Πέμπτη 12 Μαΐου 2022

Η Ιστορία της Εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου Στρυμονικού Σερρών

 


γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας


Η Εκκλησία χτίστηκε το 1703. Εκείνη την εποχή όπως όλος ο νομός Σερρών έτσι και το Στρυμονικό ήταν υπό την κατοχή Τούρκων.
Παρά την τουρκική κατοχή υπήρχε στο χωριό Εκκλησία. Στην περίοδο του Μακεδονικού αγώνα η Εκκλησία χρησιμοποιήθηκε ως τόπος  αποθήκευσης υλικού, συναντήσεων αγωνιστών, ξενώνα κτλ. 
Η επιτροπή του ναού του Αγίου Αντωνίου χρημάτισε κάποιους για να δολοφονήσουν τον έναν από τους δύο Βουλγαρόφωνους κατοίκους Ξυλουπόλεως ως εκδίκηση στη δολοφονία του τότε προέδρου κοινότητας Ξυλουπόλεως.
Η Εκκλησία του Αγίου Αντωνίου είναι χτισμένη σε οικόπεδο που δωρήθηκε από κάποιον Τούρκο που κατοικούσε στο χωριό, επειδή ο θαυματουργός Άγιος Αντώνιος γιάτρεψε την παράλυτη γυναίκα του. Η εικόνα του Αγίου Αντωνίου μέχρι το χτίσμα της εκκλησίας ήταν κρεμασμένη σ'ένα δένδρο φτελιά, (καραγάτσι).Κάηκε το 1982 και αναστηλώθηκε τον ίδιο χρόνο. Το 1972 δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, χτίστηκε η μεγάλη εκκλησία που εορτάζει την ημέρα των Αγίων Κυρίλλου και Μεθόδιου. 
Το 1918 κατά την περίοδο της Αγγλικής κυριαρχίας στο χωριό έγινε κάποιο θαύμα στην εκκλησία : κάποιος Άγγλος αξιωματικός ακουμπώντας το χέρι του στη δεξιά πλευρά του τοίχου της εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου, διέταξε τους Κυπρίους στρατιώτες να ανοίξουν τις πόρτες της εκκλησίας, να βάλουν τα άλογα μέσα.
Οι Κύπριοι στρατιώτες αρνήθηκαν κι ο αξιωματικός θέλησε να τους χτυπήσει. Δεν μπόρεσε όμως να σηκώσει το χέρι του από τον τοίχο γιατί είχε κολλήσει. Γιατροί του αγγλικού στρατού του έκοψαν το χέρι το οποίο έμεινε κρεμασμένο στον τοίχο. Ο Αξιωματικός πέθανε και θάφτηκε στην αυλή της εκκλησίας. Ο τάφος δεν υπάρχει σήμερα γιατί παρασύρθηκε από τα νερά του χειμάρρου. Το περιστατικό είναι πραγματικό και συντελέστηκε μπροστά στα μάτια όχι μόνο των κατοίκων που παραβρεθήκαν αλλά και στη Μεραρχία Αρχιπελάγους των Σερρών. 
Η Εκκλησία γιορτάζει την 17 Ιαν την μνήμη του Αγίου Αντωνίου και πραγματοποιείται κάθε χρόνο εμποροπανήγυρη, ενώ τον μήνα Μαίο τελείται 3ήμερος εορτασμός στην μνήμη των Κυρίλλου και Μεθοδίου.

Ο Πέτρiνος ή πλινθοχτιστος Φούρνος της γειτονιάς και οι μυρωδιές του Κυριακάτικου φαγητού

 


του Δημητρίου Α. Γκόγκα

Μια από τις ωραιότερες θύμησες ο πέτρινο φούρνος της γειτονιάς και οι μυρωδιές από τα διαφορετικά φαγητά που ανέδυαν μέσα απότα τεράστια ταψιά και τις λαμαρίνες, ειδικά την Κυριακή, μετά την Εκκλησία.

Ο Φούρνος

Ο φούρνος ήταν ένας λιτός τετράγωνος όγκος, με μια θολωτή καμάρα, συνήθως πλινθόχτιστος ή και πέτρινος. Άλλοι διατηρούσαν την τετράγωνη όψη τους και στην κορυφή. Δεν κατασκεύαζαν σε όλους καμινάδα. Αρχικά οι φούρνοι ήταν τελείως κλειστοί για να κρατούν όλη την θερμότητα. Στην πρόσωψη υπήρχε μια πλατιά υποδοχή για την στήριξη των ταψιών και των λαμαρινών. Δίπλα στο στόμιο του φούρνου, μια μικρή υποδοχή για την τοποθέτηση των σπίρτων και του πετρελαίου, και μερικές φορές στο κάτω μέρος του μια μεγάλη εσοχή για τα προσανάματα.
Ο φούρνος συνήθως χτιζότανε σε κάποιο κλειστό μέρος της αυλής του σπιτιού με κατεύθυνση προς το νότο. Ίσως σε κάποιο πρόχειρο υπόστεγο. Αν η αυλή του σπιτιού ήταν απάνεμη τότε χτιζότανε σε οποιδήποτε μέρος της. Πολλές γειτονιές στο χωριό, είχανε κοινό φούρνο, όπως η γειτονιά, των οικογένειων Γκόγκα, Καραβασιλείου, Πιτικόπουλου ΚΤΛ Το ίδιο και στην γειτονιά των οικογενειών Τεγγελίδη, Παγώνη κτλ.
Με το πέρασμα των χρόνων και την εμφάνιση των σομπών με ενσωματωμένο φούρνο (αρχικά οι ξυλόσομπες και μετά οι ηλεκτρικοί φούρνοι) οι πέτρινοι ή πλινθόχτιστοι φούρνοι δεν χρησιμοποιούνταν. Το άσχημο είναι ότι εκείνη την εποχή κανείς δεν σκεφτόταν την συντήρηση τους, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να εγκαταληφθούν στο έλεος του χρόνου και σταδιακά να γκρεμιστούν. Σήμερα στο Στρυμονικό δεν υπάρχουν πολλοί διατηρηταίοι και αν υπάρχουν δεν χρησιμοποιούνται από τις σύγχρονες νοικοκυρές.
Οι φούρνοι, δεν χρησιμοποιούνταν για την καθημερινή παρασκευή του φαγητού, εξάλλου έψηναν μόνο και η οικονομική δυνατότητα των οικογενειών την εποχή εκείνη (1950- 1980) δεν επέτρεπε παρά μία με δύο φορές κρέας την εβδομάδα. Έτσι το Κυριακάτικο φαγητό, έμοιαζε να είναι μια γιορτή. Από την προηγούμνη ημέρα οι νοικοκυρές και φίλες, συνεννοούνταν για το ποια θα ανάψει τον φούρνο, ποια θα προσέχει τα φαγητά, θα τα αλλάζει θέσεις για να μην καούν και θα τα ξεφουρνίσει. Οι υπόλοιπες πήγαιναν στην Εκκλησιά, παραδίδοντας τα φαγητά τους και όταν επέστρεφαν ήταν έτοιμα.
Η νοικοκυρά που άναβε τον φούρνο, από νωρίς είχε προετοιμάσει τα προσανάματα( ξερά ξύλα, πουρνάρια, κλιματσίδες, κτλ ) και φυσικά και τα απαραίτητα μεγάλα. Αφού καρβούνιαζε ο φούρνος, τοποθετούσε μέσα του, τις πηρουσιές (κατάλληλα σιδερένια υποθέματα με τρία ή τέσσερα πόδια) και με το φουρναρόφτυαρο έβαζε πάνω σε αυτά τα φαγητά ή τις πίτες. Σε τακτά χρονικά διαστήματα άλλαζε τις θέσεις για να μην ....αρπάξουν.
Μύριζε όλη η γειτονιά, από κρέατα με πατάτες,κοτόπουλα, γεμιστά και πίτες. Ποτέ δεν κατάλαβα, τόσε μυρωδιές πως και δεν ανακατεύονταν. Ήταν ένα Κυριακάτικο θαύμα.

Ένα Περιστέρι στο Στρυμονικό* ....του Δημητρίου Γκόγκα

 




 
Στου Στρυμονικού τα μέρη,
βρίσκεται ένα περιστέρι,
που χει γκρίζα τα φτερά του
και λευκή ειν΄ η ουρά του.
 
Και στη ζέστη και στο κρύο,
γελαστό μας λέει αντίο.
Μέχρι τη Μαγκίλα* πάει
και στ΄ ονείρατα γυρνάει.
 
Κυριακές στον Αι Αντώνη*,
στο καμπαναριό ζυγώνει,
στο σταυρό και στο ψαλτήρι,
στ ασπρισμένο κοιμητήρι.
 
Μες στο Πέγκο* ξαποσταίνει,
κει που το νερό ζεσταίνει.
Στο Σιβρί* ψηλά κραυγάζει,
πότε ο Αι Λιας* γιορτάζει.
 
Τα αγόρια το κοιτούνε,
 να το πιάσουν λαχταρούνε.
Μα εκείνο τους ξεφεύγει
 και στη ποταμιά* μας φεύγει.
 
Τα κορίτσια το βραδάκι,
μέσα στο καλοκαιράκι,
ψάχνοντας για κάποιο ταίρι,
βρίσκουνε το περιστέρι.
 
Το φιλάνε, τ΄ αγαπάνε,  
χάμω ψίχουλα πετάνε.
Να κατέβει να τσιμπήσει
και στο Κρίστο* πάει να ζήσει.
 
Στου Στρυμονικού τα μέρη,
κάθε που φυσά αγέρι,
έρχεται το περιστέρι
και μας πιάνει απ΄ το χέρι.
 
Όλο συμβουλές μας δίνει,
ρίγανη και δυόσμο  πίνει
κι όταν στη πλατεία βγαίνει,
όλο το χωριό ομορφαίνει!

 
*Στρυμονικό= Χωριό του Ν. Σερρών
*Μαγκίλα, Κρίστο, Σιβρί= Οι λόφοι και τα βουνά της περιοχής
*Ποταμιά= ο ξεροπόταμος
*Πέγκο= περιοχή της Κοινότητας
*Αι Αντώνης= Η Εκκλησία της Κοινότητας, ο πολιούχος της
*Αι Λιας= Ο Άγιος και το σχετικό εκκλησάκι στο Σιβρί

Στρυμονικό Σερρών: Ο ιερός ναός του Αγίου Αντωνίου ... / [Φωτογραφίες]Δημήτριος Γκόγκας

 


 Ο ιερός ναός του Αγίου Αντωνίου στο Στρυμονικό Σερρών έχει τη δική του σημαντική ιστορία. 


Ας δούμε τώρα κάποιες πρόσφατες φωτογραφίες του ιερού αυτού χώρου

Στη φωτογραφία αυτή βλέπεται τον κυρίως ναό. Διακρίνεται καθαρά το επιβλητικό τέμπλο, ο Σολέας, ο χώρος δηλαδή όπου τελούνται μυστήρια και τελετές, ο άμβωνας, το ψαλτήριο, ο θρόνος, μέρος από τα στασίδια. 




Κεντρικό μέρος του τέμπλου. Η κεντρική του θύρα, με την εικόνα του θεανθρώπου


Η δεξιά πλευρά του Τέμπλου 

*



Η αριστερή πλευρά του Τέμπλου


*



Ο επισκοπικός θρόνος


*




Ο Θόλος της Εκκλησίας 


*


Άποψη της οροφής της εκκλησίας με τον όμορφο πολυέλαιο, στο βάθος ψηλά ο γυναικωνίτης. 

*



Ο χώρος της Εκκλησιαστικής Επιτροπής με το αναλόγιο των κεριών 

*


Στασίδια πιστών και αγιογραφίες στη δεξιά πτέρυγα

*

Αναλόγιο με την εικόνα της Παναγίας και του θείου βρέφους

*

Η Επιβλητική εικόνα του Αγίου Αντωνίου

*



Ο χώρος των κεριών στο εξωτερικό της εκκλησίας. 

Στρυμονικό Σερρών: Η ιστορία της Κοινότητας από τον Δημήτριο Γκόγκα

 






Το 1000- 1100 μ.χ η αστάθεια στην  Δυτική Μακεδονία, αναγκάζει 20 – 25 οικογένειες να εγκαταλείψουν την περιοχή του όρους Όρλιακα των Γρεβενών, το Μέτσοβο  και παίρνοντας τον δρόμο προς τον βορρά, ύστερα από μια στάση, που χρονικά δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε, στην Καρατζόβα της Αριδαίας, να φτάσουν στην περιοχή του Κορφοβουνίου (Σιβρί) όπου δημιουργούν τον πρώτο τους οικισμό, δίνοντας και το όνομα της γενέθλιας περιοχής: Όρλιακο. Η ορεινή τοποθεσία, προφανώς επιλέχτηκε, λόγω των ασχολιών τους στην κτηνοτροφία. Με τον καιρό, οι ανάγκες μεγάλωναν και αναγκάστηκαν να κατέβουν στην πεδινή περιοχή, όπου το έδαφος και κάμπος τους έδινε την δυνατότητα να παράγουν και γεωργικά προϊόντα.
Το 1204 μ.χ η περιοχή πέρασε στα χέρια των φράγκων και παρέμεινε μέχρι και το 1230, οπότε την κατέλαβαν οι Βούλγαροι. 
Το 1245 οι Βυζαντινοί υπό την εξουσία των Παλαιολόγων ανακαταλαμβάνουν την πόλη των Σερρών και την γύρω περιοχή. 
Μέχρι και το 1300-1320 μ.χ  οι κάτοικοι δεν είχαν να αντιμετωπίσουν άλλους σοβαρούς  κινδύνους, ώσπου οι Τούρκοι  στην προσπάθεια τους να καταλάβουν το Βυζάντιο, κατακτούν την περιοχή και εγκαθίστανται στο χωριό, δημιουργώντας ένα ακόμα τσιφλίκι. Εκεί παραμένουν μέχρι και το 1878- 1880, όπου οι Τούρκοι αποφασίζουν να πουλήσουν το Τσιφλίκι στον Έλληνα Γεώργιο Χατζηγεωργίου. Σημαντική είναι η προσπάθεια του Γεωργίου Χατζηγεωργίου να αλλάξει την αναλογία του πληθυσμού στο Όρλιακο και στρέφεται για τον σκοπό αυτό σε όμορες κοινότητες όπως αυτή της Μαγκριώτισσας (Τουρμπέσι ή Τουλμπέσι) με σκοπό να προσελκύσει άλλους Έλληνες, δίνοντας κυρίως οικονομικά κίνητρα (εργασία και αργότερα γη)  Τα κατορθώνει και σε λίγα χρόνια οι Έλληνες αποτελούν την πλειονότητα. Ο πληθυσμός της Κοινότητας  στο τέλος του 19ου αιώνα αγγίζει τους 1000 κατοίκους. Το 1909 περίπου, ο Χατζηγεωργίου Γεώργιος, στην δύση πλέον της ζωής του και για ανεξακρίβωτους λόγους, αποφασίζει και πουλά το τσιφλίκι στους ντόπιους ακτήμονες- γεωργούς και κτηνοτρόφους.



Το 1913, το χωριό όπως και όλη η περιοχή καταλαμβάνεται από τους Βουλγάρους. Οι κάτοικοι συμμετέχουν στην μάχη του Λαχανά, στην οποία νίκησαν τους βουλγάρους. Την επόμενη χρονιά 1914, κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η περιοχή αποτελούσε μέρος του θεάτρου επιχειρήσεων και της πρώτης γραμμής του μετώπου. Την Διοίκηση των συμμαχικών δυνάμεων είχε ο Γάλλλος στρατηγός Φος. Οι κάτοικοι της Κοινότητας, πλην ελαχίστων, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το χωριό για την ασφάλειά τους, μετακινούνται στην περιοχή της Ξυλούπολης και του Λαγκαδά, για να επιστρέψουν με το τέλος του πολέμου το 1918.
Στις 28 Δεκ 1919 αναγνωρίζεται από το ελληνικό κράτος η κοινότητα με την ονομασία Όρλιακο και η σύστασή του επισημοποιείται με το υπ αριθμ: ΦΕΚ 2Α - 04/01/1920. Για την δημιουργία την κοινότητας απαιτήθηκε η συνένωση και άλλων οικισμών. Το Όρλιακο πλέον (1007 κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 1920) αποτελείται από:
·       Όρλιακο: 669 κάτ.
·       Τσακαρλή ( Τσακιρλή) : 10 κάτ.
·       Γενή Μαχαλέ: 38 κάτ.
·       Σαλτικλή : 180 κάτ.
·       Σιβρή: 110 κάτ. 

(οι παραπάνω οικισμοί προσαρτήθηκαν  με το υπ αριθμ:ΦΕΚ 2Α - 04/01/1920)
Το 1922, μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών, αναχώρησαν όλοι οι Τούρκοι από το χωριό και εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, Πόντο (50-60 οικογένειες) (ακριβείς περιοχές από τις οποίες προήλθαν: Τραπεζούντα, Σαμψούντα, Σμύρνη, Ζίγδη και Κιουτάχεια) και Ανατολική Ρωμυλία και Δυτική Θράκη. ( Κοινότητα Κωστί). Ο πληθυσμός του Οικισμού Όρλιακο αγγίζει τους 911 κατοίκους και η Κοινότητα τους 1249 κατ.  

Στις 14/01/1927 με το υπ΄αριθμ: ΦΕΚ 7Α στην Κοινότητα του Όρλιακο προσαρτάται ο οικισμός του Κορφοβουνίου  ενώ  ο οικισμός Σαλτικλή μετονομάζεται σε Καλό Κάστρο (Καλόκαστρο). Παράλληλα καταργούνται οι οικισμοί στην περιοχή Σιβρί και Γενή Μαχαλέ. Πέντε περίπου μήνε αργότερα την 7 Μαίου 1920, ο οικισμός Καλό Κάστρο (Καλόκαστρο) αποσπάται και δημιουργείται ξεχωριστή Κοινότητα, ενώ ο οικισμός του Κορφοβουνίου συμπληρώνει τις αποσπάσεις και προσαρτάται στην Κοινότητα του Καλού Κάστρου (Καλοκάστρου)
Στις 30 Αυγ 1927 αλλάζει η ονομασία του Όρλιακου  σε Στρυμονικό (ή Στρυμωνινό) σύμφωνα με το υπ΄ αριθμ: 179/ΦΕΚ. Η Κοινότητα συνεχίζει να παραμένει γνωστή με το πρώτη της όνομα ( Όρλιακο) το 1936-1937 με την άνοδο του Μεταξά στην εξουσία ήρθε διαταγή στο χωριό για να χρησιμοποιείται πλέον αμετάκλητα η νέα ονομασία: Στρυμονικό (λόγω της γειτνίασής του με τον ποταμό Στρυμόνα) 

Το όνομα Στρυμω(ο)νικό οφείλεται στον  τότε γραμματέα της κοινότητας, Πασχάλη Παπαγεωργίου

Ο πληθυσμός σταθεροποιείται στους 1238 κατοίκους.

Στις  16 Μαίου 1928 ο οικισμός Τσακαρλή ή Τσακιρλή καταργείται
Στις 3-4-1930 η κοινότητα εντάχθηκε στην επαρχία Σερρών εκ της επαρχίας Βισαλτίας
Στις αρχές του Β΄ παγκοσμίου πολέμου κάτοικοι επιστρατεύονται και συμμετέχουν ενεργά. Το Στρυμονικό λόγω της θέσης του την περιοχή, γίνεται έδρα του Στρατηγείου με διοικητή τον Δέδε, επιτελάρχες τον Στεργιόπουλο και τον συνταγματάρχη Πάζη.
Η Γερμανική κατοχή στην χωριό ξεκίνησε την 6 Απριλίου του 1941, μετά από ατυχή μάχη στην τοποθεσία Μπέλλες. Οι Γερμανοί στις 9 Σεπτεμβρίου του 1942  σκοτώνουν 9 κατοίκους και καίνε δύο σπίτια, επειδή σε μία από τις τακτικές εφόδους ανακαλύπτουν πολεμικό υλικό φυλαγμένο σε αμπάρια. 

