Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόκρυφα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Απόκρυφα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 21 Μαΐου 2025

Ιστορία του τέκτονος Ιωσήφ (Απόκρυφο Ευαγγέλιο)

 Πρόκειται για ένα κείμενο που δεν κατορθώθηκε να διασωθεί στην ελληνική γλώσσα και αναφέρεται, κυρίως, στην πορεία και ζωή του Ιωσήφ, του άνδρα της Μαρίας, πατέρα του Ιησού Χριστού,  έως την κοίμησή του, σε ηλικία 111 ετών.

Λήφθηκαν στοιχεία από: https://www.dogma.gr/dialogos/poia-einai-ta-apokryfa-evangelia/135922/

    Ο Ιωσήφ σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ήταν ο μνηστήρας της Θεοτόκου (Παναγία). Ήταν απόγονος του Δαβίδ και καταγόταν από τη Βηθλεέμ, αλλά ζούσε στη Ναζαρέτ όπου εργαζόταν ως ξυλουργός. Ήταν χήρος, προχωρημένης ηλικίας και μεγάλωνε μόνος του τα επτά παιδιά του (Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων, Ιούδας, Εσθήρ, Θάμαρ ή Μάρθα και Σαλώμη).Μετά τη γέννηση του Χριστού εγκαταστάθηκε με την Παναγία στην Αίγυπτο, (δεν υπάρχουν εμφανείς ιστορικές ενδείξεις για αυτό) γιατί άγγελος Κυρίου τους ειδοποίησε ότι ο Χριστός κινδύνευε να σφαγεί από τον Ηρώδη. (Στο απόκρυφο πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου αναφέρεται πως έγινε προσπάθεια να κρυφτεί αυτός και η οικογένειά του για να σωθεί από την οργή του Ηρώδη σε βουνό). Μετά το θάνατο του Ηρώδη, ξαναγύρισαν οικογενειακώς στην Ναζαρέτ. Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται για τελευταία φορά κατά το ταξίδι της επιστροφής από την Ιερουσαλήμ, όταν ο δωδεκάχρονος τότε Ιησούς δίδαξε στο Ναό του Σολομώντα, ενώ βάσει της παράδοσης λίγο καιρό μετά ο Ιωσήφ απεβίωσε. Τόσο η Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και η Ρωμαιοκαθολική τον ανακήρυξαν άγιο. Η μνήμη του εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα. Σύμφωνα με την παράδοση απεβίωσε κάποια χρονική στιγμή πριν  12ετής Ιησούς μεταβεί στα Ιεροσόλυμα. 

Λήφθησαν στοιχεία από: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%99%CF%89%CF%83%CE%AE%CF%86_%CE%BF_%CE%9C%CE%BD%CE%AE%CF%83%CF%84%CF%89%CF%81

                                               Επισήμανση: Η διαφορά ηλικίας στην οποία αναφέρονται τα παραπάνω δημοσιεύματα είναι εμφανής! 

