Τετάρτη 10 Μαΐου 2023

Όταν ΜΙΛΑΜΕ για ΠΟΙΗΣΗ


 Όταν μιλάμε για ποίηση, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε όχι μόνο την Δημοτική γλώσσα, αλλά την κατανοητή Δημοτική γλώσσα. Η ποίηση θα πρέπει να είναι προσιτή και από τον τελευταίο αναγνώστη της, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν ποιήματα δυσνόητα, μη κατανοητά. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι άκρως επικοδομητική η προσπάθεια ανάλυσης ώστε το "τι θέλει να πει ο ποιητής" να παρουσιάζεται ως θείο δώρο. 

Ποίηση μπορεί να είναι πολύ απλά ένα πουλί που κελαηδάει σε κλαδάκι δένδρου αλλά και σύνθετα όταν ένα αόρατο μάτι πεταρίζει πίσω από τη σκιά ενός σύννεφου επάνω στη ψυχή μας. 

Τρίτη 9 Μαΐου 2023

Περί Κακοποίησης Ζώων και μια προσωπική ιστορία λόγου

γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας


Μέσα στο 2003και μέχρι σήμερα στην Ελλάδα σχηματίστηκαν 705 δικογραφίες για κακοποίηση ζώων, συνελήφθησαν 138 πολίτες και τα πρόστιμαπου επιβλήθηκαν αγγίζουν τα 3,300.000 εκ.ευρώ. Όλοι οι αριθμοί και τα ποσά εξαιρετικά μεγάλα εάν σκεφτεί κανείς ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις λεγόμενες αναπτυγμένες χώρες τόσο της Ευρώπης, όσο και γενικότερα της Δύσης. Με αφορμή αυτή την είδηση θα ήθελα να αναφερθώ σε κάποια περιστατικά από την παιδική μου ηλικία στη γενέτειρά μου στο Στρυμονικό Σερρών.

Τη δεκαετία 1965 - 1975 τα μαντριά των προβάτων και των κατσικιών ήταν ακόμα μέσα στο χωριό,μάσα στις γειτονιές, δίπλα από τις αυλές των σπιτιών. Η δυσοσμία αβάστακτη καθ όλη την διάρκεια της ημέρας, το ίδιο και η βρωμιά. Οι δρόμοι όταν έβρεχε λάσπωναν και τα περιττώματα των ζώων γίνονταν ένα μετο χώμα. Δεν υπήρχε τόπος να περάσει κανείς χωρίς να λερωθεί,χωρίς να βρωμίσει. Για την φύλαξη των κοπαδιών οι βοσκοί όπως ήταν φυσικό είχαν τεράστιους σκύλους,τα τσομπανόσκυλα, με σιδερένια περιλαίμια γύρω από τα οποία εξείχαν καρφιά και λάμες για την αντιμετώπιση των επιθέσεων από λύκους. Αυτά τα τσομπανόσκυλα, παρ΄ όλο που σπάνια επιτίθονταν στους ανθρώπους είχαν καταστεί την εποχή εκείνη ο φόβος και ο τρόμος των μικρών παιδιών.

Τέτοια σκυλιά υπήρχαν και στην γειτονιά όπου ήταν το πατρικό μου. Για την καλύτερη φύλαξη των κοπαδιών τα τσομπανόσκυλα κυκλοφορούσαν ελεύθερα,στις αυλές και στους δρόμους. Τα παιδιά τα φοβόμασταν και προσπαθούσαμε να τα αποφεύγουμε. Κανένας δεν έκανε μια προσπάθεια να μας κάνει να τα αισθανθούμε φιλικά. Βέβαια οι τσομπάνηδες φώναζαν ότι δενθα μας πειράξουν και να κάνουμε πως δεν φοβόμαστε, αλλά όταν μας πλησίαζαν με την άγρια μορφή τους ως κέρβεροι, ήταν αδύνατο να σταθούμε δίπλα τους. Τρέχαμε να τα αποφύγουμε και αυτά όπως ήταν φυσικό μας ακολουθούσανε.
Η κατάσταση στο Στρυμονικό είχε γίνει άκρως επικίνδυνη καθώς υπήρχε τεράστιος αριθμός αδέσποτων σκύλων. Τότε, ενώ τα κυνηγούσαν με πέτρες, ξύλα ή τα ρίχνανε φόλες για να τα δηλητιάσουνε κανείς δεν μιλούσε για κακοποίηση. Ήτανε όμως.

