Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βραβευμένα Ποιήματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βραβευμένα Ποιήματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 26 Μαρτίου 2022

3 Χαικού του Δημητρίου Γκόγκα

 


Άλλοι έτρεχαν
Άλλαζαν τον κόσμο μας
Εμείς γράφαμε.
 
Μικρό ποίημα
Κουνούπι στον άνεμο
άμεμπτη μνήμη.
 
Ονειρεύτηκα,
για τους ποιητές της γης,
αιώνια δόξα.

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2022

ΒΥΘΙΣΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ…* του Δημητρίου Γκόγκα

 


Λησμονημένος ο κάμπος είναι το μικρό σπίτι που χάσαμε.
Στα δύο κόπηκε ο αέρας.
Καταβυθίζεται άδοξα πικρός.
Τα δένδρα, τούτα στα βουνά είναι άνδρες που χάθηκαν.
Στο πρόσωπο ηρώων αισχύνη μιας αδιαίρετης πατρίδας.
Ουτοπία εκτός.
Οι θάμνοι που φύτρωσαν, αγριάδες θαρρώ, είναι παιδιά μας.
Δικά τους, δικά μας ,στο πράσινο σύνορο, είναι παιδιά μας.
Το μέλλον τυφλό δεν θα δούμε.
Ενωμένο μέλλον με απειλές, λιβέλους, αίματα και αγχόνες.
Οι ευκάλυπτοι και τα ζυγόφυλλα, γεννιόνται στις αγριωπές ξερολιθιές
κι είναι όρθιες γυναίκες.
Οι γυναίκες μας,
Μαυροντυμένες, σκληρές, πνιγμένες σε μια αγνοούμενη σιωπή
Μια ελπίδα ανέλπιδη ξεπηδά από τα μάτια του ήλιου Οδυσσέα
Τσακίζεται στα λιθάρια και στ ΄αμπέλια της νήσου αλλόφρονη
Συνθλίβει το φως που ηρωικά ξεμυτίζει
μέσα από τα καταπράσινα φύλλα
της πορτοκαλιάς, της λεμονιάς, της ελιάς, 
της βυθισμένης στην άμμο πολιτείας.
Αρσινόη, Κωνστάντια, Αμμόχωστος.

* Έλαβε Γ΄Βραβείο για το ποίημά του: Βυθισμένη στην Άμμο... (Ενότητα: Αμμόχωστος Βασιλεύουσα) από τον ΕΠΟΚ (Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων) στον 8ο Παγκόσμιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό [2018]

ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΑΙΣΘΗΣΗ /Δημήτριος Γκόγκας

  Γ΄βραβείο 
στον 7ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό 
της Πνευματικής Συντροφιάς Λεμεσού / 2018



Θαυμάσια η αίσθηση να μαθαίνεις πως χάθηκε
Ούτε που σε νοιάζει ο κλεμμένος τόπος και το μειδίαμα του χρόνου
Πίσω από τις σκούρες κουρτίνες 
το ποτήρι που σήκωσες να κάμεις μια πρόποση
έκρυβε στο βυθό του, το αίμα και το σώμα που δεν μετάλαβες
Πικράθηκες και μια σταγόνα από τούτη την πίκρα, επιστρέφει πάντα
Μετανάστρια στα μικρά ξέφωτα, πρόσκαιρες πατρίδες,
όπου στήνουν χορό οι ερινύες και οι κάμπιες δαγκώνουν τη ηθική σου
Κλείνεις τα μάτια, σιωπάς, δεν ακούς, κάμεις πως δεν ακούς
Αλυσοδένεσαι, μόνος δικάζεσαι, τιμωρείσαι
Τι να περιμένεις από αυτή την επανάληψη; Εκδίκηση;
Σκορπά ότι έσπειρες, πότισες, γεύτηκες
Με μαθηματικές πράξεις θανάτου και ζωής,
Προσθέσεις, αφαιρέσεις, διαιρέσεις της αλήθειες και του ψέματος
Στον ορίζοντα πολλαπλασιάζονται πενιχρά τα φλογισμένα βλέμματά σου
Ακοντίζει στον φόβο η αίσθηση, τον φόβο.
Θαυμάσια λοιπόν, καθώς αποχαιρετάς στρίβοντας τη σόλα
Πάνω στο φτύμα που έπεσε, στο χώμα που έρανες, το σώμα που θύμωσες.
Και πόσο λυπηρό
Η αίσθηση τούτη τρώει τη σάρκα σου, μεστή από λάθη στον πηγεμό σου.
Ίσως να σκέφτεσαι πως δεν ήρθε κι η δική σου ώρα.
Μα είναι παρήγορη η θαυμάσια αίσθηση.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2022

ΑΔΟΥΛΩΤΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ* του Δημητρίου Γκόγκα

 * έπαινος στον 8ο Λογοτεχνικό διαγωνισμό/2018 του ΕΠΟΚ 



Ελλάδα:

Κύπρος θαλασσοφίλητη μες στης καρδιάς τη στράτα.

 Άκου τι έχω να σου πω, δυο λόγια δυο μαντάτα.

 

Κύπρος:

Τι έχεις τάχα να μου πεις, να μου καταλογίσεις;

Έχω περάσει δύσκολα, εσύ να ευτυχίσεις.

 

Ελλάδα:

Κύπρος μου τα τραγούδια σου,  ακόμα στάζουν αίμα.

Όλο τον κόσμο γύρισα, μα τόπο σαν εσένα,

δεν είδα άλλον πουθενά. Είσαι μες στη ψυχή μου.

Ορίζεις την ανάσα μου και όλη την ζωή μου!

 

Κύπρος:

Τι έχεις Μάνα όμορφη  και πολυαγαπημένη;

Κρύψου μέσα στους πόνους μου, στα στήθη διχασμένοι.

 

Ελλάδα:

Χίλιοι εχθροί περάσανε, πάνω απ΄ το κορμί σου.

Αφήσανε το στίγμα τους και τώρα μοναχή σου,

γυρεύεις τα αδέλφια μου που κείτονται θαμμένα.

Τα όνειρα στα σύννεφα, ισχνά σκελετωμένα.

Μην τα κοιτάς τα όνειρα, εφιάλτες γίναν τώρα.

Ξεπλένονται τα Σάββατα, με του Ιουλίου τη μπόρα!

 

Κύπρος:

Όπου κι αν βγω, όπου σταθώ, όπου κι αν ξαποστάσω,

δεν βρίσκω δρόμο να διαβώ, ποτάμι να περάσω.

 

Ελλάδα:

 

Πάντα υπάρχει μια κραυγή που μου μηνά σταμάτα!

Δεν είν ο κόσμος αρκετός για τη δική σου στράτα.

 

Κύπρος:

Πικρά ετούτα που λογάς, ψίθυροι στο αέρα.

Μου αρπάξανε κάποιες ψυχές κι απλώσανε φοβέρα.

Αυτές θα γίνουν δρόμοι μου, θα γίνουν μονοπάτια

και όπως μιλούσε ο ποιητής θα βρω τα σκαλοπάτια,

για να ανέβω πιο ψηλά, να ζήσω στους αιώνες.

Μέσα στα όμορφα βουνά, κλαδί σε ελαιώνες!

 

Ελλάδα:

Σε χαιρετώ  Αφροδίτη μου, σ΄ αφήνω με υγεία.

Σ΄ αυτό τον τόπο ολημερίς γράφεται ιστορία.

Και κάποια δάκρυα που κυλούν και γίνονται βροχούλα

αδούλωτες βαφτίζουνε, ζωές μες σε βαρκούλα,

που ταξιδεύει σαν εσέ, στης θάλασσας τη ρότα.

Θέλω να βρεις τη δόξα σου, να γίνεις όπως πρώτα.

 

 

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Η ΠΡΑΣΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ* / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ





 
Τιμή  στον Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. 
εξηνταδύο χρόνια μετά.
 Με το όνειρο της Ένωσης ανεκπλήρωτο.








1.         Η Πράσινη Γραμμή που μας χωρίζει,  
            οσμή θανάτου στην πατρώα γη.
            Το στήθος μας μια κάννη αντικρύζει. 
            «Ρίξε ρε μάνα την ύστατη σπονδή»

2.         Κι ηχούνε απ΄ το πέρα οι φωνές τους, 
            μικρών ηρώων, ρόγχοι κρεμαστοί.
            Στους ουρανούς σημαίες οι ζωές τους. 
            Στο βάθος σβήνει κάπως η γραμμή.