 Παράλληλα στα πλαίσια των Διοικητικών μεταρυθμίσεων την 23/07/1942 η Κοινότητα υπάγεται από την Επαρχία Σερρών του Νομού, στην Επαρχία Βισαλτίας του Νομού Θεσσαλονίκης με το υπ εριθμ: ΦΕΚ 185Α για να επιστρέχει στον Νομό Σερρών και στην επαρχία Βισαλτίας λίγους μήνες αργότερα την 14/11/1942 (ΦΕΚ 292Α). 

Τον Οκτώβριο του 1944 το χωριό απελευθερώθηκε από τους Γερμανούς, καταλήφθηκε όμως από την οργάνωση ΕΛ.Α.Σ που είχε ξεκινήσει δράση στα γύρω βουνά σε ένδειξη διαμαρτυρίας προς την τότε κυβέρνηση. Μια κατάληψη που διήρκησε μέχρι το Μάιο του 1945.
Με την είσοδο του ΕΛ.Α.Σ στο χωριό οι κάτοικοι αντιστάθηκαν και σκοτώθηκαν δύο άτομα από το χωριό : ο Χρήστος Φράντζας και ο Πασχάλης Βέλκος. 

 Στις 08/02/1946 (ΦΕΚ 29Α )η κοινότητα υπάγεται από την Επαρχία Βισαλτίας του Νομού, στην Επαρχία Σερρών του Νομού Σερρών

Το 1949 έπαψε να ενεργεί ο ΕΛ.Α.Σ και από το 1950 και μετά το χωριό ζεί ειρηνικά. 
Ο πληθυσμός

1940: 1238 κάτοικοι
1951 : 1647 κάτοικοι
1961 : 1911 κάτοικοι.
1971 : 1342 κάτοικοι
1981 : 1111 κάτοικοι
1991 : 1152 κάτοικοι
2001 : 1645 κάτοικοι

και ως Δήμος Στρυμονικού: 4532 κάτοικοι

Το 4 Δεκ 1997 με την  Νόμο "" Καποδίστριας"" γίνεται Δήμος και περιλαμβάνει τα χωριά και τους οικισμούς:
·       Στρυμονικό,
·       Ζευγολατειό,
·        Λιβαδοχώρι,
·       Τριάδα,
·       Χείμαρος,
·       Βαρυκό,
·       Κεφαλοχώρι
·        Καλόκαστρο.
Από 1-1-2011 και με τον νέο νόμο ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ, εντάσσεται ως Δημοτικό διαμέρισμα, στον νέο Διευρυμένο Δήμο της Ηράκλειας Σερρών



Παρατήρηση: η Αρχαιολογική σκαπάνη έχει ανακαλύψει  στη θέση «Καλές» στο Στρυμονικό,  υπολείμματα κάστρου στην κορυφή οχυρού υψώματος που βρίσκεται τρία περίπου χλμ. δυτικά –νοτιοδυτικά του σύγχρονου οικισμού. Σώζεται σε μερικά σημεία η οχύρωση σε μεγάλο ύψος. Τα επιφανειακά ευρήματα είναι κυρίως ρωμαϊκών χρόνων. Η ανακάλυψη αυτή υποδηλώνει την ύπαρξη οικισμών πολύ πριν την ημερομηνία κατά την οποία ο Ιστορικός τοποθετεί την γέννηση του Στρυμονικού. Επίσης έχει ανακαλυφθεί και σώζεται μέχρι και τις μέρες μας φυσικό οχυρό ύψωμα, ένα χλμ. περίπου νοτιοανατολικά του σύγχρονου χωιού και στη θέση «Καστρί» στο Στρυμονικό, σημείο συνέχειας της Ιστορίας της περιοχής από τα ρωμαικά μέχρι και τα βυζαντινά χρόνια.


Παραπομπές: 


  1. Διοικητική Εξέλιξη. Δήμος Στρυμονικού.
  2. Διοικητικές μεταβολές / ΟΤΑ - Στρυμονικό Σερρών. Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης.
  3. Πρόγραμμα Καλλικράτης - ΦΕΚ Α87 της 07/06/2010
  4. ΠΑΣ Στρυμών Στρυμονικού. ΕΠΣ Σερρών.
  5. Ιστορία Συλλόγου. Πολιτιστικός Αθλητικός Σύλλογος Στρυμών Στρυμονικού.
  6. Σκοπευτικός Όμιλος Στρυμονικού Κένταυρος.
  7. Στρυμονικό Σερρών. Δήμος Στρυμονικού 
  8. http://strimoniko.gr

Τριάδα: Η ιστορία της Κοινότητας από τον Δημήτριο Γκόγκα

 



