Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Κυπριακό Πρόβλημα: Γενικές σκέψεις και μια ανεφάρμοστη πρόταση για λύση του προβλήματος.


  


γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας


    Το Κυπριακό πρόβλημα, συγκαταλέγεται ανάμεσα σε άλλα διεθνή προβλήματα (Ρωσική εισβολή στην Ανατολική Ουκρανία, προσάρτηση Κριμαίας, Δημιουργία Ισλαμικού κράτους, διχοτόμηση Συρίας, Παλαιστινιακό κτλ ) που χρήζουν επίλυσης, μέσω των  αποφάσεων και των διαταγμάτων που έχουν ψηφιστεί τόσο από τον ΟΗΕ, όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και από άλλους συνασπισμούς κρατών αλλά και μεμονωμένων χωρών.

    Η μη λύση του Κυπριακού προβλήματος, έχει περάσει ήδη στην 5η δεκαετία και όπως όλα δείχνουν θα διαρκέσει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, άγνωστο πόσο, καθώς οι προτεινόμενες λύσεις σκοντάφτουν συνεχώς στην απόλυτα αρνητική στάση της Τουρκίας που βρίσκει (και εάν δεν υπάρχουν τις δημιουργεί) πάντα αιτίες και προφάσεις είτε να ακυρώνει τις συνομιλίες, είτε να τις αποδομεί, είτε τέλος να δημιουργεί μια άλλη παράπλευρη κατάσταση, οδηγώντας στην τελμάτωση το πρόβλημα και κερδίζοντας χρόνο που είναι ο καλύτερος παράγοντας παγιοποίησης ενός θέματος και λειτουργεί υπέρ αυτού που κατέχει το άδικο. Καθορίζει με ακρίβεια τη θέση της Τουρκοκυπριακής πλευράς και υποκινεί κάθε ενέργειά της σε τέτοιο σημείο που μηδενίζει την κοινότητα των Τουρκοκυπρίων, την περιθωριοποιεί. Την καταστεί μαριονέττα.

    Φυσικά οι ιστορικοί σκαπανείς και άλλοι περιφερόμενοι εργάτες των γεγονότων και αναλυτές μπορούν με ευχέρεια να διαπιστώσουν λάθη και μάλιστα αρκετά στην Ελληνοκυπριακή πλευρά, όμως δεν μπορούν να παραβλέψουν το συνεχή αγώνα της Ελεύθερης Κύπρου να ενώσει τα δύο κομμάτια της. Ίσως είναι μάταιος ο αγώνας αλλά είναι ένα σημαντικό αγώνας. Είναι αγώνας επιβίωσης.

    Η Κύπρος ως ελεύθερο κράτος αδυνατεί να επιβάλλει μία από τις προτεινόμενες λύσεις ή να οικοδομήσει με τους Τουρκοκυπρίους τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία που φέρεται ως η καλύτερη λύση (υποστηρίζεται από την Κυβερνητική Πολιτική) μέσα στο χάος των συνεχών κι ανεδαφικών συνομιλιών. Γιατί όμως δεν μπορεί να επιβληθεί μία λύση; Η απάντηση (εάν ξεφύγουμε από το ρομαντισμό της πολιτικής) είναι απλή. Η Κύπρος δεν έχει την Στρατιωτική Ισχύ και ως εκ τούτου περιορίζεται η προσπάθειά της μέσω της διπλωματίας που όμως (το επιβεβαιώνει ο χρόνιος παράγοντας) δεν είναι αρκετή. Έτσι «πάει περίπατο» και η λαϊκή ρήση που λέει: «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος».

   Αντίθετα η Τουρκία ως χώρα παρουσιάζεται όλα αυτά τα χρόνια ως μεγάλη περιφερειακή δύναμη που παρά τα όποια προβλήματά της (οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, στρατιωτικά κτλ) κατορθώνει να παίζει ηγετικό ρόλο και παίρνει μόνη της δικαιώματα χωρίς να υπολογίζει κανέναν και τίποτα, χωρίς να σέβεται διεθνείς κανόνες και οργανισμούς. Της δώσανε το δικαίωμα, δεν της το πήρανε ποτέ, της μάθανε να συμπεριφέρεται ως ταραξίας και το εκμεταλλεύεται στο έπακρο. Εξάλλου για να έχει και η ζωή ενδιαφέρον κάθε γειτονιά θέλει τον ταραξία της, τον τζάμπα μάγκα. Η Στρατιωτική της ισχύ δεν είναι αμελητέα αν σκεφτεί κανείς ότι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές πολεμά σε 3 μέτωπα με (μερική ή ολική ) επιτυχία (Λιβύη, Συρία, Κουρδιστάν). Είναι ακραίο θορυβώδες μέλος του ΝΑΤΟ, τελεί υπό ειδική σχέση με την ΕΕ, αναλαμβάνει τον ρόλο του αστυνομικού της γειτονιάς όταν της ζητηθεί και είναι φυσικό να αξιώνει (και αξιώνει συνεχώς με απειλές) κέρδη και τώρα τελευταία κέρδη από το ενεργειακό παιχνίδι στην ανατολική Μεσόγειο. Και δεν θα σταματήσει γιατί δεν μπορεί. Έχει προπονηθεί και πρέπει να τρέξει για να τερματίσει νικητήρια. Οι θέσεις της παρουσιάζονται με περίσσιο θράσος σε όλα τα μήκη και τα πλάτη των διεθνών σχέσεων και δεν θα ήταν παράδοξο να υποστηρίξουμε ότι ευλογούνται αυτές οι θέσεις, από την ΗΠΑ (πολιτικά, οικονομικά, προσωπικά συμφέροντα) αλλά και από την ανοχή της ΕΕ(παγίως οικονομικά συμφέροντα, πολιτικά οφέλη σε κράτη όπως η Γερμανία και η Ολλανδία) και την μη τυχαία Ρωσική ουδετερότητα (εμπορικές συναλλαγές δις). Ως που μπορεί να φτάσει; Υποθέτω ως το τέρμα!

