Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βραβευμένα Ποιήματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βραβευμένα Ποιήματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025

ΦΑΣΚΟΜΗΛΟ (Χαικου) * /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 


Το φασκόμηλο,

άνθισε στην αυλή μας.

Γελά η μάνα!


* 2025: Το χαικού με τίτλο: ΦΑΣΚΟΜΗΛΟ έλαβε το Α΄βραβείο στον 5ο πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό (κατηγορία Χαικού) του περιοδικού ΚΕΦΑΛΟΣ

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΕΝΟΣ ΠΡΩΙΝΟΥ* /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 



Κάθε πρωί ανασταίνεται η ελπίδα,
ενός κόσμου που κοιμάται καινός.
Με σοφία στολίζει το άρμα ο Θεός
και ζεσταίνει την πλάση με μία αχτίδα.
 
Τα λουλούδια ανοίγουν και σκορπούν
τ΄ άρωμά τους. Κάποιο γέρνει στο χώμα
και φιλάει τη γη που ξυπνάει από κώμα.
Στα κλαδιά, τα πουλιά γλυκά κελαηδούν.
 
Το παράθυρο πάντα πρωί το ανοίγω
κι η καρδιά πεταρίζει από έρωτα λες.
Και οι ήχοι χορεύουν μαζί κι οι σιωπές.
 
Το μαχαίρι του πόνου σε μια άνοιξη μπήγω.
Ως το δάκρυ να πέσει στο βρεγμένο χορτάρι
και να έρθει η νύχτα την ελπίδα να πάρει.


* 2025: Το ποίημα: ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΝΟΥ, έλαβε το Β΄ βραβείο στον 5ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό (Κατηγορία Ποίηση: Σονέτο) του περιοδικού ΚΕΦΑΛΟΣ

Σάββατο 14 Ιουνίου 2025

ΜΟΝΟΣ ΛΟΓΟΣ ΞΗΜΕΡΩΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ * /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 



 
Ξημέρωνε
κι ένας αέρας πίεσε
να νιώσω τον κόσμο που γεννιότανε.
Κι ήταν αβάστακτη αυτή η όχληση
καθώς έβλεπε το φως,
ένας πλούσιος,
ένας φτωχός,
ίσως κάποιος ποιητής.
Μακριά, ίσως πιο μακριά
απ' ότι φανταζόμουν,
άγγιζε τον ορίζοντα η αυγή.
Κι έτσι καθώς ο ήλιος πύρωνε το σώμα του
και φώτισε η μέρα,
αισθάνθηκα το ανάλαφρο αυτού  του κόσμου.
 
Και συ αγαπημένη μπορείς να νιώσεις ότι κι εγώ;
Να πιαστούμε χέρι με χέρι
και να βαδίσουμε εκεί που οι ευχές
γίνονται σώματα αγγέλων.
 

* Το παραπάνω ποίημα έλαβε Γ΄βραβείο στον 5ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό (2025)  του Περιοδικού ΚΕΦΑΛΟΣ  ( κατηγορία: Ποίηση σε ελεύθερο στίχο) 
 

Σάββατο 7 Ιουνίου 2025

ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ * του Δημητρίου Γκόγκα

 


























Την ώρα που τα βλέφαρα θα κλείνεις
κι οι δούλοι το δωμάτιο θα σκουπίζουν.
Την αυγή θα ονειρεύεσαι, π αφήνεις
τις ποιήσεις στο συρτάρι να σαπίζουν.
 
Θα χαϊδεύουν οι αγάπες σου το χέρι.
Θα ζητούν να συγχωρέσεις κάποια λάθη.
Να ρωτήσεις τον Θεό σου αν θα ξέρει,
πως ματώνει της ζωής τους το αγκάθι.
 
Το σαρκίο σου με λίβανο θα ραίνουν.
Οι στιγμές σου μυροφόρες θα ντυθούνε.
Λυπημένες και δειλές θα ξεμακραίνουν
κι οι αόρατες ματιές σου θ απορούνε.
 
Πώς δεν σταύρωσες τη φύση σου, ν αλλάξεις.
Μ έναν όφη η καρδιά σου χαραγμένη.
Τις ψυχές των ποιητών να απαλλάξεις,
απ' την μοίρα τους, την καταδικασμένη.

