Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2023

Το χέρι που λάθεψε* ( μικρή ιστορία άγγλου αξιωματικού, Ελληνοκυπρίων στρατιωτών και του Αγίου Αντωνίου στο Στρυμονικό Σερρών)

 


 



γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

     Ο Άγγλος Αξιωματικός σήκωσε το χέρι ψηλά. Έδωσε το σύνθημα να αφιππεύσουν οι καβαλάρηδες και να ξεκουραστούν οι στρατιώτες λίγο πριν μπούνε στο Όρλιακο*. Κάλεσε τους υπαξιωματικούς του και τους συγκέντρωσε κάτω από ένα τεράστιο πλατάνι στη περιοχή του Πέγκου*

-     Μπροστά μας έχουμε το χωριό Όρλιακο. Οι κάτοικοι του, όπως με πληροφόρησαν είναι φιλήσυχοι, αγρότες, κτηνοτρόφοι και βοσκοί.  Θα βρούμε κάποιο μέρος να διανυκτερεύουμε, να κάνουν μπάνιο οι στρατιώτες, τα ξεθυμάνουν τα άλογα και θα συνεχίσουμε μέχρι τις Σέρρες.  

Κανείς δεν έκανε ερωτήσεις, ήσαν όλοι κουρασμένοι και μύριζαν πολύ άσχημα. Είχαν να καθαριστούν πάνω από είκοσι μέρες και η τσίκνα αγκάλιαζε το κορμί τους  με μια αλλόκοτη θέρμη. Τα νύχια είχαν πληγιάσει τα κορμιά, που μάτωναν από το ξύσιμο και αναζητούσαν απεγνωσμένα λίγο νερό για να πλυθούν. Ο ποταμός που κυλούσε δίπλα τους, ξεροποτάμι κατ΄ ουσία δεν είχε παρά ελάχιστο νερό. Φεγγοβόλαε τούτο και χανόταν η μικρή ορμή του μέσα στη πρώτη τρύπα πέρα από το μεγάλο πλατάνι. Ποιος να πρώτο προλάβει να κοινωνήσει το σώμα του μέσα σε τούτη την ξεραΐλα.

-      Λοχαγέ ακούστηκε από τη δεξιά πλευρά. Ένας βοσκός, εδώ παρά πέρα, μας είπε ότι στα δύο χιλιόμετρα το πολύ υπάρχει εκκλησία. Χριστιανική Εκκλησία. Έχει νερό εκεί και χώρο να κοιμηθούμε. Να πάμε λοχαγέ. Είμαστε όλοι κουρασμένοι.

Δεν χρειάστηκε περισσότερη αξιολόγηση της πληροφορίες. Ο Λοχαγός με τους υπαξιωματικούς του, έβαλαν σε τάξη τον λόχο και κίνησαν για την εκκλησιά. Στα δεξιά και στα αριστερά του χωματόδρομου στάνες και γιδοπρόβατα, αγελάδες ξεπρόβαλαν μουγκρίζοντας, πλαστικά δοχεία και μια μεγάλη στέρνα με θολό νερό. Με μια κοφτή κίνηση απαγόρευσε να την πλησιάσει κανένας.

Η Εκκλησιά φάνηκε στα μάτια τους, βουτηγμένη μέσα στην αγκαλιά της γης. Τριγύρω ένα τεράστιο περιβόλι με κάθε λογής φρούτα. Ένα ανοικτός στάβλος φιλοξενούσε δύο μικρά γαϊδουράκια και μια κατσίκα. Κότες έτρεχαν αφηνιασμένες στη θέα του λόχου. Οι στρατιώτες χειροκρότησαν αυθόρμητα.

-      Θα φάμε λοχαγέ!

-      Δεν θα αγγίξετε τίποτα εάν δεν πάρετε εντολή από μένα τους είπε.

 

Στην πόρτα του προαυλίου βγήκε να τους συναντήσει ο ιερέας. Ένας γεράκος παπάς με ροζιασμένα τα λεπτοκαμωμένα χέρια του, άνοιξε την αγκαλιά του και τους καλοδέχτηκε.

