του Δημητρίου Α. Γκόγκα
Μια από τις ωραιότερες θύμησες ο πέτρινο φούρνος της γειτονιάς και οι μυρωδιές από τα διαφορετικά φαγητά που ανέδυαν μέσα απότα τεράστια ταψιά και τις λαμαρίνες, ειδικά την Κυριακή, μετά την Εκκλησία.
Ο Φούρνος
Ο φούρνος ήταν ένας λιτός τετράγωνος όγκος, με μια θολωτή καμάρα, συνήθως πλινθόχτιστος ή και πέτρινος. Άλλοι διατηρούσαν την τετράγωνη όψη τους και στην κορυφή. Δεν κατασκεύαζαν σε όλους καμινάδα. Αρχικά οι φούρνοι ήταν τελείως κλειστοί για να κρατούν όλη την θερμότητα. Στην πρόσωψη υπήρχε μια πλατιά υποδοχή για την στήριξη των ταψιών και των λαμαρινών. Δίπλα στο στόμιο του φούρνου, μια μικρή υποδοχή για την τοποθέτηση των σπίρτων και του πετρελαίου, και μερικές φορές στο κάτω μέρος του μια μεγάλη εσοχή για τα προσανάματα.
Ο φούρνος συνήθως χτιζότανε σε κάποιο κλειστό μέρος της αυλής του σπιτιού με κατεύθυνση προς το νότο. Ίσως σε κάποιο πρόχειρο υπόστεγο. Αν η αυλή του σπιτιού ήταν απάνεμη τότε χτιζότανε σε οποιδήποτε μέρος της. Πολλές γειτονιές στο χωριό, είχανε κοινό φούρνο, όπως η γειτονιά, των οικογένειων Γκόγκα, Καραβασιλείου, Πιτικόπουλου ΚΤΛ Το ίδιο και στην γειτονιά των οικογενειών Τεγγελίδη, Παγώνη κτλ.
Με το πέρασμα των χρόνων και την εμφάνιση των σομπών με ενσωματωμένο φούρνο (αρχικά οι ξυλόσομπες και μετά οι ηλεκτρικοί φούρνοι) οι πέτρινοι ή πλινθόχτιστοι φούρνοι δεν χρησιμοποιούνταν. Το άσχημο είναι ότι εκείνη την εποχή κανείς δεν σκεφτόταν την συντήρηση τους, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να εγκαταληφθούν στο έλεος του χρόνου και σταδιακά να γκρεμιστούν. Σήμερα στο Στρυμονικό δεν υπάρχουν πολλοί διατηρηταίοι και αν υπάρχουν δεν χρησιμοποιούνται από τις σύγχρονες νοικοκυρές.
Οι φούρνοι, δεν χρησιμοποιούνταν για την καθημερινή παρασκευή του φαγητού, εξάλλου έψηναν μόνο και η οικονομική δυνατότητα των οικογενειών την εποχή εκείνη (1950- 1980) δεν επέτρεπε παρά μία με δύο φορές κρέας την εβδομάδα. Έτσι το Κυριακάτικο φαγητό, έμοιαζε να είναι μια γιορτή. Από την προηγούμνη ημέρα οι νοικοκυρές και φίλες, συνεννοούνταν για το ποια θα ανάψει τον φούρνο, ποια θα προσέχει τα φαγητά, θα τα αλλάζει θέσεις για να μην καούν και θα τα ξεφουρνίσει. Οι υπόλοιπες πήγαιναν στην Εκκλησιά, παραδίδοντας τα φαγητά τους και όταν επέστρεφαν ήταν έτοιμα.
Η νοικοκυρά που άναβε τον φούρνο, από νωρίς είχε προετοιμάσει τα προσανάματα( ξερά ξύλα, πουρνάρια, κλιματσίδες, κτλ ) και φυσικά και τα απαραίτητα μεγάλα. Αφού καρβούνιαζε ο φούρνος, τοποθετούσε μέσα του, τις πηρουσιές (κατάλληλα σιδερένια υποθέματα με τρία ή τέσσερα πόδια) και με το φουρναρόφτυαρο έβαζε πάνω σε αυτά τα φαγητά ή τις πίτες. Σε τακτά χρονικά διαστήματα άλλαζε τις θέσεις για να μην ....αρπάξουν.
Μύριζε όλη η γειτονιά, από κρέατα με πατάτες,κοτόπουλα, γεμιστά και πίτες. Ποτέ δεν κατάλαβα, τόσε μυρωδιές πως και δεν ανακατεύονταν. Ήταν ένα Κυριακάτικο θαύμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου