Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΘΑΝΑΤΟ

 

Α΄ Έπαινος στον Ποιητικό Διαγωνισμό της ¨Πνευματικής Συντροφιάς Λεμεσού" το 2014. Αυτό το ποίημα η Ποιήτρια και μεταφράστρια κα Τσορού Παναγιώτα το απόδωσε στη Γαλλική Γλώσσα. 

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΘΑΝΑΤΟ

Με το μολύβι σβήνει ένα φως.
Έρχεται θάνατος
και σε τυλίγει σαν ένα πελώριο δένδρο με κίτρινα φύλλα.
Δεν στοχάζεται πλην των άλλων
που θα φωνάξουν με δύναμη
και θα πούνε: Αθάνατος
καθώς ένα μικρός λεμονανθός θα σβήνει.

Είναι ο Χειμώνας που λιώνει στην ζωή,
κι ανθίζει η Άνοιξη.
Η προσμονή σέρνεται με το φίδι
ανάμεσα στους στίχους του ευαγγελίου.
Είναι το ίδιο φίδι που μας έδωσε την ζωή να την ζήσουμε
και εάν προλάβουμε να ρωτήσουμε λέμε: την ζήσαμε;

Κι εσύ ζήτησες για μαξιλάρι το μπράτσο μου
και μέσα στο στρατσόχαρτο το όνειρο σου
σύννεφο να στάζει.

Η κραυγή σου πορεύεται
καθώς το ατσάλι σπάει την σιωπή
και το μαύρο την γεύεται.

Το μάτι μου κλείνει σαν πόρτα
Σαν παραθύρι με πόμολο μια πένα
Κι απλώνεται στις λιάστρες να το ξεράνει ο άνεμος.

Μέσα στο μέτρο σκάλισες την καμαρούλα σου
σε διάφανο βάζο η στάχτη κι ένα γαρύφαλλο
στην κεφαλή.

Τότε δεν μπορείς να αποφύγεις τον μέλλοντα.
Ναυαγός στη γραμμή του θανάτου.


Μ΄ ένα μολύβι κουπί ως που να φτάσεις;

***

DESCRIPTION D'UNE MORT


Le crayon efface une lumière
La mort arrive 
et elle t’enveloppe comme un arbre énorme 
avec des feuilles mortes. 
Il ne médite pas excepté des autres 
qu’ils crieront en force 
et ils disent :Immortel 
de même qu'un petit citronnier va mourir. 


C'est l'hiver qui fond le printemps 
et le printemps fleurit.
L'expectative rampe avec le serpent 
entre les lignes d'évangile. 
C'est le serpent pareil qui nous a donné 
la vie pour la vivre
et si nous avons le temps à demander, 
nous disons :Est ce que nous l'avons vécue?


Et toi, tu as demandé mon bras pour d'oreiller
et ton rêve dans le papier d'emballage 
comme un nuage qui goutte. 

Et ton cri est en marche 
lorsque l'acier casse le silence 
et le noir le goûte. 

Mon oeil ferme comme une porte. 
Comme une fenêtre qui a une poignée comme une plume .
Et elle s'allonge aux beaux jours 
pour que le vent l'ait séchée. 

Dans la mesure tu as sculpté ta petite chambre 
sur une vase transparente ou cendre 
et un oeillet à la tête. 


Alors tu ne peux pas éviter le futur. 
Naufragé à la ligne de la mort.
Par un crayon comme rame jusqu'à que tu arrives.  

Traduction : Tsorou Panayiota ( Julie Tsorou).

Με εκτίμηση Τσορού Παναγιώτα. 

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ / Ποητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών /2015



Περπατάμε στους δρόμους
Μαζί και οι ματιές μας θερίζουν τον αέρα.
Πότε σου πιάνω το χέρι
και πότε  το αφήνω (ιδρώτας)
Ψάχνουμε να βρούμε μάρτυρες
για τις δολοφονίες μας
και δολοφόνους για ενόρκους.

Το ξωτικό του Στρυμονικού / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ / Ποιητική Συλλογή: Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό /2018 (ISBN 978-9925-7392-4-0) /(e-book)


 




Σ΄ ένα χωριό του κάμπου, κει στο Στρυμονικό
Ύφαναν ιστορίες, σιμά στον αργαλειό.
 Τούτη η ιστορία, που θα διηγηθώ
την έμαθα απ΄ πάππου, την λέω και εγώ.
 
Σ΄ ένα σπιτάκι ζούσε, άσχημη κοπελιά
τα δειλινά γυρνούσε, σε λόγγους και βουνά.
 Παρέα με τους λύκους και τα λυκάκια της.
Τα ερπετά, τα φίδια, με τα φιδάκια της.
 
Για προσκεφάλι είχε, κοτρόνα* (μασαλά!) *
Βολτάριζε τις νύχτες στον πάνω μαχαλά.
 Τ΄ αγόρια της σφυρίζαν στα μονοπάτια της
κι ανάβαν τα φιτίλια και τα γινάτια της.
 



Εκείνη μες στη τρέλα, αρπάζει δυο παιδιά.
Τα βρήκανε σφαγμένα κάπου στη ρεματιά,
 Του Αι Χαραλάμπη*, σ΄ ένα κρυφό γκρεμό.
Ανάψανε κεράκια από βαθύ καημό. 
 
Οι χωρικοί καρτέρι, μέρα της στήνουνε.
Τη κοπελιά να πιάσουν, να ανακρίνουνε.
 Μα η κοπελιά συνήθως, γινόταν ζωτικό
και στοίχειωνε τα βράδια, στο έρημο χωριό.
 
Τρία σημάδια βάλαν, μες στα περάσματα,
Στο Πέγκο*, στη Μαγκίλα* και στα χαλάσματα.*
 Και μια και δυό και πέντε και δεκατρείς φορές
τη φέραν στη πλατεία, μπροστά στους δικαστές.
 
Η άσχημη γυναίκα με δάκρυα και λυγμούς,
το έλεος ζητάει από τους χωριανούς.
 «Αν δεν με κοροϊδεύαν, αν δεν με σφύριζαν.
Αν δεν πετροβολούσαν, αν δεν με πείραζαν.
 
Εγώ θα ΄ μουν στο δάσος με τα φιδάκια μου
Κι οι νιοι, τα παλικάρια, τα παιχνιδάκια μου.»
 Μα οι δικαστές πεισθήκαν για μέγα φονικό
Κι ορθώς όπως μου είπαν βαρύ κατηγορώ.
 
Τη σύρανε δεμένη και με θηλιά πλεκτή
στη γέφυρα κρεμάσαν, που έχει γκρεμιστεί.
 Κι αφού τη ρίξαν χάμω, λυγάει ο δοκός
Κι όλοι αναφωνήσαν «μεγάλος ο θεός»
 
Η άσχημη γυναίκα, με  ξωτική πνοή
Βγάζει απ΄ το λαιμό της, κειν΄ το τραχύ σχοινί.
 Τα μάτια της σηκώνει, ψηλά στον ουρανό
και πέφτει μια αντάρα στο ξεροπόταμο*.
 
Οι χωριανοί τραπήκαν σε άτακτη φυγή
«Αθώωση» ζητούσαν από το Δικαστή.
 Για να τελειώνω τώρα, να μη πολυλογώ,
η άσχημη γυναίκα, γίνηκε ξωτικό.
 
Αν πάτε στη πατρίδα μου, κει στο Στρυμονικό
αν ψάξετε τις νύχτες στο μαύρο ουρανό.
 Θα δείτε ένα λαμπιόνι, η Πούλια να κρατά
έν΄ άσπρο χελιδόνι μονάχο να πετά.
 
Είναι η κοπελιά μας, το μόνο ξωτικό
που ζει μες στη καρδιά μας, σαν τρέμουλο καλό.
 
 Και τώρα αν απορείτε, η γέφυρα γιατί
χρόνια που γκρεμισμένη, όλους μας, μας θωρεί.
 Να πάτε να ρωτήσετε ποιοί είδαν ξωτικό
και χώρισε στα δύο, το έρημο χωριό.
 
 
Επεξηγήσεις αναφορών στο ποίημα:
 
*Στρυμονικό: Χωριό του Ν. Σερρών
*Κοτρόνα: Μεγάλη πέτρα
*Μασαλά: (αφερίμ) μπράβο!
*Αι Χαράλαμπος: Ξωκλήσι στη περιοχή
*Χαλάσματα: Αναφέρομαι σε ευρήματα αρχαίου οικισμού στη περιοχή
*Πέγκο: Δασώδη περιοχή του Στρυμονικού
* Ξεροπόταμος: Το ρέμα της Κοινότητας
* Μαγκίλα: Λόφος

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΚΟΙΜΗΘΕΙ ΕΝΑΣ ΚΑΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ / Δημήτριος Γκόγκας / Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών/ Εκδόσεις Διάνυσμα 2015

 



 
 


Όταν πλαγιάζει και κρυώνει
βάζει τα χέρια κάτω απ΄ το πάπλωμα
μην τ΄ αγγίξει η παγωνιά και τα σπάσει
Μερικές φορές κοιτά
με την άκρη του ματιού του την γυναίκα
που κοιμάται δίπλα του
και πιάνει την καρδιά του
Δεν θέλει να πεθάνει πρώτος
Θέλει να είναι δεύτερος όπως πάντα
 
Κάτω απ΄ την σκιά των σκεπασμάτων
μπορεί να δει πιο καθαρά
τους δικούς του που έφυγαν,
τους άλλους που κοιμούνται
και κείνους που έρχονται
για να γεράσουν μαζί του.
Όταν τον παίρνει ο ύπνος
είναι σίγουρος ότι έκανε το σωστό
αλλά πάντα στο βαθύ της ψυχής του
πεταρίζει ένα μικρό πουλί
έτοιμο να του κλείσει τα χείλη
να του αρπάξει με το ράμφος
την άκρη του σκεπάσματος.
 
Φοβάται πολύ
τρέμει μην πεθάνει πρώτος.

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2023

"Φόβος" - Δημήτριος Γκόγκας [από την ποιητική συλλογή : Ωράρια Επιστροφών /2015/ εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ]





Λέω πως ζω                                                                                                              

κι όταν με ρωτούν πως τα πάω
απαντώ
"σπίτι - δουλειά
δουλειά - σπίτι"
Κάθε πρωί κατεβάζω τα σκουπίδια
με προσοχή μην σχιστούν οι σακκούλες
Προσέχω μην συναντήσω τον γείτονα
αποφεύγω τον σκύλο που μισώ
δεν ανοίγω το γραμματοκιβώτιο
κατοικούν μέσα του Κέρβεροι
κι ένας Προκρούστης
που θέλει δουλειά.
Αν του την δώσω τι θα λέω
όταν με ρωτούν αν ζω;
Ζω σπίτι;


Το παραπάνω ποίημα έλαβε το Α΄Βραβείο στην κατηγορία: (ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ) ΠΟΙΗΣΗ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ

του ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ "ΣΙΚΕΛΙΑΝΑ 2014" 

http://apodraseistounou.blogspot.com/2014/11/blog-post_20.html

ΠΕΝΤΕ ΔΑΚΡΥΑ / Δημήτριος Γκόγκας

 

 

Χιόνι

 
Σπογγισμένο αίμα
που στράγγιξε
κι έγινε λάβα που καίει
στα σπλάχνα της.
Κάποτε,
μέσα απ΄ τις ρωγμές του σώματος της, 
γίνεται γραμμή κόκκινου μολυβιού. 
Καίει ότι την πόνεσε.
Κι ύστερα
στάχτη
και χιόνι που πέφτει στο έρημο σπίτι.
 
 




Βροχή
 
Κάθε χρόνο
την ίδια μέρα,
μικρή ώρα δειλινού,
βρέχει.
Επέτειος θλίψης,
απώλειας
και χωρισμού.
 
Ρίγη στα μάρμαρα.
Μια ξαφνική μπόρα,
τον ύπνο των νεκρών ταράζει.
 
Ιδρώτας
 
Της πατρίδας το χρέος ξεπληρώθηκε.
Είπες : Με το παραπάνω
και –θυμούμαι- έκανες και μια κίνηση
με το χέρι, σαν να ΄ θελες να ξεφύγεις.
Τώρα ήρθε η σειρά της.
Βάλανε κάτω όλα τα ίχνη και τις υπογραφές,
οι πέτρες και τα σίδερα έτοιμα
-είχε καλούς σιδηρουργούς η Πατρίδα-
Τα καινούργια συμβόλαια έτοιμα.
Και πάλι χρέος.
Ο Ιδρώτας κυλούσε σαν τον κόμπο στο λαιμό σου.
 
 

Γάλα

 
Πίσω από αυτές τις βιτρίνες δούλευες.
Εγώ στους δρόμους.
Συναντιόμασταν στο ίδιο καφενείο
με άλλους συντρόφους και δεν
ανταλλάσαμε κουβέντα.
Χαρτιά έπαιζα μόνο με τον καφετζή.
Απορούσα βέβαια ,
καθώς είχαμε πιει από το ίδιο ποτήρι, γάλα.
 
 
Αίμα
 
Είναι στη μοίρα μας.
Έτσι να πεθάνουμε.
Σε κάποιο χρόνο ανομβρίας.
Όταν τα δένδρα θα διψούν,
θα μας φυτέψουνε στις ρίζες τους,
το αίμα  μας να πιούνε.

Από την Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα: Ωράρια Επιστροφών / 2015/Εκδόσεις : ΔΙΑΝΥΣΜΑ