γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας
Αφορμή για την παρούσα εργασία ήταν μία ερώτηση της συγχωριανής (από το Στρυμονικό Σερρών) κα. Αγαθής Γιολτζίδου. Η κα Αγαθή με ρώτησε εάν γνώριζα τον μύθο των 5 χαλκάδων στην περιοχή του Πέγκου. Μύθος που λαμβάνει χώρα κατά την γερμανική κατοχή της περιοχής την περίοδο από το 1940-1945. Επειδή δεν είχα καμία γνώση για τον μύθο αυτό ή για κάτι σχετικό με τον μύθο αυτό, θεώρησα σωστό ότι θα έπρεπε να ανατρέξω σε βιβλία και σχετικές σελίδες είτε του διαδικτύου είτε όχι προκειμένου να εντοπίσω κάποια στοιχεία.
Έτσι λοιπόν κατέληξα στα παρακάτω κάνοντας πάντοτε μικρά βήματα, ξεκινώντας από την πιο απλή ερώτηση:
β. Μεταφορικά: Μπορεί να σημαίνει δέσιμο, υποδούλωση ή εξάρτηση. Π.χ. έβαλε χαλκά στον λαιμό του = έγινε υποχείριος ή δέσμιος κάποιου. Έγινε δούλος, υποζύγιο!
γ. Λαϊκά / ιστορικά: Ο «χαλκάς» ήταν και τεχνίτης που δούλευε χαλκό, δηλαδή χαλκουργός.
α. Η λέξη χαλκάς προέρχεται από το αρχαίο
ελληνικό «χαλκός», το γνωστό μέταλλο. που σήμαινε «ορείχαλκος, μέταλλο,
χαλκός». Το επίθημα -άς χρησιμοποιείται για να δηλώσει άνθρωπο που σχετίζεται
με κάτι ή αντικείμενο που έχει σχέση με αυτό.
Έτσι,
«χαλκάς» αρχικά σήμαινε «αυτός που δουλεύει τον χαλκό» (δηλαδή ο χαλκουργός),
και στη συνέχεια η λέξη πήρε και τη σημασία του μεταλλικού κρίκου από το ίδιο
υλικό.
Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι: χαλκάς = χαλκός + -άς → «αυτός που έχει σχέση με τον χαλκό» → χαλκουργός → μεταλλικός κρίκος.
β. κρίκος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική
κρίκος [ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκής προέλευσης *(s)ker- (λυγίζω) ]
για
τον αθλητισμό < σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική anneaux
γ. [<τουρκ. halka "δαχτυλίδι"].
Οι χαλκάδες ήταν συνηθισμένο εξάρτημα των πορτών στις αγροικίες και στα σπίτια των πόλεων. Έπαιζαν ρόλο χειρολαβής ή «κουδουνιού»: οι επισκέπτες χτυπούσαν τη βαριά ξύλινη πόρτα με τον χαλκά για να ειδοποιήσουν τους μέσα. Ήταν συνήθως χαλκοί ή σιδερένιοι, συχνά χειροποίητοι από τοπικούς σιδηρουργούς ή χαλκουργούς. Στην Κατοχή, λόγω της έλλειψης πρώτων υλών, πολλοί χαλκάδες λιώθηκαν για να χρησιμοποιηθεί το μέταλλο (π.χ. για βλήματα, φυσίγγια ή οικιακές ανάγκες).
β. Συμβολική
Παράλληλα όμως, ο χαλκάς δεν ήταν απλώς αντικείμενο — είχε συμβολικό βάρος στη λαϊκή πίστη: Ο χαλκός θεωρούνταν προστατευτικό μέταλλο· «δένει» το κακό, δεν αφήνει τα κακά πνεύματα να περάσουν την πόρτα. Γι’ αυτό πολλοί τοποθετούσαν χαλκάδες σε σχήμα ζώου (π.χ. λιονταριού, λύκου) — για να «φοβίζει» τα πνεύματα και το κακό μάτι.
γ. Κατά την Κατοχή και τον πόλεμο
Την περίοδο 1940-1945, οι χαλκάδες έγιναν σύμβολο αντίστασης και μνήμης: Οι γυναίκες που περίμεναν τους άντρες τους από το μέτωπο «κρεμούσαν μαντήλι ή σταυρό στον χαλκά», σαν υπόσχεση ότι θα τους περιμένουν. Υπάρχουν μαρτυρίες (κυρίως από τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία) ότι οι χαλκάδες στις πόρτες «σημάδευαν» σπίτια που προστάτευαν αντάρτες ή έκρυβαν τρόφιμα. Έβαζαν, π.χ., τον χαλκά στραμμένο ανάποδα για να δηλώσουν «είναι ασφαλές» ή «όχι ασφαλές».