 

-      Καλώς τους, καλώς ήρθατε λοχαγέ τους είπε. Νικήσατε, έφτασαν και εδώ τα καλά νέα. Οι βούλγαροι τράπηκαν σε φυγή, μα και τα δικά μας παιδιά έχυσαν πολύ αίμα. Άκουσα πως τη μάχη που δώσατε πάνω από 300 αξιωματικοί  και πολλοί μα πάρα πολλοί  στρατιώτες άφησαν την πνοή τους στα χαρακώματα. Λυπάται ο Θεός, λυπάται πολύ για την κατάντια του ανθρώπου. Ελάτε, ελάτε στην αυλή του Αγίου Αντωνίου.

 

-      Παπά του απάντησε με αυστηρό τόνο, θέλουμε να κοιμηθούμε, κάπου να βάλουμε τα άλογα, να φάμε εάν μπορείς να κάμεις κάτι θα σε βοηθήσουν και δυο παιδιά μάγειροι και να πλυθούμε.

 

-      Μην χολοσκάς λοχαγέ. Να πίσω από την Εκκλησιά, υπάρχει βρύση, τουαλέτα. Τα άλογα στο στάβλο κι αν δεν φτάνει εδώ στην αυλή κι οι φαντάροι όλοι, όλοι στην εκκλησιά κάτω από τα μάτια του θεού και της Παναγίας.

 

    Κατέβηκαν από τα άλογα και τα μουλάρια. Τα οδήγησαν στο στάβλο και έριξαν μπάλες από άχυρο. Κάποια έδεσαν κάτω από τα δένδρα του περιβολιού κι άλλα έξω από την εκκλησιά δίπλα από τον ξεροπόταμο. Τα βόλεψαν. Οι δυο μάγειροι, Κυπριόπουλα, έπιασαν δέκα κότες, τις έσφαξαν και τις ετοίμασαν για ψήσιμο. Καθάρισαν και πατάτες, είχε ο παπάς ντομάτες και  κρεμμύδια στο μπαξέ του, έλειπε βέβαια το ψωμί κι ούτε πίστευαν πως είχε τη δύναμη να το πολλαπλασιάσει ο παππούλης

-      Αυτά μόνο στην Αγία Γραφή συμβαίνουν σχολίασε ο ένας και γέλασε.

 

Ο Αξιωματικός πήρε τους υπαξιωματικούς του και πήγε κατ ευθείαν στη βρύση. Γυμνώθηκε, έδωσε εντολή να κάνουν και οι άλλοι τούτο, πλύθηκε, στολίστηκε, έβαλε μια καινούργια στολή που είχε στο σάκο του και ξεχώρισε με μιας σαν αρχοντόπουλο. Το ίδιο και οι νεώτεροι υπαξιωματικοί.

Αφού τελείωσαν αυτοί κίνησαν το μπάνιο οι στρατιώτες. Γέμισε η πίσω αυλή του Αγίου Αντωνίου με γυμνά ψωριάρικα ανδρικά κορμιά, που διψούσαν από νερό. Σαν αγιασμός έτρεχε πάνω τους, παρέσερνε όλη τη βρωμιά των ημερών και το μπαρούτι της μάχης, χαίρονταν σαν μικρά παιδιά, χαίρονταν και ο θεός μαζί τους. Γέλαγε μετά μανίας ο Άγιος Αντώνιος.

 

Δεν πέρασε ούτε μια ώρα και φάνηκαν από τον πάνω μαχαλά να κατηφορίζουν χωριάτες κρατώντας μεγάλα κοφίνια στα χέρια τους. Μπροστά τους ο παπάς. Σαν μια μικρή πορεία νίκης, σαν μια πορεία φιλοξενίας.

-      Λοχαγέ φώναξε, να φέραμε να χορτάσουν τα στόματα. Ψωμί, κρέας, τυρί, βούτυρο  να λιγδώσει το στομάχι των παιδιών. Να αγκαλιαστούμε.

-      Είδες που τελικά γίνονται και θαύματα σε αυτή τη ζωή είπε ο ένας μάγειρας.

 

   Αφού ευχαρίστησε ο λοχαγός τους χωρικούς, χαμογέλασε του παπά, έδωσε διαταγή να μην πλησιάσει κανείς μέχρι αύριο το πρωί είπε τα ζωντανά. Θα κοιμηθούνε ένα βράδυ κι αύριο πρωί θα κινήσουν για τις Σέρρες. Έτσι και γίνηκε.

 

Ο Λοχαγός επέλεξε για τον ίδιο και τους υπαξιωματικούς να κοιμηθεί στον γυναικωνίτη. Όλοι οι στρατιώτες χάμω στην εκκλησιά, κάτω από τα βλέμματα των αγίων όπως είπε και ο παπάς.

 

-      Ανδρέα, απευθύνθηκε στον αρχαιότερο υπαξιωματικό, από την Άχνα της Κύπρου, έχεις προσέξει την εικόνα του Αγίου έξω από την Εκκλησία. Όλο χρυσάφι. Θα την έκανε σπουδαίος αγιογράφος και χαράκτης. Θα κοστίζει πολλά…

-      Λοχαγέ τι σκέφτεσαι, δεν είναι σωστό…

-      Μια σκέψη έκανα Ανδρέα, αν την παίρναμε θα την μοσχοπουλούσαμε, θα γινόμασταν πλούσιοι, θα …

-      Λοχαγέ μην σκέφτεσαι τέτοια. Σε άγιο τόπο είμαστε. Είδες πως μας φέρθηκαν…

-      Και τον Ιούδα καλά τον φέρθηκε ο Χριστός αλλά κείνος τον πρόδωσε

-      Κι είδες τι τέλος είχε…

-      Δεν πρόσεχε Ανδρέα, αν πρόσεχε θα πουλούσε καλύτερα το τομάρι του και την προδοσία

-      Η προδοσία είναι προδοσία και δεν πρέπει να είμαστε αχάριστοι με αυτούς που μας έδωσαν την φιλοξενία τους

-      Κάτι τέτοια μου λέτε εσείς οι Κυπραίοι και σας οικτίρω…

-      Λοχαγέ να κοιμηθούμε και τα λέμε αύριο.

-       

Γύρισε ο Ανδρέας από την άλλη πλευρά, μάζεψε το κορμί του στα δύο και χάθηκε το βλέμμα του στην οροφή και μέσα στο βλέμμα του Χριστού. Ένα χέρι σηκώθηκε και του έκανε νόημα να σωπάσει. Η σιωπή εκείνη τη στιγμή ήταν σαν ένα ελαφρύ πέρασμα στον παράδεισο.

          Ξημέρωσε κι ο ήλιος ακούμπησε τα χείλη του πάνω στην Εκκλησιά. Χαμογέλασε ο θεός για τη νέα μέρα που έδωσε στους ανθρώπους, χαμογέλασαν και εκείνοι που ξεκινούσε μια νέα μέρα. Φρεσκοξυρισμένοι όλοι τους συντάχθηκαν όξω από την εκκλησιά με τα άλογα και τα μουλάρια σε δυάδες. Στα πενήντα μέτρα δεκάδες χωριάτες, βοσκοί και αγρότες είχαν συνταχθεί να τους αποχαιρετήσουν.

-      Έτσι είμαστε εδώ στο χωριό λοχαγέ είπε ο παπάς. Πολλά δεν έχουμε αλλά ότι έχουμε θα σας το δώσουμε. Ακόμα και την ψυχή μας.

-      Να σου πω βρε γέροντα. Τούτη την εικόνα τι τη θέλετε; Ένας Άγιος είναι.

Θόλωσαν τα μάτια του παπά, χλόμιασε το πρόσωπό του.

-      Μην λες τέτοια λόγια λοχαγέ, τι αναφέρεις τώρα;

-      Να λέω να μας την δώσεις κι αν δεν μας την δώσεις θα την πάρουμε μόνοι μας

 

Οι υπαξιωματικοί κοιτάχτηκαν έντρομοι, οι στρατιώτες το ίδιο.

Οι κάτοικοι του χωριού κινήθηκαν με την απειλή στα μάτια τους. Μια αστραπή έδυσε τον ήλιο.

-      Ανδρέα είπε ο λοχαγός πάρε τον Πάμπο και τον Μηνά και κατεβάστε την εικόνα.

-      Λοχαγέ δεν μπορείς να ζητάς κάτι τέτοιο, δεν μπορώ να το κάνω.

-      Μην αρνείσαι διαταγή είναι

-      Θα σου φέρω τους στρατιώτες

 

Μα τόσο ο Πάμπος όσο και ο Μηνάς αρνήθηκαν. Σήκωσε το καμουτσίκι να τους βαρέσει μα δεν πρόκαμε. Μπήκε μπροστά ο παπά – Δημήτρης και έσκισε το μάγουλό του. Αίμα πηχτό έτρεχε, γέμισε το προαύλιο. Άρχισαν να φωνάζουν οι χωρικοί, μια αγριάδα φάνταζε στο πρόσωπό τους, κινήθηκαν κατά του λόχου…

-      Πίσω- πίσω φώναξαν οι πιο ψύχραιμοι, πίσω θα φύγουμε…

 

Κατέβηκε ο λοχαγός, με την όμορφη στολή του, άστραφταν τα γαλόνια στη αστραπή του θεού και ακούμπησε το χέρι του στη πόρτα της εκκλησιάς. Έκανε να φτάσει την εικόνα μα δεν μπορούσε, ήταν πολύ ψηλά.

-      Φωνάξτε μου πέντε Κυπραίους, γρήγορα να έρθουν εδώ πέντε

 

   Εμφανίστηκαν αμέσως οι στρατιώτες: Απόστολος Κ. Αποστόλου, από τον Καραβά και ο συντοπίτη του Γρηγόρης Χρ. Κατσαρή, από τη Λάπηθο, ο Λεωνίδα Οικονομίδη, από το Άρσος της Λεμεσού, ο Χρυσόστομος Ι. Οικονομίδη, από τα Λιμνιά και ο Δημήτριου Α. Παπαχριστοδούλου, από την Πάνω Ζώδια*.

 

-      Κατεβάστε γρήγορα την εικόνα.

-      Δεν είναι πρέπον λοχαγέ, εμείς δεν θα το κάνουμε. Εμείς είμαστε Χριστιανοί κι αλλιώς μάθαμε. Αν θες φώναξε τους Εγγλέζους, αυτοί πουλούν και τη μάνα τους.

 

    Φώναξε τότε δύο εγγλέζους στρατιώτες και αυτοί ετοιμάστηκαν να  κατεβάσουν την εικόνα του Αγίου. Μα τη στιγμή που την ακούμπησαν ο λοχαγός έβγαλε κραυγή μεγάλη. Σείστηκε η πόρτα της εκκλησιάς και μύρισε λιβάνι όλος ο χώρος. Τα πρώτα δένδρα του περιβολιού μαράθηκαν και η καμπάνα άρχισε να βαρά πένθιμα. Τα άλογα χλιμίντριζαν άσχημα, σαν ένας άνεμος περίεργος και λάβρος τα τύλιξε, κάποιοι στρατιώτες φώναξαν: έλεος, έλεος και οι χωρικοί έκαμαν βήματα πίσω. Ο Άγγλος αξιωματικός δεν μπορούσε να πάρει το χέρι του από τον τοίχο της εκκλησίας. Είχε κολλήσει. Οι εγγλέζοι στρατιώτες άρχισαν να σκάβουν τον τοίχο μα εκείνος ήταν πέτρα. Δεν γινόταν τίποτα.

 

Έφτασε κοντά τους ο γιατρός της μονάδας. Κοίταξε τον λοχαγό στα μάτια, κοίταξε το χέρι καρφωμένο στον τοίχο και πήρε γρήγορα την απόφαση.

-      Να το κόψουμε λοχαγέ, δεν υπάρχει άλλη λύση. Να το κόψουμε και να φύγουμε για Σέρρες γρήγορα, μακριά από τούτο τον τόπο.

