Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Στρατιώτης στα χαρακώματα...του Δημητρίου Γκόγκα



Όταν κράδαινε το όπλο ψηλά, ως στρατιώτης τυφλών,

έμοιαζαν τα χαρακώματα, σαν φωλιές αετών.

Κάρφωνε στα μάτια δοκούς κι ένιωθε τη βροχή.

Φύτευε στη γη του σκορπιούς, άνθιζαν οι σταυροί.

 

Τι κι αν φώναζε δεξιά ο ληστής,

πως ο αθώος ήτανε ποιητής,

κάποιος γύπας μέσ΄ από την βρωμιά,

τσιμπολόγαγε τα σωθικά.

 

Κι έτσι πέρασαν οι χρόνοι του,

στη διαθήκη τους οι πόνοι του.

Πιο γλυκείς οι σφαίρες του αλλά,

πάλι  το όπλο του ψηλά το κρατά.

 

Όταν γυάλιζε το ξίφος κρυφά, σαν συλλέκτης ψυχών,

έπεφταν δάκρυα του κόσμου πικρά, στα σώματα των νεκρών.

Δίκαζαν τους αθώους σοφά, σε πελάγων σπηλιές. 

Άσπρα κύματα τα μνήματα, κι οι ευθύνες λειψές.

 

Τι κι αν έκραζε ο άλλος ληστής,

ζήτημα υποταγής.

Των Αργείων χάθηκαν οι φωνές,

στις χρυσές αμμουδιές.

 

Κι έγινε το βόλι σιωπή,

στου θαλάμου του κλειστή διαδρομή.

Πέφτει κλαίγοντας στη λασπουριά,

νέκρωσε τον η ελευθεριά.

Κυριακή 25 Ιουλίου 2021

"3 τραγωδο ποιήσεις για έναν αγνοούμενο" του Δημητρίου Γκόγκα

 


 
[1]

Φεγγοβολούνε οι νυχτιές,
Παρασκευή και Τρίτη.
Κι ένα σπουργίτι έχασε,
το δρόμο για το σπίτι!
 
Φωνάζουνε στις γειτονιές,
μικρά παιδιά και σκύλοι,
απ΄ τα μπαλκόνια κρέμονται ,
της Άνοιξης τα χείλη.
 
Σάββατο θέλεις να χαθείς,
στις ερημιές του κόσμου
κι εκεί απλώνεις μυρωδιές
και φυλλαράκια δυόσμου.
 
Άιντε η καρδιά μου λάθεψε,
τον πόνο μου ανάθρεψε.
Παρασκευή και Τρίτη,
απ΄ της θαλάσσης το βαθύ
μέχρι του ουρανού το γκρι,
κι ως τον Αποσπερίτη.  
 
Πετούν στους κάμπους αετοί
και στις αυλές τριζόνια.
Μοσχοβολά το γιασεμί
Ιούλη πέφτουν χιόνια.
 
[2]
 
Ρίχνει τα ζάρια βιαστικά,
να φύγει. Περιμένουν
τρεις στο στενό προσμένουν,
να κελαηδήσει η τουφεκιά.
 
Βάζει μια μάσκα και το φως,
απ΄ τη ματιά του εχάθη.
Μες στης ψυχής τα βάθη,
 σαν αηδονάκι, μοναχός.
 
Μα δεν μπορεί κανείς να δει,
τη μοίρα του δεμένη,
μαστιγωτές στις διαδρομές
κι η μάνα περιμένει.
 
Σαν Πηνελόπη σε κλουβί
κι ο αργαλειός στο χώμα,
όλοι οι μνηστήρες  φυλακή
μα η ανάσταση του πτώμα!
 
Χτυπούν πορτοπαράθυρα,
λυσσομανούν στα δάση.
Δεν ήθελε να χάσει,
όλης της γης τα ανθηρά.
 
[3]
 
Σε μια καμένη γη,
τι να κάψεις;
Σε μια άδεια ψυχή
τι να δεις;
Το χθες σπαρταρά
σου ζητάει να πάψεις.
Και στη σιωπή,
τη σιωπή
να γευτείς.
 
