https://serrelib.gr/el/prosopikotita/gkogkas-dimitrios
Σελίδες
- Αρχική σελίδα
- Δημήτριος Γκόγκας (βιογραφικό σημείωμα)
- ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ
- «16 αριθμοί και 24 γράμματα» / Β΄Μέρος
- «16 αριθμοί και 24 γράμματα» / Α΄Μέρος
- Δέκα [10] μικρά ταξίδια
- Ξέρω ένα Τόπο / Α΄
- Ξέρω ένα Τόπο / Β΄
- Ξέρω ένα Τόπο / Γ΄
- Ξέρω ένα Τόπο / Δ΄
- Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό / Α΄μέρος
- Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό / Β΄μέρος
- Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό / Γ΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Α΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Β΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Γ΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Δ΄ μέρος
- Κάμπος μιας Νιότης (απόσπασμα)
- Σημείο Συνάντησης [Δ.Γκόγκας/Ρ.Τριανταφύλλου]
- Απανθίσματα [Δ.Γκόγκας/Ρ.Τριανταφύλλου/Χ.Γαλιάνδρα]
- Ταξίδια Πολύτιμα του Νου[Δ.Γκόγκας, Σ.Σκουλίκα, Α.Βλαχιώτης, Ε. Δράτσελος],
- 199 χρόνια Ελεύθερης Ζωής +1 (αφιέρωμα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821)
Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2021
Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2021
Ανθολόγιο Ποιήσεως από τις Εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ (Καλοκαίρι 2017) (Συμμετοχή του Δημητρίου Γκόγκα)
Στο Ανθολόγιο Ποιήσεως των εκδόσεων ΟΣΤΡΙΑ (Καλοκαίρι 2017) συμμετείχα με τα παρακάτω ποιήματα
ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ
Στεκότανε μ΄ ένα άτολμο μειδίαμα, μα βουβός κι άκουγε τη καρδιά του.
Χτυπούσε στις Αλκυονίδες μέρες πιο δυνατά απ΄ το ανάλαφρο του αέρα.
Ζούσε ακόμα, κι ας προτιμούσε τον γρήγορο θάνατο.
Στο απέναντι σιδερόφρακτο μπαλκόνι μια λυγερόκορμη κόρη,
άπλωνε τ΄ ασπρόρουχα της, όμορφη θέα στα μάτια μας.
Έριχνε κλεφτές ματιές στους άνδρες που διασταύρωναν τον δρόμο.
Ο μαύρος καφές πάντα πικρός μαλάκωνε ένα ξερόβηχα.
Ότι απέμεινε απ΄ την εποχή της δικτατορίας.
Ούτε αγώνες, ούτε σημαίες, ούτε συνθήματα.
Μόνο ένας ξερόβηχας που τράνταζε τα σωθικά του.
Όχι τώρα πως πήγαιναν καλύτερα τα πράγματα.
Στις λαϊκές αγορές, πίσω από τους πάγκους,
όπου στήνονταν μικρές συνεδρίες,
μιλούσε πλέον όλο και λιγότερο.
Φοβότανε.
Το βράδυ ξάπλωνε συνήθως μόνος.
Κοίταζε τη πρασινογάλαζη θάλασσα που κρεμότανε στο τοίχο.
Στη παραλία πεταμένα φύκια, μισά όξω απ΄ τη κινούμενη άμμο.
Μια σκουριασμένη βάρκα τσαλακωμένη στο κάδρο
κι ένας γλάρος που ποτέ του δεν πέταγε.
Κι όμως, πάντα τον έβρισκε ένα πόντο πιο πέρα.
ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΗ ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΗ
Ότι αγόραζε μισο τιμής, του χάλαγε σε λίγες μέρες.
Έτσι ήταν σκέφτηκε. Ότι πληρώνεις παίρνεις.
Μια ζωή, στα παζάρια της Τρίτης, στα πεταμένα φτηνιάρικα.
Για σταθερό αποκούμπι κράτησε μια φωλιά από τούβλα στο χωριό του.
Να ΄χει ένα κεραμίδι πριν το τέλος που δεν θ΄ αργούσε.
«Τι να το κάνει τότε…» μονολόγησε.
Σαν η καρδιά δεν αγαπά, τι να κάμεις το σώμα;
Άδειο κιβώτιο σε θάλασσα. Μουλιάζει, σαπίζει, χάνεται.
Έσκαψε σαν γκρίζος κάστορας την τρύπα του.
Ζώστηκε τους χρόνους γύρω από τη μέση του.
Δεν ξεχώριζε τώρα από το υπόλοιπο σώμα.
Ρύθμισε τον πυροκροτητή στην ώρα που έπρεπε.
Όταν βγήκε στην άλλη πλευρά.
Δείλιασε.
Πάλι ένα τούβλο και μια κεραμίδα τον περίμεναν.
Η πολυπόθητη δραπέτευση που σχεδίαζε απέτυχε.
Στο φως που σβήνει δεν έφτασε ποτέ του.
Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2021
Φόβος ....
