Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2024

Σχέσεις Αρχαίων Ελλήνων και Κύπρου (αποσπάσματα από το βιβλίο της ιστορίας της Γ΄ Δημοτικού της Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ελλάδας)

      γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

    Έχω ειλικρινά κουραστεί να διαβάζω στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αναρτήσεις που αναφέρουν ότι οι Έλληνες (οι ελλαδίτες : Έλληνες της Ελλάδας) δεν γνωρίζουν ή δεν διδάσκονται την ιστορία της Κύπρου και να συμφωνούν χωρίς δεύτερες σκέψεις οι Ελληνοκύπριοι (Έλληνες της Κύπρου= Κύπριοι) αδελφοί και φίλοι αλλά και το αντιθετο. Δηλαδή την άποψη αυτή να την υποστηρίζουν ένθερμα οι Ελληνοκύπριοι (Έλληνες της Κύπρου= Κύπριοι) και να την υιοθετεί το σύνολο των Ελλήνων (οι ελλαδίτες : Έλληνες της Ελλάδας). 
    Όμως η πραγματικότητα (δηλαδή η εκπαίδευση που λαμβάνεται άλλα αποδεικνύει) είναι τελείως διαφορετική και θα μπω στην διαδικασία, μεταφέροντας αποσπάσματα από τα εκπαιδευτικά βιβλία της Ιστορίας, τόσο του Δημοτικού όσο και του Γυμνασίου αλλά και του Λυκείου, να διαψεύσω αυτή την τοποθέτηση. Δεν ξέρω πραγματικά τους λόγους που ωθούν όλους αυτούς να εκφράζονται ανιστόρητα. Αλλά είναι καλό, ορθό και ιστορικά ηθικό, πρίν αναπτύσουν μια θέση να ανοίγουν κάποια βιβλία, που έχουν γραφτεί από Εκπαιδευτικούς της Δημόσιας Εκπαίδευσης και Καθηγητές Πανεπιστημίων. 
Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι από βιβλίο Ιστορίας της Γ΄ Δημοτικού της Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ελλάδας. 
  1. Οι πιο σπουδαίοι οικισμοί (της νεολιθικής εποχής) είναι το Σέσκλο και το Διμήνι στη Θεσσαλία, κοντά στον Βόλο, και η Χοιροκοιτία στην Κύπρο. 
  2. Υπάρχει χάρτης που δείχνει τις εμπορικές σχέσεις των Μινωιτών με περιοχές του Ελληνισμού και φυσικά με την Κύπρο.

  3. Στο κεφάλαιο: Οι Αχαιοί πήγαν και στην Κύπρο αναφέρονται τα παρακάτω: Για πολλά χρόνια οι Μυκηναίοι έμποροι ταξίδευαν στην Κύπρο κι έπαιρναν από εκεί χαλκό. Το πολύτιμο αυτό μέταλλο υπήρχε άφθονο στο νησί. Αργότερα πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν μόνιμα εκεί. Ίδρυσαν αρκετές πόλεις και γύρω τους έχτισαν ψηλά τείχη. Οι πιο σπουδαίες πόλεις ήταν η Έγκωμη και το Κίτιο. Πολλοί Μυκηναίοι τεχνίτες, αγγειοπλάστες και χαλκουργοί, πήγαν στην Κύπρο, έφτιαξαν εργαστήρια και εργάζονταν εκεί. Μαζί με τις οικογένειές τους έφεραν στην Κύπρο και τη θρησκεία τους και τις συνήθειες της ζωής τους. Από αυτούς έμαθαν οι Κύπριοι και την ελληνική γλώσσα που τη μιλούν μέχρι σήμερα. Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν στην Κύπρο τα ερείπια πολλών μυκηναϊκών πόλεων και πολλούς θολωτούς τάφους με χρυσά κτερίσματα, σαν αυτούς που βρήκαν και στις Μυκήνες.  
  4. Ο βασιλιάς της Κύπρου χαρίζει θώρακα στον Αγαμέμνονα Ο Όμηρος μας πληροφορεί ότι οι κάτοικοι της Κύπρου δεν πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Όταν όμως έφτασε στην Κύπρο η είδηση για τη μεγάλη εκστρατεία των Αχαιών, ο Κύπριος βασιλιάς Κινύρας έστειλε στον Αγαμέμνονα δώρο έναν χάλκινο θώρακα, να τον φορεί στη μάχη. Ο μύθος λέει ότι Αχαιοί πολεμιστές, γυρνώντας απ’ την Τροία, έφτασαν στην Κύπρο σπρωγμένοι από τα κύματα. Εκεί έμειναν κι έχτισαν πόλεις, όπως την Πάφο, που την ίδρυσε ο Αγαπήνορας. Κι ο Τεύκρος, ο αδερφός του Αίαντα και γιος του Τελαμώνα από τη Σαλαμίνα, έκτισε τη Σαλαμίνα της Κύπρου. Άλλοι Αχαιοί πολεμιστές έκτισαν κι άλλες πόλεις κι εγκαταστάθηκαν εκεί. Όμηρος, Ιλιάδα Λ 20-25
  5. Εμπορικές σχέσεις Κυπρίων και Μυκηναίων Η Κύπρος έβγαζε τον καλύτερο χαλκό σε όλη τη Μεσόγειο. Οι Κύπριοι έπαιρναν το μετάλλευμα από τη γη και, αφού το έλιωναν, το έχυναν σε καλούπια και έφτιαχναν μεγάλες πλάκες βάρους 15-17 κιλών, που μπορούσαν να τις μεταφέρουν στον ώμο τους δυνατοί άντρες. Ο Μυκηναίος βασιλιάς, που ήταν υπεύθυνος για το εμπόριο και για όλη την παραγωγή, είχε έλθει σε συνεννόηση με τον φίλο του βασιλιά της Κύπρου και έκανε από κει εισαγωγή χαλκού. Τον χαλκό τον διέθετε έπειτα στους τεχνίτες του, για να κατασκευάσουν με τα σφυριά και τα αμόνια χάλκινα όπλα για τον στρατό (ξίφη, κράνη, ασπίδες, δόρατα και βέλη), αλλά και πολλά άλλα αντικείμενα από μέταλλο, που είτε τα χρησιμοποιούσαν εκεί, είτε τα εξήγαν και πάλι σε άλλες περιοχές. Επειδή την εποχή εκείνη δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί το νόμισμα, και το εμπόριο γινόταν με ανταλλαγές προϊόντων, για τον χαλκό που έπαιρναν οι Μυκηναίοι πρόσφεραν αρωματικά λάδια στους Κύπριους. Το αρωματικό λάδι, σαν τις σημερινές κολόνιες, το παρασκεύαζαν οι Μυκηναίοι αναμειγνύοντας λάδι ελιάς με ακριβά αρώματα που έφερναν από την Ανατολή. Π. Βαλαβάνης, Ο λόφος με τα κρυμμένα μυστικά, σελ. 21 

Η ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΠΟΙΗΤΡΙΑΣ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 

Την κάλεσαν ως νέα ποιήτρια να πει την γνώμη της.
Όχι πως την είχαν ανάγκη
αλλά να έπρεπε να καλέσουν και μια νέα ποιήτρια.
Αυτή έγραφε από χρόνια και κάποια στιγμή
εξέδωσε μια συλλογή  ποιημάτων.
Οι κριτικοί έφαγαν τις σελίδες οι αναγνώστες αγνόησαν τους κριτικούς.
Έβαλε τα καλά της ρούχα, τίποτα το ιδιαίτερο
και στα μαλλιά της μια κορδέλα δώρο της μαμάς που πέθανε νωρίς.
Θα έδειχνε πιο σοβαρή ψέλλισε.
Πήρε την θέση με το όνομά της.
Δίπλα της καθότανε άνθρωποι του ...πνεύματος.
Που δεν της ρίξανε ούτε μια ματιά.
Έπλεξε τα δάκτυλά της.
Κέντησε ένα προσποιητό χαμόγελο.
Έξυσε λιγάκι το μάγουλό της και έβηξε.
Ζήτησε νερό.
Δεν της φέρανε.
-δεν προβλέψανε νερό για νέες ποιήτριες-
Έβηξε και πάλι.
Ο καημός την έπνιγε.
Κανείς δεν έδωσε σημασία.
Κανείς δεν θα μάθει πως έδενε τα μαλλάκια της με στίχους.
Ξέπλεξε τα δάκτυλά της.
Πήρε την κορδέλα από τα χτενισμένα μαλλιά της.
Την φόρεσε στο λαιμό.
Τότε κατάλαβε πως την κοιτούσαν.
Αισθάνθηκε δεκάδες χέρια να τραβούν την κορδέλα,
πιο σφιχτά για να την πνίξουν.
 