δ. Μετά τον πόλεμο
Με τη σταδιακή αστικοποίηση, οι χαλκάδες άρχισαν να αντικαθίστανται από σύγχρονα πόμολα, μα σε πολλά παλιά σπίτια της Μακεδονίας, της Ηπείρου και των Σερρών σώζονται ακόμα και οι παλιοί λένε:«Μην τον βγάζεις τον χαλκά· φυλάει το σπίτι.»
Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, ο χαλκός θεωρούνταν ιερό μέταλλο, συνδεδεμένο με:
(1) τον Ήφαιστο, θεό της φωτιάς και της μεταλλουργίας, που έφτιαχνε τα όπλα των θεών και των ηρώων.
Στη λαϊκή πίστη και παράδοση, ο χαλκός είχε αποτροπαϊκή δύναμη — απωθούσε το κακό. Για τον λόγο αυτό: έβαζαν χαλκάδες (μεταλλικούς κρίκους ή αντικείμενα) στα ζώα ή στις πόρτες των σπιτιών, πιστεύοντας ότι το «χαλκωμένο» αντικείμενο δεν το πιάνει το κακό μάτι.
γ. Οι χαλκουργοί ως «μάστορες της φωτιάς»
Σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας (ιδίως στη Μακεδονία, την Ήπειρο και την Πελοπόννησο), οι χαλκουργοί ή «γανωματήδες» είχαν τη φήμη ανθρώπων μυστηριωδών, γιατί δούλευαν με φωτιά και μέταλλο, πράγματα που η λαϊκή φαντασία συνδέει με μαγεία και μεταστοιχείωση. Κάποιες παραδόσεις και λαϊκές αφηγήσεις αναφέρουν ότι «ο χαλκουργός ξέρει να μεταμορφώνει τη γη σε ασήμι» — δηλαδή ότι κατέχει κρυφή γνώση. Την εποχή του 1940-1945, υπήρχαν «γανωματήδες» που γυρνούσαν τα χωριά, όπως και στο Στρυμονικό Σερρών, προκειμένου να γυαλίσουν τα παλιά «τσίγκινα» ή χάλκινα σκεύη των νοικοκυριών, έναντι φυσικά αμοιβής!
δ. Το «χαλκούν», ο «χαλκάς» στις παροιμίες του λαού.
(1) «Χαλκούν φωνή» = δυνατή, καθαρή φωνή (όπως ο ήχος του χαλκού).
(2) «Του ’βαλε χαλκά» = τον έδεσε, τον υπέταξε, τον υποδούλωσε μεταφορική χρήση με ρίζα στη δουλειά των χαλκάδων.
Ο θεός Ήφαιστος, προστάτης των χαλκουργών, λέγεται πως κατασκεύασε στο εργαστήρι του κάτω από τη Λήμνο χάλκινους δούλους, μηχανικά τερατόμορφα όντα, που υπάκουαν στις εντολές του. Ήταν όρθιοι, φτιαγμένοι από καθαρό χαλκό, κι εκτελούσαν τις δευτερεύουσες δουλειές του σιδηρουργείου. Ο μύθος αυτός θεωρείται και η πρώτη αναφορά σε «ανδροειδή» στη μυθολογία, και δείχνει πώς ο τεχνίτης του χαλκού είχε κάτι θεϊκό και απρόσιτο.
β. Ο Τάλως, ο Χάλκινος Φύλακας της Κρήτης
Ο Τάλως ήταν ένας γιγάντιος δαιδαλώδης γίγαντας άνδρας από χαλκό, που έφτιαξε ο Ήφαιστος (σε άλλες σχετικές αναφορές ο Δαίδαλος) για να φυλάει την Κρήτη. Περιπολούσε γύρω από το νησί τρεις φορές τη μέρα και πετούσε πύρινες πέτρες σε όποιο πλοίο πλησίαζε.
Είχε στις φλέβες του λιωμένο κασσίτερο αντί για αίμα, και πέθανε όταν η Μήδεια, κόρη του βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη, του έβγαλε το χάλκινο καρφί που τον κρατούσε ζωντανό.
Ο Τάλως είναι ο πιο διάσημος «χάλκινος άνθρωπος» της ελληνικής παράδοσης.