Σαν μια βροχή,
που ακούγεται μόνη,
κυλάει η ζωή
και συ φωνασκείς.
Πως είναι αρκετή,
μια αστεία συγνώμη.
Πως είναι αρκετοί
χίλιοι όρκοι στιγμής.

Πρόταση για τις αντικατοχικές και σχετικές πορείες διαδηλώσεις στο όμορφο νησί της Κύπρου του Δημητρίου Γκόγκα

 


Κάθε φορά που οι συνθήκες το επιτρέπουν και διοργανώνεται μια πορεία η εκδήλωση για την κατοχή μέρους της Κύπρου από τους Ουνους και τους Μογγόλους θα πρέπει να ηγείται της πορείας ο εκάστοτε πρόεδρος της Δημοκρατίας μαζί με όλο του Υπουργικό Συμβούλιο να ακολουθούν όλοι οι βουλευτές οι Διευθυντές των Κρατικών και Ημικρατικών Οργανισμών...Πανεπιστημιακοί, άνθρωποι των τεχνών και του πολιτισμού, αθλητές και αθλητικοί παράγοντες, δημοσιογράφοι κτλ δηλαδή όλοι αυτοί που γεύονται τη ....δόξα και τη τιμή της Πατρίδας.....και πίσω ολάκερος ο Λαός...Τέτοιες αντικατοχικές πορείες θα πρέπει να διοργανώνονται επίσημα από το κράτος στις 15...20...ιουλ και 1 οκτ κάθε έτους και κάθε φορά που ο οποιος Ουνος Φασιστας οργιάζει επί της Πατρωας γης....

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

Σημείο Συνάντησης : Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα και της Ρούλας Τριανταφύλλου ( e-book)

 


Η Ερημιά της Αγάπης

 του Δημητρίου Γκόγκα


[1]

Της Στρατούλας

 

      Ημέρα πρώτη, με τα μάτια κλειστά κι ένα αόρατο βλέμμα αφήνω να χαθεί πάνω από τους παιδικούς λόφους γεμάτους από ανεμώνες και άσπρα κρινάκια, ακολουθώντας τα βήματά μου ανάμεσα στα πουρνάρια που πλήγωναν τα ασθενικά άκρα. Παρακολουθώ το μικρό μυρμήγκι και το πατώ για να κατανοήσω τη δύναμη μου κι αφήνω την αγάπη μου εκεί σιμά, δίπλα από το νερόλακκο. Εξάλλου οι αγάπες πρώτα μαθαίνουνε να κολυμπούν σε νερόλακκους με το φόβο της βδέλλας και την αποστράγγιση της καρδιάς κι ύστερα παρέα με τα δελφίνια και τις αχιβάδες του πελάγους.

 

     Ημέρα δεύτερη κι ένα στεναγμός βαθιά μέσα στα στήθη μου σκάει. Το πρώτο αηδόνι της μέρας γλυκά που κελαηδάει καλή μου για τον κεραυνό που καίει κατάσαρκα μέσα στον πόθο. Χειμώνας είναι, μια ώρα παγωμένης εποχής στην Άνοιξη και το δάκρυ σου λιώνει τις νιφάδες στο πρόσωπό σου. Ψάχνω το δενδρολίβανο και στην αγκαλιά σου το άρωμα της Πασχαλιάς.

 

     Ημέρα τρίτη κι ένα κρύο νερό κυλά στα καμπυλωτά χείλη σου. Διάφανο ως είναι στο ζητώ, εκλιπαρώ, να ξεδιψάσω. Κάνω να πιάσω τα σύννεφα και πέφτω κοιτώντας  τον αγέρα να γλιστρά από τις μεμβράνες ων δακτύλων. Καλή μου, σαν βρεθώ στ΄ ακρογιάλι, να είσαι σίγουρη σαν την μοίρα,  πως θα ΄ρθει η θάλασσα γλυφή κι αδέσποτη, μέσα μου να κυλήσει. Πίστεψέ με έχω το δενδρολίβανο και πλέκω στην αγκαλιά σου τα στέφανα. Μετά καμιά θνητή ώρα δεν θα μας ορίζει,  παρά εμείς.  Θα είμαστε οι ώρες, οι μέρες, οι χρόνοι.