     Και τελευταία, μέσα σε όλο αυτό το περίεργο σκηνικό διεθνών σχέσεων είμαστε και εμείς η μικρή Κύπρος που χωρίς να έχουμε μετρήσει το μέγεθός μας, ή εάν το έχουμε μετρήσει δεν έχουμε κατανοήσει τη μικρότητά μας, προσπαθούμε να παίξουμε σπουδαίο ρόλο, πρωταγωνιστικό, αλλά μέλλον περιοριζόμαστε στο ρόλο του κομπάρσου και μάλιστα χωρίς αμοιβή, ούτε λαμβάνουμε  τον κατώτερο μισθό της Κυβέρνησης, εξάλλου ποιος ζει με κείνο τον μισθό πλέον. Οι πολιτικοί μας ηγέτες όλα αυτά τα χρόνια με γνώμονα το συμφέρον του Κυπριακού λαού, προσπαθούν βασιζόμενοι στα ψηφίσματα του ΟΗΕ, της συμμετοχής μας στην γερμανοποιημένη ΕΕ και λαμβάνοντας υπ όψη τη διεθνή νομιμότητα, προσπαθούν για το καλύτερο. Κανείς δεν μπορεί να μην τους καταλογίσει τη σεβαστή προσπάθεια που καταβάλλουν όλοι τους. Για την επιθυμητή λύση,  που αργεί όπως και ο ταχυδρόμος πολλές φορές.

     Το πρόβλημα της Κύπρου είναι πρόβλημα εισβολής και παράνομης κατοχής μέρους της από την Τουρκία, η οποία είναι μία από τις τρεις εγγυήτριες χώρες (Τουρκία, Αγγλία, Ελλάδα) της ύπαρξής της. Όσο σκληρό και εάν ακούγεται αυτό, αυτό ισχύει. Ύστερα λοιπόν από το υποκινούμενο (ΗΠΑ, Αγγλία) πραξικόπημα της Ελλάδας (Χούντα των Αθηνών) και την απαράδεκτη ανοχή της Αγγλίας, επενέβη η Τουρκία (ύστερα και από σχετικό κάλεσμα για τη αποκατάσταση της Δημοκρατίας των εγγυητριών δυνάμεων) και τα αποτελέσματα αυτής της επέμβασης τα βιώνουμε μέχρι και σήμερα. Επί της ουσίας και οι τρεις χώρες φάνηκαν ανεπαρκείς στο ρόλο τους και οι ευθύνες βαρύνουν άπαντες. Φυσικά το μερίδιο του λέοντος αποδίδεται στους Τούρκους που δεν κατανοούν τίποτα μα τίποτα.  Οι ενδείξεις και οι αποδείξεις που υπάρχουν προφητεύουν μια δύσκολη μελλοντική περίοδο για την Μεγαλόνησο και τον ελληνισμό της.

     Ωραία θα πούνε ορισμένοι. Και τι θα πρέπει να γίνει, τι θα πρέπει να κάνουμε. Πάντως ένα είναι σίγουρο ότι θα πρέπει να παρατήσουμε τη στάση της κλαίουσας κόρης. Επιδίωξη οι απ΄ ευθείας συνομιλίες με την χώρα που παίζει το ρόλο του κατακτητή. Την Τουρκία δηλαδή. Η κοινότητα των Τουρκοκυπρίων απέδειξε όλα αυτά τα χρόνια την ανεπάρκειά της ως συνομιλητής. Πέτυχε το ρόλο της ως υπερσύχρονο φερέφωνο της Τουρκίας, της μητέρας πατρίδας της όπως την αποκαλούν.

   Με δεδομένο, ότι το σύνολο των παραμέτρων του Κυπριακού προβλήματος έχουν συζητηθεί και υπάρχει η σύγκλιση στο σύνολο των επιδιώξεων των αντιμαχόμενων πλευρών θα πρέπει: Να τεθεί υπό τη μορφή δημοψηφίσματος η προτεινόμενη λύση (Ενιαίο κράτος, Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, Συνομοσπονδία Δύο Κρατών, Δύο κράτη στο ίδιο νησί κ.ο.κ) μέσα σε ένα χρονοδιάγραμμα 5-6 ετών. Το χρονοδιάγραμμα αυτό υπό τη μορφή νόμου του Κυπριακού κράτους θα κατατεθεί στον ΟΗΕ, στην ΕΕ και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς με ορισθείσα επακριβώς την καταλυτική ημερομηνία. Την τελική ημερομηνία θα έχουμε τη λύση όποια και να είναι αυτή.