3.         Την κάμανε εθνάρχες, δραγουμάνοι, 
            Βιγλάτορες, μουχτάρηδες, σοφοί.
            Στης ιστορίας το ξεδιάντροπο σεργιάνι, 
            ξεχάσαν να την βάψουν με σταχτί.

4.         Φορούν τη βέρα σ΄ ένα γάμο στείρο 
             κι αφήνουνε τη προίκα καταγής.
            Πριν έρθει καταιγίδα θες να γείρω 
             και να  δηλώσω διπλής υποταγής.

5.         Ποιος κρύβει την πατρίδα στο σκοτάδι; 
            Ποιος υπογράφει σε λευκό χαρτί;
            Ποιος συνοδεύει την Κερύνεια στον Άδη; 
            Τη Μόρφου ποιος κρεμάει με σχοινί;

6.         Στης Αμμοχώστου το βουβό λιμάνι, 
            οι ερινύες έχουν τρελαθεί.
            Ποιος βρίσκει την ελπίδα ποιος την χάνει. 
            Κόκκινη γίνεται η πράσινη γραμμή!

7.         Και συ μητέρα στέκεσαι χαρμάνι! 
            Με το τσεμπέρι στ΄ άσπρα σου μαλλιά.
            Το μίσος σου δεν έχει ξεθυμάνει. 
            Το θάρρος σου βουτάει στην καρδιά.

8.         Να δώσεις ένα τέλος στη ελπίδα. 
            «Τούτη η ελπίδα χάθηκε νωρίς»
            Στα κατεχόμενα, η μισή  πατρίδα. 
           Το ύμνησε του κόσμου ο ποιητής.

9.         Για πιάσε το σφυρί και τη σκαπάνη. 
            Για πιάσε χώμα και νερό.
            Στης Μεσαριάς τον κάμπο με δρεπάνι, 
            ζήσε μες  της αγάπης τον χορό.

10.       Και δέσε την πατρίδα σου στη ζώνη. 
            Όλη η πατρίδα σου είν΄ η ζωή.
            Σιτάρι γίνε σ΄ απέραντο αλώνι, 
            για να σβηστεί η πράσινη γραμμή!

11.       Κι αν την γραμμή αρνούνται οι αχρείοι. 
            Μη λες ξανά πως θα περάσουμε.
            Κι άμα σου πουν κοφτά « Αιδώς Αργείοι» 
            Και την ζωή μας να θυσιάσουμε.

12.         Η Πράσινη Γραμμή που μας χωρίζει, 
              μοιράζει της πατρίδας την καρδιά.
             Της λευτεριάς το άρωμα μυρίζει. 
             Μα είναι καρφωμένη με σουγιά.

13.       Με μια πνοή το χρώμα της διαγράψτε. 
            Με μια φωνή στον κόσμο ν΄ ακουστεί.
            Με δάδες το κορμί της όλο κάψτε.  
            Κι ύστερα ενώστε τη δική μας γη.



*Α΄Βραβείο στην κατηγορία : Μουσικός Στίχος του 8ου Παγκόσμιου Λογοτεχνικού Διαγωνισμού του ΕΠΟΚ (2018)

Κυριακή 20 Μαρτίου 2022

Σαν την Πατρίδα* / Δημήτριος Γκόγκας

 
 

 

Σαν την πατρίδα δεν αγάπησα στη ζήση.
Πάντα ο νους μου, γυροφέρνει κατά εκεί.
Στη ξενιτειά μου, κάποια μνήμη θα με ντύσει.
Που στης καρδιάς μου, τα δωμάτια κατοικεί.
 
Του χρόνου λέω, να περπατήσω
μες στην αυλή που έζησα, ξανά να ζήσω.
Και μια κουβέντα, στερνή κουβέντα.
Από τα χείλη σου αν βγει,
με πάθος θα φιλήσω!
 
Ξερό ποτάμι. Δεν κυλάει η ζωή μου.
Λόφοι θανάτου για κρυφτό και γλυτωμό.
Όταν πονάω δεν ακούγεται η φωνή μου.
Εδώ στα ξένα, τη ψυχή διχοτομώ.
 
Λέω του χρόνου να περπατήσω
την κάψα απ΄ τα χείλη σου ν΄ αγγίσω.
Στου πατρικού μου μια γιορτή
μ΄ ένα αλλιώτικο κρασί
και την ψυχή θ΄ αφήσω!


* Είχε την τύχη να λάβει Τιμητική Διάκριση στον 3ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Περιοδικού ΚΕΦΑΛΟΣ στην κατηγορία "Μουσικού Στίχου"

Άγριος καιρός * του Δημητρίου Γκόγκα

  

Άγριος καιρός.

Αστραπές και αίματα.

Στο Ω πνίγομαι!

 



Το παραπάνω Χαικου έλαβε 4ο βραβείο στον 3ο λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Περιοδικού ΚΕΦΑΛΟΣ

3 Αφυδατώσεις, Σε πρώτο πρόσωπο, Πρωινές δανειοδοτήσεις λόγου* του ΔημητρίουΓκόγκα

 Η συμμετοχή του στον 1ο Πανελλήνιο Ποιητικό διαγωνισμό 2020 της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αγίας Παρασκευής Αττικής με τα ποιήματα: 3 Αφυδατώσεις, Σε πρώτο πρόσωπο, Πρωινές δανειοδοτήσεις λόγου, τιμήθηκε με το ΕΙΔΙΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ Ποίησης ΑΛΕΚΟΣ ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ 


ΑΦΥΔΑΤΩΣΕΙΣ
 
1.
 

Άπλωσε με θέρμη την αγάπη στο πρόσωπό της.
Εκείνο έλαμψε σαν παρθένο
κάτω από το ηλιοκαμένο σώμα της μέρας.
Δεν πέρασε χρόνος πολύς, ποτέ άλλωστε δεν περνούσε
κι αφέθηκε μεθυστικά στη λήθη.
Όταν ξεχνάς συνειδητά, δεν ξεχνάς ποτέ.
Άνυδρη στέγνωσε  από ενοχές 
κι αφυδατώθηκε η ζωή της.
 
2.
 
«Τι είναι τούτο και πάλι;»
Ο πόνος στο στήθος καθώς ξάπλωνε
ολοένα και μεγάλωνε σαν φάντασμα σε πρωινούς εφιάλτες.
Η αγωνία της παγώνι που φούσκωνε την ουρά του
και τον χειμώνα που πέρασε ζώο σε χειμέρια νάρκη.
Σαν πλησιάζει το αναπόφευκτο
τα ευχολόγια σαπισμένα πέταλα στα πρησμένα χείλη της. 
Στο μεσονύχτι άναψε το καντήλι και πάλι.
 
3.
 
Είχε σκάσει το δέρμα του.
Λίμνη που αποξηράθηκε με συνοπτικά διατάγματα.
Ανυπόγραφα τα μισά, τα πλείστα διαπλεκόμενα και παράτυπα.
Κανείς δεν έδινε σημασία για το κορμί του.
Κούτσουρο πεταμένο.
Πονούσε.
Στο σπίτι, στο καφενείο, στα χωράφια.
Πονούσε
«Ανάθεμά με» μα ο σταυρός μπροστά από το εικόνισμα, κανονικός.
Άνοιγε τη κάνουλα κι έβρεχε τακτικά το εγώ του.
Μούσκεμα κι ούτε που τον ένοιαζε.
«Βλέπεις» φώναζε, «η γη καταπίνει το νερό κι ήλιος το διαλύει»
Ο ίδιος ξεφλούδιζε το δέρμα του,
να μεταλάβει στο αίμα του, να βρει τη πληγή της ξεχασμένης ανάσας.
**
ΠΡΩΙΝΕΣ ΔΑΝΕΙΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΛΟΓΟΥ
 
1.    
Ένιωθε μια πίκρα ατελείωτη στο στόμα.
Από την καρδιά της θα είχε αφετηρία, το δίχως άλλο.
Μόλις άνοιγε τα μάτια βιαζότανε να κλάψει.
Στον πρωινό καφέ αποτέλειωνε τη σκέψη της.,
«Το κλάμα έτσι είναι. Νερό που παρασέρνει τη πίκρα»
 
2.    
 