[2]

 

Είμαι η Νήσος

 

Είμαι της λησμονιάς η κουρσεμένη νήσος.

Πορεύομαι στο πέλαγος

με τις πεθυμιές των ηλιοκαμένων κυμάτων.

Τα βράδια, ξιπασμένες σκέψεις με συντροφεύουν

στις σκιές των ναρκωμένων πετρών.

 

Πάνω μου δεν κουβαλώ δένδρα

και κρεμαστούς κήπους, δεν ζυγοσταθμίζω υάκινθους

πλην, είπαν ευτυχώς, κάτι άνυδρους λόφους

και ανεμοδαρμένα βουνά

από τον κακό Ζέφυρο και την Τραμουντάνα.

 

Και πορεύομαι Αριστερά και Δεξιά.

Αριστερά και πάλι.

 

Όταν βρέχομαι βυθίζομαι

στις λαξευμένες από το φεγγάρι, σπηλιές

που σμιλεύτηκαν ανάκατα,

και στις νοτισμένες πλαγιές των ουρανών,

των αυλακωμένων προσώπων απ΄ την γήρανση.

 

Και πορεύομαι.

 

Είμαι μια νήσος, μ΄ ακατέργαστη πέτρα, ατελείωτη γλώσσα

και αιώνιο πένθος στο δεξί μου χέρι.

Σηκώνω, κάπου- κάπου, να δω και πάλι, το δασωμένο φρύδι,

σαν πληγώνει το βλέμμα, στη γραμμή  του ορίζοντα.

Τούτη η γραμμή δεν είναι πια ίδια, δεν είναι πια ίση.

 

 Κι έτσι καθώς, καταμεσής, πορεύομαι,

ο ήλιος ποτέ δεν πηγάζει σαν χθες,

βελάζει ανάμεσα στα σύννεφα και τα βότσαλα,

ακόμα πιο λίγος σήμερα.

 

Κι είμαι μια νήσος, παντέρημη στο πέλαγος,

μ΄ αγριοκάτσικα παρέα και με φίδια

με μουχλιασμένα ριζώματα, με  αλμυρά ραδίκια

και τους μίσχους των θάμνων και των τραγουδιών έρημους

όπως και τους ανθρώπους.

Τ΄  αρμυρίκια, εργόχειρο στην πλάτη βράχων της παραλίας

και αφήνουν στο αγέρι, σημαίες τα φυλλώματα,

στην γλύκα της σήψης και της μνήμης. 

 

Και πορεύομαι στην γραμμή του ορίζοντα.

Και πορεύομαι στην γραμμή του θανάτου.

 

 


 

Θραύσματα της Ξενιτιάς

 της Ρούλας Τριανταφύλλου 


[1]

 

ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ

 

 Και να

ένα μικρό πουλί σε κλουβί κατάμονο.

Και να

ένα ολόγιομο φεγγάρι σε σύννεφα κρυμμένο.

Και να

μία πολιτεία σε αναγκαστική απραξία.

 

Δοκιμάζουμε τα φτερά μας.

               Μα να

Σκουριασμένα κλουβιά,

κλειδωμένα παράθυρα,

γκρεμισμένες γέφυρες,

ο σύντροφος που αγρυπνά

Να και το πέτρινο  σπίτι σιωπηλό

κάτω από τον ίσκιο τ’ ουρανού.

             Και να

τα ερείπια, μέσα μας η μοίρα μας,

ανώνυμη σε ξύλινους χρόνους

            και να

το άγνωστο κι

η τελική δοκιμασία,

            και να

το πρωινό άστρο, το εμβατήριο της θάλασσας.

            Και να

η ανυπόταχτη  έρημος.

           Και να

πάλι το πουλί δοκιμάζει τα φτερά του.

           Και να

πάλι στο έρημο κλουβί αποκοιμιέται ...

 

 [2]

 

ΨΗΓΜΑΤΑ

 

1 

Ξανά και ξανά επιστρέφουμε, 
σαν βροχή σε ξένα σώματα.