19 Μαρτίου 2022 
Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΙΩΣΗΦ, Ο ΞΥΛΟΥΡΓΟΣ, Ο ΑΝΔΡΑΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΜ (1ο + 2ο μέρος)
Στις 8 Δεκεμβρίου 2021 έληξε το Έτος αφιερωμένο στον Άγιο Ιωσήφ, ενός Αγίου για τον οποίον υπάρχει μεγάλη ευλάβεια στην Καθολική Εκκλησία.
Και όμως, για μία μεγάλη περίοδο στην ιστορία της Εκκλησίας, ακόμη και σήμερα, και για μία παράδοση του χριστιανισμού, όπως είναι η ανατολική χριστιανοσύνη, η προσωπικότητα του Αγίου Ιωσήφ παραμένει μία από τις πιο παρεξηγημένες και υποτιμημένες.
Με την ευκαιρία της επισημότητας του Αγίου Ιωσήφ, στις 19 Μαρτίου, σύμφωνα με το λατινικό εορτολόγιο, θα παρουσιάσουμε ένα μέρος από μία διάλεξη που είχαμε δώσει με την ευκαιρία του Έτους του Αγίου Ιωσήφ.
Είναι τόσο περιορισμένες οι ειδήσεις που μας προσφέρουν τα Ευαγγέλια για τον Άγιο Ιωσήφ, ώστε την περιέργεια των χριστιανών ανέλαβε να την ικανοποιήσει ένα απόκρυφο ευαγγέλιο του 2ου μ. Χ. αιώνα. Πρόκειται για το λεγόμενο «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου», μη γνήσιο ευαγγέλιο, που έχει επηρεάσει κυρίως τον Ανατολικό Χριστιανισμό, κάποιες εορτές και την αγιογραφία του. Από αυτό το απόκρυφο ευαγγέλιο, μαθαίνουμε για παράδειγμα ότι ο Ιωσήφ ήταν ένας ηλικιωμένος χήρος με παιδιά, τα επονομαζόμενα «αδέλφια» του Ιησού. Πράγματι, οι ιερείς του ναού της Ιερουσαλήμ, συμφώνα με αυτό το ψευδοευαγγέλιο, έδωσαν αυτόν τον ηλικιωμένο χήρο ως νυμφίο στην Μαριάμ. Ακόμα και ο Ν. Καζαντζάκης επηρεάστηκε από αυτό το απόκρυφο βιβλίο στο μυθιστόρημα του«Ο τελευταίος πειρασμός».
Ο λόγος αυτού του τεχνάσματος, ήταν κυρίως, για να προστατευθεί η παρθενία της Παναγίας. Με αυτό τον τρόπο, όμως, υποβαθμίζεται η Μαριάμ, καθώς πράγματι δεν έμεινε παρθένα από ανάγκη, αλλά από ελεύθερη επιλογή, διότι αυτό ήταν το σχέδιο του Θεού.
Η Παναγία και ο Ιωσήφ, την εποχή του γάμου τους ήταν νέα παιδιά. Πράγματι, την εποχή εκείνη, τα ζευγάρια τελούσαν το γάμο τους σε πολύ νεαρή ηλικία. Από τα γραπτά των ραβίνων της εποχής μαθαίνουμε πως τα κορίτσια δεν έπρεπε να νυμφευτούν σε ηλικία μικρότερη των 12 χρόνων και τα αγόρια μικρότερη των δεκατεσσάρων. Με μεγάλη πιθανότητα, λοιπόν, σύμφωνα με τους σύγχρονους μελετητές της Αγίας Γραφής, ο Ιωσήφ έπρεπε να ήταν περίπου 18 ετών και η Μαριάμ 14 με 15 όταν ενώθηκαν σε κοινωνία γάμου.
Στους πρώτους τρείς αιώνες της Εκκλησίας, ο Άγιος Ιωσήφ παραμένει σχεδόν άγνωστος στους Πατέρες και στους ιερούς συγγραφείς της Εκκλησίας και μονάχα ο Άγιος Ιουστίνος και ο Ωριγένης κάνουν κάποια σύντομη αναφορά, όταν εξηγούν τα ευαγγελικά κείμενα που τον αφορούν σε σχέση με την Παναγία. Γενικά οι Έλληνες Πατέρες είναι πολλοί φειδωλοί σχετικά με τον Ιωσήφ και κάπως πιο πλούσιες είναι οι αναφορές που καταλείπουν οι Δυτικοί Πατέρες.
Από τον Μεσαίωνα, όμως και μετά, υπογραμμίζεται όλο και περισσότερο η σπουδαιότητα του Αγίου Ιωσήφ στην ιστορία της σωτηρίας. Είναι χαρακτηριστικό πως ο DanteAlighieri (1265 -1321) στο αποκορύφωμα του αριστουργήματός του, την Θεία Κωμωδία, επικαλείται την προστασία του Αγίου Ιωσήφ μετά από αυτήν της Παναγίας.
Από τον 17ο αιώνα και μετά πολλαπλασιάζονται στη Δύση οι μελέτες που αφορούν στον Άγιο Ιωσήφ. Γράφτηκαν, δηλαδή, πολυσέλιδοι τόμοι για έναν άνθρωπο για τον οποίον τα Ευαγγέλια δεν μας άφησαν ούτε μια λέξη δική του. Μας αναφέρουν μόνο την ταπεινή του παρουσία στην υπηρεσία του Ιησού και της Παναγίας.
Όσον αφορά τη διδασκαλία των Παπών σχετικά με αυτόν τον Άγιο, αρκεί να θυμηθούμε αυτά που γράφει ο Πάπας Φραγκίσκος για αυτόν τον Άγιο στην πραγματικά θαυμάσια Αποστολική Επιστολή του: «Με καρδιά ενός Πατέρα»: «Μετά την Αγία Θεοτόκο Μαρία – γράφει ο Πάπας – κανένας Άγιος δεν απασχόλησε τόσο το διδακτικό έργο των Παπών όσο ο Ιωσήφ, ο Μνήστωρ αυτής. Οι Προκάτοχοί μου εμβάθυναν στο μήνυμα που περικλείεται στις λίγες πληροφορίες τις οποίες μας μετέδωσαν τα Ευαγγέλια, με σκοπό να φανεί πληρέστερα ο κεντρικός ρόλος του Ιωσήφ στην ιστορία της σωτηρίας». Ο Πάπας με αυτές τις λέξεις υπογραμμίζει το ότι η σπουδαιότητα του Αγίου Ιωσήφ έγκειται στο γεγονός «του κεντρικού ρόλου του στην ιστορία της σωτηρίας».
«Ιστορία της σωτηρίας» σημαίνει πραγματοποίηση στο ιστορικό γίγνεσθαι του αιωνίου σχεδίου του Θεού να ενώσει του ανθρώπους με τον εαυτό του, μέσω του Ενσαρκωμένου Λόγου του, τον Ιησού από την Ναζαρέτ, τον Μεσσία, και σε αυτό συνίσταται η σωτηρία των ανθρώπων. Σε αυτό το σχέδιο, ο φτωχός μεροκαματιάρης από ένα άγνωστο χωριό της παρακατιανής Γαλιλαίας, ο πολύ νεαρός Ιωσήφ, καλείται από τον Θεό να παίξει έναν «κεντρικό ρόλο». Ο Πάπας Φραγκίσκος επαναλαμβάνει αυτήν την πεποίθηση διάφορες φορές και σε μία από αυτές, μας αναφέρει και τα λόγια του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου: «Το μεγαλείο του Αγίου Ιωσήφ έγκειται στο γεγονός ότι υπήρξε ο σύζυγος της Παρθένου Μαρίας και ο θετός πατέρας του Ιησού. Με αυτή την ιδιότητα «έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία όλου του σχεδίου της σωτηρίας», όπως βεβαιώνει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος», καταλήγει ο Ποντίφικας.
«Δεν μπορούμε να γνωρίσουμε καλά την Μαριάμ, ούτε ακόμα και τον Ιησού -γράφει ένας σύγχρονος Γάλλος θεολόγος – χωρίς να γνωρίσουμε αυτόν που ο Θεός διάλεξε για μια μοναδική αποστολή: να γίνει ο «άνδρας της Παναγίας και ο θετός πατέρας του Ιησού» (AlexisLépicier). Πάνω σε αυτά τα δύο γεγονότα, βασίζεται όλη η θεολογία που αφορά στον Άγιο Ιωσήφ και ακόμα όλη η Αποστολική Επιστολή «Με καρδιά ενός Πατέρα» του Πάπα Φραγκίσκου, αλλά και οι ομιλίες που ο ίδιος έδινε στους πιστούς κατά τη διάρκεια της εβδομαδιαίας ακρόασης του Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου
Στο επόμενο κείμενο μας θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε το κεντρικό ρόλο που αυτός ο ταπεινός και ταπεινωμένος από την ιστορία άνθρωπος, επιτέλεσε στην ιστορία της σωτηρίας.
_______________________________________________________________________
(2ο μέρος)
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η σπουδαιότητα του Αγίου Ιωσήφ στην «ιστορία της Σωτηρίας, συνίσταται στο γεγονός πως ο Ιησούς – ιστορικά – είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, επειδή είναι ο «Υιός του Δαβίδ», αλλά αυτό το γεγονός οφείλεται ακριβώς στον Άγιο Ιωσήφ. Μας λέει το Ευαγγέλιο: «Ανέβηκε τότε και ο Ιωσήφ από τη Γαλιλαία, από την πόλη Ναζαρέτ, στην Ιουδαία, στην πόλη του Δαβίδ που ονομάζεται Βηθλεέμ, επειδή καταγόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ» (Λουκάς 2, 4-5).
Ο όρος «μεσσίας», αποτελεί ελληνική μεταφορά του εβραϊκού όρου μασιάχ, που σημαίνει «χρισμένος» ή Χριστός. Δηλαδή πρόκειται για τον κεχρισμένο Βασιλιά, απόγονο του Βασιλιά Δαβίδ, που περίμεναν οι Εβραίοι.
«Υιός του Δαβίδ» είναι επομένως ο τίτλος που αποδίδεται στον Μεσσία ως κατά σάρκα απόγονος του βασιλιά Δαβίδ. Δεκαεπτά φορές τα Ευαγγέλια ονομάζουν τον Ιησού «Υιό του Δαβίδ». Έτσι, για παράδειγμα, η γυναίκα της οποίας η κόρη βασανίστηκε από δαίμονα (Μτ. 15,22), οι δύο τυφλοί άνδρες στην άκρη του δρόμου (Μτ. 20, 30) και ο Βαρτίμαιος ο τυφλός (Μκ. 10, 47) επικαλούνται τον Ιησού ως «Υιό του Δαβίδ». Κατά την είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ, τα πλήθη τον υποδέχονται κραυγάζοντας: «Ωσαννά (ζήτω) στον Υιό του Δαβίδ» (Μτ. 21, 9). Αποκαλώντας τον Ιησού «Υιό του Δαβίδ», αυτοί οι απλοί άνθρωποι δήλωναν ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας.
Πράγματι, αυτός ο τίτλος αποτελεί την πραγματοποίηση μίας από τις σπουδαιότερες προφητείες που αφορούσαν στον Μεσσία. Πρόκειται για τη γνωστή προφητεία του Ναθάν που διαβάζουμε στο Β’ Βιβλίο του Σαμουήλ (6ο με 7οαιώνα π. Χ.). Ο Θεός υπόσχεται στον Δαβίδ, ότι θα του δώσει έναν απόγονο του οποίου η βασιλεία θα παραμείνει αιώνια (Βλ. Β’ Σαμουήλ 7, 12-16). Το ίδιο και ο Προφήτης Ιερεμίας (Βλ. 33, 15– 16).
Οι Ψαλμοί «υπενθυμίζουν» αυτήν την υπόσχεση. Διαβάζουμε π.χ. στον Ψαλμό 132: «Ορκίστηκε λόγο αληθινό στον Δαβίδ ο Κύριος, * και δεν θα τον αθετήσει: «Έναν καρπό των σπλάχνων σου * θα βάλω επάνω στον θρόνο σου»(Ψαλ. 132 [131], 11).
Αυτές ήταν μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές προφητείες που αφορούσαν τον Μεσσία. Ο Ιησούς ήταν ο υποσχόμενος Μεσσίας επειδή ανήκε στους απογόνους του Δαβίδ, του οποίου θα είχε κληρονομήσει τον θρόνο. Για αιώνες οι Εβραίοι έζησαν με αυτήν την ελπίδα. Αυτή η αναμονή τους έδινε δύναμη να ξεπεράσουν τις καταστροφές, την σκλαβιά.
Με τον ερχομό του Ιησού της Ναζαρέτ, έπρεπε να πειστούν οι Εβραίοι της εποχής εκείνης ότι αυτός ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας διότι ήταν απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ.
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, που γράφει το Ευαγγέλιό του για τους Εβραίους, ακριβώς για να αποδείξει ότι στον Ιησού πραγματοποιούνται οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, παρέχει τη γενεαλογική απόδειξη ότι ο Ιησούς, κατά την ανθρώπινη φύση του, ήταν άμεσος απόγονος του Δαβίδ. Αυτό το μεσσιανικό σημείο πραγματοποιείται μέσω του Ιωσήφ. Ο Ιησούς είναι «Υιός του Δαβίδ», δηλαδή Μεσσίας, διότι ο Ιωσήφ προέρχεται από τον «οίκο του Δαβίδ», η γέφυρα μεταξύ του Ιησού και του Δαβίδ είναι ο Ιωσήφ και αυτό διότι ο ίδιος είναι ο «ανήρ» της Μαρίας και γι’ αυτόν το λόγο ο νόμιμος πατέρας του Ιησού.
Αν ο Ευαγγελιστής Λουκάς περιγράφει την παρθενική γέννηση του Ιησού από την Μαρία, ο Ματθαίος περιγράφει την μεσσιανική γέννηση του Ιησού από τον Ιωσήφ. Δεν είναι τυχαίο που ο Θεός, στη Θεία του Πρόνοια, επέλεξε τον Ιωσήφ για να τον καταστήσει άνδρα της Μαρίας, άλλωστε αυτό έγινε, για να αποτελέσει ο Ιωσήφ, τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του Ιησού και του Δαβίδ.
Ο Ιωσήφ αν και δεν είναι βιολογικός πατέρας του Ιησού, μπροστά στο νόμο και τη δημόσια γνώμη, ήταν ο αληθινός του πατέρας. Και ενεργεί ως αληθινός πατέρας με όλα τα δικαιώματα του πατέρα που του παρέχει ο νόμος, όπως όταν δίνει το όνομα στο βρέφος σύμφωνα με την εντολή του Αγγέλου.
Όλα αυτά ήταν αναγκαία για να φανερωθεί ο Ιησούς στους συμπολίτες του ως ο Μεσσίας, ο αναμενόμενος από αιώνες. Βέβαια, οι Εβραίοι της εποχής εκείνης, ερμήνευσαν την μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού ως πολιτική εξουσία. Για αυτούς ο Μεσσίας, θα φανερώνονταν ως πολιτικός απόγονος του Δαβίδ, γιατί θα είχε έλθει για να αποκαταστήσει το γήινο βασίλειο του Δαβίδ και να απελευθερώσει τον Ισραήλ από τους Ρωμαίους κατακτητές.
Ο Ιησούς δυσκολεύτηκε, ακόμα και με τους Αποστόλους, να τους εξηγήσει πως η βασιλεία του δεν είναι από αυτόν τον κόσμο και ότι η δόξα του περνά αναγκαστικά από το σταυρό και το θάνατο. Είναι μεν ο Μεσσίας από τον «οίκο του Δαβίδ», αλλά είναι ταυτόχρονα ο πάσχων δούλος του Ιαχβέ σύμφωνα με την προφητεία του Ησαΐα (Ησ. 53, 5 -12).
Ο Ιωσήφ με το να δεχθεί να πάρει μαζί του την Μαρία, σύμφωνα με τα λόγια του Αγγέλου, δέχεται την μεσσιανική πατρότητά του. Όπως η Παρθένα από την Ναζαρέτ, στον ευαγγελισμό του Αγγέλου δέχεται να γίνει μητέρα του Ιησού, έτσι και ο Ιωσήφ, στον δικό του ευαγγελισμό, δέχεται να εισάγει τον Ιησού στον «οίκο του Δαβίδ».
Πρόκειται γι’ αυτόν τον Ιησού που όλοι ονόμαζαν «υιό του Ιωσήφ» (Λκ. 3,23). Ακόμα και η μητέρα του, η Μαρία, στο ναό της Ιερουσαλήμ, απευθυνόμενη στον δωδεκάχρονο Ιησού, ονομάζει τον Ιωσήφ: «Ο Πάτερα σου και εγώ» (Λκ. 2, 48).
Ο λαός, μπροστά στην άγνωστη μέχρι τότε διδασκαλία του Ιησού και τα θαύματά του αναρωτιέται: «ουχ ούτος έστιν ο του τέκτονος υιός;» (Μτ. 13, 55). Εδώ πρέπει να υπενθυμίσουμε πως ο όρος «τέκτων» δεν αναφέρεται μόνο στον ξυλουργό, αλλά σε εκείνους που απασχολούνταν σε πολλαπλές χειρωνακτικές εργασίες.
+ Ιωάννης Σπιτέρης
Αρχιεπίσκοπος

πρώην Κερκύρας   

Τρίτη 20 Μαΐου 2025

Το Ευαγγέλιο του Θωμά (Απόκρυφο Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης)

 

   

    Το Ευαγγέλιο του Θωμά αποτελεί συλλογή λογίων του Ιησού τα οποία εμφανίζουν γνωστικιστικές επιρροές. Θεωρείται απόκρυφο σύμφωνα με τον κανόνα της Καινής Διαθήκης. Παρόλο που η καταγραφή του συγγράμματος αποδίδεται στον Απόστολο Θωμά, ο συγγραφέας θεωρείται ανώνυμος. Η συγγραφή του αραμαϊκού ή ελληνικού πρωτοτύπου τοποθετείται στον 2ο ή 3ο αιώνα. Το πληρέστερο αντίγραφο του Ευαγγελίου του Θωμά βρέθηκε μεταξύ των υπόλοιπων χειρόγραφων που ανακαλύφτηκαν το 1945 στην περιοχή Ναγκ Χαμαντί. Η συγγραφή του χειρόγραφου χρονολογείται περίπου στον 4ο αιώνα. Είναι γραμμένο σε πάπυρο στην κοπτική γλώσσα και ανήκει στο Τμήμα Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου. Αποτελείται από 114 λόγια του Ιησού Χριστού κατανεμημένα σε αντίστιχες παραγράφους. 
Στο λόγιο 14 διαβάζουμε: «O Ιησούς είπε: Εάν νηστεύετε, διαπράττετε αμαρτία στον εαυτό σας· και εάν προσεύχεσθε, θα κατακριθείτε, και εάν δίνετε ελεημοσύνη, θα κάνετε κακό στα πνεύματά σας…».
Στο λόγιο 97 διαβάζουμε: «O Ιησούς είπε· H βασιλεία του (πατέρα) μοιάζει με γυναίκα η οποία κουβαλάει ένα μεγάλο αγγείο αλεύρι, (και) πορεύεται σε μακρινό δρόμο. Εσπασε το χερούλι του αγγείου και το αλεύρι σκορπίστηκε πίσω της στο δρόμο. Αυτή όμως δεν το αντιλήφθηκε, δεν πρόσεξε το κακό».
Στο λόγιο 114 διαβάζουμε: «O Σίμων Πέτρος είπε σ’ αυτούς. Ας φύγει από μας η Μαριάμ, γιατί οι γυναίκες δεν είναι άξιες της ζωής. O Ιησούς είπε· Να, θα την ελκύσω, ώστε να την κάνω άνδρα, για να γίνει και αυτή πνεύμα ζωντανό όμοιο με εσάς τους άνδρες· γιατί κάθε γυναίκα που θα γίνει άνδρας θα εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών».

Τις 114 παραγράφους με τα λόγια του Ιησού Χριστού μπορείτε να τα διαβάσετε στην παρακάτω ιστοσελίδα :https://omilosmeleton.gr/wp-content/uploads/2018/01/Gospel_of_Thomas.pdf

Το Ευαγγέλιο κατά Πέτρον (Απόκρυφο Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης)

 


Το Ευαγγέλιο κατά Πέτρον αποτελείται από 60 στίχους και αναφέρεται στην Σταύρωση, την Αποκαθήλωση και στην Ανάσταση του Ιησού Χριστού.  Το περιεχόμενο του κειμένου δεν έχει καμία απολύτως σχέση τόσο με το κήρυγμα όσο και με τις θεολογικές τοποθετήσεις του Αποστόλου Πέτρου. Ανάγεται το πιθανότερο στο 2ο αιώνα, γιατί μνημονεύεται από το Σεραπίωνα Αντιοχείας το 190 μ.Χ. και βρέθηκε το 1886 στην Αίγυπτο, στην περιοχή της αρχαίας Πανόπολης.

 

 

Ευαγγελιον κατα Πετρον 

 

1...τ[ων] δε Ιουδαιων ουδεις ενιψατο τας χειρας, ουδε Ηρωδης ουδε τις των κριτων αυτου. Και μη βουληθεντων νιψασθαι ανεστη Πειλατος·

 

2 και τοτε κελευει Ηρωδης ο βασιλευς παρ[αλη]μφθηναι τον ΚΝ,ειπων αυτοις οτι «οσα εκελευσα υμιν ποιησαι αυτω ποιησατε».

 

3  Ιστηκει  δε  εκει  Ιωσηφ, ο  φιλος  Πειλατου  και  του ΚY, και  ειδως  οτι σταυρισκειν αυτον μελλουσιν ηλθεν προς τον Πειλατον και ητησε το σωμα του ΚY προς  ταφην.

 

4 Και ο Πειλατος πεμψας προς Ηρωδην ητησεν αυτου το σωμα

 

5 και ο Ηρωδης εφη· «Αδελφε Πειλατε, ει και μη τις αυτον ητηκει, ημεις αυτον εθαπτομεν ,επει και σαββατον επιφωσκει. Γεγραπται γαρ εν τω νομω ηλιον μη δυναι επι πεφονευμενω.» Και παρεδωκεν αυτον τω λαω προ μιας των αζυμων, της εορτης αυτων.

 

6 Οι δε λαβοντες τον ΚΝ ωθουν αυτον τρεχοντες και ελεγον· «Ευρομεν τον υιον του ΘY εξουσιαν αυτου εσχηκοτες.»

 

7 Και πορφυραν αυτον περιεβαλον και εκαθισαν αυτον επι καθεδραν κρισεως λεγοντες· «Δικαιως κρινε,βασιλευ του Ισραηλ.»

 

8 Και τις αυτων ενεγκων στεφανον ακανθινον εθηκεν επι της κεφαλης του Κυρίου

 

9 και ετεροι εστωτες ενεπτυον αυτου ταις οψεσι και αλλοι τας σιαγονας αυτου εραπισαν, ετεροι καλαμω ενυσσον αυτον και τινες αυτον εμαστιζον λεγοντες· «Ταυτη τη τιμη τιμησωμεν τον υιον του ΘY.»

 

10 Και ηνεγκον δυο κακουργους και εσταυρωσαν ανα μεσον αυτων τον ΚΝ· αυτος δε εσιωπα ως μηδεν πονον εχων·

 

11 και οτε εωρθωσαντον σταυρον επεγραψαν οτι «ουτος εστιν ο βασιλευς του Ισραηλ».

 

12 Και τεθεικοτες τα ενδυματα εμπροσθεν αυτου διεμερισαντο, και λαχμον εβαλον επ' αυτοις

13. Εις δετις των κακουργων εκεινων ωνειδισεν αυτους λεγων· «Ημεις δια τα κακα εποιησαμεν  ουτω  πεπονθαμεν, ουτος  δεσωτηρ  γενομενος  των ανθρωπων τι ηδικησεν υμας;»

 

14 Και αγανακτησαντες επ'  αυτω εκελευσαν ινα  μη σκελοκοπηθη οπως βασανιζομενος αποθανη.

 

15 Ην δεμεσημβρια,και σκοτος κατεσχε πασαν την Ιουδαιαν· και εθορυβουντο και ηγωνιων μη ποτε ο ηλιος εδυ επειδη ετι εζη· γεγραπται <γαρ> αυτοις ηλιον μη δυναι επι πεφονευμενω.

 

16. Και τις αυτων ειπεν· «Ποτισατε αυτον χολην μετα οξους»· και κερασαντες εποτισαν.

 

17 Και επληρωσαν  παντα  και ετελειωσαν  κατά της  κεφαλης  αυτων  τα αμαρτηματα.

 

18 Περι ηρχοντο  δε πολλοι μετα λυχνων  νομιζοντες οτι  νυξ  εστιν <και>επεσαντο.

 

19 Και ο ΚΣ ανεβοησε λεγων· «Η δυναμις μου, η δυναμις, κατελειψας με»· και ειπων ανεληφθη.

 

20 Και αυτης ωρας διεραγη το καταπετασμα του ναου της Ιερουσαλημ εις δυο.

 

21 Και τοτε απεσπασαν τους ηλους απο των χειρων του ΚYκαι εθηκαν αυτόν επι της γης· και η γη πασα εσεισθη και φοβος μεγας εγενετο.

 

22. Τοτε ηλιος ελαμψε καιευρεθη ωρα ενατη

 

23. Εχαρησαν δε οι Ιουδαιοι και δεδωκασι τω Ιωσηφ το σωμα αυτου ινα αυτό θαψη, επειδη θεασαμενος ην οσα αγαθα εποιησεν.

 

24 Λαβων δε τον Κυριον ελουσε και ειλησε σινδονι και εισηγαγεν εις ιδιον ταφον καλουμενον Κηπον Ιωσηφ.

 

25 Τοτε οι Ιουδαιοι και οι πρεσβυτεροι και οι ιερεις γνοντες οιον κακον εαυτοις εποιησαν ηρξαντο κοπτεσθαι και λεγειν· «Ουαι ταις αμαρτιαις ημων· ηγγισεν η κρισις και το τελος Ιερουσαλημ.»

 

26 Εγω δε μετα των εταιρων ελυπουμην, και τετρωμενοι  κατά διανοιαν εκρυβομεθα· εζητουμεθα  γαρ υπ'  αυτων ως  κακουργοι  και ως  τον ναον θελοντες εμπρησαι.

 

27 Επι δε του τοις  πασιν ενηστευομεν  και εκαθεζομεθα  πενθουντες  και κλαιοντες νυκτος και ημερας εως του σαββατου.

 

28 Συναχθεντες  δε οι γραμματεις  και Φαρισαιοι  και πρεσβυτεροι  προς αλληλους, ακουσαντες οτι ο λαος  απας  γογγυζει  και κοπτεται  τα στηθη λεγοντες οτι «ειτω θανατω αυτου ταυτα τα μεγιστα σημεια γεγονεν, ιδετε οτι ποσον δικαιος εστιν»,

 

29 εφοβηθησαν οι πρεσβυτεροι και ηλθον προς Πειλατον δεομενοι αυτου και λεγοντες·

 

30 «Παραδος ημιν στρατιωτας, ινα φυλαξωμεν το μνημα αυτου επι τρεις ημ[ερα]ς, μη ποτε ελθοντες οι μαθηται αυτου κλεψωσιν αυτον και υπολαβη ο λαος οτι εκ νεκρων ανεστη, και ποιησωσιν ημιν κακα.»