Υποσκέλισε το φόβο και βρήκε γυμνή τη λεπίδα του να λιάζεται.
«Μην τρομάξεις» του είπε.
Στον ενικό πάντα με τον εαυτό του.
Ο φόβος μια χαμένη χειμωνιάτικη ιστορία που τον ταλαιπωρούσε.
Αρρώστια του δειλινού.
Με ήλιο οι μέρες, αφύσικα ζεστές, ίσως να ήταν οι Αλκυονίδες.
Ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με το ημερολόγιο.
Τότε ήταν που η λεπίδα γυάλιζε ακόμα πιο πολύ,  
σαν ένα σημάδι απολύτου άμυνας. 
 
3.
 
Πελέκησε τη συκοφαντία ως κορμό δένδρου.
Χωρίς τους επιθετικούς προσδιορισμούς τι θα απομείνει άραγε;
Δυο στραβά πόδια.
Μια ασύλληπτη και αδίκαστη κακομοιριά.
Ένα φτηνιάρικο κακό - βαμμένο πρόσωπο,
με αιμάτινο κραγιόν το μίσος και τον φθόνο
και στο διαθέσιμο βάθος
μια θάλασσα ραγισμένη και άτεκνη.
 
Τροφή για τη ψυχή του διαόλου
κι ούτε μια προσωπική θυσία. 
***
 ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
 
1.
 
Ο καφές πάντοτε σκέτος.
Έτσι κι οι σκέψεις μου για την αγάπη.
Η αγάπη είναι αγάπη.
Το ρήμα ισούται με το αγαπώ στο πηλίκο.
Η΄ αγαπώ λοιπόν ή δεν αγαπώ.
Δεν αγαπώ λίγο.
Δεν αγαπώ πολύ.
Δεν περιμένω να δύσει η ανατολή.
Στεναχωριέμαι να βλέπω τη μέρα πεθαμένη.
Δεν ματαιοδοξώ με κλώνο την αγάπη.
Γι αυτό και πάντα αφαιρώ το εγώ αλλά και το ωμέγα.
 
2.
 
Δεν γνώρισα ποτέ τον εαυτό μου.
Ποταμός που ξεράθηκε.
 
3.
 
Προσπάθησα να λιποτακτήσω
από τη γέννηση,
από τη βάπτιση,
από τη στράτευση,
από την εστία,
από την υποταγή,
από τον εξευτελισμό
και τη σταύρωση.
Απέτυχα μα αναστήθηκα.
Κάθε εμπόδιο σε καλό τελικά.
 
 
 
 
 
4.
 
Μπατάρισα.
Ο φόβος μου κύκλωσε το δικό της φόβο.
Κι έτσι καθώς ο κόσμος μίκραινε
σύσσωμο το σκοτάδι άπλωνε τα δίχτυα.
Αράχνη σε τριανταφυλλιές.
Κι ούτε ένα πέταλο στους ώμους! 


ΤΙΣ ΞΕΡΩ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ * του Δημητρίου Γκόγκα




Τις ξέρω καλά αυτές  τις γυναίκες
που κάθονται σκυφτές  στην άκρη της ακροθαλασσιάς.
Στο λιόγερμα χωμένες, πλαγιάζουν με το σκοτάδι κάθε βράδυ,
μέσα στις πέτρινες τρύπες για να βρουν τη δροσιά της ζωής,
ως να φωτίζει ο ήλιος της ομορφιάς.
Βλέπουν τα χέρια τους συνεχώς,
πως τους ξέφυγε μια μικρή χώρα απ΄ την χούφτα τους
καράβια απ΄ τα λιμάνια των δακτύλων τους
κι ιδρώνουνε
και πέφτει άτσαλα το ρίγος στο γόνατο.
Κάπου – κάπου πιάνουν με το ένα χέρι τη μέση τους
να σιάξουν το κήπο με τα τριαντάφυλλα που λύγισε ο άνεμος.
 
Πλημμυρίζουν οι άτσαλες γραμμές της ζωής
από τον ιδρώτα και κολλά το κατράμι
στο μικρό τριχωτό των πάνω κοκάλων
σπάνε μες στο κρύο της υγρασίας
οι λέξεις και τα οράματα.
Μ΄ αυτές εκεί, πάνω από τις λέξεις και τα οράματα.
Τις ξέρω καλά αυτές τις γυναίκες
που κλειδώθηκαν στο όχι και τις διαρκείς απαγορεύσεις των πόθων.
Τώρα το όχι έγινε σήμαντρο
κι ένα τσουκάλι γεμάτο ζεστό φαγητό που πρέπει να δοκιμάσουν.

