυτοί οι άλλοι.
Που
εγκαταλείφθηκαν μόνοι σ΄ ένα κρεβάτι πεζοδρομίου,
με
τη βλακεία του έναστρου ουρανού στο κεφάλι τους.
Που
ρακένδυτοι τριγυρνούσαν, σ΄ ένα πιθάρι
αυνανιζόμενοι
τη σοφία που γεννάει μια ηλίαση του νου.
Που
πληγωμένοι από θανατικές αποφάσεις ανικάνων αρχηγών,
χτυπούν
παλαμάκια
στο
άκουσμα λαϊκού φασιστικού εμβατηρίου υπό τύπου παραγγελιάς.
Που
αποσβολωμένοι από την ορμή του νερού, δεν τολμούν να διαβούν το ποτάμι.
Που
υποτελείς μακαρίζουν την αιώνια διαφθορά,
γλείφοντας
με επιμέλεια τα ακροδάχτυλα τους
Γυρίζω
πολλές φορές τα μάτια μου πίσω
και
σκάβοντας στη μετανάστευση της σκέψης,
λέω
τι απομένει; Μια ωραιότατη εξόδιος ακολουθία.