Παράλληλα θα προωθηθεί:

α. Η απομάκρυνση των Αγγλικών Βάσεων με τη μορφή που έχουν ή παραμονή με υπογραφή συμφωνίας για πλήρη στρατιωτική υποστήριξη στη περίπτωση παραβιάσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στη περίπτωση αθετήσεως της συμφωνίας τίθεται αυτομάτως θέμα οριστικής απομάκρυνση τους.
β. Κατάργηση των καθεστώτος εγγυητριών δυνάμεων.
γ. Παύση των διλημμάτων εάν ανήκουμε στη Δύση ή στην Ανατολή (ΗΠΑ, ΕΕ ή Ρωσία). Κάποια στιγμή θα πρέπει να το αποφασίσουμε και να το τηρούμε.

    Σίγουρα οι αποφάσεις αυτές θα ασκήσουν πίεση και στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό. Όμως θα δείξουν την επιθετική αποφασιστικότητα της Λευκωσίας για τερματισμό του προβλήματος που κρατά όμηρο τη χώρα και τους πολίτες της μισό αιώνα πλέον.

    Πλέον των παραπάνω θα πρέπει επιτέλους να ασκηθεί ολοκληρωτική πίεση στους Τουρκοκύπριους να επιλέξουν με ποιους θα πρέπει να είναι. Τον τρόπο επιλογής θα τους βρούνε εκείνοι μέσα και πάλι σε ένα αυστηρά χρονικό πλαίσιο. Πέραν εκείνου του χρονικού πλαισίου και εφ΄ όσον η επιλογή τους θα είναι η απομάκρυνση τους από την Κυπριακή οντότητα και κυριαρχία τότε θα πρέπει σταδιακά αλλά σύντομα να αποφασιστεί:

α. Η κατάργηση της Κυπριακής Ιθαγένειας και Ταυτότητας των Τουρκοκυπρίων
β. Η παύση κάθε είδους επιδομάτων προς την Τουρκοκυπριακή Πλευρά
γ. Η παύση κάθε είδους δωρεάν παροχής αγαθών (πχ ρεύματος, νερού κτλ)

και η λήψη και άλλων δυνατών μέτρων που θα καθορίσει και την αυτόνομη πορεία πλέον της Κυπριακής Δημοκρατίας.

    Αγαπητοί φίλοι,  φτάσαμε σε ένα επικίνδυνο σημείο να δικαιολογούμε τις συμπεριφορές της Τουρκίας ως αποτέλεσμα της δικής μας αναποτελεσματικότητας ή γιατί πιστεύουμε ότι όλα γίνονται για εσωτερική κατανάλωση, αγνοώντας ότι συνεχώς κερδίζει έδαφος και εμείς με τη παθητική ανωτερότητά μας της το επιτρέπουμε. Πολλές φορές εθελοτυφλούμε και στρουθοκαμηλίζουμε, κρύβουμε για να περάσουμε και τα προβλήματα διογκώνονται και πολλαπλασιάζονται. Βρισκόμαστε μέσα σε ένα έλος που συνεχώς μεγαλώνει και θα μας πνίξει. Εάν δεν μπορεί να υπάρξει κοινό μέλλον πρέπει να αποφασίσουμε για το βελούδινο διαζύγιο που θα επιτρέψει απεγκλωβισμό (όσο οδυνηρός μπορεί να είναι) από το αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο που μπορεί να αλλάξει εάν η πράσινη γραμμή βαφεί άσπρη.


*Τουρκοκύπριοι:

Οι Τούρκοι της Κύπρου. Πριν από το 1571,χρονιά κατάκτησης της Κύπρου από τους Οθωμανούς, οι Τούρκοι της Κύπρου δεν αποτελούσαν παρά μια μικρή μειονότητα, κυρίως αιχμάλωτοι επιδρομών που ορισμένοι μάλιστα εξ αυτών είχαν ασπαστεί τον χριστιανισμό. Το 1571 εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο περί τις 30.000 Τούρκοι (αναμεμειγμένοι με Έλληνες και Αρμένιους. Οι περισσότεροι από αυτούς ήσαν Μουσουλμάνοι, ενώ πολλοί έφεραν το στίγμα του άπιστου. Κάποιους ονόμαζαν και ραγιάδες.

Παρασκευή 14 Μαΐου 2021

Γράμμα από τη νήσο Κάσο ... του Δημητρίου Γκόγκα





Σου γράφω γράμμα κατά τις δύο και το ραντίζω με δενδρολίβανο.
Γίνομαι φλόγα του έρωτά σου που χω ξεφύγει από κλίβανο!
Με παγιδεύεις με μία σφαίρα και σ΄ ένα στίχο μπαίνω αόρατα.
Παλεύω πάντα με τα όνειρά μου,  που με τρομάζουν γιατί ειν΄ θεόρατα.