 * Το παραπάνω ποιημα έλαβε την 1η θέση στον 1ο πανελλήνιο διαγωνισμό "Ε.Π.Ο.Κ" και "ΖΑΛΩΝΗ - 'ΞΑΣΤΕΡΟΝ"

η φωτογραφία αίναι από τον ιστότοπο: https://antikleidi.com/2013/02/19/poia-gunaika/

Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2021

Χαικού του Δημητρίου Γκόγκα*

 


* είχε την τύχη να λάβει 4ο έπαινο στον 3ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό (2021) του περιοδικού ΚΕΦΑΛΟΣ στην σχετική κατηγορία Ενηλίκων

Παρασκευή 2 Απριλίου 2021

Ειδικό Βραβείο ΑΛΕΚΟΣ ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ποίησης έτους 2020


 
ΠΡΩΙΝΕΣ ΔΑΝΕΙΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΛΟΓΟΥ

 
1.    
Ένιωθε μια πίκρα ατελείωτη στο στόμα.
Από την καρδιά της θα είχε αφετηρία, το δίχως άλλο.
Μόλις άνοιγε τα μάτια βιαζότανε να κλάψει.
Στον πρωινό καφέ αποτέλειωνε τη σκέψη της.,
«Το κλάμα έτσι είναι. Νερό που παρασέρνει τη πίκρα»
 
2.    
 
Υποσκέλισε το φόβο και βρήκε γυμνή τη λεπίδα του να λιάζεται.
«Μην τρομάξεις» του είπε.
Στον ενικό πάντα με τον εαυτό του.
Ο φόβος μια χαμένη χειμωνιάτικη ιστορία που τον ταλαιπωρούσε.
Αρρώστια του δειλινού.
Με ήλιο οι μέρες, αφύσικα ζεστές, ίσως να ήταν οι Αλκυονίδες.
Ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με το ημερολόγιο.
Τότε ήταν που η λεπίδα γυάλιζε ακόμα πιο πολύ,  
σαν ένα σημάδι απολύτου άμυνας. 
 
3.
 
Πελέκησε τη συκοφαντία ως κορμό δένδρου.
Χωρίς τους επιθετικούς προσδιορισμούς τι θα απομείνει άραγε;
Δυο στραβά πόδια.
Μια ασύλληπτη και αδίκαστη κακομοιριά.
Ένα φτηνιάρικο κακό - βαμμένο πρόσωπο,
με αιμάτινο κραγιόν το μίσος και τον φθόνο
και στο διαθέσιμο βάθος
μια θάλασσα ραγισμένη και άτεκνη.
 
Τροφή για τη ψυχή του διαόλου
κι ούτε μια προσωπική θυσία. 

**

ΑΦΥΔΑΤΩΣΕΙΣ
 
1.
 
Άπλωσε με θέρμη την αγάπη στο πρόσωπό της.
Εκείνο έλαμψε σαν παρθένο
κάτω από το ηλιοκαμένο σώμα της μέρας.
Δεν πέρασε χρόνος πολύς, ποτέ άλλωστε δεν περνούσε
κι αφέθηκε μεθυστικά στη λήθη.
Όταν ξεχνάς συνειδητά, δεν ξεχνάς ποτέ.
Άνυδρη στέγνωσε  από ενοχές 
κι αφυδατώθηκε η ζωή της.
 
2.
 
«Τι είναι τούτο και πάλι;»
Ο πόνος στο στήθος καθώς ξάπλωνε
ολοένα και μεγάλωνε σαν φάντασμα σε πρωινούς εφιάλτες.
Η αγωνία της παγώνι που φούσκωνε την ουρά του
και τον χειμώνα που πέρασε ζώο σε χειμέρια νάρκη.
Σαν πλησιάζει το αναπόφευκτο
τα ευχολόγια σαπισμένα πέταλα στα πρησμένα χείλη της. 
Στο μεσονύχτι άναψε το καντήλι και πάλι.
 
3.
 
Είχε σκάσει το δέρμα του.
Λίμνη που αποξηράθηκε με συνοπτικά διατάγματα.
Ανυπόγραφα τα μισά, τα πλείστα διαπλεκόμενα και παράτυπα.
Κανείς δεν έδινε σημασία για το κορμί του.
Κούτσουρο πεταμένο.
Πονούσε.
Στο σπίτι, στο καφενείο, στα χωράφια.
Πονούσε
«Ανάθεμά με» μα ο σταυρός μπροστά από το εικόνισμα, κανονικός.
Άνοιγε τη κάνουλα κι έβρεχε τακτικά το εγώ του.
Μούσκεμα κι ούτε που τον ένοιαζε.
«Βλέπεις» φώναζε, «η γη καταπίνει το νερό κι ήλιος το διαλύει»
Ο ίδιος ξεφλούδιζε το δέρμα του,
να μεταλάβει στο αίμα του, να βρει τη πληγή της ξεχασμένης ανάσας

***
ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ
 
1.
 
Ο καφές πάντοτε σκέτος.
Έτσι κι οι σκέψεις μου για την αγάπη.
Η αγάπη είναι αγάπη.
Το ρήμα ισούται με το αγαπώ στο πηλίκο.
Η΄ αγαπώ λοιπόν ή δεν αγαπώ.
Δεν αγαπώ λίγο.
Δεν αγαπώ πολύ.
Δεν περιμένω να δύσει η ανατολή.
Στεναχωριέμαι να βλέπω τη μέρα πεθαμένη.
Δεν ματαιοδοξώ με κλώνο την αγάπη.
Γι αυτό και πάντα αφαιρώ το εγώ αλλά και το ωμέγα.
 
2.
 
Δεν γνώρισα ποτέ τον εαυτό μου.
Ποταμός που ξεράθηκε.
 
3.
 
Προσπάθησα να λιποτακτήσω
από τη γέννηση,
από τη βάπτιση,
από τη στράτευση,
από την εστία,
από την υποταγή,
από τον εξευτελισμό
και τη σταύρωση.
Απέτυχα μα αναστήθηκα.
Κάθε εμπόδιο σε καλό τελικά.
 
 
 
 
 
4.
 
Μπατάρισα.
Ο φόβος μου κύκλωσε το δικό της φόβο.
Κι έτσι καθώς ο κόσμος μίκραινε
σύσσωμο το σκοτάδι άπλωνε τα δίχτυα.
Αράχνη σε τριανταφυλλιές.
Κι ούτε ένα πέταλο στους ώμους!


 

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2021

ΔΙΕΞΟΔΟΣ* του Δημητρίου Γκόγκα

  


Όσο πλησίαζε η αναμενόμενη επιστροφή,
κοιμόταν σε καμένη ηλιαχτίδα.
Δεν μπορούσε να πλησιάσει την άκρια του ανέμου.
Που να πάει;

Φύλλο ξεραμένο, λησμονημένο από τα αδέλφια του.

 Η λιπόσαρκη σκιά του, 

όμοια σκιά ενός δένδρου στην έρημο.
Μια στεγνή δροσοσταλιά πάνω στο διψασμένο δέρμα του,
αλλόκοτη ανησυχία.

 Δεν υπήρχε Πακτωλός, άφαντος ο Αχέροντας.

Μια Κερκόπορτα ρημαδιό

κι αυτή σε σελίδα ενός ευαγγελίου.
Σφαλιστή.

Λιώμα το αιμάτινο βουλοκέρι.

Γέλωτες και μειδιάματα οι πολεμόχαροι οσιομάρτυρες.


«Διέξοδος» ψέλλιζε κι έβλεπε μια όαση,
λουλούδια, γιρλάντες και νερό να πλημμυρίσει ένα καινό όνειρο.

Πήρε δυο χάλκινα άστρα από τις επωμίδες
κι όπως εξοστράκισε τον ουρανό
είδε το φίδι να του χαρίζει το κόκκινο μήλο.


* Γ΄Βραβείο στο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Περιοδικού : ΚΕΛΑΙΝΩ έτους 2020

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Τέσσερα Χαικού του Δημητρίου Γκόγκα

 



Το παραπάνω Χαικού έλαβε το Γ΄Βραβείο στον Γ΄ Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό Χαιμού έτους 2020 των Πνευματικών Οριζόντων Λεμεσού