Τετάρτη 26 Ιουνίου 2019

Ένας από τους φόβους

είναι η αδυναμία της Πολιτείας να αφουγκραστεί την οργή και τον θυμό του πολίτη. Έτσι μη μπορώντας να δώσει λύσεις σε ότι προκαλεί την αγανάκτηση, την οργή και δεν είναι άλλες από τις δικές της αποφάσεις που περιορίζουν τον πολίτη, δημιουργεί, ψηφίζει, κατασκευάζει νόμους εμπόδια σε κάθε δράση του πολίτη. Τον σακουλιάζει, τον χαστουκίζει, τον ραπίζει του στείνη τείζη και οδοφράγματα σε κάθε του βήμα. Και εκείνος ζει μέσα σε μια συνεχή εξάντληση. 

Εξελισσόμαστε

ως κοινωνικά όντα μέσα σε μια αυταρχική Δημοκρατία. Σχεδόν ανίκανοι να αντιδράσουμε σε ότι επιτάσει η δικαιοσύνη καθώς αυτή εκφράζεται ως το δίκαιο του πλούτου και μιας άρχουσας τάξης που δεν προβλέπεται από τους σοφούς αυτού του κόσμου αλλά από την μη σοφία των λαών. 

Δεν μπορώ να αλλάξω τον κόσμο ... Δημήτριος Γκόγκας

Δεν μπορώ να αλλάξω τον κόσμο τώρα, αυτή τη στιγμή, σήμερα, λίγο πριν... Ύστερα όμως, μετά από αυτό το βήμα, αν διαβάσω δυο στίχους, αν γράψω άλλους τρεις, ίσως κάτι μπορεί να γίνει...

Τρίτη 25 Ιουνίου 2019

Σημεία Στίξης του Δημητρίου Γκόγκα : Έπαινος (στην 4η με αξιολογική σειρά) του 5ου διαγωνισμού ποίησης Bonsaistories /2019



Προσπάθησε να θυμηθεί τις τελευταίες συμβουλές του.
Να ασφαλίσει το ποίημα και προπάντων τις λέξεις.
Εάν χαθούν τι θα απομείνει;
Μια κάτασπρη, κενή σελίδα τετραδίου με δείκτη το αόρατο κι ένας σταυρός στο χέρι.
Τη μοναξιά να στραγγίζεται από τη κορυφή, στις παρυφές του ανθρώπου.


Όπου χρειαζότανε στήριξε τις λέξεις και τις προτάσεις με τελεία.
Να σώσει με ανάπαυλα, τη φωνή της ψυχής και τη δύναμη του πόνου.
Να εδραιώσει τη βάση του δίκαιου και του αδίκου, με την αλήθεια.
Κάπου – κάπου κάρφωνε την τελεία άνω, εντόνως.
Άνω δεξιά και άνω αριστερά.
Να χωρίσει τους παράδρομους, τα καλντερίμια και τα σοκάκια της σκέψης.
Χρησιμοποίησε διστακτικά το κόμμα,
για να προκαλέσει αιφνιδίως την προσδοκία πως κάτι θα συμβεί,
χωρίς πίεση αλλά με κάποιο αβέβαιο λόγο.
Κι ας επαναστατούσαν -έστω και- προσωρινά,
οι δευτερεύουσες προτάσεις, οι ερωτηματικές εξάρσεις,
οι συμπερασματικές απόπειρες, οι διαζευκτικές της αβεβαιότητας,
οι παντογνώστες χωρισμοί και τα παραστρατήματα του έντεχνου λόγου.
Όταν απαιτούνταν να δώσει περισσότερες εξηγήσεις, έσπερνε δύο τελείες.
Έτσι απλά, δίδασκε τα αποφθέγματα και τα σοφά λόγια των προκατόχων.
Την παύλα την απέφευγε και το υποστήριζε με παρρησία, λέγοντας: «δεν ωφελεί,
ούτε στον προσδιορισμό των προσώπων σε ένα τυπικό διάλογο.»
Πιότερο προκαλεί σύγχυση, σαν ένα σπαθί χωρίς σταυρό.
Σαν ένα βέλος χωρίς την άκριά του.


Τις παρενθέσεις, τις αγκύλες και τα εισαγωγικά, όλα τα αγάπησε στην φυλακή.
Καρφωμένα στα παράθυρα και στις πόρτες, έκλειναν όλα όσα ένιωθε κατάστηθα,
μα πιο πολύ την ελευθερία.
Κι όταν έκανε την εμφάνισή του το θαυμαστικό, απορούσε σιωπηλός
και σημείωνε με κόκκινη μελάνι ένα τεράστιο ερωτηματικό για την πορεία του ποιήματός
του. Σκήνωμα το βάφτιζε, λείψανο μέχρι να το αναστήσει.
Απέφευγε τους αστερίσκους.
Είχε μια ιδιαίτερη προτίμηση στην ειλικρινή παράθεση των λέξεων.
Να μιλά με το όνομά της η λέξη, κι όχι με διφορούμενα.
Στο τέλος ξεβοτάνιζε τα αποσιωπητικά.
Πάντα ήθελε να πει περισσότερα,
μα τον σταματούσε το φεγγάρι της Άνοιξης και η αύρα του Αυγούστου.