Μην απελπίζεσαι αγαπημένη,
για όλα φταίει ο καπιταλισμός.
Κλείνουν τα σύνορα να μην περάσει
ο μετανάστης  κουμμουνισμός.
Τα παλιά βιβλία, τα έκαψαν όλα
κι έχει γεμίσει κάπνα ο ουρανός.

Μα κάποιες φορές που σου φιλώ στα χείλη,
ο κόσμος όλος γλυκά αλλάζει
και άλλη ρότα η γη χαράζει.

Σου γράφω γράμμα από την Κάσο, στην Αντιπέρατο* μολύβι έσταξε.
Στο λιμανάκι βρήκαν πνιγμένο, πουλί που τόλμησε και πέταξε.
Κάποιες στιγμές μ΄ είχε φοβίσει η ποίηση. Τολμώ και κρύβομαι,
από τα κόμματα και τις τελείες και απ΄ τους λόγους τους και πνίγομαι.

Μην απελπίζεσαι αγαπημένη,
για όλα φταίει ο φασισμός.
Πώς να περάσει αφού φασίστας
είμαι εγώ, εσύ κι αυτός.
Ο πόνος στη μέση πως με τραβάει
και δεν υπάρχει κανείς γιατρός.

Μα κάποιες φορές που σου φιλώ στα χείλη,
αυτός ο κόσμος δεν με τρομάζει
γιατί άλλη ρότα η γη χαράζει.


*Αντιπέρατος: Περιοχή της Κάσου

Κάμπος μιας Νιότης : Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα / Οκτώβριος 2018 (Απόσπασμα με 4 ποιήματα)

Αφιερωμένη στους συμμαθητές του Δημοτικού Σχολείου Στρυμονικού


Ήμασταν φτωχοί πάντα
έλεγε ο παππούς στο χαγιάτι
και έβαζε την στάμνα με το κρύο
καθαρό νερό
στο γόνατο.
Γέμιζε το ποτήρι.
Από το ίδιο ποτήρι πίναμε όλοι.
Όταν ακούγαμε πως έφυγε κάποιος
φωνάζαμε όλοι πως
«τον αγάπησε ο θεός»
Οι φράκτες στην αυλή μας
ήταν δένδρα.
Οι πιο νέοι έσκουζαν να πάρουμε
περισσότερα ποτήρια.
Στο παζάρι της Τρίτης
αγοράσαμε δώδεκα γυάλινα.
Ο καθένας να έχει το δικό του.
Γέμιζε ο πέτρινος νεροχύτης άπλυτα ποτήρια.
Φώναζε η μαμά.
Γκρίνιαζε ο παππούς.
Δεν μπορούσε πια,
να δίνει νερό από το ίδιο ποτήρι.
Αυτός κράτησε την παλιά συνήθεια
για τον ίδιο.
Σήκωνε την στάμνα
γέμιζε πάλι το ποτήρι
ρουφούσε το νερό
από τον πάτο του πηγαδιού!

**

Την τελευταία χρονιά ήμουν μικρός,
ο κόσμος μεγάλος.
Κουφόβραση στον κάμπο.

Ειδοποιηθήκαμε,
-εδώ θα πρέπει να το πω-
η κοινότητα και ο αστυνόμος
- νάναι καλά- οι θεσμοί
άριστοι στο έργο τους,
η πρώτη με το μεγάφωνο στα χείλη
κι ό άλλος με το μπεγλέρι στα χέρια.

Στην δημοσιά-που ήθελε επειγόντως επιδιόρθωση-
το έλεγε και το επείγον τηλεγράφημα
(με κόκκινα γράμματα
 η λέξη επείγον: εγκυμονεί κινδύνους  για το έθνος)
θα σταματούσε ο Παττακός και ο Μακαρέζος,
στον δρόμο για την πόλη των Σερρών.

Σε δυο ώρες γέμισαν τις λακκούβες
σε δυο ώρες
πλέναμε τα χέρια (για το χειροκρότημα)
χτενίσαμε τα μαλλιά μας
ποδιές στο χρώμα του ουρανού και της Θάλασσας
(αγόρια και κορίτσια)
σημαιούλες
στο μυαλό
σε δυο ώρες, η κυρία Δασκάλα (πιο κυρία από ποτέ)
εν δυο.

Το αμάξι πέρασε
-τι ωραίο μαύρο χρώμα-
….κυρία. (κόμπιασε η λέξη στο λαιμό)

Οι σημαίες χρόνια τώρα κυματίζουν μέσα μου.
Δεν γνώρισαν ποτέ τους άπνοια.

**


Χρεωμένος θα φύγω στην ζωή και στον θάνατο.
Χρεωμένος σε σένα.

Πρώτες σκέψεις.
Μόλις υπέγραψα συμβόλαιο ζωής και θανάτου.

Σαν καταβόδωσα την ζωή 
ήρθε ο θάνατος.
Ήρθαν μαζί  οι  χάριτες,
κουνάμενη κι η μοίρα.

