Πέμπτη 11 Αυγούστου 2016

Για την δική μου Πατρίδα

Έπαινος στον Ε΄Ποιητικό Διαγωνισμό
Καισάριος Δαπόντες (Δήμος Σκοπέλου)


Κάθε πρωί της ξενιτιάς ο ήλιος χρυσολάμπει.
Μα μένα την καρδούλα μου φωτίζει μια νυχτιά,
που απλώνεται κει στα βουνά. Κι είναι νεκροί οι κάμποι,
κάποιας πατρίδας που στο νου μου, πάντα τριγυρνά.

Το άρωμά της δεν ξεχνώ, είναι της μάνας μύρο.
Απλώνονταν απ΄ την αυλή, ως κάτω στο ποτάμι.
Κυρτή στ΄ αναχώματα, η λεύκα όπου θα γύρω
και η ψυχή απ΄ τη κούραση, σιγά θα αποκάμει.

Οι λόφοι της παράδεισοι, γεμάτοι ανεμώνες.
Απ΄ το βουνό απλώνεται σαν σκέπη o ουρανός.
Ξενιτεμένοι γερανοί μου φέρνουνε εικόνες.
Και φτερουγίζει πάντοτε στα στήθη ένας καημός.

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

ΤΑΞΙΔΙΑ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΤΟΥ ΝΟΥ (Συλλογικό έργο) (Ποίημα ΣΚΙΑ του Δημητρίου Γκόγκα)




Συγγραφείς: 

ΒΕΛΛΟΥ-ΣΚΟΥΛΙΚΑ ΣΟΦΙΑ , 
ΒΛΑΧΙΩΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ , 
ΓΚΟΓΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ , 
ΔΡΑΤΣΕΛΟΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ 











ΣΚΙΑ
Στο λιτό γραφείο μια λάμπα πετρελαίου
Ήταν η πολυτέλεια που επιζητούσε
Η σκιά στο τοίχο έλαμπε από χαρά
 
Μια λιπόσαρκη σκιά
 
Ενός άδοξου ποιητή
Που πέθανε πάνω στη πένα του
 
και άλλαξε χρώμα από μελάνι
Λυπήθηκε πολύ
Κι η στεναχώρια του πιο λύπη
 
Έκαμε τη λιπόσαρκη σκιά να δακρύσει.

Ότι αγάπησε 
Ήτανε σκιές σε ένα τοίχο.

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Ποίημα για τα τους Άρχοντες της χώρας του Φωτός *



Λέτε κονδυλοφόροι της Ιστορίας, λέτε συχνά-πυκνά
Καθώς το δείλι σκεπάζει τη χώρα κι απομακρύνεται στη πράξη ο ήλιος ο πρώτος του Ελύτη
Καθώς κλείνετε τα μάτια σας στις βουλές των πολιτών 
Λέτε, κραυγάζετε ότι έρχεται η Άνοιξη

Ποιο μέλλον μας έχετε ορίσει;
Ποια χώρα αναλογικά διαμοιράζεται;
Ποια στείρα αποφασιστικότητα προτάσσεται και
προπάντων ποια μετριοφροσύνη  καλύπτει τα όμορφα μάτια σας;
Απαστράπτουσες μορφές ηγεμονίσκων
έχετε μπερδέψει τις έννοιες και τους ορισμούς
έχετε λαθέψει στη ρότα της χώρας.

Πως μπορείτε να αισθάνεστε περηφάνια;
Πως  μπορείτε να αναφωνείτε ζήτω και εμπρός.
Πως μπορείτε να δέχεστε τα χειροκροτήματα
Άρχοντες και αρχοντόπουλα
Υπηρετώντας πεζά την φθαρτή εξουσία;

Συναντώντας  τους παλιούς συγγενείς,
στα οράματα πριν το κλείσιμο των ματιών στο γήινο ή επουράνιο ύπνο,
τον ύπνο το δικαίου σας,
ανακαλύπτω  την καμία ομοιότητα, ούτε στη σκέψη ούτε στη πράξη.
Ούτε στον τρόπο των αγαλμάτων
Εκείνοι ακίνητοι στο δέος
Εσείς ακίνητοι ενώπιων των ανάπηρων γεγονότων
Ακίνητοι μπροστά στη θέα του πολέμου
Νεκροί πριν τον θάνατο.

Έτσι λοιπόν, αυτή είναι η χώρα μας;
Αυτοί είμαστε ; Νεκροί;
Χωρίς μία δάδα από το παρελθόν!
Τόσες αφορμές κι ούτε μια σπίθα;
Τόσες επάρσεις κι ούτε μία επανάσταση από τη χώρα της δόξας ;
Εμπρός παίδες, εμπρός…

*Εμπνευσμένο από στίχους του ποιητή:  Owen Seaman



Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Αναζητώντας την αγάπη μου για σένα

Αναζητώντας την αγάπη μου για σένα
Στέναξα πάνω στο στήθος μια πέρδικας που σε γέννησε
πέταξα με τα φτερά μιας πεταλούδας στους λόφους
που ηδονιζόσουνα με τα όνειρα που έχτιζες

Αναζητώντας την αγάπη μου
φίλησα τ’ αυλακωμένα  χέρια του πατέρα
που έσπειρε το στάρι πάνω σε κείνη την όαση
και θύμωσα με το Θεό, ναι θύμωσα με τον έναν που σε έντυσε,
πριν εγώ κλείσω το φόρεμα.
Ένα περίβολο – εγωιστικό ακούγεται-
για να καρπίσει  εντός του, όλη σου τη ζωή.