* Β΄ βραβείο στην κατηγορία Ποίηση στον 13ο Λογοτεχνικό διαγωνισμό του ΕΠΟΚ (Ελληνικό Πολιτιστικό Όμιλο Κυπρίων) 2022-2023


Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025

ΤΙΣ ΞΕΡΩ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ * του Δημητρίου Γκόγκα




Τις ξέρω καλά αυτές  τις γυναίκες
που κάθονται σκυφτές  στην άκρη της ακροθαλασσιάς.
Στο λιόγερμα χωμένες, πλαγιάζουν με το σκοτάδι κάθε βράδυ,
μέσα στις πέτρινες τρύπες για να βρουν τη δροσιά της ζωής,
ως να φωτίζει ο ήλιος της ομορφιάς.
Βλέπουν τα χέρια τους συνεχώς,
πως τους ξέφυγε μια μικρή χώρα απ΄ την χούφτα τους
καράβια απ΄ τα λιμάνια των δακτύλων τους
κι ιδρώνουνε
και πέφτει άτσαλα το ρίγος στο γόνατο.
Κάπου – κάπου πιάνουν με το ένα χέρι τη μέση τους
να σιάξουν το κήπο με τα τριαντάφυλλα που λύγισε ο άνεμος.
 
Πλημμυρίζουν οι άτσαλες γραμμές της ζωής
από τον ιδρώτα και κολλά το κατράμι
στο μικρό τριχωτό των πάνω κοκάλων
σπάνε μες στο κρύο της υγρασίας
οι λέξεις και τα οράματα.
Μ΄ αυτές εκεί, πάνω από τις λέξεις και τα οράματα.
Τις ξέρω καλά αυτές τις γυναίκες
που κλειδώθηκαν στο όχι και τις διαρκείς απαγορεύσεις των πόθων.
Τώρα το όχι έγινε σήμαντρο
κι ένα τσουκάλι γεμάτο ζεστό φαγητό που πρέπει να δοκιμάσουν.

 * Το παραπάνω ποιημα έλαβε την 1η θέση στον 1ο πανελλήνιο διαγωνισμό "Ε.Π.Ο.Κ" και "ΖΑΛΩΝΗ - 'ΞΑΣΤΕΡΟΝ" το 2021. 

η φωτογραφία αίναι από τον ιστότοπο: https://antikleidi.com/2013/02/19/poia-gunaika/

Τρίτη 3 Ιουνίου 2025

Ακατέργαστη Μπαλάντα για Κείνους Χωρίς όνειρα, Απέραντη Σιωπή, Παράκληση του Πάσχα : 3 Ποιήματα που έλαβαν το Β΄ Βραβείο στον 3ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης της Βιβλιοθήκης Σπάρτου



και συμπεριλήφθησαν στην Ανθολογία που κυκλοφόρησε με ακόμα δύο ποιήματα από τον κάθε ποιητή. Στη σελίδα αυτή παραθέτω τα 5 ποιήματά μου. 


ΑΚΑΤΕΡΓΑΣΤΗ ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΓΙΑ ΚΕΙΝΟΥΣ, ΧΩΡΙΣ ΟΝΕΙΡΑ

Κι έρχονται οι μέρες πολύ νωρίς,
ίσα που καταλαβαίνεις τον βαρύ ερχομό τους.
Ύστερα, καθώς κυλούν χωρίς ούτε ένα κυματισμό,
λες: πέρασαν τόσο γρήγορα.

Καθώς γυρνάς από τα γερασμένα καφενεία,
στην κενή πλατεία,
-γερασμένος και συ-
τι περιμένεις πρωί, βράδυ;
Κάποια λευκά σεντόνια κρέμονται
σε ατσαλένια σύρματα στις χωμάτινες αυλές.
Αυλές που θα είναι παράδεισοι ονείρου, στο μακρινό σου μέλλον.

Οραματίστηκες; Μα καθόλου, ούτε καν, ψελλίζεις: δεν…

Πότε- πότε πιάνεις το σώμα σου από τις άκρες των ώμων
και το τινάζεις από το μπαλκόνι χωρίς κάγκελα,  
το χτυπάς με ένα ραβδί να φύγουν οι σκόνες.
Πασπαλίζουν ότι φοράς και ότι σε σκεπάζει
ακόμα και κείνη η σκιά, η ομίχλη, η αντάρα.