Τρεις ευχές.
Μια στεγνή πατρίδα που ανάσανε μέσα μου.
Ένας σταυρός που καρφώθηκε στη πλάτη μου.
Μια μάνα που όρισε τη τύχη μου.

Μου χρωστάει λοιπόν η ζωή
μου χρωστά και ο θάνατος.
Ένα αιχμάλωτο πατέρα.
-χάθηκε ένα ανοιξιάτικο απόγευμα από τα μάτια μας-
ένα μικρό σπιτάκι στην θάλασσα, μια χαμένη Ιθάκη
( ας μην μιλάμε πια για την Ιθάκη, ίσως να ήταν μόνο μία)

Μου χρωστάει λοιπόν η ζωή,
μου χρωστά επιστροφές ο θάνατος.

Αν ισχύουν αυτά
γιατί το συμβόλαιο
κάτω από την καλλιγραφημένη ένδειξη:  ο δανειζόμενος
φέρει την υπογραφή μου;

**

 ΟΤΑΝ ΕΒΗΣΕ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ

Όταν  έσβησε ο πατέρας,
έπεσε στο έδαφος,
ένα δένδρο στην αυλή
που γεννήθηκα.
Κοίταζα το ταβάνι,
πατούσα το πάτωμα,
λείψανε τα κλαδιά,
λείψανε
ο κορμός και τα φύλλα,
οι ρίζες μου.
Ήρθαν συγγενείς, φίλοι
ξενιτεμένα αδέλφια,
μοιρολογίστρες, 
από τον πέρα μαχαλά,
ήρθαν οι μοίρες.
«Θα γίνεις εσύ ένα δένδρο
θ΄ απλώσεις τις δικές σου ρίζες»
Εγώ όμως το ήξερα,
βαθιά μέσα στην γη μου,
ένα δένδρο έπεσε
και χάθηκε το δάσος.


Τετάρτη 12 Μαΐου 2021

Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό: Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα / Νοέμβριος 2018 /Ολοκληρώνεται έτσι μια τριλογία για την ιδιαίτερη πατρίδα του το Στρυμονικό Σερρών: Οι άλλοι δύο λόγοι ήταν: Κάμπος μιας Νιότης και Ξέρω έναν τόπο. (Απόσπασμα με ανάρτηση του Β΄μέρους / έμμετρα ποιήματα))




ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ


Για μια  Πατρίδα, τον αέρα αγκαλιάζω
στον ουρανό της τραγουδάνε τα πουλιά.
Μέσα στον πόνο της καρδιάς,  αργά  βουλιάζω
για να ξανά βρω στην αυλή μου μια γωνιά.

Να κλείσω μέσα, ότι αγαπούσα.
Κι ότι αγάπησα πολύ,  ψηλά να τα κρατούσα.
Κι ο λογισμός μου απ΄τα ξένα
Αχ να ξεβράσει της ζωής,
τα ξεχασμένα.

Για μια πατρίδα, το ψωμί λιώνει στο στόμα.
Αγέρας, γη και νερό γίνονται σώμα.
Φύλλο που τρέμει στις βολές ενός ανέμου.
Σφαίρα χαμένη σε μια μάχη ενός πολέμου.

Μες στη ζωή μου, ότι αγαπούσα
για ότι νοστάλγησα  ξανά και πάλι να  διψούσα.
Κι απ΄ τις πληγές μου πάντα θα βγαίνει
Ένα παράπονο πικρό,
από ψυχή κλεμμένη. 

Τώρα στον κάμπο, ένα λούλουδο ανθίζει.
Πετώ το όπλο και την χλαίνη καταγής.
Αυτή η λάβρα που με καίει ξαναρχίζει,
να κάνει στάχτη τα συντρίμμια της οργής.

Για μια πατρίδα, η σάρκα λιώνει
κι η Άνοιξη που ένιωσα στα στήθη μου παγώνει.
Θα γίνω αέρας, νερό και χώμα.
Και μια πατρίδα μέσα μου…
Θα χτίσω ακόμα!



**


ΧΕΙΜΩΝΑ ΝΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ ΣΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ

Ρωτώ σιγά ποιον δρόμο θα διαλέξεις
κι εσύ κοιτάς ψηλά τον ουρανό.
Γυμνά τα πόδια σου και πως τρέξεις,
κρεμιέται τ΄ όνειρο σ΄ ένα γκρεμό.

Στης γης σ΄ ένα δωμάτιο, πεθαίνεις.
Ο ήλιος πώς να φτάσει να σε δει.
Τη μέρα δεν μιλάς κι όλο σωπαίνεις,
τη νύχτα φεγγαράκι σε κλουβί.

Ρωτώ ξανά: μπορώ να περιμένω;
Και βάζω στο ποτήρι μου νερό.
Στους ουρανούς σε έχουν πεθαμένο.
Μια μάνα κελαηδάει σ΄ αγαπώ.