γ. Οι Ιδαίοι Δάκτυλοι (Κρήτη – Φρυγία)
Οι Ιδαίοι Δάκτυλοι ήταν μυστηριώδεις σιδηρουργοί και χαλκουργοί που ζούσαν στο όρος Ίδη. Πίστευαν ότι αυτοί ανακάλυψαν τη φωτιά, την τήξη των μετάλλων, και τη μαγεία της μεταλλουργίας. Στην παράδοση θεωρούνται ημίθεοι-μάγοι: με τη φωτιά τους έφτιαχναν όπλα αλλά και ξόρκια. Η τέχνη τους θεωρούνταν τόσο αρχαία, που συχνά τους συνδέουν με τις ρίζες του ελληνικού πολιτισμού.
δ. Ο λαϊκός μύθος του “Χαλκουργού της τύχης” (Ήπειρος, προφορική παράδοση)
Σε παραδόσεις, λαϊκές αφηγήσεις της Ηπείρου (καταγεγραμμένες κατά τον 19ο αιώνα) αναφέρεται ο «χαλκουργός της τύχης», ένας τεχνίτης που μπορούσε να φτιάξει χάλκινο δαχτυλίδι που έφερνε τύχη σε όποιον το φορούσε. Αν όμως ο κάτοχος του δακτυλιδιού γινόταν άπληστος, το δαχτυλίδι σκουριάζε και έκαιγε το δέρμα του. (σύμβολο ότι ο χαλκός «μισεί» την απληστία. Ο μύθος αυτός θεωρείται υπόλειμμα αρχαίας ηθικής διδαχής, που πέρασε στη χριστιανική λαϊκή παράδοση.
ε. Τα “χαλκωμένα” αντικείμενα στη μαγεία και στη λαογραφία
Στην ύπαιθρο, ιδίως σε ορισμένες περιοχές στη Θράκη και τη Μακεδονία, υπήρχε πίστη ότι χαλκωμένο αντικείμενο (π.χ. δοχείο, σταυρός, κρίκος) δεν πιάνει το κακό. Ο τεχνίτης που το «χάλκωνε» έπρεπε να λέει ευχές ή ψαλμούς, προκειμένου να ενισχυθεί αυτή η πεποίθηση.
Ο Τελευταίος Χαλκουργός της Ελλάδας
Όμως ο γέρος δεν περηφανευόταν· έλεγε μονάχα:
«Ο χαλκός είναι σαν τον άνθρωπο, αν δεν τον ζεστάνεις με απέραντη αμόλυντη αγάπη, δεν πλάθεται.»
Μια μέρα ήρθε στο χωριό ένας όμορφος νέος ξένος, ντυμένος στα μαύρα.
Ζήτησε από τον κυρ-Αντώνη να του φτιάξει ένα χάλκινο δαχτυλίδι που να φέρνει τύχη.
Ο γέρος του απάντησε: «Η τύχη δεν σφυρηλατείται, παιδί μου, χαρίζεται μονάχα σ’ όσους έχουν καθαρή καρδιά.»
Μα ο νέος επέμενε.
Έβαλε το χέρι του στη τσέπη και του ’δωσε μια χούφτα χρυσά νομίσματα . Ύστερα έφυγε, αφήνοντάς τον κυρ- Αντώνη σκεφτικό.
«Ό,τι φτιάχνεις με απληστία, θα καεί με φωτιά.»
Την άλλη μέρα ο νέος φόρεσε το δαχτυλίδι και χάθηκε. Καιρό μετά έμαθαν πως είχε γίνει πλούσιος, άπληστος και άπονος, ώσπου μια νύχτα βρέθηκε νεκρός, κι ο χαλκός είχε καεί πάνω στο δάχτυλό του.
Ο γέρος χαλκουργός τότε κατάλαβε πως το μέταλλο είχε ψυχή, και πως ο θεός Ήφαιστος τού ’χε δώσει δώρο αλλά και ευθύνη μαζί.
Έσβησε τη φωτιά στο καμίνι του, έθαψε το σφυρί του κάτω από το ψηλότερο κυπαρίσσι και είπε: «Η τέχνη του χαλκού πρέπει να ξεκουραστεί ώσπου να ξαναβρεθεί χέρι τίμιο να την κρατήσει.»
Λένε πως είναι ο κυρ-Αντώνης που δουλεύει ακόμα, κάπου ανάμεσα στους καπνούς και στα όνειρα, φτιάχνοντας τον επόμενο χαλκό της καρδιάς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου