Δευτέρα 15 Μαΐου 2023

ΣΜΥΡΝΗ* του Δημητρίου Γκόγκα

 


Δεν παρέλειψε 
να πάρει τη Σμύρνη σε ένα κάδρο.
Χωρούσε, δεν χωρούσε, 
πήρε όση μπόρεσε να πάρει.
Στρίμωξε ουρανό, χώμα, την αυλή της.
 
Μέσα στο δισάκι της η Σμύρνη.
Μέσα στην εικόνα της εξορίας, 
ο ασαβάνωτος άνδρας της
και στην άκρη νεκρή η Σμύρνη
Στο πρώτο τσιγάρο του γιου της η Σμύρνη.
«Η φωτιά μάνα φώναξε δεν ήρθε απ΄ τη κάφτρα! Πάψε!»  
Το άλλο, σε ένα τσουβάλι τυλιγμένο με φίμωτρο μην κλάψει,
να προλάβει να το πετάξει σε μια βάρκα;
Δεν θα προλάβει;
 
Τρέξε, τρέξε εκείνη η φωνή να τη σπρώχνει,
οι καμπάνες, ο κόσμος, στο μπόγο της η Σμύρνη.
Πίσω οι Τσέτες, οι Κούρδοι, έξω από το μπόγο της όλοι οι οχτροί της.
 
Ένας φαντάρος με δεκανίκι την κοιτάει χωρίς μάτια, χωρίς γλώσσα.
Τι να πει;
Χωρίς χέρι, «πως κρατά το δεκανίκι χωρίς χέρι;»
«Παναγιά μου χωρίς μάτια!»
 
Φυσούσε μια πίκρα.
Πόνο ο βοριάς, μπλέχτηκε και η αύρα της θάλασσας
τα δίχτυα ιστοί αράχνης, ψάρευες νεκρούς ανθρώπους,
ξέβραζε η θάλασσα τη Σμύρνη.
Μα περίεργο, μύριζε ακόμα, βασιλικό κι αγιόκλημα!
 
Και κει στη προκυμαία, να ένα γδούπος.
Το τσουβάλι με το παιδί στη βάρκα μέσα.
Λες- λες να αναπνεύσει.
«Ελπίζω» της φωνάζει  φαντάρος, της κλείνει το μάτι.
Μες στο χαμό «πως είδε Παναγιά μου;»
 
*Το ποίημά του «ΣΜΥΡΝΗ» έλαβε 3ο έπαινο στον 18ο Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Ποίησης και Πεζογραφίας της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδας 
και συμπεριλήφθηκε στην Ανθολογία που προέκυψε από τον εν λόγω Λογοτεχνικό διαγωνισμό με τίτλο : Το δάκρυ της Μικρασίας

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

Ούγκα : Μια ποιητική συλλογή του Χρίστου Τσιαήλη (που μετρά τους αιώνες!) και είδε το φως της δημοσιότητας το Νοέμβριο του 2022 από τις εκδόσεις Γκοβότση

 

     

Το έτος 2022
που εκδόθηκε η ποιητική συλλογή του Χρίστου Τσιαήλη : Ούγκα τον πήρα τηλέφωνο και του ζήτησα ένα αντίγραφο της. "Μούγκα" ο εκλεκτός και φίλος ποιητής. Μια απέραντη σιωπή απλώθηκε επί 495 ημέρες και σκίαζε την διαδρομή μεταξύ Λευκωσίας και Λάρνακας. Μια διαδρομή που τελικά που στο τέλος της είδαμε πως υπάρχει φως στην άκρη του Τούνελ. 
    Σήμερα λοιπόν, ο ταχυδρόμος χτύπησε δυο φορές, μπορεί και τρεις και έφερε στο σπίτι μου την Ποιητική Συλλογή με τον περίεργο τίτλο: Ούγκα. Μια λέξη που μας παραπέμπει σίγουρα στην προιστορία, στην αρχή της ανθρώπινης ζωής πάνω στον πλανήτη, στις πρώτες προσπάθειες του ανθρώπινου γένους να μιλήσει, στις πρώτες άναρθρες κραυγές. Μου πήρε μια μέρα να διαβάσω την ποιητική συλλογή και το έκανα για να καλύψω πρώτα την ποιητική μου περιέργεια για το τι θέλει να πει ο Χρίστος και αυτό που κατανόησα ήταν πως μέσα από ένα ποιητικό εξωπραγματικό (επιστημονικής φαντασίας;) ταξίδι με αρχή μέση αλλά χωρίς τέλος, γιατί η ζωή συνεχίζεται ακόμα και αν έρθει ο θάνατος, ο άνθρωπος ενώνεται με τους άλλους ανθρώπους για να επέλθει η λήθη του χαμού του! 
   Για να κατανοήσει κάποιος την ποιητική του Χρίστου Τσιαήλη, πρέπει να διαβάσει οπωσδήποτε κάτι από τη συγγραφική του διαδρομή. Πρέπει να εμβαθύνει στις ρήσεις, στις σημείες που υψώνει, στις μικρές και μεγάλες επαναστάσεις που ποιεί. Αλλιώς η ποίηση του "Ούγκα" θα είναι μια γέφυρα που απλώς θα την περάσει. Όμως η συλλογή "Ούγκα" δεν είναι γέφυρα, αλλά ποταμός. Ο άνθρωπος είναι η γέφυρα που στήνεται για να περάσουν οι ψυχές και τα κορμιά και βλέποντας τον ποταμό θα πρέπει να αποφασίσουν την αυτοχειρία ή την αιώνιο ζωή. Επιλογή η αιώνια ζωή, διότι ο άνθρωπος ζει αιώνια κι ας πεθαίνει κάθε μέρα: Από το 3.000.000 έτη φωτός μέχρι και τις μέρες μας, μέχρι και το μέλλον. Ζούσε μέσα στο σπήλαιο Ντενισόβα, γεννήθηκε από μια μιτοχονδριακή Εύα, πορεύτηκε με τους δεινόσαυρους  και τώρα  ζει και αναπαύεται 
και η μία γεννιά λέγει στην άλλη:

...να βυζάξεις
να αυνανιστείς 
να γράψεις.

***

18.

για να αλλάξει το φως
πρέπει η Νέμεσις να περάσει
-από πολύ κοντά-

24.

για ν’ αλλάξει το φως
να αισθανθούμε πρέπει
την απώλεια του σκότους
από τις συναλλαγές

28.

η σκέψη μπορετή
το σώμα αδρανές
η ευρετή
το διηνεκές

το άπειρο
μια μικρή έννοια
για την Α’ Δημοτικού
ναι, ακόμη υπάρχουν σχολεία
είναι τα μόνα κτήρια
που οι άνθρωποι ακόμη κτίζουν
για να ελέγχουν την άγνοια
τη σκέψη
τη φαντασία
τον λόγο
την πρόθεση


Τετάρτη 10 Μαΐου 2023

Όταν ΜΙΛΑΜΕ για ΠΟΙΗΣΗ


 Όταν μιλάμε για ποίηση, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε όχι μόνο την Δημοτική γλώσσα, αλλά την κατανοητή Δημοτική γλώσσα. Η ποίηση θα πρέπει να είναι προσιτή και από τον τελευταίο αναγνώστη της, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν ποιήματα δυσνόητα, μη κατανοητά. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι άκρως επικοδομητική η προσπάθεια ανάλυσης ώστε το "τι θέλει να πει ο ποιητής" να παρουσιάζεται ως θείο δώρο. 

Ποίηση μπορεί να είναι πολύ απλά ένα πουλί που κελαηδάει σε κλαδάκι δένδρου αλλά και σύνθετα όταν ένα αόρατο μάτι πεταρίζει πίσω από τη σκιά ενός σύννεφου επάνω στη ψυχή μας. 

Τρίτη 9 Μαΐου 2023

Περί Κακοποίησης Ζώων και μια προσωπική ιστορία λόγου

γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας


Μέσα στο 2003και μέχρι σήμερα στην Ελλάδα σχηματίστηκαν 705 δικογραφίες για κακοποίηση ζώων, συνελήφθησαν 138 πολίτες και τα πρόστιμαπου επιβλήθηκαν αγγίζουν τα 3,300.000 εκ.ευρώ. Όλοι οι αριθμοί και τα ποσά εξαιρετικά μεγάλα εάν σκεφτεί κανείς ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις λεγόμενες αναπτυγμένες χώρες τόσο της Ευρώπης, όσο και γενικότερα της Δύσης. Με αφορμή αυτή την είδηση θα ήθελα να αναφερθώ σε κάποια περιστατικά από την παιδική μου ηλικία στη γενέτειρά μου στο Στρυμονικό Σερρών.

Τη δεκαετία 1965 - 1975 τα μαντριά των προβάτων και των κατσικιών ήταν ακόμα μέσα στο χωριό,μάσα στις γειτονιές, δίπλα από τις αυλές των σπιτιών. Η δυσοσμία αβάστακτη καθ όλη την διάρκεια της ημέρας, το ίδιο και η βρωμιά. Οι δρόμοι όταν έβρεχε λάσπωναν και τα περιττώματα των ζώων γίνονταν ένα μετο χώμα. Δεν υπήρχε τόπος να περάσει κανείς χωρίς να λερωθεί,χωρίς να βρωμίσει. Για την φύλαξη των κοπαδιών οι βοσκοί όπως ήταν φυσικό είχαν τεράστιους σκύλους,τα τσομπανόσκυλα, με σιδερένια περιλαίμια γύρω από τα οποία εξείχαν καρφιά και λάμες για την αντιμετώπιση των επιθέσεων από λύκους. Αυτά τα τσομπανόσκυλα, παρ΄ όλο που σπάνια επιτίθονταν στους ανθρώπους είχαν καταστεί την εποχή εκείνη ο φόβος και ο τρόμος των μικρών παιδιών.

Τέτοια σκυλιά υπήρχαν και στην γειτονιά όπου ήταν το πατρικό μου. Για την καλύτερη φύλαξη των κοπαδιών τα τσομπανόσκυλα κυκλοφορούσαν ελεύθερα,στις αυλές και στους δρόμους. Τα παιδιά τα φοβόμασταν και προσπαθούσαμε να τα αποφεύγουμε. Κανένας δεν έκανε μια προσπάθεια να μας κάνει να τα αισθανθούμε φιλικά. Βέβαια οι τσομπάνηδες φώναζαν ότι δενθα μας πειράξουν και να κάνουμε πως δεν φοβόμαστε, αλλά όταν μας πλησίαζαν με την άγρια μορφή τους ως κέρβεροι, ήταν αδύνατο να σταθούμε δίπλα τους. Τρέχαμε να τα αποφύγουμε και αυτά όπως ήταν φυσικό μας ακολουθούσανε.
Η κατάσταση στο Στρυμονικό είχε γίνει άκρως επικίνδυνη καθώς υπήρχε τεράστιος αριθμός αδέσποτων σκύλων. Τότε, ενώ τα κυνηγούσαν με πέτρες, ξύλα ή τα ρίχνανε φόλες για να τα δηλητιάσουνε κανείς δεν μιλούσε για κακοποίηση. Ήτανε όμως.

Σιγά- σιγά τα πράγματα άλλαξαν. Τα κοπάδια και τα μαντριά απομακρύνθηκαν από τις αυλές και οι κάτοικοι άρχισαν να αποκτούν μια φιλική σχέση με τα σκυλιά που διατηρείται μέχρι και τις μέρες μας,αν και ακούω από τα χείλη κάποιων ότι υπάρχουν ανθρωποειδή που κακοποιούν σκύλους και γάτες.


Το πρώτο σκυλί που απέκτησα ήταν στη Ξάνθη, ως στρατιωτικός. Δεν θυμάμαι πως το απέκτησα, αλλά θυμάμαι πολύ καλά τις δυσκολίες μέχρι να το συνηθίσω, να το αγαπήσω και να το ορίσω μέλος της οικογένειας.Το όνομά του: Γκογκίτο, από το επίθετό μου. Ένα υπέροχο σκυλάκι που με περίμενε επτά ολόκληρους μήνες να επιστρέψω από το Αφγανιστάν και όταν έπέστρεφα στο σπίτι μου είπαν ότι δεν είχε φύγει εκείνη τη μέρα στιφμή από την ξώπορτα. Όταν δε απαντηθήκαμε, έπεσε πάνω μου,με έριξε κάτω και δεν σταμάτησε να με φιλά. Αυτό λοιπόν το σκυλάκι,ύστερα από χρόνια και εν απουσία μου, κάποιος τέρας, διότι τώρα μόνο έτσι μπορώ να χαρακτηρίσω αυτούς που κακοποιούν ζώα, το δηλητηρίασε την κοινότητα των Τοξοτών Ξάνθης.


Η συναναστροφή με τον Γκογκίτο με έκανε και εμένα καλύτερο αλλά και την οικογένειά μου.Έτσι όταν ήρθε στο σπίτι και εντάχθηκε ως μέλος η Κλημεντίνη όλα ήταν πιο φυσιολογικά,παρ΄όλο που αναγκαστήκαμε να μάθουμε από την αρχή ότι δεν γνωρίζαμε μέχρι τότε για του σκύλους. Και ήταν πάρα μα πάρα πολλά. Κυρίως μάθαμε να αγαπάμε περισσότερο και να φροντίζουμε περισσότερο. Και τώρα το μόνο το διαφοροποιεί, είναι το περπάτημά του και το γεγονός ότι γαυγίζει και δεν μιλά. Συννενοούμαστε όμως πολύ καλά και μάλιστα καλύτερα από τους ανθρώπους.

Όταν λοιπόν ακούω για κακοποίηση ζώων αισθάνομαι όχι απλώς αποτροπιασμό, αλλά μια απέραντη σιχασιά για το είδος μας. Για κάθε ζώο, που ανυπεράσπιστο δέχεται την οργή και το μίσος μας πάνω του. Έτσι λοιπόν όχι μόνο επικροτώ τους αυστηρούς νόμους που θεσπίστηκαν και επιβάλλονται αλλά θεωρώ ότι οι ποινές δεν θα πρέπει να έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα.

Και θα πρέπει να υπάρχει οργανωμένη διδαχή σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες γύρω από την προστασία όλων των ζώων και ειδικότερα αυτών που μας κρατούν συντροφιά και μπορούμε να ελέγξουμε.

Σε μια, ίσως υπερβολική εκδήλωση αγάπης προς τα ζώα, είχα προτείνει σε υποψήφιους για την προεδρία της Κύπρου, τη δημιουργία Γενικού Συστήματος Υγείας για τα ζώα συντροφιάς. Φυσικά, και το περίμενα, προκάλεσε γέλιο και απορρίφθηκε άμμεσα. Όπως μπορείτε να καταλάβετε, είμαστε ακόμα πολύ μακριά από εκείνο το στάδιο όπου ως κοινωνία και ως όλον Κράτος θα δεσμευτούμε για την επί της ουσίας προστασία των ζώων.

Πολλές από τις φιλοζωικές οργανώσεις αλλά και η αστυνομία των ζώων είναι για το θεαθήναι. Αγρόν αγοράζουν και το πουλούν για μεταξωτές κορδέλες. 

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ* / Δημήτριος Γκόγκας

 


 Συνήθιζα να της φέρνω λουλούδια.
Χρόνια τώρα το πουλί του παραδείσου.
Κι αν,  εξέλειψε αυτή η τραγική συνήθεια,
κι αν μερικώς αποσιωπήθηκε από τη βαθύτατη εκτίμηση,
είναι γιατί πλην των θεατρικού τίτλου: «Ο έρωτας που έγινε αγάπη»
ο χρόνος γέμισε και υποχρεώσεις, αποχρώσεις δύσμορφες και αναιμικές.
Κάθε υποχρέωση και ένα λουλούδι, πιθανόν του πουλιού του παραδείσου.




έπαινος στον Ποιητικό Διαγωνισμό "«Νίκος Καζαντζάκης» των εκδόσεων Ραδάμανθυς  κατά το έτος 2020

Σάββατο 6 Μαΐου 2023

Τα μπισκότα

   του Δημητρίου Γκόγκα

Κάθε φορά που βλέπω στο περίπτερο γεμιστά μπισκότα έρχεται στη θύμησή μου ο παπούς του οποίου το όνομα έλαβα και αποτελούσε μέγιστη τιμή για εκείνον. Όσο τον θυμάμαι, δεν επέτρεπε σε κανέναν να απλώσει χέρι πάνω μου. Ήμουν και ο πρωτότοκος μεταξύ των εγγονών του...οπότε...

    Σηκωνόταν από τα άγρια χαρμάματα, για να ετοιμάσει όπως αυτός ήξερε το πρωινό για τα παιδιά των παιδιών του. Ειδικά τις άγριες νύχτες του Χειμώνα, άναβε τη σόμπα, ετοίμαζε τσάι ή γάλα πάνω στη ξυλόσομπα, ενώ το μικρό σπίτι μύριζε από την μεθυστική μυρωδιά των ντόπιων λουκάνικων που ψήνονταν πάνω στα κάρβουνα. Η γιαγιά η Πασχαλίνα δεν τον ενοχλούσε καθόλου. Εξάλλου δεν είχε όρεξη να εισπράξει κάποια παρατήρηση. Τα έβρισκε όλα έτοιμα, τουλάχιστον μέχρι να φύγουμε για το σχολείο. Ο παπούς ο Δημητρός υπήρξε μάγειρας στο στράτευμα, υπηρέτησε στα β΄κλιμάκια του στρατού, στο πεζικό στον ελληνοιταλικό πόλεμο. Δεν μας διηγήθηκε ποτέ του καμία ιστορία. Και δεν μάθαμε ποτέ το γιατί. 

   Άστρωνε με επιμέλεια πάνω στο σοφρά, μικρές πετσέτες, ένα για κάθε του εγγόνι, στη μέση τα λουκάνικα, τυρί οπωσδήποτε, τσάι και ξεροψημένο ψωμί πάνω στην μασιά. Δεν μπορούσε κανένα μας να αρνηθεί αυτή την πρωινή ιεροτελεστία. Εξάλλου ο παπούς είχε αναλάβει μεγάλη υποχρέωση απέναντι στο μεγάλο του γυιό. Το κοίταγμα των παιδιών του, όσο εκείνος με την γυναίκα του δούλευαν στην ξενιτιά για ένα καλύτερο μέλλον. Το χωριό ξεστόμιζε καλές κουβέντες και κείνος φούσκωνε από καμάρι. 

  Όταν τελείωνε το πρωινό, έπερνε τα εγγόνια του από το χέρι και κατηφόριζε προς το γήπεδο. Εκεί υπήρχε το περίπτερο της γειτονιάς. Αγόραζε μια μικρή συσκευασία γεμιστά μπισκότα, τους τα έδινε στο χέρι και τα ξεπροβόδιζε με την ευχή του. Να έχουμε κολατσό γα το διάλειμμα. Και τα μπισκότα κάτω από το βλέμμα του παπού, έπαιρναν κι άλλη ζάχαρη και γίνονταν πεντανόστιμη λιχουδιά. Όπως και όλη η ζωή μαζί του.