Φοβάσαι μα ελπίζω να πετάξεις,
γεμίζω τα ποιήματα μ΄ ευχές.
Ελπίζω το Φθινόπωρο ν΄ αλλάξεις,
Χειμώνα να βρεθούμε στις γιορτές.


**


Η ΦΟΝΙΣΣΑ

Έβγαλα ένα αχ και μία φόνισσα
πρόβαλλε. Mια ζοφερή γερόντισσα.
«Δεν έφταιγε που έκανε το τάμα της!»
που κάπνιζε την νύχτα η καμινάδα της.

Ονόματα στο κίτρινο τεφτέρι της,
της τ΄ άρπαξα με μιας από το χέρι της,
της είπα: πως τελειώνει το κερί της
αγέλαστη φροντίζει την φυγή της.

Τσεμπέρι μαύρο, άφησε στην πλάτη της,
πάτησε το αχ στο σκαλοπάτι της,
παράδεισους την είδα να σκουπίζει,
ανέμους με μια σκούπα να σκορπίζει!

Προσπάθησε να φύγει για τον Άδη,
κατηφορίζοντας  σ΄ ένα πηγάδι,
εκεί που πίστευε πως οι Αγγέλοι,
με ζάχαρη ζούνε και άγριο μέλι!

Και μια Αυγούλα, μια κακή γειτόνισσα,
της είπε με οργή πως: «είσαι φόνισσα»
Τα βήματα την πήγανε στην θάλασσα,
εκεί που τις φτερούγες της τις άπλωσα.

Τις πήρα υγρές, στεγνώσαν και σου χάρισα
αυτό το αχ, που πάτησε μια μάγισσα.
Στα σύννεφα  σαν άγγελοι ανθίσανε
και μυρωδιές στον κόσμο μας σκορπίσανε.


**

 ΘΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ


Θα βρεθούμε στην γη που μας γέννησε.
Ωχ αδέλφια η ώρα μας φτάνει.
Κάποιον χρόνο το μάτι ατένιζε
μια γροθιά υψωμένη, στεφάνι.

Θα βρεθούμε στις γούβες που πίναμε,
το καθάριο νερό που κυλούσε,
με τις χούφτες εμείς σας  το δίναμε,
με ψιθύρους σε μας τραγουδούσε.

Στις αυλές θα βρεθούμε που ζήσαμε,
στα σοκάκια που οι μνήμες χορεύουν,
στους χωμάτινους πύργους που στήσαμε
και οι θρόνοι, αδειανοί μας γυρεύουν.


**




ΕΨΑΧΝΑ ΜΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ

Διάλογος.....

Πατέρα

Έψαχνα μια πατρίδα, στο μέσο  του ανέμου,
σε μίσχους ηλιαχτίδας, πατρίδα είδα καλέ μου!
Ανοίγω πόρτα και πατώ, το μουχλιασμένο χώμα.
Είναι πατρίδα; Ή θαρρώ, ένα κορμί σε κώμα;

Γιέ μου

Άνοιξε το παράθυρο, ένα κρινάκι ανθίζει,
κι ένα μικρό αετόπουλο, δίπλα σου πεταρίζει.
Με πόνο όλα τα μάζεψα, σε μια αγκαλιά. Ελπίζω.
Βουνά, πεδιάδες και νερά, Πατρίδα είναι νομίζω.

Πατέρα

Δες στο μυστρί ξεράθηκε, όλο το βιός που χτίζω,
μπήγω το όνειρο στην γη, πατρίδα δεν καρπίζω.
Και το κορμί που λύγισε, απ΄ τα όπλα μου στον ώμο,
φωνή όμως μάνας σίγησε, μα μ΄ οδηγεί στον δρόμο.

Κάθε τριγύρω που πατώ, ήλιος και καταιγίδα,
ξένη πατρίδα π΄ αγαπώ, η πέτρινη πατρίδα.

Γιε μου

Όλοι οι ανθοί που φύτεψες, σαν άνοιγες θεμέλια,
ρίζες οι λέξεις π΄ αγαπάς, φυτρώνουν Ευαγγέλια!
Σ΄ αφήνω γη κι έναν  θεό, εκτός αυτών ουκ είδα,
όπου ανάσες για να ζεις, είναι μικρή πατρίδα.

Όμως αυτή που άφησες, χρίζει το ριζικό σου,
κάθε σου δάκρυ και καημός, στον αναστεναγμό σου!



Πατέρα

Πήρα την γη που μου δωκες, την έπλασα προζύμι
και στην καρδιάς την πυροστιά, άπλωσα μια γαλήνη.
Ένωσα δρόμους, ποταμούς, μπόλιασα την ελπίδα,
βήμα στο βήμα έλιωσα μα βρήκα την πατρίδα!

Κυριακή 9 Μαΐου 2021

ΞΕΡΩ ΕΝΑΝ ΤΟΠΟ: Ποιητική Συλλογή του Δημητρίου Γκόγκα, αφιερωμένη στην πατρίδα του το Στρυμονικό Σερρών


ΟΣΟ ΔΙΑΡΚΟΥΣΕ Η ΞΕΝΙΤΕΙΑ

Την έσυραν χιλιόμετρα μακριά
αιχμάλωτη της ξενιτιάς
και μιας Άνοιξης που την περίμενε χρόνια.
Από το γκρίζο πέτρινο σπίτι,
το μάτι του παιδιού έβλεπε τα χελιδόνια.
Δεν ήθελε να ξανάρθουν καμία Άνοιξη.

