Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2025

ΘΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ/ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ (Ποιητική Συλλογή: ένα τετράδιο για το Στρυμονικό)

 

 

Θα βρεθούμε στην γη που μας γέννησε.
Ωχ αδέλφια η ώρα μας φτάνει.
Κάποιον χρόνο το μάτι ατένιζε
μια γροθιά υψωμένη, στεφάνι.
 
Θα βρεθούμε στις γούβες που πίναμε,
το καθάριο νερό που κυλούσε,
με τις χούφτες εμείς σας  το δίναμε,
με ψιθύρους σε μας τραγουδούσε.
 
Στις αυλές θα βρεθούμε που ζήσαμε,
στα σοκάκια που οι μνήμες χορεύουν,
στους χωμάτινους πύργους που στήσαμε
και οι θρόνοι, αδειανοί μας γυρεύουν.

Ο ΤΟΙΧΟΣ ΤΗΣ ΑΥΛΗΣ ΜΟΥ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ (Ποιητική Συλλογή: ένα τετράδιο για το Στρυμονικό)

 

 

Την αυλή του σπιτιού μου την κλείνει ένας τοίχος
που έχτισε πριν χρόνια ο καλός μας πατέρας.
Σαν αγκύλη που μέσα πλανιόταν ο στίχος.
Σαν τα στήθη που κλείνουν την καρδιά της μητέρας.
 
Στην αρχή δεν φαινόταν πως θα ψήλωνε άλλο.
Μα ο πατέρας το είχε και καημό και τιμή.
Κι έτσι λίγο νερό, λίγο χώμα, και τον κάνει μεγάλο
αγαπούσε να βλέπει πιο κλειστή την αυλή.
 
Οι γειτόνοι κοιτάζαν με πελώρια μάτια.
Δε ρωτούσαν. Δέος τους κρατούσε μακριά.
 Ίσως θέλαν μια μέρα να τον δούνε κομμάτια
μα τα χέρια απ΄ τον φόβο είχαν πιάσει σκουριά.
 
Η αυλή και ο τοίχος του καλού μας πατέρα
κεντημένοι με τάξη, με κλωστή με βελόνα.
Κάπου – κάπου στην πόρτα μια γλυκιά καλημέρα
και το βράδυ το φως που ΄ριχνε η κολόνα.
 
Τι κι αν ήρθαν δασκάλοι που κρατούν τα πρωτεία.
Τι κι αν ήρθαν του κόσμου, με την σμύρνα, οι σοφοί.
Τι κι αν ήρθαν οι άλλοι που αντλούν εξουσία.
Ο πατέρας γελούσε: είν΄ δική μου η αυλή.
 
ΚΙ έτσι ο τοίχος κρατούσε. Και περίεργο ήταν,
ο καλός μας πατέρας μια αυλή διοικούσε.
Ειν΄ δικός μου ο κόσμος έχω γη κι ουρανό
δεν μπορεί να τα πάρει της ζωής το θεριό.
 

Ο ΔΩΣΙΛΟΓΟΣ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ (Ποιητικη Συλλογή: ένα τετράδιο για το Στρυμονικό)

 

 
Έπεφτε απρόσιτη  η νυχτιά.
-το θαμπόγυαλο κατάχαμα σπασμένο-
Έξω απ΄ την εξώπορτα αναμμένο
το  τσιγάρο του δωσιλογά.
 
Σκούντηξα την πόρτα και κλειστό
το παράθυρο για ν΄ ασφαλίσει
το φεγγάρι σκύβει να φιλήσει
το πλατύσκαλο που περπατώ.
 
Μου  πες με φωνή σπαρακτική
μην ακούσει ο ξένος που περνάει
η σκιά στον τοίχο όμως κολλάει
στην ξεροσταλιά σου θα πνιγεί.
 
Φύγε, σου αξίζει να σωθείς
το περβόλι πρέπει να περάσεις
κύμα είναι μα όχι όμως θαλάσσης
που απ΄ όμως δροσιές του θα βραχείς.

Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία! / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

 




Άδοξος ποιητής στο νησί της Αφροδίτης, διαβάζοντας τις απόψεις και τις γνώμες για την απονομή των κρατικών βραβείων λογοτεχνίας, ειδικότερα στην ποίηση και την αντιπαράθεση που ακολούθησε, ξεκίνησε να γράφει μια νέα ποιητική συλλογή με την κρυφή ελπίδα να κερδίσει κρατικό βραβείο λογοτεχνίας στην Κύπρο την επόμενη χρονιά!

 



Παρακάτω το πρώτο ποίημα της συλλογής!

 
Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία!
 
Γράφω, φτωχός ο ποιητής, μια συλλογή αθλία,
μήπως του χρόνου διακριθώ στα κρατικά βραβεία,
λογοτεχνίας βέβαια. Να σκάσουνε κι οι φίλοι
κι όσοι με απαρνήθηκαν μακριά στο ένα μίλι!
 
Γράφω για ένστικτα βαθέως του ανθρώπου,
για δυο ελιές που φύτρωσαν στο κάτω του προσώπου.
Γράφω για τα όμορφα βυζιά της θείας θεοδώρας,
που τα ΄ξερε κι ο Μανολιός εντός της ενδοχώρας!
 
Την έστειλα στο Chatbot App μου είπε με καμάρι,
πως είναι αριστούργημα! Έχει περίσσεια χάρη.
Ουδείς στραβός δεν θα τη δει, μα κείνοι θα την δούνε,
γιατί έχουνε μεγάλο νου και μέσα που μπορούνε!
 
Μιλώ για την επιτροπή που είναι παινεμένη
γνωρίζουν από ποίηση κι ειν΄ όλοι τους κρουσμένοι!
Μα εγώ δεν τα πιστεύω αυτά ω! νέε καλλιτέχνη.
Πες μας πως θα πηδήξουμε, γιατί κι αυτό είναι τέχνη!
 
Εννοώ, τα εμπόδια που στη ζωή θα βρούμε,
γιατί η Κύπρος καίγεται, μαζί της θα καούμε.
Λένε πως κάποιος σοφιστής πάντα τ΄ απίδια ξύνει
και γρίφους εις την ποίηση μαζί με κείνους λύνει!
 
Ποιητική η συλλογή που γράφω για να μείνει
εις τους αιώνες πάντοτε τροφή και νου να δίνει.
Και αν ποτέ κανείς θα πει, πως ήταν για τα μπάζα
εγώ σαν μια βοήθεια την στέλνω ως την Γάζα!
 
Έτσι λοιπόν αγαπητοί, άδοξοι ποιητές μου
αφού εγώ θα βραβευτώ, λατρέψτε τις γραφές μου!
Και σεις, λιβέλους γράψετε, καπνίστε κι ένα μπάφο
Έτσι κι αλλιώς να ξέρετε, στα «κάκαλα» σας γράφω!

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2025

Η ΦΟΝΙΣΣΑ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ (Ποιητική συλλογή: Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό)

 


 
Έβγαλα ένα αχ και μία φόνισσα
πρόβαλλε. Mια ζοφερή γερόντισσα.
«Δεν έφταιγε που έκανε το τάμα της!»
που κάπνιζε την νύχτα η καμινάδα της.
 
Ονόματα στο κίτρινο τεφτέρι της,
της τ΄ άρπαξα με μιας από το χέρι της,
της είπα: πως τελειώνει το κερί της
αγέλαστη φροντίζει την φυγή της.
 
Τσεμπέρι μαύρο, άφησε στην πλάτη της,
πάτησε το αχ στο σκαλοπάτι της,
παράδεισους την είδα να σκουπίζει,
ανέμους με μια σκούπα να σκορπίζει!
 
Προσπάθησε να φύγει για τον Άδη,
κατηφορίζοντας  σ΄ ένα πηγάδι,
εκεί που πίστευε πως οι Αγγέλοι,
με ζάχαρη ζούνε και άγριο μέλι!
 
Και μια Αυγούλα, μια κακή γειτόνισσα,
της είπε με οργή πως: «είσαι φόνισσα»
Τα βήματα την πήγανε στην θάλασσα,
εκεί που τις φτερούγες της τις άπλωσα.
 
Τις πήρα υγρές, στεγνώσαν και σου χάρισα
αυτό το αχ, που πάτησε μια μάγισσα.
Στα σύννεφα  σαν άγγελοι ανθίσανε
και μυρωδιές στον κόσμο μας σκορπίσανε

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2025

ΧΕΙΜΩΝΑ ΝΑ ΒΡΕΘΟΥΜΕ ΣΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ / Δημήτριος Γκόγκας από την ποιητική συλλογή: Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό


 
Ρωτώ σιγά ποιον δρόμο θα διαλέξεις
κι εσύ κοιτάς ψηλά τον ουρανό.
Γυμνά τα πόδια σου και πως τρέξεις,
κρεμιέται τ΄ όνειρο σ΄ ένα γκρεμό.
 
Στης γης σ΄ ένα δωμάτιο, πεθαίνεις.
Ο ήλιος πώς να φτάσει να σε δει.
Τη μέρα δεν μιλάς κι όλο σωπαίνεις,
τη νύχτα φεγγαράκι σε κλουβί.
 
Ρωτώ ξανά: μπορώ να περιμένω;
Και βάζω στο ποτήρι μου νερό.
Στους ουρανούς σε έχουν πεθαμένο.
Μια μάνα κελαηδάει σ΄ αγαπώ.
 
Φοβάσαι μα ελπίζω να πετάξεις,
γεμίζω τα ποιήματα μ΄ ευχές.
Ελπίζω το Φθινόπωρο ν΄ αλλάξεις,
Χειμώνα να βρεθούμε στις γιορτές.