Και πρέπει σκέφτεσαι,  στο τόπο που αγάπησες να ναι ο ομφάλιος
δεμένος στα τσάκνα της φωλιάς
πάνω στα κεραμίδια και δεν έχει αποκολληθεί ακόμα.
Κι είναι και τούτο επικίνδυνο,
ένα ασθενικό συμβαίνει,
μια περιπέτεια ρημάτων που τρώγουν ότι τολμά κι ότι ξεμένει πίσω.

Κι έρχονται έτσι οι μέρες, σημειωτόν και τροχάδην.
Κι είναι τελικά όραμα, ένα κομμάτι ψωμί πάνω στο τραπέζι.
Κι ένα χαμόγελο στην χωμάτινη αυλή, πίσω από τα λευκά σεντόνια;



 ***

ΑΠΕΡΑΝΤΗ ΣΙΩΠΗ

Είναι μια απέραντη σιωπή αυτοί οι λόφοι.
Τεράστιες χώρες στο μήνα Σεπτέμβρη.
Ήλιοι που γνέφουνε σεμνά μέσα στις καρδιές μας.

 Είναι μια απέραντη σιωπή αυτή οι λόφοι
 Κι ας σπέρνουν στους ορίζοντες οι άνεμοι το θρόισμά τους.
 Ας τινάζουν τα φτερά τους μικρά πετούμενα
 και νικιέται ο βαθύτερος θάνατος.
 Μέσα στις φοβερές αντάρες, στις αόρατες ομίχλες
 Στα χαμομήλια και τις παπαρούνες που ζυγώνουνε τα πατρικά μας.

Είναι μια απέραντη σιωπή:
το σοκάκι που πρώτο περπάτησες,
το κλαδί που έσπασες,
το πρώτο πουλί που σκότωσες,
κι ανέβηκες τους σιωπηλούς λόφους.

Πάνω στις ράχες αγνάντεψες τον υποσχόμενο κάμπο.
Δώρα σου στείλανε: την ψευτιά, το μίσος, την εκδίκηση.
Θες, μες στη σιωπή που διαρκεί ο χρόνος ενός ρόγχου
να τους τα επιστρέψεις
μα δώρα μουρμουράς και δεν μοιράζονται.

Κι είναι η ζωή ένα έλεος πρώτα σε σένα
κι ύστερα σαν να γελούσες, πίστεψες -σαν να γελούσες-
πως θα έσπαγε η απέραντη σιωπή
την ώρα που ράγισαν οι πλαγιές των ρημαγμένων λόφων


 ***


ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Εσείς που γνωρίζετε πως οι νόμοι φυτρώνουν στα λούλουδα
Έχει ειπωθεί : οι νόμοι υπάρχουν στη δύναμη
Γελιέστε οι νόμοι υπάρχουν για το κράτος, εάν το κράτος είστε εσείς. 
Αν πάλι λέτε αυτή η φωνή, είναι η φωνή των νόμων
Που γίνονται από σας και για σας υπάρχουν
Τότε δώστε εξήγηση κι υπογραφή
Δώστε τον λόγο: Κτίστης κανείς δεν έγινε άρχοντας
Δώστε γραφή και νόμο: Ξυλουργός σταυρώθηκε και φαρισαίοι βασιλεύουν
Αν πάλι είμαστε σκόνη στο άπειρο, γιατί είμαστε σκόνη;
Τινάζουμε τη σκόνη από τα ιμάτιά μας;

Δεν αντέχω άλλο, δεν ….
Θα βάψω την πόρτα μου κόκκινη.
Να,  βλέπετε πως αίμα ανθρώπων τρέχει δρομέας.
Μέσα στο κύμα του αίματος κρύβεται μια ελπίδα.
Κι εσείς που γνωρίζετε τους νόμους ελπίζετε!
Καλώς ελπίζετε πως το πόδι του δρομέα θα σηκώσει τη σκόνη που ρίξατε.
Κι η σκόνη είστε εσείς.
Μη θωρείτε πως το αίμα σας είναι σκόνη.
Μην θωρείτε διάφορο το χρώμα του αίματος.
Και την υφή της σκόνης.
Η σκόνη – σκόνη, το αίμα κόκκινο.
Και η ελπίδα στο χρώμα του αίματος.
Μια κόκκινη σκόνη.