 

31 Ο δε Πειλατος  παραδεδωκεν  αυτοις  Πετρωνιον  τον  κεντυριωνα  μετα στρατιωτων φυλασσειν τον ταφον. Και συν τουτοις ηλθον πρεσβυτεροι και γραμματεις επι το μνημα.

 

32 Και κυλισαντες λιθον μεγαν μετα του κεντυριωνος και των στρατιωτων ομου παντες οιοντες εκει εθηκαν επι τη θυρα του μνηματος.

 

33 Και επεχρισαν επτα σφραγιδας, και σκηνην εκει πηξαντες εφυλαξαν.

 

34. Πρωΐας δε επιφωσκοντος του σαββατου, ηλθεν οχλος από Ιερουσαλημ και της περιχωρου ινα ιδωσι το μνημειον εσφραγισμενον.

 

35 Τη δε νυκτι επεφωσκεν η κυριακη, φυλασσοντων των στρατιωτων ανα δυο κατά φρουραν, μεγαλη φωνη εγενετο εν τω ουρανω.

 

36 Και ειδον ανοιχθεντας τους ουρανους και δυο ανδρας κατελθοντας εκειθεν, πολύ φεγγος εχοντας και εγγισαντας τω ταφω.

 

37 Ο δε λιθος εκεινος  οβεβλημενος  επι τη θυρα αφ' εαυτου κυλισθεις επεχωρησε παρα μερος, και ο ταφος ηνοιγη και αμφοτεροι οι νεανισκοι εισηλθον.

 

38 Ιδοντες ουν οι στρατιωται εκεινοι εξυπνισαν  τον  κεντυριωνα  και τους πρεσβυτερους – παρησαν γαρ και αυτοι φυλασσοντες – ,

 

39 και εξηγουμενων αυτων α ειδον, παλιν ορωσιν εξελθοντας από του ταφου τρεις ανδρας και τους δυο τον ενα υπορθουντας και σταυρον ακολουθουντα αυτοις,

 

40 και των  μεν  δυο  την  κεφαλην χωρουσαν  μεχρι  του ουρανου, του δε χειραγωγουμενου υπ' αυτων υπερβαινουσαν τους ουρανους·

 

41 και φωνης  ηκουον εκ  των  ουρανων  λεγουσης·  «Εκηρυξας  τοις κοιμωμενοις;»

 

42 Και υπακοη ηκουετο από του σταυρου οτι «ναι».

 

43 Συνεσκεπτοντο ουν αλληλοις εκεινοι απελθειν και ενφανισαι ταυτα τω Πειλατω·

 

44 και ετι διανοουμενων αυτων φαινονται παλι να νοιχθεντες οι ουρανοι και ΑΝΟΣ τις κατελθων και εισελθων εις το μνημα.

 

45 Ταυτα ιδοντες οι περι τον κεντυριωνα νυκτος εσπευσαν προς Πειλατον, αφεντες  τον  ταφον  ον  εφυλασσον, και  εξηγησαντο  παντα  απερ  ειδον, αγωνιωντες μεγαλως και λεγοντες· «Αληθως υιος ην ΘY.»

 

46 Αποκριθεις ο Πειλατος εφη· «Εγω καθαρευω του αιματος του υιου του Θεου, υμιν δε τουτο εδοξεν.»

 

47 Ειτα προσελθοντες παντες εδεοντο αυτου και παρεκαλουν κελευσαι τω κεντυριωνι και τοις στρατιωταις μηδενι ειπειν α ειδον·

 

48 «Συμφερει γαρ, φασιν, ημιν οφλησαι μεγιστην αμαρτιαν εμπροσθεν του Θεου και μη εμπεσειν εις χειρας του λαου των Ιουδαιων και λιθασθηναι.»

 

49 Εκελευσεν ουν ο Πειλατος τω κεντυριωνι και τοις στρατιωταις μηδεν ειπειν.

 

50 Ορθρου  δε  της  κυριακης  Μαριαμ  η  Μαγδαληνη, μαθητρια  του ΚY  – φοβουμενη  δια  τους  Ιουδαιους, επειδη  εφλεγοντο  υπο  της  οργης, ουκ εποιησεν επι τω μνηματι του ΚY α ειωθεσαν ποιειν αι γυναικες επι τοις αποθνησκουσι τοις αγαπωμενοις αυταις – ,

 

51 λαβουσα μεθ' εαυτης τας φιλας ηλθεν επι το μνημειον οπου ην τεθεις.

 

52 Και εφοβουντο μη ιδωσιν αυτας οι Ιουδαιοι και ελεγον· «Ει και μη εν εκεινη τη ημερα η εσταυρωθη εδυνηθημεν κλαυσαι και κοψασθαι, καν νυν επι του μνηματος αυτου ποιησωμεν ταυτα.

 

53 Τις δε αποκυλισει ημιν και τον λιθον τον τεθεντα επι της θυρας του μνημειου, ινα  εισελθουσαι  παρακαθεσθωμεν  αυτω και ποιησωμεν  τα οφειλομενα;

 

54 Μεγας γαρ ην ο λιθος, και φοβουμεθα μη τις ημας ιδη. Και ει μη δυναμεθα, καν επι της θυρας βαλωμεν α φερομεν εις μνημοσυνην αυτου, κλαυσωμεν και κοψωμεθα εως ελθωμεν εις τον οικον ημων.»

 

55 Και απελθουσαι  ευρον  τον  ταφον ην εωγμενον·  και προσελθουσαι παρεκυψαν εκει, και ορωσιν εκει τινα νεανισκον καθεζομενον <εν> μεσω του ταφου ωραιον και περιβεβλημενον στολην λαμπροτατην, οστις εφη αυταις·

 

56 «Τι ηλθατε; τιν α ζητειτε; μη τον σταυρωθεντα εκεινον; Ανεστη και απηλθεν· ειδε μη πιστευετε, παρα κυψατε και ιδετε τον τοπον ενθα εκειτο, οτι ουκ εστιν· ανεστη γαρ και απηλθεν εκειοθεν απεσταλη.»

 

57 Τοτε αι γυναικες φοβηθεισαι εφυγον.

 

58 Ην  δε τελευταια ημερα  των αζυμων, και πολλοι τινες εξηρχοντο υποστρεφοντες εις τους οικους αυτων της εορτης παυσαμενης.

 

59 Ημεις δε οι δωδεκα μαθηται του ΚYεκλαιομεν και ελυπουμεθα, και εκαστος λυπουμενος δια το συμβαν απηλλαγη εις τον οικον αυτου.

 

60. Εγω δε Σιμων Πετρος και Ανδρεας ο αδελφος μου λαβοντες ημων τα λινα απηλθαμεν εις την θαλασσαν· και ην συν ημιν Λευεις ο του Αλφαιου,ον ΚΣ…

 

 

Βιβλιογραφία

Α. https://docplayer.gr/78468447-Eyaggelion-kata-petron-a.html

Β. https://www.oodegr.com/oode/grafi/apokryfa/apokr_evaggelia1.htm

Γ. https://www.dogma.gr/dialogos/poia-einai-ta-apokryfa-evangelia/135922/

Δευτέρα 19 Μαΐου 2025

Το καθ᾿ Εβραίους Ευαγγέλιον (Απόκρυφο Ευαγγέλιο)

     Το καθ᾿ Εβραίους Ευαγγέλιον γράφτηκε από κάποιον Εβραίο χριστιανό, (το όνομα του οποίου δεν είναι γνωστό) πρώτα στην Αραμαϊκή γλώσσα. Στην ουσία πρόκειται για το κύριο μέρος του Ευαγγελίου του Ματθαίου, επί του οποίου ο συγγραφέας προσέθεσε πολλές φανταστικές πληροφορίες και αφηγήματα.

Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου* (Απόκρυφο Ευαγγέλιο) (Η γέννηση της Θεοτόκου, του Ιησού Χριστού και ο θανάτωση του Ζαχαρία) Το πρωτοευαγγέλιο βασίζεται σε μια σειρά κειμένων από τον 3ο μ.Χ έως και τον 13ο μ.Χ αιώνα.


 1.1Στις ιστορίες των δώδεκα φυλών του Ισραήλ γίνεται λόγος για τον Ιωακείμ, που ήταν πολύ πλούσιος και συνήθιζε να προσφέρει διπλά τα δώρα του στο Ναό, λέγοντας: «Ας είναι ένα μέρος της περιουσίας μου για το λαό και ένα άλλο αφιερωμένο στον Κύριο μου για να συγχωρεί τις αμαρτίες μου και για τον εξιλασμό μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα τον Κυρίου η μεγάλη και οι υιοί Ισραήλ πρόσφεραν τα δώρα τους. Στάθηκε τότε μπροστά του ο Ρουβείμ και του είπε: «Δεν σου επιτρέπεται να προσφέρεις πρώτος τα δώρα σου, αφού δεν έκανες απογόνους στον Ισραήλ». 3. Ο Ιωακείμ τότε λυπήθηκε πολύ και πήγε στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ μονολογώντας: «Θα κοιτάξω προσεκτικά στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, για να διαπιστώσω αν είμαι ο μόνος που δεν έκανα απογόνους στον Ισραήλ». Ερεύνησε και βρήκε οτι όλοι οι δίκαιοι ανάστησαν απογόνους στον Ισραήλ. Θυμήθηκε και τον πατριάρχη Αβραάμ που την έσχατη ώρα του χάρισε ο Θεός υιό, τον Ισαάκ. 4. Λυπήθηκε πολύ ο Ιωακείμ και δεν εμφανίστηκε στη γνναίκα του, αλλά κατευθύνθηκε στην έρημο, όπου έστησε τη σκηνή του, νήστεψε επίσης σαράντα μερόνυχτα μονολογώντας: «Δεν θα κατεβώ ούτε για φαγητό ούτε για ποτό, έως ότου με επισκεφτεί ο Κύριος, ο Θεός μου, και θα είναι τροφή και ποτό η προσευχή μου».