Αναζητώντας
Σκουπίζω ακόμα τα δάκρυά σου
Μαζεύω τους εγωισμούς σου
Φτυαρίζω τις λύπες
Καρφιτσώνω τις χαρές στους πίνακες του σπιτιού μας


Αναζητώντας την αγάπη μου για σένα. 

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Κρυφτό

Ήταν απόγευμα , μου χτύπαγες την πόρτα
έσφιγγες μες στα χέρια ουρανό
πίσω απ΄ τα μάτια σου, κρυφτήκαν δυό ραπόρτα
για της Πατρίδας τον μηχανισμό.

Σε κυνηγούσανε, από νωρίς οι τύψεις
και χτύπησες το χέρι καταγής
μες στης πλατείας τα σοκάκια, οι ενδείξεις
και οι δυνάμεις μας, ανασταλτικές.

Μ΄ αγκάλιασες ,και έκλαψες θυμάμαι
και έπλυνες το δάκρυ με νερό
μου ψέλλισες , δεν ξέρω που θα πάμε
και σου έπνιξα το αναφιλητό.

Τα βράδια τώρα γίνεσαι σκοτάδι
τη μέρα ο ήλιος είναι κατηφής
το φίδι που δωσε το χέρι για τον Άδη
ήταν η φλόγα μιας άλλης εποχής

Χτύπησες το ταμπούρλο στον αιώνα
στην Αλαμάνα έγινες φτερό
στο Ζάλλογο πετούσες σαν αηδόνα
και το σαράντα έπαιζες κρυφτό.

Σήμερα πίνεις τον καφέ σου και λυπάσαι
ρωτάς τι έγινε, κρυφά χαμογελάς
την ευκαιρία της Πατρίδας τώρα πιάσε

κρεμάσου απ΄ την σημαία που κρατάς

Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

ΟΡΑΣΗ

Μετάφραση στα Γαλλικά από την κα Παναγιώτα Τσορού

Μέσα στην ερημική πόλη που ζούσε
 
στο καψαλισμένο μυαλό του φύτρωναν πυκνόφυλλα δένδρα
 
δάφνες τα έλεγαν έγραφε στους τοίχους.
 
Μασώντας τα φύλλα τους,
 
ένιωθε την πίκρα της ερήμου σαν την πίκρα της μοναξιάς
 
κέρναγε τον εαυτό του πάνω στο ασημοκέντητο τσεβρέ,
 
ένα πιατάκι γλυκό κι ένα φεγγάρι στο μπράτσο ραμμένο σταυροβελονιά
να μην αιμορραγεί -που καιρός για έξοδα στα νοσοκομεία-
Πέρσι το καλοκαίρι – και φέτος το ίδιο συνέβη-
 
απέναντι στην άλλη φάση της πανσελήνου
με τους δαιμονισμένους γέλωτες
 
μακρύ χέρι ενός ιδιώτη νόμου
 
έπεφτε βαρύ και έσβηνε με γομολάστιχα τη μορφή της Άνοιξης.
 
Τα φεγγάρια του Καλοκαιριού του άρεσαν πιο πολύ.
 
Του άρεσαν περισσότερο τα χρώματα
 
Του άρεσαν περισσότερα τα σχήματα
Μέσα στους χρόνους τα σχήματα των εποχών
 
Και κείνος μια γραμμή μαύρη στο σχήμα του φόβου
Καθώς η σκιά της συκιάς λάκτιζε από τον τοίχο
 
Η μορφή της –γυναίκα από πικραμύγδαλο-
έλιωνε στο πυρόξανθο της φωτιάς και του μίσους.
 
Βέβαια αυτός έκλεινε επιμελώς τα μάτια
Η όρασή του ουδεμία σχέση είχε με το έγκλημα.
 
Φόρεσε τα γυαλιά του για ν΄ αποκτήσει άλλοθι.
 
.

VUE

Dans la ville déserte où il vivait 
dans son cerveau flambé poussaient des arbres en feuillage touffu 
des lauriers on les appelait, c'était écrit sur les murs. 
En mâchant ses feuilles, 
il sentait l'amertume du désert comme l'amertume de la solitude 
il offrait son être sur son mouchoir de tête argenté 
un petit plat de gâteau et une lune cousue 
au point de croix sur son bras 
qui ne saigne pas - il n'y avait pas de temps
pour des dépenses d'hôpitaux  - 

L'été passé - et cette année c'est arrivé le même - 
face à l'autre phase de la pleine lune 
avec les rires possédés 
la main étendue d'un loi  particulier
tombait lourde et effaçait avec une gomme la forme du printemps. 

Les lunes d'été lui plaisaient le plus 
les couleurs lui plaisaient le plus 
les formes lui plaisaient le plus 
dans les années, les formes des saisons
Et lui une ligne noire comme une figure de la peur 
au moment que  l'ombre du figuier 
donnait un coup de pied du  mur. 
La forme de la femme - femme d'amande amère - 
fondue au blond enflammé du feu et de la haine.

Bien sûr, il fermait les yeux soigneusement 
Sa vue n'avait rien à faire avec le crime 
il a porté ses lunettes pour avoir d'alibi. 

Traduction:  ΠαναγιώταΤσορού