-       

Ο Ανδρέας κάλεσε αμέσως και κρυφά έναν καλαμαρά και του είπε:

-      Αυτό γράψε το και να πεις πως έγινε δαμαί στο Όρλιακο. Να το αναφέρουμε και στον Διοικητή της Μεραρχίας*.

 

Βάφηκε ο τοίχος με αίμα. Σοβάρεψε το πρόσωπο του Αγίου Αντωνίου, αγρίεψαν τα μάτια του παπά – Δημήτρη. Ο Άγγλος λοχαγός ουρλιάζοντας από τον πόνο ξάπλωσε σε ένα φορείο. Κοίταξε τον ουρανό, του φάνηκε πως ένα σύννεφο στράγγιξε πάνω του αγιασμό και θορυβήθηκε. Έχανε πολύ αίμα. Έτρεχε σαν ποτάμι στο προαύλιο, τα άλογα απομακρύνθηκαν φοβισμένα, ο γιατρός δεν ήξερε τι να κάνει, οι στρατιώτες σταυροκοπιόντουσαν, οι χωρικοί γονάτισαν και προσεύχονταν. Σε λιγότερο από μία ώρα πέθανε. Όταν άφησε την τελευταία του πνοή έπεσε και το χέρι από τον τοίχο. Ο ιερέας το μάζεψε, το έβαλε στο φορείο δίπλα του και τον θάψανε πίσω από την εκκλησία , κοντά στον ξεροπόταμο γρήγορα- γρήγορα.

-      Εκεί να τον θάψετε είπε, σε λίγες μέρες θα έχουμε μπόρα και τα νερά του ξεροπόταμου θα παρασύρουν το πτώμα. Θα το ξεβράσουν στο Στρυμόνα. Ιούδας ήταν!

 

Ο Ανδρέας ως ο αρχαιότερος Υπαξιωματικός, ευχαρίστησε τον παπά – Δημήτρη και έδωσε εντολή να κινήσουν για τις Σέρρες. Έκαμε το σταυρό του. Αν ήθελε ο θεός και ο Άγιος Αντώνιος θα έφταναν και στην Κύπρο τον άλλο μήνα.

 

 


 

Σημειώσεις:

*Πέγκο: Περιοχή του Στρυμονικού Σερρών

*Όρλιακο: Η πρώτη ονομασία του Στρυμονικού Σερρών

*Ξεροπόταμος: Ο χείμαρρος που διασχίζει την κοινότητα του Στρυμονικού

*Άγιος Αντώνιος: Η Εκκλησιά του Στρυμονικού Σερρών

*Τα ονόματα των 5 Ελληνοκυπρίων  είναι πραγματικά.Ήταν στρατιώτες που ως εθελοντές συμμετείχαν στο πλευρό των Ελλήνων στον Β΄βαλκανικό πόλεμο

* Το περιστατικό είναι πραγματικό και έλαβε χώρα στη εκκλησιά του Στρυμονικού Σερρών

ΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΑΝΕΞΟΦΛΗΤΑ /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 

Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών / 

(ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

 

 


Ξεκίνησε από τους μακρινούς τόπους
άφησε πίσω του ένα μαγικό σήμαντρο
και την μάνα του να το χτυπά κάθε Κυριακή
στην αυλή της.
 
Έτσι έρχονταν και οι γείτονες
σεμνοί και αγαπημένοι σύντροφοι.
Πότε για το γλυκό και
πότε γιατί ήταν καλύτεροι άνθρωποι.
Κρατώντας στα χέρια τους σμύρνα και λιβάνι.
Κρατώντας στα χέρια τους τα δώρα του δικαστή
και χρέη, 
χρέη φόρους και υποθήκες.
Τα ανεξόφλητα γραμμάτια της ιστορίας .
 
Ποιος τα θυμάται πια;
Ποιος τρέχει στις τράπεζες και τα κολαστήρια;
Η μάνα έχει μια δύναμη μόνο
να χτυπά το σήμαντρο κάθε Κυριακή.
 
Ξεκίνησε από τους μακρινούς τόπους
ξωπίσω του έκλειναν παράθυρα
σπιτιών που ύφαιναν σε αργαλειούς παραδουλεύτρες
και εργάτριες
σκυφτές  από τους πόνους της μέσης
λίγες μπροστά στα τάματα
και τ΄ αναμμένα καντήλια της Παναγιάς.
Ύφαιναν την λύπη
κένταγαν το χρέος
βελόνιαζαν τις πληρωμές
και τα γραμμάτια,
έμεναν γραμμάτια ανεξόφλητα.
 
Κάθε Κυριακή μια μάνα χτυπά το σήμαντρο
λαλώντας τον από τους μακρινούς τόπους.
Στα όνειρά της,
Στην τύχη της,
Στον χρόνο της,
Στην ζωή της.
 
Εκεί χωρίς την πληρωμή να χει φτάσει στο κόκκαλο
χωρίς την πληρωμή να χει τελειώσει  την νύχτα
να δώσει το φιλί της.
Και   οι γείτονες ν΄ απλώσουν το χέρι δίνοντας
το πιατάκι με το γλυκό
πάλι πίσω.
Tο πιατάκι της Κυριακής με τ  ασημοκέντητη σταυρό
και πάνω το σήμαντρο να την καλεί στον τάφο.
Κολλά το χώμα
όπως η ζωή σε ένα ανεξόφλητο γραμμάτιο.

Χρονολόγιο γύρω από τη γέννηση του Ιησού Χριστού και την διάδοση του Χριστιανισμού μέχρι και τον 1ο αιώνα μ.Χ

 

 

 


γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας




Χρόνος

Γεγονός

Παρατηρήσεις

7-6 π.Χ ή

4 π.Χ

 

Γέννηση του Ιησού Χριστού στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Η περιοχή κατοικείται από πολυάριθμες φυλές όπως Σύριους, Φοίνικες, Έλληνες, Άραβες και φυσικά Εβραίους. Πεθαίνει ο Βασιλιάς Ηρώδης ο Μεγάλος και την εξουσία αναλαμβάνουν οι γιοί του Αντίπατρος ή Αντύπας, Φίλιππος και Αρχέλαος. Το 4 π.Χ είναι αμφιλεγόμενη ημερομηνία καθώς πεθαίνει Ο βασιλιάς Ηρώδης ο οποίος διέταξε και τη σφαγή των νηπίων. (2 ετών και άνω)

 

Έξι μήνες πριν από τη Γέννηση του Ιησού γεννιέται ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ξάδελφος του Ιησού.

 

Την περίοδο αυτή διατάσσεται απογραφή από τον Αυτοκράτορα Αύγουστο όλων των υπηκόων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η απογραφή αυτή (δηλαδή κατά τη γέννηση του Ιησού Χριστού) είναι γνωστή στον ευαγγελιστή Λουκά, αλλά δεν αναφέρεται από τους ιστορικούς της εποχής.

1 μ.Χ

 

 

Ξεκινά η μέτρηση της χρονολογίας σύμφωνα με το Μοναχό Διονύσιο Βραχύ, μέτρηση του ΣΤ΄ αιώνα. Τη μέτρηση αυτή υιοθετούν μέχρι και σήμερα οι Χριστιανικοί λαοί.

 

Ο μοναχός Διονύσιος ο Μικρός ή Βραχύς, ήταν Έλληνας  με καταγωγή από τη σημερινή Δοβρουτσά (τότε μικρή Σκυθία) της Ρουμανίας του Εύξεινου Πόντου. Κλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό γύρω στο 530 μ.Χ να καθορίσει ως νέα αρχή αρίθμησης των ετών, τη χρονιά της Γέννησης του Ιησού. Ο Διονύσιος γεννήθηκε γύρω στο 470. Το 497 πήγε στη Ρώμη για να υποστηρίξει τις απόψεις των Ορθοδόξων στο εκκλησιαστικό συνέδριο που είχε συνέλθει εκεί. Από τότε ως το 540 παρέμεινε στη Ρώμη ως ηγούμενος μοναστηρίου. Ασχολήθηκε με την ταξινόμηση και έκδοση στα ελληνικά και λατινικά αποστολικών κανόνων και παπικών διαταγμάτων, τη μετάφραση στα λατινικά έργων Ελλήνων εκκλησιαστικών Πατέρων και τη συγγραφή πρωτοτύπων έργων για το Πάσχα. Ο Διονύσιος θεωρείται ως εισηγητής του ισχύοντος χριστιανικού ημερολογίου.