Οι πρώτοι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στο χωριό στα πλαίσια της πρώτης ανταλλαγής πληθυσμών και ήταν όλοι πρόσφυγες. Η πρώτοι του ονομασία ήταν Τρόιτσα. Έτσι ονόμασαν το χωριό οι Βούλγαροι, οι πρώτοι κάτοικοι και όταν αργότερα ήρθαν οι Τούρκοι το ονόμασαν Τούριτσα για να διευκολύνονται στην προφορά του ονόματος του χωριού. Το όνομα Τούριτσα διατηρήθηκε μέχρι το 1922 από τους ίδιους τους Έλληνες που είχαν έρθει στο χωριό το 1914. Στη διάρκεια όμως 6 χρόνων από το 1922-28 που το χωριό υπαγόταν στην κοινότητα του Ζευγολατιού είχε την ονομασία Αγία Τριάδα. Όταν πια το 1928 χτίστηκε κοινότητα αποφασίστηκε και δόθηκε στο χωριό το όνομα Τριάδα που διατηρείται μέχρι και σήμερα.
Οι πρώτοι Έλληνες πρόσφυγες που ήρθαν στο Χωριό ήταν από την Ανατολική Θράκη, οι Θρακιώτες, όπως τους λένε, το 1914 περίπου 20 οικογένειες. Όταν ήρθαν το χωριό βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, υπήρχαν 40-45 σπίτια τα οποία ήταν εγκαταλειμμένα και μερικά από αυτά μισογκρεμισμένα και ετοιμόρροπα. Νερό δεν υπήρχε παρά μόνο στις ρεματιές, που βρισκόταν 200-250 μέτρα έξω από το χωριό, όπου ήταν αναγκασμένες να πηγαίνουν οι γυναίκες, και να κουβαλούν νερό με τις στάμνες στα σπίτια τους.
Το 1916 οι οικογένειες αυτές έφυγαν από το χωριό και πήγαν στο Λαχανά γιατί στην εδώ πλευρά του Στρυμόνα ήταν το συμμαχικό μέτωπο.
Το 1918 ξαναγύρισαν και το 19221 ήρθαν κι άλλοι πρόσφυγες από τον πόντο. Έτσι λοιπόν το χωριό μεγάλωσε και αριθμούσε 80 οικογένειες. Όσοι βρήκαν άδεια σπίτια κατοίκησαν εκεί και οι άλλοι έφτιαξαν καλύβες για προσωρινή κατοικία. Αφού το χωριό μεγάλωσε με τον ερχομό των Ποντίων, ήρθε παπάς και δάσκαλος και επειδή ούτε εκκλησία ούτε και σχολείο υπήρχε αποφάσισαν όλοι οι κάτοικοι και έκαναν τούρκικο σχολείο εκκλησία και το τζαμί των Τούρκων που υπήρχε από παλιά στο χωριό σχολείο.
Το Σεπτέμβριο του 1924 ήρθαν κι άλλοι πρόσφυγες στο χωριό από το Σάιμπεν Καραισαρετ, οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού τους έλεγαν Καρασαριώτες. Η ονομασία τους αυτή είχε επικρατήσει μέχρι και σήμερα. Οι πρόσφυγες αυτοί εγκαταστάθηκαν στην ίδια πλευρά του χωριού. Όταν ήρθαν, είχαν μαζί τους εικόνες του Αγίου Γεωργίου, γι αυτό και όταν μετά δύο ή τρία χρόνια χτίστηκε εκκλησία, ( το 1926-27) ονομάστηκε Άγιος Γεώργιος. Τον ίδιο χρόνο έχτισαν καινούργιο σχολείο και το 1928 κοινότητα.
Από το 1928-40 οι κάτοικοι του χωριού ζούσαν αρμονικά. Στον πόλεμο που κηρύχτηκε το 1940 ο ανδρικός πληθυσμός του χωριού επιστρατεύτηκε. Το 1941-42 ιδρύθηκε μία οργάνωση, το ΕΑΜ, στην οποία συμμετείχαν ως ενεργά μέλη κάτοικοι του χωριού.
Μία ημέρα ειδοποίησαν τους άνδρες του χωριού ότι το βράδυ θα ερχόταν να τους μιλήσουν Άγγλοι αξιωματικοί σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε με τους κατακτητές. Το βράδυ όμως, όταν οι άνδρες μαζεύτηκαν σε μέρος από το χωριό, όπως είχαν συμφωνήσει, είδαν πως δεν υπήρχε κανένας Άγγλος αξιωματικός παρά μόνο ένας Έλληνας πολίτης, ο οποίος οργάνωσε την τοπική αυτοδιοίκηση, τοποθετώντας στα αξιώματα πρόσφυγες από την άλλη όχθη το Στρυμόνα. Μετά από μερικές ημέρες ορισμένοι κάτοικοι του χωριού αντιδρώντας στην ίδρυση του ΕΑΜ, πήγαν στην οργάνωση του ΠΑΟ που είχε την έδρα της στη Θεσσαλονίκη.
Λίγες ημέρες αργότερα ήρθε ένας άνδρας ο οποίος οπλοφορούσε και συνέλαβε έναν κάτοικο του χωριού με σκοπό να τον πάει για εκτέλεση γιατί ήταν μέλος της οργάνωσης του ΕΑΜ και αργότερα πήγε στην οργάνωση ΠΑΟ. Όταν οι κάτοικοι του χωριού κατάλαβαν τη σύλληψη του έτρεξαν για να τον γλιτώσουν (και τον γλίτωσαν). Εν τω μεταξύ υπήρχαν στο βουνό αντάρτες οι οποίοι παρακολούθησαν αυτό το συμβάν και μόλις είδαν την επίθεση των χωριανών σε3 έναν δικό τους άνδρα άρχισαν να πυροβολούν τους κατοίκους, αμέσως όμως οι κάτοικοι ανταπέδωσαν τους πυροβολισμούς αυτους.
Το γεγονός αυτό ήταν η αρχή για έναν πόλεμο ανάμεσα στους αντάρτες και τους κατοίκους της Τριάδας. Ο πόλεμος αυτός κράτησε περίπου 2 χρόνια. Στη διάρκεια των χρόνων αυτών το χωριό δέχτηκε 10 φορές επίθεση , οι κάτοικοι όμως τις αντίκρουαν πάντοτε με ηρωικό τρόπο.
Στις 8 Νοεμβρίου 1944 ήρθαν οπλίτες από το Κιλκίς και ανακοίνωσαν στους άνδρες του χωριού και τους συμμάχους ότι το Κιλκίς το κατέβαλαν οι αντάρτες. Τότε οι χωριανοί και οι σύμμαχοι συνεδρίασαν και πήραν απόφαση να φύγουν από το χωριό με κατεύθυνση τη Δοϊράνη από πού θα περνούσαν μέσα από Σέρβικο έδαφος για να καταλήξουν στην Ήπειρο όπου βρισκόταν ο Ζέρβας. Στο δρόμο που πήγαιναν δέχτηκαν στης 9 Νοεμβρίου το 1944 επίθεση από αντάρτες και απεκόπη ένα τμήμα οπλιτών οι οποίοι πήραν το δρόμο προς το χωριό με σκοπό να γλιτώσουν, οι αντάρτες όμως τους ακολούθησαν. Όλα αυτά συνέβησαν κατά τη διάρκεια 2 ημερών
Στις 10 Νοεμβρίου 1944 επέστρεψε στο χωριό η μικρή δύναμη των οπλιτών που είχε αποκοπεί από τους άλλους στην επίθεση που δέχτηκαν από τους αντάρτες. Στις 11 Νοεμβρίου το χωριό δέχτηκε επίθεση από τους αντάρτες. Η μάχη συνεχίστηκε όλη μέρα και το ξημέρωμα της 12ης Νοεμβρίου 1944, η μικρή δύναμη των οπλιτών δε μπόρεσε πια να αντισταθεί στη μεγάλη δύναμη των πολυάριθμων ανταρτών με αποτέλεσμα να μπορέσουν να μπουν οι αντάρτες στο χωριό και να το πυρπολήσουν. Μερικοί από τους οπλίτες πιάστηκαν αιχμάλωτοι ενώ άλλοι κατάφεραν να ξεφύγουν από το βουνό. Το πρωί οι αντάρτες έκαναν εξερεύνηση στο βουνό και όσους βρήκαν τους έπιασαν και τους έφεραν στο σχολείο του χωριού. Από το σχολείο τους έπαιρναν ομάδες ομάδες, τους έβγαζαν έξω από το χωριό, τους πήγαιναν στη χαράδρα και εκεί τους εκτελούσαν. Μερικούς τους εκτέλεσαν στο σχολείο και πέταξαν τα πτώματα τους στη φωτιά.
Θύματα των ανταρτών ήταν πάντα μόνο άνδρες. Την ημέρα όμως εκείνη σκότωσαν και μία γυναίκα, την Αναστασία Μαβίδου, η οποία έβγαινε από το σπίτι της.
Μετά την καταστροφή του χωριού, τα γυναικόπαιδα πήραν ότι μπορούσαν μαζί τους και ξεκίνησαν να πάνε στα γειτονικά χωριά.
Στην πλατεία υπήρχε κρεμασμένη μια ελληνική σημαία, οι αντάρτες όμως την κατέβασαν και έβαλαν στη θέση της τη δική τους σημαία και την ελληνική την άπλωσαν στη μέση του δρόμου με σκοπό να υποχρεώσουν τις γυναίκες και τα παιδιά που περνούσαν από κει για να πάνε στο γειτονικό χωριό ( το Ζευγολατιό), να την πατήσουν. Τα γυναικόπαιδα αρνούνταν να πατήσουν κάτι που το θεωρούσαν ιερό και οι αντάρτες τους χτυπούσαν. Στη διάρκεια των ημερών αυτών το υπόλοιπο τμήμα των οπλιτών, εφόσον δε του επιτράπει η είσοδος σε ξένο έδαφος για να μπορέσει να πάει να συμπτυχθεί με τμήμα του Ναπολέοντα Ζέρβα, αναγκάστηκε να κατευθυνθεί προς το