Σάββατο 18 Απριλίου 2020

Ο Καλλιτέχνης και η μετανάστρια




Ο διάσημος αστέρας ήταν σχεδόν έτοιμος να βγει στη σκηνή. Το κοινό παραληρούσε, ζητωκραύγαζε, χειροκροτούσε και χόρευε στο ρυθμό που θα ακολουθούσε κι ας μην γνώριζε ποιο τραγούδι θα ήταν αυτό.
Την σκοτεινή σκηνή έκοβε στα δύο μία δέσμη φωτός.
Ο διάσημος τραγουδιστής, σαφώς συγκινημένος από τις αντιδράσεις του κοινού, σήκωσε ψηλά το χέρι. Το κοινό τον αποθέωσε. Απόλυτη σιωπή. Άνοιξε μια μικρή ταξιδιωτική μαύρη τσάντα, έβγαλε ένα καπέλο και το τοποθέτησε κάπως λοξά στο κεφάλι του. Έκρυψε επιμελώς το μέτωπο και τα μάτια. Μια κυρία στις πρώτες θέσεις ούρλιαξε για τελευταία φορά. Την μετέφεραν με φορείο. Δεν την ξαναείδε ποτέ κανείς. Ο καλλιτέχνης άνοιξε και πάλι τη μικρή μαύρη βαλίτσα, έβγαλε ένα ζευγάρι μαύρα γάντια, σήκωσε το κεφάλι προς την οροφή, θαρρώ πως θα προτιμούσε να βλέπει ουρανό, ούρλιαξε και παρέσυρε με την κραυγή του δεκάδες λύκους από το κοινό να αλληλοσπαραχθούν. Η μουσική ξεκίνησε, ο καλλιτέχνης χόρευε, τραγουδούσε, έπιανε τ΄ αχαμνά του και οι μεθυσμένες αιμοσταγείς κυρίες κατέρρεαν η μία μετά την άλλη. Τα φορεία πηγαινοέρχονταν. Χανόντουσαν μέσα στους οριοθετημένους δρόμους. Η συναυλία πέτυχε.

Λίγα τετράγωνα πιο πέρα, μια άσημη γυναίκα, κρατώντας μικρή ξεθωριασμένη βαλίτσα, πάτησε το κατώφλι του γραφείου μετανάστευσης. Περίμεναν και άλλοι έξω, οι περισσότεροι άνδρες,  που δεν ζητωκραύγαζαν ούτε χειροκροτούσαν. Κάθε που κάποιος από το σινάφι τους περνούσε τις ιατρικές εξετάσεις και έπαιρνε την τελική έγκριση του χτυπούσαν φιλικά την πλάτη. Ίσως να μην τον έβλεπαν ξανά, ίσως να χάνονταν και αυτός στην ομίχλη των οριοθετημένων δρόμων.
Η γυναίκα στάθηκε μπροστά στην τριμελή ανδρική επιτροπή. Στην άκρη όρθια, περίμενε εντολές μια νοσοκόμα. Της είπανε να βγάλει το φόρεμά της. Ξεκούμπωσε με αργές κινήσεις το σιδερωμένο φόρεμά, προσπάθησε να δείξει ότι δεν ντρεπότανε, δάγκωσε λίγο τα χείλη, έσκυψε το κεφάλι, αισθάνθηκε να την πυροβολούν τρία ζευγάρια μάτια. Διέκρινε μια σειρά από πυροτεχνήματα στα μάτια τους, σαν αυτά των ανδρών στις περίεργες κυριακάτικες βόλτες στο χωριό της. Ακολούθησε και δεύτερη εντολή. Να μείνει γυμνή. Διέκρινε, σε κάποια βλέμματα, ίχνη μειδιάματος, ένα μολύβι σε κάποιο στόμα, νευρικότητα στο τραπέζι, μετακινήσεις ποδιών. Έξω οι σύντροφοι περίμεναν. Δεν ακούγονταν φωνές. Η απόλυτη σιωπή χτυπούσε σαν χρυσός στις φλέβες τους. Ύψωσε το κεφάλι της, όρθωσε το γυμνό κορμί της και προχώρησε σαν κυπαρίσσι προς το μέρος τους. Οι τρεις άνδρες έχασαν τις αισθήσεις τους, η νοσοκόμα μόλις που πρόλαβε  να ειδοποιήσει ασθενοφόρο. Χάθηκε μεταφέροντας τις σωρούς στους οριοθετημένους δρόμους.
Η συναυλία είχε τελειώσει, η ιατρική εξέταση το ίδιο. Ο καλλιτέχνης κάλεσε στη σκηνή την μετανάστρια. Της έγνεψε το ναι, αυτή κατάλαβε το όχι και ούρλιαξε κοιτάζοντας την οροφή, θαρρώ πως θα ήθελε να βλέπει ουρανό. Πρώτη φορά ούρλιαξε και φάνηκαν τα άσπρα της δόντια. Ξέσκισε τον λαιμό του καλλιτέχνη. Το κοινό την αποθέωσε!