Διάβασε πως φοβάται τον θάνατο γιατί δεν πιστεύει στο Θεό. Βλακείες. Φοβάται τον θάνατο γιατί πιστεύει στο Θεό και ο θάνατος θα τον οδηγήσει πιο κοντά του...κι όλα αυτά που έκανε θα βρεθούν ενώπιον της κρίσης του....αυτό φοβάται!
Όνειρο / Δημήτριος Γκόγκας
Τ΄ αλμυρό σου δάκρυ,
κάθε Κυριακή,
έσταζε σα μέλι,
πεύκου στη ψυχή.
πάν΄ στα χείλη σου.
Σβήνω σαν τον ήλιο,
μες στο δείλι σου.
κι άσε να χαϊδέψω τα μαλλάκια σου.
Κι όλη η ζωή μας, κάπου μόνη της,
πάγωσε και λιώνει στο σεντόνι της
δίχως διαδρομή,
το κρατάω στο χέρι,
το κρατάς και συ.
ίχνη πριν χαθεί
και στους πειρασμούς μας
την ανάσταση.
Κραυγή / του Δημητρίου Γκόγκα
Στέκομαι ασυνήθιστα μετέωρος,
απέναντι από ένα βαθύ φαράγγι.
Περιμένω μέσα στην άνυδρη εποχή
να κυλήσει ορμητικά
το νερό μιας καλοκαιρινής βροχής
που ονειρεύομαι.
Θα βγάλω φωνή μεγάλη.
Ποιος θα με ακούσει;
Θα ψιθυρίσω.
Ο εαυτός μου θα γυρίσει πίσω
να δει ποιος τον ενόχλησε!
Μόνο σκιές -σκιές των άλλων- θα κουνιούνται μπροστά
κάτω από τη δική μου ανύπαρκτη στο γκρίζο των βράχων
Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021
Άσμα Σατυρικό και εύπεπτο για τα πεπραγμένα επί του νησιού της Αφροδίτης [ο ποιητής μπροστά στο χρέος του: που σημαίνει παναγιά βοήθα]
Το μεγαλύτερο καλό που έχω κάνει,
είναι που έπεισα τον χάρο να πεθάνει.
Πολύ το χάρηκαν οι γέροι κι οι γριές,
οι αγγλοκυπραίες* κι όλες οι αλλοδαπές.
μα γω τους είπα πως πονάει λίγο η μέση.
Θα αγοράσουμε μου λάλουν* μαλακά
μαξιλαράκια, να απλώνεις τα πλευρά.
ανάμεσα στις κότες τον ωραίο.
Κι όσα φιλάκια θα μου δίνουν στα κλεφτά,
τα κόβω ξύλα να ανάψει η λαμπρατζιά. *
θα ψήνω ποιήματα επάνω στις φουκούδες,*
θα παίζω βόλους και λίγο καζαντί. *
Δάφνες στο στόμα να αρχίσουν στοχασμοί.
θα βάλει ο Δήμαρχος σειρήνες να βαρούνε.*
Μπροστά στις θέσεις θα καθίσουν βουλευτές
και της πατρίδας μας οι ελευθερωτές.
θα τραγουδούν οι χορωδίες ποιηματάκια,
που κάποιοι δύσμοιροι τα έγραψαν για μας.
Μα που να πάεις μακριά και η Ελλάς.
γιατί δραπέτευσα κι απ΄ το φρενοκομείο.
Συν-ποιητές με υποκρισία προφανώς,
θα λένε γίναμε ρεζίλι διεθνώς.
ρίχνουνε λάδι, την πατρίδα στο τηγάνι.
Κάποια στιγμή η εξουσία θα με βρει.
Προς τα πού πέφτει βρε κουμπάρε* το Μαρί;*
θα μ΄ οδηγήσουνε δεμένο Αθαλάσσα. *
Ο Αρχηγός νομίζω τόνισε κι αυτό:
Να μη φωνάζω, να μην βρίζω υπουργό.
κυρίαρχε λαέ μου είσαι ένα ρεμάλι.
Πολλοί δεν είμαστε, μα είμεθα και μόνοι,
βγάλτε ένα διάταγμα να γίνουν όλα χιόνι!*
πως μια στα γρήγορα ποτέ δεν τους κουράζει.
Και συ τολμάς, ν΄ απαγορεύεις ευθαρσώς,
να σταματήσει να δουλεύει ο αυνανισμός.
από τα γέλια δεν προφταίνω πια να κλαίω.
Φίλοι μου είπανε πως έγινα θρασύς,
παρήγγειλε μου διαβατήριο* στιγμής.
θα ήθελα να λέγεται κανένας.
Γιατί οι μνήμες που ξυπνά με εξοργίζουν
κι οι εξουσίες την ψυχή μου την μαυρίζουν.
ο χάροντας να ζήσει, μην πεθάνει.
Κι οι ποιητές όλου του κόσμου ας συνταχθούμε
και με τον χάροντα να πα να ……αγαπηθούμε!
ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ:
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)