Σιγά- σιγά τα πράγματα άλλαξαν. Τα κοπάδια και τα μαντριά απομακρύνθηκαν από τις αυλές και οι κάτοικοι άρχισαν να αποκτούν μια φιλική σχέση με τα σκυλιά που διατηρείται μέχρι και τις μέρες μας,αν και ακούω από τα χείλη κάποιων ότι υπάρχουν ανθρωποειδή που κακοποιούν σκύλους και γάτες.


Το πρώτο σκυλί που απέκτησα ήταν στη Ξάνθη, ως στρατιωτικός. Δεν θυμάμαι πως το απέκτησα, αλλά θυμάμαι πολύ καλά τις δυσκολίες μέχρι να το συνηθίσω, να το αγαπήσω και να το ορίσω μέλος της οικογένειας.Το όνομά του: Γκογκίτο, από το επίθετό μου. Ένα υπέροχο σκυλάκι που με περίμενε επτά ολόκληρους μήνες να επιστρέψω από το Αφγανιστάν και όταν έπέστρεφα στο σπίτι μου είπαν ότι δεν είχε φύγει εκείνη τη μέρα στιφμή από την ξώπορτα. Όταν δε απαντηθήκαμε, έπεσε πάνω μου,με έριξε κάτω και δεν σταμάτησε να με φιλά. Αυτό λοιπόν το σκυλάκι,ύστερα από χρόνια και εν απουσία μου, κάποιος τέρας, διότι τώρα μόνο έτσι μπορώ να χαρακτηρίσω αυτούς που κακοποιούν ζώα, το δηλητηρίασε την κοινότητα των Τοξοτών Ξάνθης.


Η συναναστροφή με τον Γκογκίτο με έκανε και εμένα καλύτερο αλλά και την οικογένειά μου.Έτσι όταν ήρθε στο σπίτι και εντάχθηκε ως μέλος η Κλημεντίνη όλα ήταν πιο φυσιολογικά,παρ΄όλο που αναγκαστήκαμε να μάθουμε από την αρχή ότι δεν γνωρίζαμε μέχρι τότε για του σκύλους. Και ήταν πάρα μα πάρα πολλά. Κυρίως μάθαμε να αγαπάμε περισσότερο και να φροντίζουμε περισσότερο. Και τώρα το μόνο το διαφοροποιεί, είναι το περπάτημά του και το γεγονός ότι γαυγίζει και δεν μιλά. Συννενοούμαστε όμως πολύ καλά και μάλιστα καλύτερα από τους ανθρώπους.

Όταν λοιπόν ακούω για κακοποίηση ζώων αισθάνομαι όχι απλώς αποτροπιασμό, αλλά μια απέραντη σιχασιά για το είδος μας. Για κάθε ζώο, που ανυπεράσπιστο δέχεται την οργή και το μίσος μας πάνω του. Έτσι λοιπόν όχι μόνο επικροτώ τους αυστηρούς νόμους που θεσπίστηκαν και επιβάλλονται αλλά θεωρώ ότι οι ποινές δεν θα πρέπει να έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα.

Και θα πρέπει να υπάρχει οργανωμένη διδαχή σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες γύρω από την προστασία όλων των ζώων και ειδικότερα αυτών που μας κρατούν συντροφιά και μπορούμε να ελέγξουμε.

Σε μια, ίσως υπερβολική εκδήλωση αγάπης προς τα ζώα, είχα προτείνει σε υποψήφιους για την προεδρία της Κύπρου, τη δημιουργία Γενικού Συστήματος Υγείας για τα ζώα συντροφιάς. Φυσικά, και το περίμενα, προκάλεσε γέλιο και απορρίφθηκε άμμεσα. Όπως μπορείτε να καταλάβετε, είμαστε ακόμα πολύ μακριά από εκείνο το στάδιο όπου ως κοινωνία και ως όλον Κράτος θα δεσμευτούμε για την επί της ουσίας προστασία των ζώων.

Πολλές από τις φιλοζωικές οργανώσεις αλλά και η αστυνομία των ζώων είναι για το θεαθήναι. Αγρόν αγοράζουν και το πουλούν για μεταξωτές κορδέλες. 