Και τώρα που οι μίσχοι γίνανε δρόμοι πνευμόνων,
περνούν οι αέρηδες και πνίγουν τα στήθη.
Μια σκόνη κόκκινη.
Θωρείτε τη σκόνη στις λέξεις σας.
Μέσα στις λέξεις μια ελπίδα.
Μέσα στις λέξεις οι λύκοι κι οι ύαινες.
Μέσα στη γλώσσα ένα μαχαίρι, μια πέτρινη σπάθη,
ένας πυρωμένος ήλιος, ένας άνθρωπος που πνίγεται.
Μέσα στη σκόνη ο νόμος μας.

Πριν κλείσω το ποίημα
Παράκληση του Πάσχα.
Τι πονάει περισσότερο στον κόσμο μας;
Το ακάνθινο στεφάνι, το ψέμα, η συκοφαντία, το καρφί
ή ο κουρνιαχτός που σκέπασε τους νόμους μας;  


Σχετικά: https://vivliothikispartou.blogspot.com/

**



Απολέπιση


Τα βράδια στη περιοχή του Makenzie
κυκλοφορεί μισόγυμνος ένα αέρας τρισάθλιος και μεθυσμένος
Θα είναι ο αέρας της ξενιτιάς σκέφτηκα

Ξετσίπωτοι Άγγλοι τουρίστες
με τη ζωή –έτσι λένε- κλεισμένη σ΄ ένα μπουκάλι
Όμορφα κορίτσια θαρρείς γυμνόστηθα
Ούτε που κρύβουν πλέον την πεθυμιά του έρωτα
Ψωνίζουν ήλιο όσο- όσο
Και τεμαχίζουν τη νιότη τους αργά

Στο βάθος το γκάζι μυρίζει θάνατο
Ένα χέρι υψώνει αντίσταση
Κι είναι το χέρι του θύτη
Τα θύματα φορούν τις λεοντές τους
Παρελαύνοντες στην παραλιακή
Κι ύστερα
Ύστερα μην υπάρχει ο θάνατος μέσα στο φεγγάρι;
Πως λαμποκοπά καθώς πνίγεται στα αβαθή των Φοινικούδων !

Μια αχιβάδα- δεν υπάρχουν αχιβάδες μου λέει ο ντόπιος-
Μια αχιβάδα σφίγγω τα δόντια μου
Κλείνει την αγάπη μου για σένα σε μια δίφυλλη φυλακή οστράκων
και σβήνει
Σβήνει
χάνεται με την μεταμεσονύκτια μουσική της ξενιτιάς 
Στους δρόμους με τα αγκάθια και τις παπουτσοσυκιές που θυσιάστηκαν

για τη βρεγμένη άμμο στα πόδια μας.

**

ΙΧΝΟΣ ΑΓΑΠΗΣ

Κάθε πρωί που σηκώνομαι αντικρύζω μια γυναίκα
και αναφωνώ ψιθυριστά να ακούσει η καρδιά μου
Ποιος απωθεί τη σκέψη να μην πεθάνει στην ομορφιά της;

Μέχρι να ξυπνήσει έχω παραγγείλει στον ήλιο καλό μεσημέρι
Έχω ανταλλάξει το κρύο με την ελπίδα
Έχω ζητήσει από τα σύννεφα ένα απαλό αεράκι
Να μπλεχτούν τα δάκτυλα στα καστανά μαλλιά της

Και να σου θεέ μου μια θάλασσα για κείνη
Ήρεμη κι απάνεμη
Ένας μικρός όρμος να δένουν τα όνειρά μας
Τόσος παιδεμός μια κόλαση και μια ο παράδεισος

Ξέρω πως είναι μια λύτρωση να πεθάνεις
μα είναι λαμπρή ευτυχία να ζεις και ν΄ αντικρύζεις το χαμόγελό της
Δεν είναι μια μικρή γραμμή στα χείλη της
Είναι μια λάμψη στο βλέμμα της
Μια τρομερή λάμψη

Κι είναι τρόπος λατρείας όταν το καταλαβαίνει!
Μια φλόγα κι ένα μικρό μαγκάλι θυμιατήρι
το πρωί που αντικρύζω μια γυναίκα


Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025

Η ΠΡΑΣΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ* / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ





 
Τιμή  στον Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. 
εξηνταδύο χρόνια μετά.
 Με το όνειρο της Ένωσης ανεκπλήρωτο.








1.         Η Πράσινη Γραμμή που μας χωρίζει,  
            οσμή θανάτου στην πατρώα γη.
            Το στήθος μας μια κάννη αντικρύζει. 
            «Ρίξε ρε μάνα την ύστατη σπονδή»

2.         Κι ηχούνε απ΄ το πέρα οι φωνές τους, 
            μικρών ηρώων, ρόγχοι κρεμαστοί.
            Στους ουρανούς σημαίες οι ζωές τους. 
            Στο βάθος σβήνει κάπως η γραμμή.

3.         Την κάμανε εθνάρχες, δραγουμάνοι, 
            Βιγλάτορες, μουχτάρηδες, σοφοί.
            Στης ιστορίας το ξεδιάντροπο σεργιάνι, 
            ξεχάσαν να την βάψουν με σταχτί.

4.         Φορούν τη βέρα σ΄ ένα γάμο στείρο 
             κι αφήνουνε τη προίκα καταγής.
            Πριν έρθει καταιγίδα θες να γείρω 
             και να  δηλώσω διπλής υποταγής.

5.         Ποιος κρύβει την πατρίδα στο σκοτάδι; 
            Ποιος υπογράφει σε λευκό χαρτί;
            Ποιος συνοδεύει την Κερύνεια στον Άδη; 
            Τη Μόρφου ποιος κρεμάει με σχοινί;

6.         Στης Αμμοχώστου το βουβό λιμάνι, 
            οι ερινύες έχουν τρελαθεί.
            Ποιος βρίσκει την ελπίδα ποιος την χάνει. 
            Κόκκινη γίνεται η πράσινη γραμμή!

7.         Και συ μητέρα στέκεσαι χαρμάνι! 
            Με το τσεμπέρι στ΄ άσπρα σου μαλλιά.
            Το μίσος σου δεν έχει ξεθυμάνει. 
            Το θάρρος σου βουτάει στην καρδιά.

8.         Να δώσεις ένα τέλος στη ελπίδα. 
            «Τούτη η ελπίδα χάθηκε νωρίς»
            Στα κατεχόμενα, η μισή  πατρίδα. 
           Το ύμνησε του κόσμου ο ποιητής.

9.         Για πιάσε το σφυρί και τη σκαπάνη. 
            Για πιάσε χώμα και νερό.
            Στης Μεσαριάς τον κάμπο με δρεπάνι, 
            ζήσε μες  της αγάπης τον χορό.

10.       Και δέσε την πατρίδα σου στη ζώνη. 
            Όλη η πατρίδα σου είν΄ η ζωή.
            Σιτάρι γίνε σ΄ απέραντο αλώνι, 
            για να σβηστεί η πράσινη γραμμή!

11.       Κι αν την γραμμή αρνούνται οι αχρείοι. 
            Μη λες ξανά πως θα περάσουμε.
            Κι άμα σου πουν κοφτά « Αιδώς Αργείοι» 
            Και την ζωή μας να θυσιάσουμε.

12.         Η Πράσινη Γραμμή που μας χωρίζει, 
              μοιράζει της πατρίδας την καρδιά.
             Της λευτεριάς το άρωμα μυρίζει. 
             Μα είναι καρφωμένη με σουγιά.

13.       Με μια πνοή το χρώμα της διαγράψτε. 
            Με μια φωνή στον κόσμο ν΄ ακουστεί.
            Με δάδες το κορμί της όλο κάψτε.  
            Κι ύστερα ενώστε τη δική μας γη.



*Α΄Βραβείο στην κατηγορία : Μουσικός Στίχος του 8ου Παγκόσμιου Λογοτεχνικού Διαγωνισμού του ΕΠΟΚ (2018)

«ΒΥΘΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ» * / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

               



ΒΥΘΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ…


Λησμονημένος ο κάμπος είναι το μικρό σπίτι που χάσαμε.
Στα δύο κόπηκε ο αέρας.
Καταβυθίζεται άδοξα πικρός.
Τα δένδρα, τούτα στα βουνά είναι άνδρες που χάθηκαν.
Στο πρόσωπο ηρώων αισχύνη μιας αδιαίρετης πατρίδας.
Ουτοπία εκτός.
Οι θάμνοι που φύτρωσαν, αγριάδες θαρρώ, είναι παιδιά μας.
Δικά τους, δικά μας ,στο πράσινο σύνορο, είναι παιδιά μας.
Το μέλλον τυφλό δεν θα δούμε.
Ενωμένο μέλλον με απειλές, λιβέλους, αίματα και αγχόνες.
Οι ευκάλυπτοι και τα ζυγόφυλλα, γεννιόνται στις αγριωπές ξερολιθιές
κι είναι όρθιες γυναίκες.
Οι γυναίκες μας,
Μαυροντυμένες, σκληρές, πνιγμένες σε μια αγνοούμενη σιωπή
Μια ελπίδα ανέλπιδη ξεπηδά από τα μάτια του ήλιου Οδυσσέα
Τσακίζεται στα λιθάρια και στ ΄αμπέλια της νήσου αλλόφρονη
Συνθλίβει το φως που ηρωικά ξεμυτίζει
μέσα από τα καταπράσινα φύλλα
της πορτοκαλιάς, της λεμονιάς, της ελιάς, 
της βυθισμένης στην άμμο πολιτείας.
Αρσινόη, Κωνστάντια, Αμμόχωστος.

 2018/ Γ ’ ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ «ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ»                                           ΣΤΟΝ  8ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ του ΕΠΟΚ 

Δευτέρα 12 Μαΐου 2025

Ο ΑΕΡΑΣ ΧΟΡΕΥΕΙ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ* /Δημήτριος Γκόγκας

 


 
Ο αέρας χορεύει μέσα στον κάμπο
κι εμείς έχουμε κρεμαστεί στα άυλα μπράτσα του.
Παιδιά μικρά βλέπεις,
που όνειρα θεριά μας κυριεύουν.
Μαθαίνοντας τα βήματα
αργά ή γρήγορα, σταυρωτά ή πίσω,
χορός είναι λεβεντιάς, λέμε πως είναι,
όπως ταιριάζει στην άγουρη νιότη. 
Που σαν χαθεί,
ο χρόνος τη θρέφει και συνθλίβει το κάλος,
ο διάκενος στίχος στρέφεται,
γίνεται κρύσταλλο δάκρυ
κι ο κύκλος κλείνει τις φτερούγες
κι ως μοιρολόι
παρηγοράει τον άγριο άνεμο στον κάμπο!

* 2025:Έλαβε Έπαινο στον Η΄ Πανελλήνιο Λογοτεχνικό διαγωνισμό των Πνευματικών Οριζόντων Λεμεσού 

3 Χαικού* του Δημητρίου Γκόγκα

 


* 2025: Έλαβε Εύφημο Μνεία στον Η Πανελλήνιο Λογοτεχνικό διαγωνισμό των Πνευματικών Οριζόντων Λεμεσού 

Τετάρτη 7 Μαΐου 2025

Η ΚΥΡΙΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΑΠ΄ΤΟ ΒΑΡΩΣΙ* / Δημήτριος Γκόγκας







Η ΚΥΡΙΑ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΑΠ΄ΤΟ ΒΑΡΩΣΙ
Η κυρία Αφροδίτη απ΄ το Βαρώσι,
ξημερώνει μ΄ εφιάλτες τις αυγές.
Είχε ανοίξει το παράθυρο και πόσοι,
φεύγανε πριν καν αχνίσει ο καφές.
Απ΄ το βάθος ακουγότανε μπαρούτι.
Των γειτόνων οι φωνές ακόμα ζουν.
Είχε αφήσει στα σεντούκια της τα πλούτη.
«Τα ψαράκια λες στην γυάλα θα πνιγούν;»
Την ποδιά, μόλις που πρόλαβε να βγάλει.
Άρπαξε όπως – όπως τα παιδιά.
Είχε ανάψει το καντήλι, «αχ θα σβήσει»
Ο εχθρός κρατάει τώρα τα κλειδιά.
Τόσα χρόνια μια καρδιά θρυμματισμένη.
Το ζουμπούλι της θυμάται και πονά.
Είν΄ ορθή, μα στέκει φοβισμένη
για το μέλλον που ο χρόνος της κεντά.
Η κυρία Αφροδίτη απ΄ το Βαρώσι,
ασπρισμένα έχει τα ξανθά μαλλιά.
Ρούχα του ανδρός της να διπλώσει,
που αγνοείτο απ΄ την πρώτη τουφεκιά.
Μες στη ζύμη ένα δάκρυ έχει πέσει.
Ένας ίλιγγος της είπε: γεια χαρά!
«Το γλυκό μέσα στο φούρνο έχει δέσει;»
Της ρωτάνε όσοι απόμειναν σιμά.
Με το χέρι της το σύννεφο σκορπάει,
που της σκέπασε το βλέμμα σαν σκιά.
Ένας ήχος μες στο στήθος σπαρταράει,
σαν το θρόισμα των φύλλων στον βοριά.
Του ανδρός της το μετάλλιο σκουπίζει,
σαν το σώμα που ζητάει να πλυθεί.
Όλοι οι χρόνοι ένα βάρος και λυγίζει.
Δεν γιατρεύεται με άχνη η πληγή.
Γέρνει στην καρέκλα, συλλογιέται
Ας γυρνούσε προς τα πίσω ο τροχός.
Αγκαλιάζει το μαχαίρι και κοιτιέται
έτσι τα ΄φερε η μοίρα κι όχι αλλιώς

*2019: Έλαβε το Γ΄ Βραβείο στην Κατηγορία Ομοιοκατάληκτου Στίχου
στον 9ο Παγκόσμιο Διαγωνισμό του ΕΠΟΚ

Δευτέρα 5 Μαΐου 2025

ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΙΞΗΣ* του Δημητρίου Γκόγκα



Προσπάθησε να θυμηθεί τις τελευταίες συμβουλές του.
Να ασφαλίσει το ποίημα και προπάντων τις λέξεις.
Εάν χαθούν τι θα απομείνει;
Μια κάτασπρη, κενή σελίδα τετραδίου με δείκτη το αόρατο κι ένας σταυρός στο χέρι.
Τη μοναξιά να στραγγίζεται από τη κορυφή, στις παρυφές του ανθρώπου.
 
Όπου χρειαζότανε στήριξε τις λέξεις και τις προτάσεις με τελεία.
Να σώσει με ανάπαυλα, τη φωνή της ψυχής και τη δύναμη του πόνου.
Να εδραιώσει τη βάση του δίκαιου και του αδίκου, με την αλήθεια.
Κάπου – κάπου κάρφωνε την τελεία άνω, εντόνως.
Άνω δεξιά και άνω αριστερά.
Να χωρίσει τους παράδρομους, τα καλντερίμια και τα σοκάκια της σκέψης.
Χρησιμοποίησε διστακτικά το κόμμα,
για να προκαλέσει αιφνιδίως την προσδοκία πως κάτι θα συμβεί,
χωρίς πίεση αλλά με κάποιο αβέβαιο λόγο.
Κι ας επαναστατούσαν -έστω και- προσωρινά,
οι δευτερεύουσες προτάσεις, οι ερωτηματικές εξάρσεις,
οι συμπερασματικές απόπειρες, οι διαζευκτικές της αβεβαιότητας,
οι παντογνώστες χωρισμοί και τα παραστρατήματα του έντεχνου λόγου.
Όταν απαιτούνταν να δώσει περισσότερες εξηγήσεις, έσπερνε δύο τελείες.
Έτσι απλά, δίδασκε τα αποφθέγματα και τα σοφά λόγια των προκατόχων.
Την παύλα την απέφευγε και το υποστήριζε με παρρησία, λέγοντας: «δεν ωφελεί,
ούτε στον προσδιορισμό των προσώπων σε ένα τυπικό διάλογο.»
Πιότερο προκαλεί σύγχυση, σαν ένα σπαθί χωρίς σταυρό.
Σαν ένα βέλος χωρίς την άκριά του.
 
Τις παρενθέσεις, τις αγκύλες και τα εισαγωγικά, όλα τα αγάπησε στην φυλακή.
Καρφωμένα στα παράθυρα και στις πόρτες, έκλειναν όλα όσα ένιωθε κατάστηθα,
μα πιο πολύ την ελευθερία.
Κι όταν έκανε την εμφάνισή του το θαυμαστικό, απορούσε σιωπηλός
και σημείωνε με κόκκινη μελάνι ένα τεράστιο ερωτηματικό για την πορεία του ποιήματός
του. Σκήνωμα το βάφτιζε, λείψανο μέχρι να το αναστήσει.
Απέφευγε τους αστερίσκους.
Είχε μια ιδιαίτερη προτίμηση στην ειλικρινή παράθεση των λέξεων.
Να μιλά με το όνομά της η λέξη, κι όχι με διφορούμενα.
Στο τέλος ξεβοτάνιζε τα αποσιωπητικά.
Πάντα ήθελε να πει περισσότερα,
μα τον σταματούσε το φεγγάρι της Άνοιξης και η αύρα του Αυγούστου.

*Το ποίημά: "Σημεία Στίξης" έλαβε Έπαινο ( 4ο με αξιολογική σειρά) του 5ου διαγωνισμού ποίησης Bonsaistories / 2019

Τετάρτη 30 Απριλίου 2025

ΠΟΛΙΤΕΙΑ* / Δημήτριος Γκόγκας


Τον χρόνο που τρέχει, είχε βγει βόλτα η πρωινή υγρασία
απ΄ το ηλιόφωτο θόλο κάτω και πέρα, που κλείνει
την ανθρώπινη μοναξιά στις απέραντες παραλίες μας.
Κρέμονται χρυσόπλεκτα σκουλαρίκια οι ανάσες
στα καλλίγραμμα αυτιά της ακόμα κοιμώμενης πόλης.
Αμέριμνη, αμετανόητη για τις βραδινές ασελγείς πράξεις της.
Ουδέν ίχνος πόνου στην μέση της ραχοκοκαλιάς, στη κένωση της απληστίας.  
Ένα πέπλο μυστηρίου, αραχνοΰφαντο, τυλίγει αλόγιστα τους περαστικούς, σκουρόχρωμους επισκέπτες, της ξεπεσμένης εποχής σε μια ρατσιστική εξέδρα.  
Μα, η νομιμόφρονα παράνοια και εκείνων που έρχονται γονυπετείς 
με τα ναυλωμένα πλοιάρια εξ ανατολών,
παραδομένοι στο μαύρο πέπλο ενός γαληνεμένου προφήτη
και στον μονογενή δοξασμένο θεό.
Κι όμως χρηστή δεν κατέστη η αλλόφρονα ζωή τους.
Εικάζεται πως θα γραφεί με το στερητικό πρώτο γράμμα.

Η ώρα που περιεργάζεται τις πνιγηρές ώρες, προχωρά αργά και τρανώνεται.
Ο μαύρος ύπνος, πρόσκαιρος απαθής θάνατος, γλυκόπικρους καρπούς αφήνει, συνεχίζει μονάχος και γυμνός να βρει τραχείς ανθρώπινους θορύβους
που θα ορίσουν την μέρα, θα σκαλίσουν το ρολόι και θα πούνε:
Να οι βηματισμοί των ανθρώπων, να η ιλαρή ιστορία, να το μέλλον μας.

Και οι ύστεροι τυφλοί, κρατώντας στο χέρι μια φωνή ανήκουστη και άυλη, 
με ύφος απελπισμένων και ανέλπιδων κι άλλοι αμήχανοι κρατώντας κέρατα, 
δικράνια και φτυάρια, υψώνουν τη τσιμεντένια πολιτεία.
 Σ΄ ένα μονόδρομο που αλυχτά, κραυγάζει και πνίγεται, 
καθώς ανοίγει συθέμελα, μια πελώρια γούρνα με το άλικο νερό της να κοχλάζει.
Σ΄ ένα αδιέξοδο δρόμο που ουρλιάζει και χάνεται ,
ως λιγοστεύει ο αέρας των ανθρώπων.



* Το 2019 το ποίημα απέσπασε το Γ΄ βραβείο στον Πανελλήνιο διαγωνισμό Ποίησης ενηλίκωνμε θέμα: «Περιβάλλον: γη, νερό, αέρας» που διοργάνωσε η Εταιρία Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου (13ης  “ΛΥΡΙΚΗ ΠΑΜΒΩΤΙΔΑ”)