Την βάλανε γυμνή μπροστά στους δικαστές,
με τις άσπρες ρόμπες.
Θόλωσε για μια στιγμή
(τόσες δεκάδες παιδάκια σαν δικαστές)
Της κοίταξαν τα δόντια,
τα πόδια
και (αλλοίμονο) τα χέρια.
Ποιος θα έπαιρνε εργάτη χωρίς χέρια.

Το μόνο που δεν ζήτησαν ήταν να μιλήσει.
Την φωνή της δεν την άκουσε κανείς.
Την έκλεισε μέσα στα γράμματα της Άνοιξης
κι απλώθηκε στους χρόνους της ένα χειμώνας,
σαν σημαία στο πέτρινο σπίτι.

Τα χελιδόνια δεν ήρθαν όσο διαρκούσε η ξενιτιά.
Η Άνοιξη φευγαλέα,
μια ηλιαχτίδα
κι ύστερα ανάσα της
μέσα στην ανάσα του κόσμου.
Λίγο νερό, λίγο χώμα,
αυτό ήταν το τραπέζι της.
Λίγο νερό και λίγο χώμα.

Το χέρι του παιδιού που ζητούσε,
μ΄ ένα σπαθί το έκοψαν.
Ήταν άσκεφτο αυτό που πίστευε είπαν.
Ζητιάνευε την Άνοιξη.

Κι οι δικαστές;
Αχ αυτοί οι δικαστές
άλλαξαν τις ρόμπες τους
και χρόνια τώρα φορούν τα μαύρα
και κρατούν τα γρανάζια των εποχών.
«Πότε θα αλλάξει τούτο;
Δεν θα το μάθει ποτέ της » ψέλλισε.



**


ΗΤΑΝ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΗΣ


Ήρθε ο γαμπρός και έκατσε δίπλα του
να μετρηθεί το ύψος και το πλάτος
και προπαντός οι αποστάσεις.

Η κόρη του είχε φτάσει τα είκοσι ένα χρόνια.
Μετρούσε, ξανάμετρούσε τόσα τα έβγαζε
και ο ίδιος είχε πατήσει τα εξήντα.

Αισθάνθηκε στην πλάτη το χτύπημα του χεριού,
«μην ανησυχείς θα την προσέχω
κοίτα εσύ να γράψεις κείνο το χωράφι με τις ελιές»

(η μάνα είχε κοιμηθεί κάτω από κείνες τις ελιές)

Έβγαλε το χαρτί από την τσέπη, έβαλε την υπογραφή του,
μια τζίφρα δηλαδή και του το δωσε.

Πήρε το χαμόγελο της κόρης, το έκαμε δαχτυλίδι
το φόρεσε στο δάκτυλο του γαμπρού
πήρε την μνήμη την έκαμε κεντητό
και είπε: ήταν το θέλημά της.

Κέρασε από μια ελιά στους καλεσμένους.

Ύστερα βγήκε από το σπίτι
πήρε τον δρόμο για το χωράφι
ξάπλωσε κάτω από τις ελιές.

Τον πήρε και κείνον ο ύπνος.




**


ΕΝΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΑΝΟΙΞΗΣ


Δεν ξέρω ποιο λόγο να γράψω πρώτα, αλλά σίγουρα γνωρίζω την κερασιά στο περιβόλι και το βουητό το ψάλτη από την εκκλησιά του Αγίου Αντωνίου. Μια κερασιά που γράφει.

Ακόμα και τώρα πριν από την πρόταση, η καμπάνα της Εκκλησιάς οδηγεί τα βήματα ενός μολυβιού, σ΄ ένα ξεχασμένο τετράδιο. Το σεντούκι φούσκωσε από μνήμες. 

Η μάνα πάντα κοιτάζει από το παράθυρο την κατηφόρα του Τσάλτεπε, μην δεν φανεί ο πατέρας. Ο φόβος την κρατά στην ζωή και την απομακρύνει.

Κοντά στον τοίχο και στην βρύση που στάζει έχουν σύναξη οι βάτραχοι του ξεροπόταμου και οι μέλισσες του κάμπου. Μπουχτίσαμε από μέλισσες που δεν τσιμπάνε.

Και με παίρνει ο ύπνος με το μολύβι στο χέρι, την κερασιά να γελάει, το σεντούκι ν΄ ανοίγει, να κοάζουν οι βάτραχοι κι μέλισσες και πάλι δεν τσιμπάνε.

Ο ήχος από την σκουριασμένη ρόδα του κάρου ακούστηκε. Ο πατέρας φάνηκε και ένας αέρας μυριστικός φύσηξε και άνοιξε το παράθυρο. Η μάνα χαμογελά. Σαν γυναίκα.