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ* / Δημήτριος Γκόγκας

 


 Συνήθιζα να της φέρνω λουλούδια.
Χρόνια τώρα το πουλί του παραδείσου.
Κι αν,  εξέλειψε αυτή η τραγική συνήθεια,
κι αν μερικώς αποσιωπήθηκε από τη βαθύτατη εκτίμηση,
είναι γιατί πλην των θεατρικού τίτλου: «Ο έρωτας που έγινε αγάπη»
ο χρόνος γέμισε και υποχρεώσεις, αποχρώσεις δύσμορφες και αναιμικές.
Κάθε υποχρέωση και ένα λουλούδι, πιθανόν του πουλιού του παραδείσου.




έπαινος στον Ποιητικό Διαγωνισμό "«Νίκος Καζαντζάκης» των εκδόσεων Ραδάμανθυς  κατά το έτος 2020

Σάββατο 6 Μαΐου 2023

Τα μπισκότα

   του Δημητρίου Γκόγκα

Κάθε φορά που βλέπω στο περίπτερο γεμιστά μπισκότα έρχεται στη θύμησή μου ο παπούς του οποίου το όνομα έλαβα και αποτελούσε μέγιστη τιμή για εκείνον. Όσο τον θυμάμαι, δεν επέτρεπε σε κανέναν να απλώσει χέρι πάνω μου. Ήμουν και ο πρωτότοκος μεταξύ των εγγονών του...οπότε...

    Σηκωνόταν από τα άγρια χαρμάματα, για να ετοιμάσει όπως αυτός ήξερε το πρωινό για τα παιδιά των παιδιών του. Ειδικά τις άγριες νύχτες του Χειμώνα, άναβε τη σόμπα, ετοίμαζε τσάι ή γάλα πάνω στη ξυλόσομπα, ενώ το μικρό σπίτι μύριζε από την μεθυστική μυρωδιά των ντόπιων λουκάνικων που ψήνονταν πάνω στα κάρβουνα. Η γιαγιά η Πασχαλίνα δεν τον ενοχλούσε καθόλου. Εξάλλου δεν είχε όρεξη να εισπράξει κάποια παρατήρηση. Τα έβρισκε όλα έτοιμα, τουλάχιστον μέχρι να φύγουμε για το σχολείο. Ο παπούς ο Δημητρός υπήρξε μάγειρας στο στράτευμα, υπηρέτησε στα β΄κλιμάκια του στρατού, στο πεζικό στον ελληνοιταλικό πόλεμο. Δεν μας διηγήθηκε ποτέ του καμία ιστορία. Και δεν μάθαμε ποτέ το γιατί. 

   Άστρωνε με επιμέλεια πάνω στο σοφρά, μικρές πετσέτες, ένα για κάθε του εγγόνι, στη μέση τα λουκάνικα, τυρί οπωσδήποτε, τσάι και ξεροψημένο ψωμί πάνω στην μασιά. Δεν μπορούσε κανένα μας να αρνηθεί αυτή την πρωινή ιεροτελεστία. Εξάλλου ο παπούς είχε αναλάβει μεγάλη υποχρέωση απέναντι στο μεγάλο του γυιό. Το κοίταγμα των παιδιών του, όσο εκείνος με την γυναίκα του δούλευαν στην ξενιτιά για ένα καλύτερο μέλλον. Το χωριό ξεστόμιζε καλές κουβέντες και κείνος φούσκωνε από καμάρι. 

  Όταν τελείωνε το πρωινό, έπερνε τα εγγόνια του από το χέρι και κατηφόριζε προς το γήπεδο. Εκεί υπήρχε το περίπτερο της γειτονιάς. Αγόραζε μια μικρή συσκευασία γεμιστά μπισκότα, τους τα έδινε στο χέρι και τα ξεπροβόδιζε με την ευχή του. Να έχουμε κολατσό γα το διάλειμμα. Και τα μπισκότα κάτω από το βλέμμα του παπού, έπαιρναν κι άλλη ζάχαρη και γίνονταν πεντανόστιμη λιχουδιά. Όπως και όλη η ζωή μαζί του. 