Το τέλος ενός ποιητή

για τον ΣΖ


Τους τελευταίους μήνες της ζωής του, τους έζησε καθηλωμένος στο κρεβάτι ενός αναρρωτηρίου γερόντων και πασχόντων από διάφορες ασθένειες του κορμιού και της ψυχής. Όχι από επιλογή, σίγουρα δεν θα επιθυμούσε ένα τέτοιο μέρος για τις τελευταίες στιγμές του. Ίσως έναν παρθένο δάσος όπου θα του κελαηδούσαν τα πουλιά και αυτός θα συνέθετε με το βιολί του απαγγέλλοντας τον νόστο της Αμμοχώστου. 

Εκείνες όμως τις στιγμές καταλάβαινες ότι η μουσική πρακτικά είχε κάνει το κύκλο της. Το βιολί δεν ακουμπούσε στους ώμους του αλλά τη θέση του είχαν πάρει σωληνάκια μηχανών αναπνευστικής υποστήριξης. Όσο και όταν καταλάβαινε γελούσε και ψιθύριζε "σας αγαπώ όλους, αγαπώ όλο τον κόσμο" και κουνούσα το κεφάλι συγκαταβατικά. Ήξερα ότι οι λέξεις αυτές γεννιόντουσαν στην καρδιά του και μόλις έβλεπαν το φως το ήλιου πέθαιναν γιατί οι άνθρωποι δεν τις καταλάβαιναν. 

Εκείνες τις στιγμές καταλάβαινες ότι και η ποίηση πρακτικά είχε κάνει τον κύκλο της στα χείλη και στο μυαλό του ποιητή. Όχι γιατί δεν θα μπορούσε να γράψει πλέον αλλά γιατί δεν είχε την δύναμη να απαγγείλει με εκείνον τον μοναδικό και εξαίσιο τρόπο που καθήλωνε τους ακροατές και έλεγες πως κάθε λέξη ενός ποιήματος, κάθε στίχος είναι και ένα διαφορετικό ποίημα και όλα μαζί ένα και όλα μαζί η ζωή. Μετά βίας του έλεγα δυο τρεις στίχους, που να βγούνε από το στόμα μου λέξεις. Κι ύστερα έφτανε ένα απλό φιλί στο μέτωπο. Οι άνθρωποι φιλούνε τους ανθρώπους στο μέτωπο όταν καταλαβαίνουν πως έρχετε ένα τέλος. Ένα οποιοδήποτε τέλος. 

Μια Κυριακή, τον επισκέφτηκα από νωρίς. Κουφόβραση στη Λάρνακα. Η υγρασία είχε καταλάβει κάθε μόριο του αέρα. Με δυσκολία αναπνέαμε. Ο ποιητής δυσκολευότανε και αυτός δεμένος στον αναπνευστήρα. Προσπαθούσε να κινηθεί, να πει κάτι, μουρμούριζε, ήταν η φωνή μια απόκοσμη οπτασία, με φόβισε. Η νοσοκόμα στην οποία απευθύνθηκα μου είπε πως δεν έχει τίποτα, κούκλο τον κάνανε από το πρωί. Μια κούκλα, σκήνωμα. Πως χάνεται η ψηχή μέσα στο σώμα και πως το σώμα λιώνει μέσα στη ψυχή. Και πάλι το φιλί,μ΄ ένα φιλί αποχαιρετάς το πρόσωπο, τη μέρα, τη πόλη που χάνεται και δεν θα την δεις ξανά. 

Από εκείνη την μέρα βουβάθηκε ο κόσμος, ξεράθηκε ο Αύγουστος. Ξέρω πως ηρέμησε, γνωρίζω πως δεν του άξιζε αυτή η επιλογή της μοίρας κι άρχισα  καταλαβαίνω ακόμα περισσότερο την πίκρα της μουσικής και τη σιωπή της ποίησης. 

17 Απρ 2020 : Τα θεία πάθη και η ζωή εν τάφω εν μέσω πανδημίας

μοιάζουν με ιστορία βγαλμένη από άλλη ανθρώπινη διάσταση. Μου λένε πολλοί φίλοι και γνωστοί : μα δεν πιστεύεις ότι ο κίνδυνος είναι υπαρκτός; Φυσικά και πιστεύω. Αν δεν πίστευα δεν θα έπαιρνα προσωπικά προφυλάξεις και δεν θα τηρούσα τα προστατευτικά μέτρα της Πολιτείας. Πιστεύω όμως πως ακόμα και στα πλαίσια μιας τέτοιας απειλής ο ρόλος της Πολιτείας πρέπει να είναι άλλος και να διαμορφώνεται με έτερο τρόπο. Ο λαός φορολογείται και φορολογείται αδρά. Πληρώνει πολλά μα πάρα πολλά χρήματα δημόσιους λειτουργούς όχι να πελαγοδρομούν την στιγμή της συμφοράς αλλά πρωτίστως να προλαμβάνουν τις συμφορές. Και να διαθέτουν όλα εκείνα τα μέσα ώστε την κατάλληλη ώρα η θεραπεία και η αποθεραπεία να δίνεται στο κατάλληλο σημείο. Στο σημείο Χ (Νοσοκομεία, σανατόρεια,κλινικές) 

Αφού λοιπόν δίνουμε στο κράτος όσα πρέπει και κατά κάποιο τρόπο ωφείλουμε, θα πρέπει και να δίνουμε στο θεό τα του θεού και θα πρέπει να μας επιτρέπεται να το κάνουμε στον οίκο του. 

Ας γίνει όμως το θέλημα των ανθρώπων που αποδεικνύονται σοφότεροι του Θεού. 


Σημείωση: 75ο κρούσματα και το ποσοστό στο 0,086%

Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

«16 αριθμοί και 24 γράμματα» : Απόσπασμα της Ποιητικής Συλλογής

Αγαπητοί φίλοι, είδε το φως, σε ηλεκτρονική μορφή (ISBN 978-9925-7392-6-40) βέβαια και σε πολύ περιορισμένα φωτοτυπημένα αντίτυπα η ποιητική μου συλλογή: «16 αριθμοί και 24 γράμματα» Αποτελείται από 40 μικρά ποιήματα, ενδεικτικό κάποιας ποιητικής ανησυχίας. Θα ήταν ευχαρίστηση για μένα να ρίξετε μια ματιά είτε επισκεπτόμενοι την παρακάτω διεύθυνση απ΄ όπου μπορείτε να την "κατεβάσετε" 
Τιμήθηκε ως ένα από τα βραβεία της χρονιάς 2019 από τον ΕΠΟΚ (Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων Ελλάδος)

https://www.openbook.gr/16-arithmoi-kai-24-grammata/

Απόσπασμα


1.        

Στο μικρό δωμάτιο,
μέτρησε τέσσερις
άσπρους τοίχους.
Ψηλά ο ουρανός.
«Ήρθε η Άνοιξη», σκέφτηκε.
Τους έβαψε γαλάζιους
και πνίγηκε στη θάλασσα.

2.        

Στο σκονισμένο κομοδίνο
είχε ξεχάσει τα σκουλαρίκια της.
Με χάλκινες ζωγραφιές.
               Σε κλουβί,
μικρά πουλιά
είχαν τα φτερά της.
Το ίδιο βράδυ
πέταξαν μακριά.

3.        

Ήθελε πάντα
να περπατήσει
κάτω απ΄ τους ήχους της βροχής,
με μια ομπρέλα να γέρνει
στον κυρτό της ώμο.
Κάποια ημέρα
έβρεχε πολύ
από το χάραμα,
πήρε απ΄ το μπαούλο την ομπρέλα,
την έβαλε με προσοχή στον ώμο,
η βροχή σταμάτησε ευθύς.



4.        

Η δουλειά που είχε
δεν τον ευχαριστούσε απόλυτα.
Κρύφτηκε με επιμέλεια
πίσω από τη φράση: δόξα τω θεώ
που έχω δουλειά.
«Αυτονόητο»,
μονολόγησε,
και συνέχισε να μαζεύει
τα σκουπίδια του Δήμου.
Κάπου – κάπου κοίταζε
τον κόσμο που περνούσε
βαδίζοντας
στην κορυφογραμμή των βλεφάρων.


5.        

Το είχε αποφασίσει από βραδύς.
Μόλις ξημερώσει θα συγυρίσει
το σπίτι.
Σηκώθηκε,
ήπιε κρύο καφέ,
έκανε ζεστό μπάνιο,
έβαψε είκοσι νύχια,
είδε τηλεόραση,
ντύθηκε αργά,
βγήκε έξω στην πόλη.
Συγύρισε τον εαυτό της,
δεν ήθελε να λερωθεί.


6.        

Την αγαπούσε,
ήταν σίγουρο.
(σίγουρο;)
Μα ακόμα περισσότερο,
τα μικρά του βράδια,
τα κουρασμένα εκείνα βράδια
όταν πονούσε το κορμί του,
την αγαπούσε με την απουσία της,
ακόμα πιο πολύ.
Κι απουσία τώρα είχε γίνει μόνιμη,
σαν τον κισσό σ’ ένα παράθυρο ανοιγμένο.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

16 Απρ 2020. Μεγάλη Πέμπτη,Προδόθηκε, Σταυρώθηκε και το μαρτύριο το πέρασε μόνος του

Άλλα 20 κρούσματα. 735 συνολικά σε μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος. Πρέπει σίγουρα να προσπεράσω τις κακές σκέψεις αλλά μία τάση, φυσιολογική τάση να αναλύω τα πάντα, με οδηγεί σε αυτές. 0,084% σκαλί, σκαλί ανεβαίνει το ποσοστό. Μόλις κατεβαίνουν τα κρούσματα αρχίζουν οι ειδικοί και μιλούν για σταθεροποίηση και κυρίως προσπαθούν να δώσουν μυνήματα αισιοδοξίας, πάσχα έρχεται παιδιά και Ανάσταση, ας μοιράσουμε ψεύτικες ελπίδες, δεν χάνουμε τίποτα, τα χάσαμε όλα! 

Μόλις ανεβαίνουν τα κρούσαματα όλοι μιλούν για μία διαρκή πάλη και αγώνα που πρέπει να δώσουμε όλοι μαζί. Μα οι αγώνες κερδίζονται εκεί έξω στους δρόμους. Πρώτη φορά βλέπω έναν αγώνα και έναν πόλεμο να κερδίζεται μέσα από φυλακές. Πρωτοτυπία, ανθρώπινη πατέντα. Ιδιοφυής σκέψη. Αντί στο αντίθετο. Μη φυσιολογικό. Είναι σαν να μου λένε πως σε έναν πόλεμο γίνεται δικός μας ένας λόφος χωρίς να πατήσουμε και χωρίς να υψώσουμε την σημαία μας εκεί. Γελειότητες. 

Μεγάλη Πέμπτη. Σήμερα βάφαμε τα αυγά, κάναμε τα τσουρέκια, προετοιμάζαμε το έδαφος και την κουζίνα για το μεγάλο φαγοπότι της Κυριακής. Σήμερα μας πείθουμε πως πρέπει να βάψουμε τα αυγά, να κάνουμε τα στουρέκια και να προετοιμάσουμε το έδαφος για το μεγάλο φαγοπότι της Κυριακής με μοναδική διαφορά τη σημαντικότερη πτυχή. Μόνοι και μακριά απο τους αγαπημένους μας. Όταν θέλεις να εκδικηθείς κάποιον, όταν θέλεις να πληγώσεις κάποιους χτυπάς εκεί που πονάνε. Στους αγαπημένους, στους δικούς τους. Και αυτή τη στιγμή, ξεπερνώντας τα όρια της πανδημίας, αυτό γίνεται. Δεν ξέρω αν θα αναστηθούμε, δεν ξέρω εάν με το να μείνουμε σπίτι θα είμαστε ζωντανοί αύριο. Ξέρω πως θα πρέπει να μάθω ξανά το αλφάβητο και να συνθέσω νέες λέξεις και όρους, σβήνοντας όλα όσα ήξερα ως σωστά και ορθά στη ζωή μου. 

Δεν μπορώ να ακούω άλλο από την τηλεόραση συνθήματα και μυνήματα που σε λίγες μέρες γίνανε ξεπερασμένα, καταδικασμένα σε αποτυχία. Δεν μπορώ να βλέπω άλλο πρόσωπα επιστρατευμένα σε μια πολιτική επικίνδυνη, χωρίς αρχή μέση και τέλος. Δεν μπορώ να θωρώ τους αυνανιστές του ψέματος να παρουσιάζονται ως προφήτες της αλήθειας. Και κυρίως δεν αντέχω να μου λένε κατάμουτρα πως είμαι αδαής,πως μέχρι τώρα ζούσα σε ένα κενό, ήμουν καινός και τώρα, ναι τώρα έτσι ξαφνικά να προδίδω τον Χριστό μου, να τον Σταυρώνω και να τον ξεπροβοδίζω στον θάνατο μόνο του. Λάθος. 

Δεν μπορώ να αισθάνομαι ότι μέχρι τώρα δεν γνώριζα τις αξίες και τα ιδανικά, πως δεν μιλούσα με τα παιδιά μου, πως δεν δάκρυζα, πως δεν γνώριζα τους γειτόνους και τώρα ελέω ενός ιού, όλα αυτά γεννήθηκαν μέσα μου. Έτσι ξαφνικά. Δεν γνωρίζω εάν με τον Χριστό αναστηθώ και εγώ, αναστηθούμε όλοι. Πρέπει πάντως να αποκτήσουμε τη δύναμη, ή να βρούμε μια κρυμμένη δύναμη στη καρδιά και στη ψυχή μας να αγωνιστούμε για μια καλύτερη κοινωνία αξοστρακίζοντας την ανεντιμότητα του λόγου, την κλοπή της ελευθερίας, τη περιθωριοποίηση της επιλογής, τη Δημοκρατία του εγώ μας. Να βρούμε την ανθρωπιά μας. 

Με όλα αυτά το μόνο που μου απομένει είναι μια κοινότυπη ευχή: ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ


Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

15 Απρ 2020: Στους 715 οι επίσημα νοσούντες. Η Μεγάλη Τετάρτη ευχέλαιο για τον Covid - 19

Σήμερα δεν έχω πολλά να πω. Μου αρκεί η σιωπήμπροστά στην ερώτηση της συζύγου μου. Πόσο θα διαρκέσει αυτό. Δεν αντέχω. Έχω πολλές σκέψεις που με βασανίζουν μπροστά σε αυτή την ανθρώπινη πανδημία και όχι μόνο (απαίσια φράση) αρρώστειας αλλά και πανδημίας αρρωστημένων μυαλιών. 

Ειλικρινά δεν μπορώ να ταξινομήσω πουθενά πως να είναι δυνατόν να ακούμε φράσεις όπως είναι ευκαιρία να μιλήσουμε με τα παιδιά μας, να τ΄ αγκαλιάσουμε, έχουμε την δυνατότητα να περπατήσουμε στην αυλή μας, να μας λένε πως είναι καιρός να δοκιμάσουμε τις δυνατότητές μας στην μαγειρική, για δες τι έκανε ο τάδε διάσημος κτλ, να κάτσουμε στο μπαλκόνι μας και να θαυμάσουμε την δύση, την ανατολή και τα πουλάκια που κελαηδούν ....σαν δεν ντρέπονται και παρασυρόμαστε και εμείς και λέμε ναι μπορούμε επιτέλους να τα κάνουμε αυτά, λες και πιο μπροστά δεν τα κάναμε, δεν μιλούσαμε, δεν παίζαμε, δεν περπατούσαμε, δεν γελούσαμε .... Γιατί κοροιδεύουμε ακόμα και τον ευατό μας δεν το γνωρίζω. Γιατί δημιουργούμε την ψευδαίσθηση ότι ζούμε σε κάποιο παράλληλο κόσμο και όχι σε αυτή την τρομακτική πραγματικότητα, την οποία διασκεδάζουμε, τη στιγμή που κάποιοι επενδύουν στον φόβο και την διαρκή υπομονή θα περάσει και τούτο. 

Κοιτάζεις τους άδειους δρόμους και βρίσκεσαι κομπάρσος σε μια ταινία επιστημονικής δαντασίας και τρόμου. 

Αγαπημένο μου ημερολόγιο, που έγραφαν και οι μικροί κύριοι και οι μικρές κυρίες, το ποσοστό νοσηρότητας έφτασε το 0,082%, άντε ακόμα λίγο. Η Μεγάλη Τετάρτη του Κυρίου μας καλεί στο ευχέλαιό της. Ας αναστηθούν οι ευχές μας και ας διαλύσει το άγιο λάδι τις κακίες και τους φθόνους αυτού του κόσμου.