Μπελλες με σκοπό να συναντήσει τα τμήματα της οργάνωσης ΕΣΕΑ με οπλαρχηγό τον Αντών Τσάους. Στην κατεύθυνση τους προς το Μπελες, δέχθηκαν επίθεση από τους αντάρτες και μη γνωρίζοντας την περιοχή μπήκαν χωρίς να το ξέρουν σε βουλγάρικο έδαφος, με αποτέλεσμα να τους πιάσουν οι Βούλγαροι και μετά από αρκετές μέρες να τους παραδώσουν στους αντάρτες, (ΕΑΜ). Μαζί με τους άνδρες του χωριού, υπήρχαν και παιδιά ηλικίας 15-18 χρονών. Όταν οι αντάρτες τους παρέλαβαν από τους Βούλγαρους, ο δάσκαλος του χωριού λέγεται ότι είπε στους αντάρτες ¨μην πειράξετε τα παιδιά γιατί αυτά είναι μικρά όπως και τα κλαδιά των δέντρων, τα οποία όπου φυσήξει ο άνεμος εκεί γυρίζουν¨. Οι αντάρτες δε σκότωσαν τα παιδιά και τα οδήγησαν με συνοδεία στο Πετρίτσι. Αργότερα όμως το μετάνιωσαν και έστειλαν άνδρες να τα μεταφέρουν πίσω. Όταν γύρισαν όμως δε τα βρήκαν γιατί οι κάτοικοι του Πετριτσίου τα είχαν κρύψει. Ρώτησαν τότε τον πρόεδρο αν ξέρει που είναι, αυτός όμως τους είπε ψέματα και έτσι τα παιδιά σώθηκαν και τη νύχτα έφυγαν κρυφά και γύρισαν στο χωριό. Οι αντάρτες αφού άφησαν τα παιδιά ελεύθερα πήραν τους υπόλοιπους που είχαν πιάσει και τους οδήγησαν στον Προμαχώνα όπου τους εκτέλεσαν μέσα σε ένα αχυρώνα. Μετά την εκτέλεση φώναξαν οι αντάρτες ¨όποιος είναι ζωντανός να σηκωθεί και θα τον αφήσουμε ελεύθερο ¨. Τότε κάποιος που ήταν ζωντανός σηκώθηκε και οι αντάρτες τον σκότωσαν. Όμως υπήρχαν άλλοι τρεις οι οποίοι ζούσαν και δε σηκώθηκαν γιατί φοβήθηκαν πως θα τους σκοτώσουν, έτσι σώθηκαν και ζουν μέχρι σήμερα. Τα άτομα που εκτελέστηκαν ήταν συνολικά68 από την Τριάδα και από άλλα χωριά. Το πρωί της 12ης Νοεμβρίου 1944 το χωριό ήταν τελείως κατεστραμμένο. Όλοι οι κάτοικοι είχαν αρχίσει να φεύγουν σε γειτονικά χωριά και έζησαν εκεί μέχρι το 1945. στα χρόνια 1945-46 υπήρχε ηρεμία. Υπήρχαν σπίτια που δεν είχαν καταστραφεί τελείως με αποτέλεσμα να γυρίζουν ορισμένοι κάτοικοι και να μείνουν σ'αυτά. Το 1946 οι αντάρτες γύρισαν στα βουνά και κατέβαιναν καθημερινά και το λεηλατούσαν καθώς και το χωριό Χείμαρο και Ζευγολατιό, με αποτέλεσμα να αγανακτήσουν οι κάτοικοι και να φύγουν από τα χωριά τους και να πάνε στα χωριά του κάμπου. Αυτό διήρκεσε μέχρι το 1948 ώσπου το ίδιο έτος οι κάτοικοι των χωριών Τριάδας, Ζευγολατιού, Χειμάρρου, αποφάσισαν να συγκεντρωθούν και να κατοικήσουν στο Χείμαρο, έτσι ώστε να μπορούν να πηγαίνουν να καλλιεργούν τα χωράφια τους και το βράδυ να φυλάνε όλοι οι άνδρες το χωριό από τυχόν επιδρομές των ανταρτών. Το 1950 όλοι οι κάτοικοι γύρισαν ο καθένας στο χωριό τους, γιατί δεν υπήρχαν πλέον αντάρτες. Αφού οι κάτοικοι της Τριάδας γύρισαν στο χωριό το κράτος φρόντισε για το χτίσιμο των σπιτιών. Όταν κάηκε το χωριό είχε καεί και ένα μέρος του σχολείου για το οποίο αργότερα το 1952-53 το κράτος φρόντισε να επιδιορθωθεί.
Κάθε χρόνο τη δεύτερη Κυριακή του Νοεμβρίου γίνεται μνημόσυνο προς τιμήν των ανδρών του χωριού και των συμμάχων που σκοτώθηκαν στον πόλεμο με τους αντάρτες.
Οι κάτοικοι της Τριάδας είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό γεωργοί. Οι κύριες καλλιέργειες του χωριού είναι ο καπνός, το σιτάρι και το καλαμπόκι. Ένα μικρό ποσοστό ασχολείται με την κτηνοτροφία. Το χωριό αποτελείτε από ένα ποσοστό 85% περίπου Ποντίων και 15% Θρακιωτών