2. 1. Η γυναίκα του η Άννα θρηνούσε δύο θρήνους και οδυρόταν δύο οδυρμούς, έλεγε: «Θα οδύρομαι για τη χηρεία μου, θα οδύρομαι για την ατεκνία μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και της είπε η δούλη της η Ιουδίθ: «Έως πότε θα ταπεινώνεις τον εαυτό σου; Να έφτασε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και δεν επιτρέπεται να πενθείς. Πάρε, λοιπόν, αυτή τη μαντίλα που μου έδωσε η κυρία του εργαστηρίου, δεν αρμόζει άλλωστε σε εμένα να τη φορώ, γιατί εγώ είμαι δούλα, ενώ αυτή έχει βασιλικά χαρακτηριστικά». 3. Και η Άννα της αποκρίθηκε: «Φύγε από κοντά μου, και εγώ δεν τα προκάλεσα αυτά, αλλά ο Κύριος με ταπείνωσε, μήπως όμως κάποιος πανούργος σου χάρισε το μαντήλι και ήρθες να μοιραστείς μαζί μου την αμαρτία σου;" Και η Ιουδίθ απάντησε: «Γιατί να σε καταραστώ, αφού ο Κύριος έκλεισε τη μήτρα σου για να μην δώσεις καρπό στον Ισραήλ»; 4. Στεναχωρήθηκε πολύ η Άννα. Πέταξε απο πάνω της τα πένθιμα ρούχα, έλουσε το κεφάλι της και ντύθηκε τα νυφικά της φορέματα. Κατά την ένατη ώρα κατέβηκε στον κήπο να περπατήσει. Είδε μια δάφνη, κάθησε κάτω απο αυτήν και ικέτεψε με τέτοια θερμά λόγια τον Κύριο: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε με και εισάκουσε τη δέηση μου, όπως ευλόγησες τη μήτρα της Σάρρας και της έδωκες υιό, τον Ισαάκ».

3. 1. Καθώς έστρεψε τα μάτια της προς τον ουρανό, είδε μια φωλιά σπουργιτιών μέσα στη δάφνη και θρήνησε μέσα της λέγοντας: «Αλίμονο σε μένα, ποιος με γέννησε; ποιά μήτρα με έφερε στον κόσμο; Γεννήθηκα καταραμένη ανάμεσα στους υιούς Ισραήλ και με χλεύασαν στο Ναό του Κυρίου. 2. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα πετεινά του ουρανού, αφού ακόμη και τα πετεινά του ουρανού είναι γόνιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα θηρία της γης, γιατί ακόμη και τα θηρία είναι γόνιμα ενώπιον Σον, Κύριε. 3. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε αυτά τα (τρεχούμενα) νερά, αφού ακόμη και τα νερά είναι γονιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε τούτη εδώ τη γη, γιατί ακόμη και τούτη η γη προσφέρει τους καρπούς της στον κατάλληλο καιρό και Σε ευλογεί, Κύριε».

4. 1. Και να ένας άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε: «Άννα, Άννα, ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση σου, θα συλλάβεις και θα γεννήσεις και θα μιλούν για το σπέρμα σου σε όλη την οικουμένη». Και η Άννα αποκρίθηκε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου, εάν γεννήσω, είτε αγόρι είτε κορίτσι, θα το προσφέρω ως δώρο στον Κύριο, τον Θεό μου, να τον υπηρετεί όλες τις ημέρες της ζωής του». 2. Ήλθαν τότε δύο αγγελιοφόροι και της είπαν: «Να, ο Ιωακείμ, o άνδρας σου, έρχεται με τα πρόβατα του». Άγγελος Κυρίου είχε κατεβεί σε αυτόν και του είπε: «Ιωακείμ, Ιωακείμ, ο Κύριος, ο Θεός εισάκουσε τη δέηση σου, κατέβα λοιπόν από αυτόν τον τόπο, γιατί η γυναίκα σου θα συλλάβει». 3. Κατέβηκε τότε ο Ιωακείμ, κάλεσε τους βοσκούς του και τους παράγγειλε: «Φέρτε εδώ δέκα προβατίνες χωρίς κηλίδα ή ψεγάδι για να τις προσφέρω θυσία στον Κύριο, το Θεό μου, φέρτε μου επίσης δώδεκα μοσχάρια τρυφερά για να τα προσφέρω στους ιερείς και τη γερουσία και φέρτε μου τέλος και εκατό κατσίκια για όλο το λαό». 4. Και να ο Ιωακείμ έφθασε με τα κοπάδια του και η Άννα στάθηκε στην πύλη, σαν είδε τον Ιωακείμ να έρχεται, έτρεξε και κρεμάστηκε στο λαιμό του λέγοντας: «Τώρα ξέρω καλά ότι ο Κύριος, ο Θεός μου έδωκε πλούσια την ευλογία Του, γιατί να που η χήρα δεν θα είναι πια χήρα και να που η άτεκνος θα συλλάβει». Ο Ιωακείμ ξεκουράστηκε την πρώτη ημέρα στο σπίτι του.

5. l.Την επόμενη μέρα πρόσφερε τα δώρα του αναλογιζόμενος: «Αν ο Κύριος, ο Θεός, μου δώσει χάρη, θα μου (το) φανερώσει το πέταλο του ιερέα». Πρόσφερε, λοιπόν, ο Ιωακείμ τα δώρα του και παρατηρούσε το πέταλο του ιερέα καθώς ανέβηκε στο θυσιαστήριο του Κυρίου και δεν είδε τίποτε να μαρτυρεί αμαρτία εναντίον του. Και είπε ο Ιωακείμ: «Τώρα ξέρω ότι ο Κύριος μου έδωσε τη χάρη του και συγχώρησε όλα τα αμαρτήματα μου». Έτσι κατέβηκε δικαιωμένος απο το Ναό του Κυρίου και γύρισε στο σπίτι του. 2. Εν τω μεταξύ συμπληρώθηκαν οι μήνες της και τον ένατο μήνα η Άννα γέννησε. Ρώτησε τη μαία: «Τι γέννησα»; Και εκείνη της αποκρίθηκε: «Κορίτσι». Είπε τότε η Άννα: «Η ψυχή μου σήμερα ευφράνθηκε όσο ποτέ άλλοτε» και την έβαλε στο κρεβάτι. Όταν συμπληρώθηκαν οι μέρες της, η Άννα πλύθηκε, έδωσε στο παιδί της το μαστό της για να θηλάσει και την ονόμασε Μαριάμ.

6. 1. Μέρα με τη μέρα το κορίτσι μεγάλωνε και όταν έγινε έξι μηνών, την κράτησε η μητέρα της ορθια για να δει αν στέκεται. Η Μαριάμ έκανε επτά βήματα και έπεσε στην αγκαλιά της. Την άρπαξε τότε η Άννα, τη σήκωσε υψηλά και είπε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου δεν θα περπατήσεις στη γη, έως οτου σε οδηγήσω στο Ναό του Κυρίου». Και διαμόρφωσε στο υπνοδωμάτιο της ένα εξαγνισμένο χώρο, οπου τίποτε το μολυσμένο ή ακάθαρτο δεν επέτρεπε να περάσει. Κάλεσε επίσης τις αμόλυτες θυγατέρες των Εβραίων για να παίζουν μαζί της. 2. Όταν το κορίτσι έγινε ενός έτους, ο Ιωακείμ έκανε γιορτή μεγάλη. Κάλεσε τους ιερείς, τους γραμματείς, τη γερουσία και όλο το λαό του Ισραήλ. Παρουσίασε τότε ο Ιωακείμ την κόρη του στους ιερείς και την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε αυτήν την κόρη και χάρισε της όνομα ξακουστό και αιώνιο σε όλες τις γενιές». Και ο λαός αποκρίθηκε: «Γένοιτο, γένοιτο, αμήν». Την παρουσίασε επίσης στους αρχιερείς και αυτοί την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, στρέψε το βλέμμα Σου σε αυτή την κόρη και ευλόγησε την με την έσχατη και ολοκληρωτική ευλογία, που ανώτερη της δεν υπάρχει». 3. Την πήρε στην αγκαλιά της η μητέρα της και την οδήγησε στον εξαγνισμένο χώρο του υπνοδωματίου της, οπου της έδωσε το μαστό της για να θηλάσει. Και έψαλε η Άννα αυτό το άσμα στον Κύριο, τον Θεό: «Θα ψάλω ένα άσμα στον Κύριο, τον Θεό μου, γιατί με σπλαχνίστηκε και με απάλλαξε από τη ντροπή των εχθρών μου. Μου έδωσε ο Κύριος καρπό της δικαιοσύνης Του, μοναδικό και πολλαπλάσιο ενώπιον Του. Ποιος θα αναγγείλει στους υιούς της φυλής Ρουβείμ ότι η Άννα θηλάζει; Ακούστε, ακούστε, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ότι η Άννα θηλάζει». Κι αφού την έβαλε να αναπαυτεί στον εξαγνισμένο χώρο, βγήκε και υπηρετούσε τους καλεσμένους. Όταν τελείωσε το δείπνο, έφυγαν γεμάτοι αγαλλίαση, δοξάζοντας τον Θεό του Ισραήλ.