 

 

6 μ.Χ

 

Οι Ρωμαίοι οραγώνουν την επαρχία της Ρωμαικής Αυτοκρατορίας: Ιουδαία. Ο Ύπατος Κυρήνιος διατάζει την απογραφή των υπηκόων της Ρώμης. Προκαλείται εξέγερση των Ιουδαίων η οποία πνίγεται στο αίμα. Καταστέλλεται.

 

Την απογραφή αυτή την αναφέρουν  και οι Ρωμαίοι Ιστορικοί: Τάκιτος(από τους σημαντικότερους Λατίνους ιστορικούς. Γεννήθηκε το 56 μ.Χ και πέθανε το 120 μ.Χ) και Σουητώνιος (Ρωμαίος Ιστορικός: Γεννήθηκε το 69 ή 70 μ.Χ και πέθανε το 123 ή 140 μ.Χ)

 

Στη περίπτωση αυτή, όταν έγινε η απογραφή ο Ιησούς Χριστός θα πρέπει να ήταν πάνω από 10-12 ετών. Συνειρμός σκέψης δικαιολογεί και την επίσκεψή του στο Ναό της Ιερουσαλήμ που πραγματοποιήθηκε όταν ήταν 12 ετών με βάση τα ευαγγέλια.

 

25 μ.Χ

 

Ο Ιησούς έρχεται σε επαφή με τη διδασκαλία του Ιωάννη του Βαπτιστή και συμμετέχει στον κύκλο των συνομιλητών του. Βαπτίζεται.

 

 

26 μ.Χ

 

Ο Πόντιος Πιλάτος αναλαμβάνει τοποτηρητής του αυτοκρατορικού λεγάτου της Συρίας, επαρχία του οποίου είναι η Ιουδαία, η Σαμάρεια και η Ιδουμαία.

 

 

27 μ.Χ

 

Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και θανατώνεται με αποκεφαλισμό από τον Ηρώδη Αντύπα. Ο Ιησούς έχει οργανώσει των στενό κύκλο των μαθητών του και βρίσκεται στη Γεννησαρέτ όπου περιοδεύει κηρύσσοντας τη διδασκαλία του. Βαθμιαία, επειδή οι φανατικοί κυρίως Ιουδαίοι, ζηλωτές, Γραμματείς και Φαρισαίοι αντιλαμβάνονται ότι αποτελεί κίνδυνο, διογκώνουν την αντίδρασή της της το πρόσωπό του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

29 μ.Χ

Επίσκεψη του Ιησού Χριστού στην Ιερουσαλήμ για τον εορτασμό του Πάσχα. Συλλαμβάνεται, δικάζεται παράνομα και θανατώνεται με σταύρωση στον λόφο του Γολγοθά.

 

Αν υπολογίσουμε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε το 4 π.Χ, πέθανε σε ηλικία 33 ετών το 29 μ.Χ

Αν της ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε το 7-6 π.Χ τότε το 29 μ.Χ που σταυρώθηκε ήταν κατά 2-3 χρόνια μεγαλύτερος.

 

33 μ.Χ

Παραδοσιακή ημερομηνία της θανάτωσης του Ιησού με δεδομένη ως αφετηρία χρονολόγησης το έτος 0

 

Ο Απόστολος Παύλος ασπάζεται τον Χριστιανισμό. Ξεκινά ουσιαστικά η δημιουργία της Χριστιανικής Θρησκείας και Πίστης.

 

47-48 μ.Χ

 

Πρώτη περιοδεία του Απόστολου Παύλου: Κύπρος, Αντιόχεια Πισιδίας, Ικόνιο, Λύστρα και Νέρβη.

 

Ξεκινά η διάδοση του Χριστιανισμού πέρα από την επαρχία της Ιουδαίας

49-51 μ.Χ

 

Δεύτερη περιοδεία του Αποστόλου Παύλου: Λυκαονία, Φρυγία, Τρωάδα, Μακεδονία, Αθήνα.

 

Στους Φιλίππους ιδρύεται η πρώτη Χριστιανική Εκκλησία στην Ευρώπη.

52 μ.Χ

 

Ο Απόστολος Παύλος επισκέπτεται την Κόρινθο

 

 

52-56 μ.Χ

 

Τρίτη περιοδεία του Απόστολου Παύλου: Περιοδείες στη Μικρά Ασία και στην Ελλάδα.

 

 

60-70 μ.Χ

Γράφονται τα συνοπτικά Ευαγγέλια

 

Κατά Ματθαίον, Κατά Μάρκον, Κατά Λουκάν, κατά Ιωάννην.

 

62-64 μ.Χ

 

Τέταρτη περιοδεία του Απόστολου Παύλου

 

 

64 μ.χ

Η Ρώμη καίγεται…

 

Ο Νέρωνας κατηγορεί τους Χριστιανούς και ξεκινά άγριος διωγμός τους.

 

80-100 μ.Χ

 

Κάνουν την εμφάνισή τους επίσημα τα δύο πρώτα ευαγγέλια γραμμένα στην αραμαική γλώσσα.

 

 

94 μ.Χ

 

Ο Ιστορικός Ιώσηπος με το έργο του Ιουδαική Αρχαιολογία

Επιβεβαιώνει έστω και ολιγόλογα την ιστορικότητα του Ιησού και αποκαλύπτει γεγονότα γύρω από την εποχή του Ιησού Χριστού.

 

 

 

Πηγές:

Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο

Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο

Κατά Λουκά Ευαγγέλιο

Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο

https://el.orthodoxwiki.org/%CE%9A%CF%85%CF%81%CE%AE%CE%BD%CE%B9%CE%BF%CF%82

Ιστορικά της Εφημερίδας Ελευθεροτυπία του έτος 2000

Βικιπαίδεια

Εφημερίδα Το ΘΕΜΑ / 25 Δεκ 2020.

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

ΗΤΑΝ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΗΣ /ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 

Από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών  

(ISBN: 978-618-82188-6-4) / 2015 

(Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)

 


Ήρθε ο γαμπρός και έκατσε δίπλα του
να μετρηθεί το ύψος και το πλάτος
και προπαντός οι αποστάσεις.
 
Η κόρη του είχε φτάσει τα είκοσι ένα χρόνια.
Μετρούσε, ξανά μετρούσε τόσα τα έβγαζε
και ο ίδιος είχε πατήσει τα εξήντα.
 
Αισθάνθηκε στην πλάτη το χτύπημα του χεριού
«μην ανησυχείς θα την προσέχω
κοίτα εσύ να γράψεις κείνο το χωράφι με τις ελιές»
 
Η μάνα είχε κοιμηθεί κάτω από κείνες τις ελιές.
 
Έβγαλε το χαρτί από την τσέπη, έβαλε την υπογραφή του
μια τζίφρα δηλαδή και του το δωσε.
 
Πήρε το χαμόγελο της κόρης, το έκαμε δαχτυλίδι
το φόρεσε στο δάκτυλο του γαμπρού
πήρε την μνήμη την έκαμε κεντητό
και είπε: «ήταν το θέλημά της…»
 
Κέρασε από μια ελιά στους καλεσμένους,
 
ύστερα βγήκε από το σπίτι
πήρε τον δρόμο για το χωράφι
ξάπλωσε κάτω από τις ελιές.
 
Τον πήρε και κείνο ο ύπνος.

Παρατήρηση: Τα πνευματικά δικαιώματα της φωτογραφίας ανήκουν στον δημουργό της. Η φωτογραφία λήφθηκε από την σελίδα: http://vissinia.blogspot.com/2017/02/1940.html