 

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024

ΔΥΟ ΞΥΛΑ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)





 ΔΥΟ ΞΥΛΑ

 
Ήμασταν φίλοι
και τώρα εχθροί
 
δυο ξύλα σ΄ ένα σταυρό

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΚΟΙΜΗΘΕΙ ΕΝΑΣ ΚΑΛΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ: Από την ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 
 

Όταν πλαγιάζει και κρυώνει
βάζει τα χέρια κάτω απ΄ το πάπλωμα
μην τ΄ αγγίξει η παγωνιά και τα σπάσει
Μερικές φορές κοιτά
με την άκρη του ματιού του την γυναίκα
που κοιμάται δίπλα του
και πιάνει την καρδιά του
Δεν θέλει να πεθάνει πρώτος
Θέλει να είναι δεύτερος όπως πάντα
 
Κάτω απ΄ την σκιά των σκεπασμάτων
μπορεί να δει πιο καθαρά
τους δικούς του που έφυγαν,
τους άλλους που κοιμούνται
και κείνους που έρχονται
για να γεράσουν μαζί του.
Όταν τον παίρνει ο ύπνος
είναι σίγουρος ότι έκανε το σωστό
αλλά πάντα στο βαθύ της ψυχής του
πεταρίζει ένα μικρό πουλί
έτοιμο να του κλείσει τα χείλη
να του αρπάξει με το ράμφος
την άκρη του σκεπάσματος.
 
Φοβάται πολύ
τρέμει μην πεθάνει πρώτος.

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

ΦΟΒΟΣ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 
 

Λέω πως ζω
κι όταν με ρωτούν πως τα πάω
απαντώ
"σπίτι - δουλειά
δουλειά-σπίτι"
Κάθε πρωί κατεβάζω τα σκουπίδια
με προσοχή μην σχιστούν οι σακούλες
Προσέχω μην συναντήσω τον γείτονα
αποφεύγω τον σκύλο που μισώ
δεν ανοίγω το γραμματοκιβώτιο
κατοικούν μέσα του Κέρβεροι
κι ένας Προκρούστης
που θέλει δουλειά.
Αν του την δώσω τι θα λέω
όταν με ρωτούν αν ζω;
Ζω σπίτι;

ΠΕΝΤΕ ΔΑΚΡΥΑ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)



 
 
Χιόνι
 
Σπογγισμένο αίμα
που στράγγιξε
κι έγινε λάβα που καίει
στα σπλάχνα της.
Κάποτε,
μέσα απ΄ τις ρωγμές του σώματος της, 
γίνεται γραμμή κόκκινου μολυβιού. 
Καίει ότι την πόνεσε.
Κι ύστερα
στάχτη
και χιόνι που πέφτει στο έρημο σπίτι.
 
Βροχή
 
Κάθε χρόνο
την ίδια μέρα,
μικρή ώρα δειλινού,
βρέχει.
Επέτειος θλίψης,
απώλειας
και χωρισμού.
 
Ρίγη στα μάρμαρα.
Μια ξαφνική μπόρα,
τον ύπνο των νεκρών ταράζει.
 
Ιδρώτας
 
Της πατρίδας το χρέος ξεπληρώθηκε.
Είπες : Με το παραπάνω
και –θυμούμαι- έκανες και μια κίνηση
με το χέρι, σαν να ΄ θελες να ξεφύγεις.
Τώρα ήρθε η σειρά της.
Βάλανε κάτω όλα τα ίχνη και τις υπογραφές,
οι πέτρες και τα σίδερα έτοιμα
-είχε καλούς σιδηρουργούς η Πατρίδα-
Τα καινούργια συμβόλαια έτοιμα.
Και πάλι χρέος.
Ο Ιδρώτας κυλούσε σαν τον κόμπο στο λαιμό σου.
 
Γάλα
 
Πίσω από αυτές τις βιτρίνες δούλευες.
Εγώ στους δρόμους.
Συναντιόμασταν στο ίδιο καφενείο
με άλλους συντρόφους και δεν
ανταλλάσαμε κουβέντα.
Χαρτιά έπαιζα μόνο με τον καφετζή.
Απορούσα βέβαια ,
καθώς είχαμε πιει από το ίδιο ποτήρι, γάλα.
 
Αίμα
 
Είναι στη μοίρα μας.
Έτσι να πεθάνουμε.
Σε κάποιο χρόνο ανομβρίας.
Όταν τα δένδρα θα διψούν,
θα μας φυτέψουνε στις ρίζες τους,
το αίμα  μας να πιούνε.