2

Ο κόσμος μας είναι η μοναξιά μας.
Στα δάκρυα μας φωλιάζει ο αναστεναγμός της θάλασσας.


3

Μέσα μας η έρημος.
Φωτιά και χαλάσματα.
Βοή ενός πολέμου.

 4

Με το βλέμμα καταγής,
βαδίζουμε σκιές του εαυτού μας.
Σαν σε εξορία.

5

Έρημος ο ουρανός.

Ταξιδεύουμε χωρίς χάρτες.

Στον δρόμο μας ούτε ένα περιστέρι,

ούτε ένα κλαδί ελιάς.

6


Πότε ζήσαμε;
Πότε πονέσαμε;
Πότε αγαπήσαμε;

Το κενό της λήθης.

7

Μάταια αναζητούμε το χαμένο πρόσωπό μας.
Πριν πέσουν αλώβητα οι μάσκες.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Η ταφόπλακα του Κυπριακού Προβλήματος

 γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας



      Κοντεύουμε να φτάσουμε τα χρόνια του μισού αιώνα και η πολυπόθητη λύση , ένα κράτος στο νησί της Αφροδίτης, ακόμα και με διάφορες τραγικές μορφές όπως αυτή της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας ή οποιασδήποτε άλλης ομοσπονδίας ή συνομοσπονδίας, δεν έχει βρεθεί ακόμα. Η πεποίθηση ότι η Κύπρος ολόκληρη μπορεί να αποτελέσει ένα ολόκληρο κράτος κάτω από το πρίσμα των αρχών μιας πλήρους Δημοκρατίας, όπως τουλάχιστον αυτή εννοούν οι δυτικότερες  χώρες της Υφηλίου , αρχίζει και εκλείπει πλέον έντονα και εξασθενεί κάθε δυνατή προσπάθεια να καθίσουν στο λεγόμενο τραπέζι των διαπραγματεύσεων οι ενδιαφερόμενες δυνάμεις για την εύρεση κοινών συντεταγμένων.

   Ακόμα και ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, που κάποια στιγμή θα έπρεπε να αντιληφθούμε ότι μόνο γραμματέας είναι, ταυτίζεται υπογείως με την τελευταία θέση και τις πρόσφατες προτάσεις της Τουρκίας. Δεν είναι τυχαίες οι δηλώσεις ανώτερων αξιωματούχων της Κυβέρνησης ότι ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ θα πρέπει να είναι πιο συγκεκριμένος όταν αναφέρεται στο Κυπριακό πρόβλημα Η στάση του δεν αντικατοπτρίζει παρά την κούραση της Διεθνούς Κοινότητας και την πλήρης αποδοχής της Παγκόσμιας Πραγματικότητας ότι τελικά το δίκαιο είναι του ισχυρότερου. Και στο πρόβλημά μας, παρά τα εν ζωή ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ,  η ισχυρή χώρα είναι η Τουρκία. Ο ΟΗΕ με τους απεσταλμένους της δείχνει μια απίστευτη νηφαλιότητα στις προτάσεις της Ε/Κ πλευράς και μια υποχωρητικότητα, δεκτικότητα στις απαιτήσεις της Τ/Κ, της Τουρκίας δηλαδή, που διαρκώς αυξάνονται τόσο σε όγκο όσο και σε ποιότητα.

  Η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει το υποκριτικό της έργο αξιοποιώντας το ιδιαίτερο ταλέντο της να ευλογεί τα γένια των μεγάλων δυνάμεων. Γερμανία, Ολλανδία και οι πλείστες των Σκανδιναβικό χωρών που η πολιτική τους επηρεάζεται από τα εκατομμύρια των Τούρκων ή Τουρκογενών ή Μουσουλμάνων μεταναστών, σιγοντάρουν εμμέσως πλην σαφώς στις θέσεις της γείτονα χώρας. Χρόνια τώρα λένε ότι θα επιβάλλον κυρώσεις στη Τουρκία αλλά πάντοτε τις αναβάλλουν διότι λαμβάνουν σοβαρά τις υποσχέσεις της ότι θα σταματήσει επιτέλους τις προκλήσεις. Ανιστόρητοι λαοί βουτηγμένοι στο χρήμα και το συμφέρον. Ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης μπορεί να καταλάβει το παιχνίδι της υποκρισίας, όταν μάλιστα απροκάλυπτα η ΕΕ επιβάλλει κυρώσεις μέσα σε μία νύχτα σε χώρες όπως η Ρωσία ή η Λευκορωσία για παραβιάσεις που θέτουν σε κίνδυνο τρίτες χώρες ή τα πολιτεύματά τους. Εμείς πάλι ούτε που διανοούμαστε να χρησιμοποιήσουμε το δικαίωμα του βέτο, φοβούμενοι προφανώς μια οργισμένη αντίδραση των κεφαλών της Ευρώπης. Της Ευρώπης της αλληλεγγύης (στο σημείο αυτό το γέλιο να μην ακουστεί παρακαλώ) Ούτε φυσικά και η μάνα (αχ βρε μάνα) Ελλάδα που πλέον μετά το 2010 και με την επιβολή των μνημονίων που είναι σε διαρκή ισχύ, έχει καταντήσει υπόδουλη και βολοδέρνει μεταξύ της φθοράς και της αφθαρσίας. Υπερήφανη μεν αλλά «όλα τα έχει η Μαριορή, ο φερετζές της έλειπε»

  Ύστερα λοιπόν από συζητήσεις, συνεδριάσεις, απορρίψεις σχεδίων, χωριστά δημοψηφίσματα και δείπνα σε στρογγυλές τράπεζες, ήρθε και το πλήρωμα του χρόνου να χορεύουμε στο ρυθμό των Τούρκων ηγητόρων και να αναφωνούμε «Ηττηθήκαμε» Και αναρωτιέται κανείς, δικαίως και ευλόγως, πως είναι δυνατόν μετά από τόσους διπλωματικούς ελιγμούς του αντιπάλου, τις συνεχείς οπισθοχωρήσεις, σημαντικό ποσοστό του πολιτικού μας κόσμου να πιστεύει ακόμα στην αγαστή σύμπραξη σε ένα νησί με μια διεθνή ταυτότητα,  Ιθαγένεια,  κτλ [ωραίο εκείνο το ποιηματάκι] με τους Τουρκοκυπρίους, που αλήθεια που βρίσκονται επιτέλους ή δεν υπάρχουν καθώς έχουν εξαφανιστεί κάτω από τη μπότα του Δυνάστη. Πόσοι έποικοι υπάρχουν μετά την πάροδο 3-4 γενεών από την Τουρκική Εισβολή του 1974.

   Πρέπει η κάθε εξουσία στο πολύπαθο νησί μας να έχει την δύναμη να δει κατάματα την πραγματικότητα. Στη σφαίρα της πολιτικής δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας, ας διαφυλάξουμε τα εναπομείναντα. Δεν είναι ντροπή να δέχεσαι την ήττα, ντροπή είναι να πουλάς αξίες και ιδεώδη κυνηγώντας μια ουτοπία.  Ενδεχομένως να υπάρχει ένας ανάμεσα σε τόσους άριστους (βεβαίως- βεβαίως)  που θα ξεστομίσει κάποια χρονική στιγμή πως είμαστε στο τέλος της κηδείας, όπου το μάρμαρο θα τεθεί επί του μνήματος και πως το σκήνωμα ήδη σαπίζει.

  Ψηλά το κεφάλι λοιπόν, ψηλά να χαιρετούμε τη σημαία μας και αν πρέπει να κλάψουμε διότι στο τραπέζι του ακολουθεί και μοιράζουν καφέ και κουλουράκι εμείς παρευρισκόμαστε, ας το κάνουμε με όλη τη δυνατή αξιοπρέπεια που μας έχει απομείνει. Και θα δείτε πως εκείνη τη στιγμή ακόμα και από τους διεθνείς υποκριτές θα λάβουμε το χειροκρότημα, διότι «είμαστε ακόμα ζωντανοί, στη σκηνή»