το βιβλίο κυκλοφορεί δωρεάν στην διεύθυνση: https://www.ebooks4greeks.gr/kserw-ena-topo

Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

Εμείς και τα σκυλιά στο Στρυμονικό

 


 

γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

 

   


Εμείς που βρισκόμαστε στην ηλικία των 55 και άνω και ζήσαμε τα παιδικά μας χρόνια, τις προεφηβικές ηλικίες των 10 ετών, στις δεκαετίες των 70 και 80, μέσα σε ένα λασποτόπι, θυμόμαστε ακόμα τη σχέση μας με τα σκυλιά στο Στρυμονικό, είτε αυτά ήταν τσομπανόσκυλα, είτε αδέσποτα.

   Την εποχή εκείνη ακόμα δεν είχε βγει το διάταγμα που καθόριζε την «έξωση» των κτηνοτροφικών μονάδων, δηλαδή τις μάντρες, τα «μαντριά» από τις αυλές κυρίως των σπιτιών και των γειτονιών. Οι δρόμοι από τους οποίους  περνούσαν τα κοπάδια κάθε πρωί και απόγευμα βούλιαζαν από τους τόνους κοπριάς και όταν έβρεχε τα λήμματα έτρεχαν ανεξέλεγκτα στους δρόμους. Βρωμιά και δυσωδία καθ΄ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Η ζωή ανυπόφορη!

    Μέσα σε αυτό το τοπίο και τα αδέσποτα σκυλιά. Δεκάδες να βρίσκονται σε όλους τους δρόμους του Στρυμονικού χωρίς να υπάρχει καμιά πολιτική για τον περιορισμό τους. Τα περισσότερα αδέσποτα προκαλούσαν φόβο στους περαστικούς και τα μικρά παιδιά που συχνά – πυκνά άκουγαν τις παραινέσεις των γονιών τους να αποφεύγουν συγκεκριμένους δρόμους. Σε αυτό το σκηνικό προσθέταμε και τα τσομπανόσκυλα και τα αγκαθωτά κολάρα στους λαιμούς τους για την προστασία των κοπαδιών από τους λύκους. Συνήθως τα τσομπανόσκυλα ήταν απολύτως φιλικά προς όλους μας αλλά ποτέ κανείς δεν μας μάθαινε πως πραγματικά να τα πλησιάζουμε. Οι γονείς μας υπολείπονταν σε γνώσεις, οι ιδιοκτήτες τους θεωρούσαν απόλυτα φυσικό ότι εμείς ξέραμε τους τρόπους προσέγγισης. Μάλλον οι μόνοι που το γνώριζαν ήταν τα τσομπανόσκυλα αλλά δεν μπορούσαν να μας μιλήσουν. Το πλησίασμά τους μας φόβιζε, μας τρόμαζε και σε κάθε περίπτωση προσπαθούσαμε να τα αποφύγουμε.

   Πολλοί συμμαθητές μου, φίλοι έβλεπα ότι φέρονταν βάναυσα, σκληρά ειδικά στα αδέσποτα. Τα κυνηγούσαν, τα κλωτσούσαν, τα πετούσαν πέτρες, τα χτυπούσαν με ξύλα. Τους δηλητηρίαζαν. Πραγματικά ένα ανοικτό κολαστήριο, ένα χωριό σε μάχη.

   Τα πράγματα αργότερα αλλάξανε. Τα «μαντριά» απομακρύνθηκαν από τις γειτονιές, φύγανε και τα τσομπανόσκυλα όπως και τα αδέσποτα. Η κοινωνία στο Στρυμονικό άλλαξε, όπως άλλαξαν και οι άνθρωποί του. Οι συμπεριφορές τους απέναντι στους σκύλους βελτιώθηκε μέρα μα τη μέρα, χρόνο με τον χρόνο. Οικογένειες υιοθέτησαν σκύλους, δέθηκαν μαζί τους και αναγνωρίστηκε η συμμετοχή τους στη κοινωνία των ανθρώπων. Σεβασμός. Όλοι όμως άλλαξαν; Όχι προφανώς καθώς διαβάζω συνεχώς για καταγγελίες για βασανιστήρια και θανατώσεις σκύλων. Για δολοφονίες δηλαδή. Διότι η θανάτωση ενός ζώου με οποιοδήποτε τρόπο δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια δολοφονία. Και σε ένα μικρό τόπο όπως αυτόν στο Στρυμονικό είναι αρκετά δύσκολο να μην είναι γνωστοί οι δολοφόνοι, οι δράστες τέτοιων πράξεων και να παραμένουν κρυφοί και ασύλληπτοι.

    Διαβάζω τις ανησυχίες πολλών συγχωριανών, διαβάζω τις οργισμένες δηλώσεις τους και τις συμμερίζομαι. Ελπίζω πως η έλλειψη παιδείας που μας χαρακτήριζε να μην συνεχιστεί στο παρόν και στο μέλλον. Τα ζώα είναι δίπλα μας, ζούνε μαζί μας, μας προσφέρουν  τα πάντα και εμείς οφείλουμε πολλά σε αυτά. Ας τα σεβόμαστε, ας μην τα φοβόμαστε.