ΝΑ ΜΕ ΘΑΨΕΤΕ ΟΡΘΙΟ* του Δημητρίου Γκόγκα

 



 
Είναι κάτι βράδια, που σκέφτομαι πως θέλω να ταφώ όρθιος.
Αρκετά ξάπλωσα στη ζωή μου, όχι ιδιαίτερα από ανάγκη ξεκούρασης.
Και τώρα που θα μου δοθεί η ευκαιρία να είμαι αιωνίως όρθιος
τουλάχιστον το ανάστημά μου, κάτω από τα κλινοσκεπάσματα της γης,
είναι κάτι και τούτο.
Μη νομίζετε πως δεν το όρθωσα όσο ζω, όσο ζούσα.
Ε ΄ καλά τώρα δεν κάνει να μιλώ ως πεθαμένος, όντας πεθαμένος.
Μα πεθαμένο δεν με θέλουν όλοι αυτοί;
 
Θα ΄μαι λοιπόν ένας όμορφα όρθιος πεθαμένος
Κι όλα τα ασπόνδυλα των υπόγειων στοών και οι έρποντες υπό της γης
που περιμένουν νυχθημερόν, θα απορούν, με τούτο το θέαμα.  
Δεν το είδαμε ποτέ, θα μονολογούν.
 
Και ευτυχώς για μένα θα είμαι απόλυτα μόνος,
καθώς τους λοιπούς συνταξιδιώτες, θα τους θωρείτε ξαπλωμένους
να μιλούν με τις ρίζες των δένδρων, να προσπαθούν να ξεδιψάσουν
όταν σταγόνες βροχής θα ξεγλιστρούν ανάμεσα από πέτρες και χώματα.
Και θα ακούω καλύτερα τα βήματα και τα συμπονετικά λόγια των επισκεπτών,
θ΄ ακούω το κλάμα και τα δάκρυα που θα σβήνουν πριν ακουστεί ο ήχος τους, πάνω στο λασπωμένο χώμα. Και δεν θα μου λύνεται καμιά απολύτως απορία.
 
Κι άλλοι που δεν πρόλαβαν το τραίνο, να χάνονται στο βάθος,
στις ακροποταμιές, στα αναχώματα, μέσα στα σκεπάσματα των ερώτων,
στους λογαριασμούς που φράζουν τα  γραμματοκιβώτια,
στις απελπισμένες εξόδους των σαββατοκύριακων
και δεν ξέρουν το γιατί, δεν απαντούν στα γιατί, αφήνοντας μόνο
ένα μικρό μπουκέτο λουλούδια, ζουμπούλια τα προτιμώ ή και χρυσάνθεμα,
όμορφα μυρίζουν, πάνω από την μικρή ταφόπλακα, άσπρη κατά βάση.
 
Και γω θα είμαι όρθιος, νεκρός μα όρθιος, όχι όπως τώρα όρθιος νεκρός,  
ανάμεσα στους άλλους όρθιους νεκροζώντανους, που αναδύουν σήψη
ξαπλώνοντας στο κρεβάτι, στον καναπέ, πάνω στο δείλι και την αυγή, πάνω στο αργυρό μελάνωμα.  
Κι όχι, πρώτη φορά νεκρός από τους ώμους των τεσσάρων,
στους κουρασμένους ώμους της γης.
 
*Το ποίημα: "Να με θάψετε όρθιο" έλαβε το Γ΄βραβείο στον Γ΄ Πανελλήνιου Λογοτεχνικού Διαγωνισμού 2019 – 2020 από τους Πνευματικούς Ορίζοντες Λεμεσού (Κατηγορία Ποίηση ενηλίκων στον ελεύθερο στίχο)

Παρασκευή 5 Μαΐου 2023

Λαλιά /Δημήτριος Γκόγκας

 


 
Εγώ γεννήθηκα γυμνός σε μια ξερολιθιά
και με σπαργάνωσαν γριές με μια λερή ποδιά.
Μη βύζαξαν αετόπουλα, την ώρα που ο θεός,
έστελνε τον Αρχάγγελο με το λαμπρό του φως.
 
Με σήκωσε στα χέρια της η μάννα και μπροστά
στο εικονοστάσι στάθηκε κι είπε στην Παναγιά:
-Μαρία, αειπάρθενε, αυτό μου το παιδί
μην το σταυρώσετε ποτέ και καν΄ το ποιητή!
 
-Μα αν είναι θέλημα Θεού, της μοίρας του γραφτό
και φύγει για την έρημο, μαζί του ας χαθώ.
Θα γίνω αγέρι να φιλώ τα μαύρα του μαλλιά.
Θα γίνω κτύπος της καρδιάς που σπάει τα σωθικά.
 
Μα οι χάρες,  οι τρις - Χάριτες που αγιάζουν το νερό,
μου έδωσαν του Αι Γιαννιού να πιώ απ΄ τον αγιασμό.
Κι αμέσως έβγαλα φτερά και γίνηκα πουλί
και πέταξα ολομόναχο να βρω μια ξένη γη.