7. 1. Καθώς περνούσαν οι μήνες, το παιδί μεγάλωνε. Όταν έγινε δύο ετών, είπε ο Ιωακείμ στην Άννα: «Ας την οδηγήσουμε στο ναό του Κυρίου, για να εκπληρώσουμε την υπόσχεση που δώσαμε, μήπως μας στείλει ο Κύριος την οργή Του και δεν γίνει δεκτό τότε το Δώρο μας». Η Άννα τότε απάντησε: «Ας περιμένουμε το τρίτο έτος, για να μην αποζητήσει το κορίτσι τον πατέρα ή την μητέρα». Και o Ιωακείμ είπε: «Ας περιμένουμε». 2. Όταν έγινε τριών χρόνων το κορίτσι, είπε ο Ιωακείμ: «Προσκαλέστε τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων να πάρουν απο μια λαμπάδα, που θα κρατούν αναμμένη, ώστε να μην στραφεί το κορίτσι προς τα πίσω και μείνει αιχμάλωτη η καρδιά της μακριά απο το Ναό του Κυρίου». Έτσι έκαναν, λοιπόν, ώσπου ανέβηκαν στο ναό του Κυρίου, όπου ο ιερέας την υποδέχτηκε, την ασπάστηκε, την ευλόγησε και είπε: «Ο Κύριος δόξασε το όνομα σου σε όλες τις γενιές. Μέσα από εσένα θα αποκαλύψει o Κύριος στις έσχατες ημέρες τη λύτρωση Του στους Ισραηλίτες». 3. Ο ιερέας την έβαλε να καθίσει στον τρίτο αναβαθμό του θυσιαστηρίου. Ο Κύριος, ο Θεός, της έδωσε χάρη και χόρεψε (με τα πόδια της) και όλος ο λαός του Ισραήλ την αγάπησε.

8. l. Οι γονείς της επέστρεψαν γεμάτοι θαυμασμό και δοξάζοντας τον δεσπότη Θεό, γιατί η κόρη τους δεν στράφηκε προς τα πίσω. H δε Μαρία ζούσε στο Ναό του Κυρίου τρεφόμενη σαν περιστέρι και έπαιρνε την τροφή της απο το χέρι αγγέλου. 2.Όταν έγινε δώδεκα ετών, έκαναν συμβούλιο οι ιερείς συζητώντας: «Να η Μαρία έγινε δωδεκαετής ζώντας στο Ναό του Κυρίου, τι να κάνουμε λοιπόν με αυτήν για να μην μολύνει τον ιερό χώρο του Κυρίου»; Και είπαν στον αρχιερέα: «Εσύ στέκεσαι μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου, είσελθε, λοιπόν, και ό,τι σου αποκαλύψει ο Κύριος αυτό θα κάνουμε». 3. Ο αρχιερεάς φόρεσε το δωδεκακώδωνο άμφιο εισήλθε στα άγια των αγίων και προσευχήθηκε για αυτήν. Και να άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε και είπε: «Ζαχαρία, Ζαχαρία, βγες έξω και συγκέντρωσε τους χήρους του λαού να φέρει ο καθένας ένα ραβδί και σε όποιον ο Κύριος δείξει κάποιο σημάδι, αυτού θα γίνει γυναίκα». Βγήκαν οι κήρυκες σε όλη την περιοχή της Ιουδαίας, ήχησε η σάλπιγγα του Κυρίου και έτρεξαν όλοι.

9. 1. Ο Ιωσήφ έριξε το σκεπάρνι και πήγε να τους συναντήσει. Όταν συγκεντρώθηκαν, πήγαν με τα ραβδιά στον αρχιερέα. Εκείνος πήρε τα ραβδιά όλων, εισήλθε στο Ναό και προσευχήθηκε. Αφού τελείωσε την προσευχή, πήρε τα ραβδιά, βγήκε και  τους τα παρέδωσε. Κανένα όμως σημάδι δεν υπήρχε σε αυτά. Το τελευταίο ραβδί το πήρε ο Ιωσήφ και να ένα περιστέρι ξεπήδηαε από το ραβδί και πέταξε πάνω στο κεφάλι του Ιωσήφ. Ο ιερέας είπε τότε  στον Ιωσήφ: «Σε σένα έλαχε ο κλήρος να παραλάβεις την παρθένο του Κυρίου υπό την προστασία σου». 2. Ο Ιωσήφ όμως απάντησε: «Έχω γιους και είμαι γέρος, ενώ αυτή είναι νεαρή, θα με περιγελάσουν οι υιοί Ισραήλ». Και ο ιερέας αποκρίθηκε στον Ιωσήφ: «Φοβήσου τον Κύριο, τον Θεό σου, και θυμήσου τι έκανε ο Θεός στον Δαθάν, τον Αβειρών και τον Κορέ, πως δηλαδή σχίστηκε η γη και τους κατάπιε εξαιτίας της αντιλογίας τους. Και τώρα φοβήσου και εσύ Ιωσήφ, μήπως συμβούν αυτά στο σπίτι σου». 3. Φοβήθηκε ο Ιωσήφ και την παρέλαβε υπό την προστασία του. Και είπε ο Ιωσήφ στη Μαρία: «Να, σε παρέλαβα απο το Ναο του Κυρίου και τώρα σε αφήνω στο σπίτι μου, πηγαίνω να χτίσω τις οικοδομές μου και θα επιστρέψω κοντά σου: Ο Κύριος θα σε διαφυλάξει».

10. 1. Συσκέφθηκαν οι ιερείς και είπαν: «Ας κάνουμε ένα παραπέτασμα για τον Ναό του Κυρίου». Και ο ιερέας πρόσταξε: «Καλέστε μου αμόλυντες παρθένες απο τη φυλή του Δαβίδ». Οι υπηρέτες πήγαν και αναζήτησαν και βρήκαν επτά παρθένες. Θυμήθηκε τότε ο ιερέας και το κορίτσι, την Μαριάμ, που καταγόταν απο τη φυλή του Δαβίδ και ήταν αμόλυντη ενώπιον του Θεού. Πήγαν τότε οι υπηρέτες και την έφεραν. 2. Τις οδήγησαν στο Ναο του Κυρίου και είπε ο ιερέας: «Ρίξτε κλήρο ποιά θα υφάνει το χρυσό και ποιά τον αμίαντο, ποιά το λινό και ποιά το μετάξι, ποιά το υακίνθινο και ποιά το κόκκινο και ποια την αληθινή πορφύρα». Κληρώθηκε στη Μαριάμ η αληθινή πορφύρα και το κόκκινο, τα πήρε και πήγε σπίτι της. Εκείνο τον καιρό έχασε τη λαλιά του ο Ζαχαρίας και τον αντικατέστησε ο Σαμουήλ, έως ότου ο Ζαχαρίας ξαναμίλησε. Η Μαρία πήρε το κόκκινο και άρχισε να κλώθει.


11. 1. Πήρε την στάμνα και πήγε να τη γεμίσει νερό. Και να μια φωνή της λέει «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου, ευλογημένη Συ εν γνναιξίν». Εκείνη έστρεψε το βλέμμα της δεξιά αριστερά, για να καταλάβει απο που έρχεται αυτή η φωνή. Κατατρομαγμένη γύρισε σπίτι της, τακτοποίησε τη στάμνα, πήρε την πορφύρα, κάθισε στην καρέκλα της και έκλωθε. 2. Και να άγγελος Κυρίου στάθηκε μπροστά της και της είπε: «Μη φοβάσαι Μαριάμ, βρέθηκε περίσσεια η χάρη του Θεού, που είναι Κύριος των πάντων, για σένα, γι’αυτό θα συλλάβεις απο το λόγο του». Όταν το άκουσε αυτό αναρωτήθηκε: Θα συλλάβω εγώ απο τον Κύριο, τον ζώντα Θεό, και θα γεννήσω οπως γεννά κάθε γνναίκα; 3. Και ο άγγελος Κυρίου αποκρίθηκε: «Όχι έτσι Μαριάμ, γιατί δύναμη Κυρίου θα σε καλύψει. Γι’αυτό και το άγιο παιδί θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, αυτός θα σώσει το λαό από τις αμαρτίες του. Και η Μαριάμ απάντησε: «Ιδού η δούλη Κυρίου ενώπιον Του, ας γίνει αυτό που λες». 12. 1. Αφού τελείωσε την πορφύρα και το κόκκινο, τα πήγε στον ιερέα, αυτός την ευλόγησε και είπε; «Μαριάμ, ο Κύριος δόξασε το όνομά σου, θα είσαι ευλογημένη σε όλες τις γενιές της γης». 2. Γεμάτη χαρά η Μαριάμ πήγε στην Ελισάβετ, τη συγγένισσα της, και χτύπησε την πόρτα. Ακούγοντας το χτύπο η Ελισάβετ, παραμέρισε το κόκκινο νήμα, έτρεξε προς την πόρτα και την άνοιξε. Όταν είδε τη Μαριάμ, την ευλόγησε και είπε: «Πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφτεί η μητέρα του Κυρίου μου; Γιατί να, αυτό που κρατώ στα σπλάχνα μου σκίρτησε και σε ευλόγησε. Η Μαρία, εν τω μεταξύ, είχε λησμονήσει τα μυστήρια για τα οποία της μίλησε ο αρχάγγελος Γαβριήλ και ατενίζοντας τον ουρανό είπε: «Ποία είμαι εγώ Κύριε που όλες οι γενιές με ευλογούν;». 3. Έμεινε τρεις μήνες στην Ελισάβετ. Μέρα ομως με τη μέρα η κοιλιά της μεγάλωνε. Φοβήθηκε η Μαριάμ, γύρισε στο σπίτι της και κρυβόταν απο τους υιούς Ισραήλ. Ήταν τότε δεκαέξι ετών όταν συνέβαιναν αυτά τα μυστήρια.


13. 1. Ήταν στον έκτο μήνα, οταν τελικά ήλθε ο Ιωσήφ απο τις οικοδομικές του ασχολίες και μπαίνοντας στο σπίτι του, την βρήκε έγκυο. Χτύπησε το πρόσωπο του και ρίχτηκε κάτω σε ένα σάκκο, έκλαψε πικρά και είπε: «Με τι πρόσωπο θα αντικρίσω τον Κύριο, τον Θεό μου; Ποία προσευχή να κάνω γι’αυτήν την κόρη; Παρθένο την παρέλαβα απο το Ναό του Κυρίου, του Θεού μου, και δεν την προφύλαξα. Ποιος μου έστησε παγίδα; Ποιος έκανε αυτήν την πονηρία μέσα στο ίδιο μου το σπίτι και μόλυνε την παρθένο; Μήπως σε εμένα επαναλήφθηκε η ιστορία του Αδάμ; Γιατί οπως ακριβώς την ώρα που δοξολογούσε ο Αδάμ το Θεό, ήρθε ο όφις βρίσκοντας μόνη την Εύα και την εξαπάτησε, έτσι ακριβώς συνέβη και σε μένα». 2. Σηκώθηκε ο Ιωσήφ απο το σάκκο, κάλεσε την Μαριάμ και της είπε: «Τι είναι αυτό που έκανες ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου, που σε φρόντιζε; Γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και που έπαιρνες τροφή απο χέρι αγγέλου»; 3. Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Είμαι αμόλυντη εγώ και με άνδρα δεν είχα σχέσεις». Ρώτησε τότε ο Ιωσήφ: «Απο που λοιπόν συνέλαβες τον καρπό της κοιλίας σου;» Και αυτή απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, δεν ξέρω απο που είναι».


14. 1.
O Ιωσήφ φοβήθηκε πολύ, απομακρύνθηκε και έπεσε σε περισυλλογή, τι να κάνει με αυτή. Και αναλογίστηκε: «Εάν κρύψω το αμάρτημά της, θα βρεθώ να αντιμάχομαι το νόμο του Κυρίου». Εάν πάλι την φανερώσω στους υιούς Ισραήλ, φοβούμαι μήπως υπάρχει κάτι το αγγελικό σε αυτήν και βρεθώ να έχω παραδώσει έναν αθώο στο θάνατο.Τι να κάμω με αυτή; Κρυφά θα τη διώξω μακριά μου». Με τέτοιες σκέψεις τον πρόλαβε η νύκτα. 2. Και να άγγελος Κυρίου εμφανίζεται στο όνειρό του και του λέγει: «Μη φοβηθείς αυτό το κορίτσι, γιατί αυτο που βρίσκεται στα σπλάχνα της προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό από τα αμαρτήματα του». Σηκώθηκε τότε ο Ιωσήφ από τον ύπνο και δόξασε τον Θεό που του χάρισε την ευλογία αυτή, και πρόσεχε την Μαριάμ.


15. 1. Τον καιρό εκείνο ήρθε σ' αυτόν ο γραμματέας Άννας και του είπε: «Τι συνέβη και δεν φάνηκες στη σύναξη μας;» Ο Ιωσήφ του απάντησε: «Ήμουν ταλαιπωρημένος από το ταξίδι και ξεκουράστηκα την πρώτη μέρα». Στράφηκε τότε και είδε ο Άννας τη Μαριάμ έγκυο. 2.Φεύγει τρέχοντας προς τον ιερέα και του λέει: «Ο Ιωσήφ, για τον οποίον εσύ δίνεις μαρτυρία, παρανόμησε πολύ σοβαρά». Ρώτησε τότε ο ιερέας: «Γιατί μου το λες αυτό;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Την παρθένο που παρέλαβε από το Ναό του Κυρίου, τη μόλυνε, ολοκλήρωσε το γάμο με αυτήν κρυφά και δεν το φανέρωσε στους υιούς Ισραήλ». Αναρωτήθηκε τότε ο ιερέας: «Έκανε τέτοιο πράγμα ο Ιωσήφ;». «Στείλε υπηρέτες και θα βρεις έγκυο την παρθένο", απάντησε ο Άννας ο γραμματέας. Πήγαν οι υπηρέτες και τη βρήκαν στην κατάσταση που περιέγραψε ο Άννας. Οδήγησαν τότε αυτήν και τον Ιωσήφ στο δικαστήριο. 3. Είπε ο ιερέας: «Μαρία, γιατί το έκανες αυτό; γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου; Εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και λάμβανες τροφή απο χέρι αγγέλου, εσύ που άκουσες τους ύμνους και χόρεψες μπροστά στο Θεό, γιατί το έκανες αυτό;». Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, είμαι καθαρή ενώπιον Του και δεν έχω σχέση με άντρα». 4. Είπε τότε ο ιερέας στον Ιωσήφ: «Γιατί το έκανες αυτο;» Ο Ιωσήφ απάντησε: «Ζει Κύριος, εγώ είμαι καθαρός με αυτήν». Και ο ιερέας πρόσθεσε: «Μην παίρνεις ψεύτικο όρκο αλλά φανέρωσε την αλήθεια· ολοκλήρωσες κρυφά το γάμο μαζί της, δεν το φανέρωσες στους υιούς Ισραήλ, αλλά και δεν έσκυψες το κεφάλι σου στο κραταιό (θεϊκό) χέρι, για να ευλογηθεί το σπέρμα σου». Ο Ιωσήφ έμεινε σιωπηλός.


16. 1. Είπε ο ιερέας: «Δώσε πίσω την παρθένο που παρέλαβες απο το Ναό του Κυρίου». Τότε ο Ιωσήφ άρχισε να κλαίει. Ο ιερέας συνέχισε: «Θα σας δώσω να πιείτε το ‘ύδωρ της ελέγξεως του Κυρίου’ που θα φανερώσει ενώπιον σας τις αμαρτίες σας». 2. Πήρε ο ιερέας και έδωσε στον Ιωσήφ να πιεί, στέλνοντας τον στο βουνό. Και επέστρεψε σώος. Έδωσε και στη Μαριάμ να πιει στέλνοντάς την στο βουνό. Και επέστρεψε σώα. Θαύμασε τότε όλος ο λαός , αφού δεν βρέθηκε αμαρτία σε αυτούς. 3. Και είπε ο ιερέας: «Αφού ο Κύριος δεν αποκάλυψε αμαρτίες σε σας, ούτε εγώ σας κατακρίνω» και τους άφησε ελεύθερους. Πήρε ο Ιωσήφ τη Μαριάμ και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος και δοξάζοντας το Θεό του Ισραήλ.

17. 1. Ο βασιλιάς Αύγουστος εξέδωσε διαταγή να απογραφούν όλοι όσοι κατάγονται απο τη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Και αναλογίστηκε ο Ιωσήφ: «Εγώ θα απογράψω τους γιους μου, με αυτό το κορίτσι όμως τι να κάνω; Πώς θα την απογράψω; Ως γυναίκα μου; Ντρέπομαι. Ως θυγατέρα μου; Μα όλοι οι υιοί Ισραήλ γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι κόρη μου. Αυτή είναι η ημέρα του Κυρίου, ας ενεργήσει όπως θέλει». 2. Έστρωσε το υποζύγιο, την έβαλε να καθίσει, πήρε τα γκέμια ο γιος του και ο Ιωσήφ ακολουθούσε. Πορεύτηκαν κοντά τρία μίλια έτσι. Σε μια στιγμή ο Ιωσήφ στράφηκε και είδε τη Μαρία σκυθρωπή και αναλογίστηκε: «Ίσως ο καρπός της την κάνει να πονά». Γυρίζει πάλι ο Ιωσήφ και την είδε να γελά, και είπε: «Μαρία, τι συμβαίνει; Το πρόσωπο σου το βλέπω πότε γελαστό και πότε σκυθρωπό». Η Μαρία απάντησε: «Είναι επειδή βλέπω ενώπιον μόνο δύο λαούς, έναν που κλαίει και θρηνεί και έναν που χαίρεται και αναγαλλιάζει». 3. Είχαν διασχίσει τη μισή διαδρομή και είπε η Μαριάμ: «Κατέβασε με από το υποζύγιο, επειδή αυτό που υπάρχει μέσα μου με πιέζει να εξέλθει». Την κατέβασε από το υποζύγιο και της είπε: «Πού να σε πάω και πού να σκεπάσω τη ντροπή σου; Ο τόπος είναι έρημος».


18. 1. Εκεί βρήκε ένα σπήλαιο, την έβαλε μέσα και άφησε τους γιους του να την φροντίζουν. Κατόπιν βγήκε να αναζητήσει μαμή στα μέρη της Βηθλεέμ. 2. Εγώ ο Ιωσήφ περπατούσα και όμως δεν προχωρούσα, έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά και είδα τον αέρα πλημμυρισμένο με φως, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και τον είδα σταματημένο και τα ουράνια πουλιά ακίνητα. Και κοίταξα προς τη γη και είδα χάμω μια σκάφη και εργάτες ανασηκωμένους με τα χέρια μέσα στη σκάφη· όσοι έτρωγαν δεν έτρωγαν και όσοι σήκωναν το κεφάλι δεν μπορούσαν να το κατεβάσουν, όσοι πάλι άνοιγαν το στόμα τους δεν μπορούσαν να το κλείσουν, αλλά ολλονών τα πρόσωπα ήταν στραμμένα προς τον ουρανό. Είδα και πρόβατα να περνούν και τα πρόβατα στάθηκαν ακίνητα και, όταν σήκωσε το χέρι του ο βοσκός για να τα χτυπήσει, έμεινε υψηλά. Και έριξα τα μάτια μου στον χείμαρρο και διέκρινα τα στόματα των μικρών προβάτων ανοιχτά χωρίς να πίνονν. Και ξαφνικά όλα εξακολούθησαν την πορεία τους.


19. 1. Και να μια γυναίκα που κατέβαινε απο το βουνό με ρώτησε: «Άνθρωπε που πηγαίνεις;» Εγώ απάντησα: "Ψάχνω μαμή Εβραία». Εκείνη μου αποκρίθηκε: «Και ποια είναι η ετοιμόγεννη στο σπήλαιο;» Εγώ απάντησα: «Η μνηστή μου». Μου είπε: «Δεν είναι σύζυγός σου;» Εγώ αποκρίθηκα: «Είναι η Μαριάμ που ανατράφηκε στο Ναό του Κυρίου και μου έλαχε ως γυναίκα υπό την προστασία μου. Φυσικά, λοιπόν, δεν είναι σύζυγός μου, αλλά έχει συλλάβει καρπό απο το Άγιο Πνεύμα». «Είναι αλήθεια αυτό;». «Έλα και δες», απάντησε ο Ιωσήφ και η μαμή πήγε μαζί του. 2. Σταμάτησαν όταν έφτασαν στο χώρο του σπηλαίου και να ένα φωτεινό σύννεφο επεσκίαζε το σπήλαιο και η μαμή αναφώνησε: «Γέμισε από δόξα η ψυχή μου σήμερα, παράδοξα είδαν τα μάτια μου, γιατί σωτήρας γεννήθηκε στον Ισραήλ». Ξάφνου το σύννεφο υποχώρησε από το σπήλαιο και φως μεγάλο έλαμψε μέσα στο σπήλαιο, ώστε ήταν αδύνατον να αντέξουν τα μάτια μας. Σε λίγο και εκείνο το φως έσβησε, ώσπου φάνηκε το βρέφος που ήρθε και πήρε το μαστό της μητέρας του, της Μαρίας. Και η μαμή ανεβόησε: «Μεγάλη μέρα για μένα σήμερα που είδα το καινούργιο αυτό θέαμα». 3. Βγαίνοντας η μαμή απο το σπήλαιο συνάντησε τη Σαλώμη και της είπε: "Σαλώμη, Σαλώμη, καινούργιο θέαμα έχω να σου διηγηθώ, μια παρθένος γέννησε παιδί που δεν το χωρά η φύση της». Και η Σαλώμη απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, μα αν δεν βάλω το δάκτυλο μου στη φύση της για να ερευνήσω, δεν θα πιστέψω ότι μια παρθένος γέννησε».

20. 1. Μπήκε στο σπήλαιο η μαμή και είπε στη Μαριάμ: «Πάρε την κατάλληλη θέση, γιατί μεγάλη φιλονικία υπάρχει γύρω απο εσένα». Έβαλε η Σαλώμη το δάκτυλό της στη φύση και έκραξε: «Αλίμονο στην αμαρτία και στην απιστία μου που θέλησα να δοκιμάσω τη δύναμη του ζώντος Θεού και να το χέρι μου αποκόπτεται με φωτιά». 2. Έπεσε στα γόνατα τότε λέγοντας στο Δεσπότη: «Θεέ των πατέρων μου, θυμήσου ότι είμαι απόγονος του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, κατάταξε με ανάμεσα στους πτωχούς, Συ γνωρίζεις δέσποτα, ότι έκανα θεραπείες στο όνομα σου και από Εσένα λάμβανα την ανταπόδοση μου». 3. Και να άγγελος Κυρίου ήρθε και της είπε: «Σαλώμη, Σαλώμη, σε άκουσε ο Κύριος, πρόσφερε το χέρι σου στο παιδί και κράτησέ το στην αγκαλιά, έτσι θα σωθείς και θα χαρείς». 4. Προσήλθε τότε η Σαλώμη, κράτησε το παιδί και είπε: «Θα προσκυνήσω Αυτό γιατί γεννήθηκε μεγάλος βασιλιάς στον Ισραήλ». Αμέσως θεραπεύτηκε η Σαλώμη, και βγήκε συγχωρημένη απο το σπήλαιο. Και τότε φωνή ακούστηκε να λέει: «Σαλώμη, Σαλώμη, μην αναγγείλεις όσα παράδοξα είδες, μέχρι να μπει το παιδί στα Ιεροσόλυμα».


21. 1. Και να ο Ιωσήφ ετοιμάστηκε να φύγει προς την Ιουδαία και θορυβος ξέσπασε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ήλθαν μάγοι ρωτώντας: «Πού βρίσκεται ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων; Είδαμε το αστέρι Του να ανατέλλει στην ανατολή και ήρθαμε να Τον προσκυνήσουμε». 2. Όταν το άκουσε ο Ηρώδης, ταράχτηκε και έστειλε υπηρέτες στους μάγους. Έστειλε και κάλεσε τους αρχιερείς και τους ανέκρινε ρωτώντας: «Πώς αναφέρονται τα σχετικά με τον Χριστό; Πού γεννιέται;» Εκείνοι απάντησαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, έτσι έχει γραφτεί». Αφού τους απέλυσε, ανέκρινε τους μάγους ρωτώντας: «Τι σημάδι είδατε για το γεννημένο βασιλιά;» Οι μάγοι απάντησαν: «Είδαμε ένα υπερμεγέθη αστέρα που έλαμψε και συσκότισε τους υπολοίπους, ώστε να μην φαίνονται· έτσι εμείς αντιληφθήκαμε ότι γεννήθηκε βασιλιάς στον Ισραήλ και ήλθαμε να τον προσκυνήσουμε». Είπε τότε ο Ηρώδης: «Πηγαίνετε και αναζητήστε τον και αν τον βρείτε, ειδοποιήστε και εμένα, για να τον προσκυνήσω». 3. Έφυγαν οι μάγοι και να ο αστέρας που είχαν δει στην ανατολή, τους οδηγούσε έως οτου έφτασαν στο σπήλαιο, και στάθηκε στην κορυφή του. Είδαν τότε οι μάγοι το παιδί με τη μητέρα Του και έβγαλαν από τους σάκους τους χρυσό, λίβανο και σμύρνα. 4. Αφού οι μάγοι πήραν οδηγίες από άγγελο να μην μπούνε στην Ιουδαία, απο άλλο δρόμο πορεύτηκαν για την πατρίδα τους.


22. 1. Όταν κατάλαβε ο Ηρώδης οτι τον ξεγέλασαν οι μάγοι, οργίστηκε και έστειλε φονιάδες παραγγέλνοντας τους: «Σκοτώστε τα βρέφη απο δύο χρονών και κάτω». 2. Όταν άκουσε η Μαριάμ ότι σκοτώνουν τα βρέφη, φοβισμένη πήρε το παιδί, το σπαργάνωσε και το έκρυψε σε ένα παχνί βοδιών. 3. Η δε Ελισάβετ όταν πληροφορήθηκε ότι ψάχνουν τον Ιωάννη, τον άρπαξε και κατευθύνθηκε προς την ορεινή περιοχή, ψάχνοντας χώρο για να τον κρύψει, αλλά χώρος για κρύψιμο δεν υπήρχε. Αναστέναξε τότε η Ελισάβετ με δυνατή φωνή και είπε: «Όρος Θεού δέξου τη μητέρα με το παιδί της». Και επειδή η Ελισάβετ δεν μπορούσε να ανέβει, αμέσως σχίστηκε το όρος και την δέχτηκε. Υπήρχε φως που τους φώτιζε, γιατί άγγελος Κυρίου ήταν μαζί τους και τους προστάτευε.


23. 1. Ο Ηρώδης έψαχνε τον Ιωάννη και έστειλε υπηρέτες στον Ζαχαρία ρωτώντας: «Πού έκρυψες τον γιο σου; «Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι λειτουργός του Θεού και βρίσκομαι στο Ναό του Κυρίου, δεν ξέρω που είναι ο γιος μου». 2. Έφυγαν οι υπηρέτες και ανακοίνωσαν στον Ηρώδη όλα αυτά. Οργισμένος ο Ηρώδης είπε: «Ο γιος του θα βασιλέψει στο Ισραήλ». Έστειλε πάλι υπηρέτες σε αυτόν ρωτώντας: «Πες την αλήθεια, που είναι ο γιος σου; Γνωρίζεις καλά ότι η ζωή σου είναι στα χέρια μου». 3. Και είπε ο Ζαχαρίας: «Μάρτυρας του Θεού θα γίνω αν χύσεις το αίμα μου, γιατί την ψυχή μου θα τη δεχτεί ο Δεσπότης, αφού αίμα αθώο χύνεις στα πρόθυρα του Ναού του Κυρίου». Στο γλυκοχάραμα σκότωσαν τον Ζαχαρία, οι υιοί όμως του Ισραήλ δεν γνώριζαν το φόνο.


24. 1. Αλλά την ώρα του ασπασμού έφυγαν οι ιερείς και δεν πήραν την ευλογία του Ζαχαρία συμφωνα με την τάξη. Στάθηκαν λοιπόν οι ιερείς περιμένοντας να ασπαστούν τον Ζαχαρία κατά την διάρκεια της προσευχής και να δοξάσουν τον Ύψιστο. 2. Αργούσε να φανεί και όλοι φοβήθηκαν, ένας μάλιστα από αυτούς τόλμησε και μπήκε, και είδε δίπλα στο θυσιαστήριο ξεραμένο αίμα και ακούστηκε μια φωνή να λέει: «Ο Ζαχαρίας φονεύτηκε και δεν θα εξαλειφθεί η μνήμη του φόνου, έως ότου έρθει αυτός που θα αποδώσει δικαιοσύνη». Όταν άκουσε αυτά φοβήθηκε, βγήκε έξω και ανήγγειλε τα συμβάντα στους ιερείς. 3. Τόλμησαν τότε και εισήλθαν και είδαν τι είχε γίνει, μέχρι και οι αψίδες του Ναού γέμισαν με τους εκκωφαντικούς θρήνους των ιερέων που ξέσχισαν τα ρούχα τους απο πάνω έως κάτω. Το σώμα του όμως δεν το βρήκαν παρά μόνο το αίμα του που είχε γίνει σαν πέτρα. Έντρομοι βγήκαν έξω και ανήγγειλαν στο λαό ότι ο Ζαχαρίας είχε φονευτεί. Το έμαθαν όλες οι φυλές του λαού, τον πένθησαν και τον θρήνησαν για τρία μερόνυκτα. 4. Μετά απο τρεις ημέρες συσκέφτηκαν οι ιερείς για τον αντικαταστάτη του και ο κλήρος έλαχε στον Συμεών. Αυτός είχε πληροφορηθεί από το άγιο Πνεύμα ότι δεν θα έβλεπε θάνατο έως ότου δει τον Μεσσία σαρκωμένο.


25. Εγώ ο Ιάκωβος που έγραψα την ιστορία αυτή στην Ιερουσαλήμ, όταν δημιουργήθηκε θόρυβος με το θάνατο του Ηρώδη, αποσύρθηκα στην έρημο ώσπου καταλάγιασε ο θόρυβος στην Ιερουσαλήμ, δοξάζοντας τον Δεσπότη Θεό που μου έδωσε τη χάρη και τη σοφία να συγγράψω αυτή την ιστορία. Ας είναι η χάρις σε όσους σέβονται τον Κύριο Ιησού Χριστό του οποίου η δόξα ας παρατείνεται στους αιώνες. 
Αμήν.

 


* Αναδημοσίευση από τη σελίδα: https://web.archive.org/web/20130123052323/http://www.myriobiblos.gr/bible/apocrypha/iakovos.asp