Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Σιγά, η Αφροδίτη κοιμάται κι ο καλός της επίσης


Σηκώθηκε με ένα τσούξιμο στην πλάτη
«θα ήταν σκέφτηκε το καινούργιο τατουάζ»
Έβαλε περίτεχνα τη μάσκα του Έλληνα και κίνησε να αδράξει
(όχι ότι ήξερε με ακρίβεια την ετυμολογία της λέξης, μα του άρεσε)
τη μέρα παρέα , με πολιτικάντηδες και
άλλα συναφή βοηθήματα της πολύπλοκης ζωής του.
Ήξερε πως η μισή σελήνη είναι απείρως δυνατότερη
μα βαυκαλιζότανε ακόμα με το φραπόγαλο παρτιτούρα μέρα νύχτα
και τη μαγκιά ως πελάρα για να περάσει απέναντι.
Το πρόχειρο και η πώληση στιγμών (έτσι του μάθανε )
έγινε μάθημα στα γύφτικα πανεπιστήμια.
Τώρα του εξίσωναν την χαμένη λεβεντιά και του ξερίζωναν την πεθαμένη ελπίδα, κι ούτε λέξη για τους αγνοούμενους αετούς.
Πετάξανε είπανε οι ποιητές για την αιωνιότητα.
Τι το ψάχνεις!
Στη μετάφραση πάντα νικά αυτός που διαιρεί και βασιλεύει!
Οι δίκες που θα ακολουθούσαν στα καφενεία με τους άβουλους,
γύναια ιδεών και ισοπεδωτές της ιστορίας,
θα τον έβρισκαν δεμένο στο συρματόπλεγμα μιας πόλης αόρατης.
Η ειρωνεία του χρόνου τον καλούσε να αποτινάζει τη πρόσκαιρη μάσκα

και με την ελληνόφωνη λαλιά να αναζητά αγωνιώντας μια Ελλάδα. 

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2016

[Ποιείν την λύτρωση στα βήματά μας]




Αποστρέφομαι την άποψη 
πως 
επειδή περπατάτε 
πρέπει να περπατώ κι εγώ 
και μάλιστα στους δρόμους σας. 

Λογική με σοι.   
Πλήρωσα τα τέλη 
ο Δήμος στρώνει το χαλί του να περάσω.

Κάμετε πως δεν βλέπετε
το κοίλο του οδοστρώματος 
την προχειρότητα της κατασκευής 
το ψέμα (πληθυντικός τα ψέματα) 
των δεκάδων καλοδολεμένων. 
Δεν είναι αθώο το ψέμα 
κι όσο το ψέμα τους πολλαπλασιάζεται 
γιγνώσκεται ως αλήθεια. 

Πτώση στη πρώτη τρύπα που άνοιξε.  
Δεν ήταν τυχαίο για όσους αυτό πιστεύουν 
Ο ποιητής πάντα πέφτει στις παγίδες που στήνουν 
οι εργολάβοι και οι νυκτερινές κουστωδίες των βρυκολάκων.  

Κι εκείνη η φωνή 
στα έγκατα. 
Ποιειν το σύνολο.
Ποιείν τους δρόμους.
Ποιείν τις πλατείες.
Ποιείν τη ζωή μας.
Στους δρόμους και στις πλατείες.
Ποιείν την λύτρωση στα βήματά μας. 

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Ένα βιβλίο Ποίησης σε καλάθι με προσφορές τευχών του "playboy" και ενός "φίλησε με"

Είχα βγάλει τον σκύλο μου βόλτα στην Παραλιακή οδό της Λάρνακας. Σκεφτόμουν πως χρειαζότανε και αυτό ένα περίπατο , παρ΄ όλο που υπήρχε ο κίνδυνος των ... περιττωμάτων και το αηδιαστικό εκείνο βλέμμα των ανθρώπων που σου καταλογίζουν στη στιγμή όλα τα δεινά της Παραλιακής. Ασχέτως εάν οι άνθρωποι τα βράδια κατουρούν, πετούν τα σκουπίδια τους μέσα σε σχισμένες σακούλες, αφήνουν στα κράσπεδα κουτάκια μπύρας και αναψυκτικών, πατούν και λιώνουν τα αποτσίγαρα τους κ.α Εφοδιάστηκα με όλα τα σύνεργα, ειδικό σακουλάκι, χαρτομάντιλα υγρά και ξεκίνησα. Μετά τις δύο πρώτες ψαροταβέρνες, έστριψα δεξιά και ακολουθώντας τη ροή του δρόμου, βρέθηκα σε ένα μπροστά σε ένα κατάστημα, λίγα μέτρα από το ησυχαστήριο, αναρρωτήριο της περιοχής Μακεντζυ, όπου μου κίνησε την περιέργεια το καλάθι με τις προσφορές, που δεν είχε τίποτα άλλο παρά βιβλία και περιοδικά. Ή τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε. 

Πλησίασα και άρχισα έχοντας και στην αγκαλιά μου το σκυλάκι, να ψάχνω ανάμεσα στους τίτλους για οτιδήποτε θα μου τραβούσε την προσοχή μου.. Εκτός από ένα- δύο τόμους της Εγκυκλοπαίδειας του Χάρη Πάτση, κάποια βιβλία σχεδόν κατεστραμμένα τάξεων Δημοτικού και Γυμνασίου, βιβλία με αναφορές στην Κυπριακή Ιστορία, υπήρχαν διάσπαρτα τεύχη των περιοδικών playboy, με εξώφυλλα που λίγο ή πολύ όλοι έχουμε δει και θαυμάσει, αφού το γυμνό και το ημίγυμνο έγινε παγκοσμίως γνωστό από τους συντάκτες αυτού του περιοδικού. Μην ξεχάσω και το ελληνικό περιοδικό που είδα με τίτλο φίλησε με, όπου στην πρώτη σελίδα φιγούραρε γνωστή τηλεπαρουσιάστρια σε πόζα θεάς ή τέλος πάντως ημίθεας.  

Κάτω λοιπόν από αυτό τον όγκο των σεμνών περιοδικών και των κατεστραμμένων λοιπών βιβλίων βρήκα ένα βιβλίο Ποίησης. Τα Ποιητικά Άπαντα του Κύπριου ποιητή Παύλου Ξιούτα. (1908-1991) Σε άθλια κατάσταση, λερωμένο, τσαλακωμένο, γαριασμένο από την υγρασία, ουσιαστικά ετοιμοθάνατο. Πως βρέθηκε σε εκείνη την κατάσταση αναρωτιόμουνα. Ο κάτοχος θα έπρεπε να το είχα παρατήσει έκθετο στον ήλιο και τη βροχή ή να το είχε για αρκετό καιρό πεταμένο σε κάποια γωνιά του μπαλκονιού του. Το βιβλίο όπως ενημέρωνε η σύνταξη, είχε εκδοθεί τον Ιούλιο του 2008 από την εφημερίδα ΧΑΡΑΥΓΗ σε 15 χιλιάδες αντίτυπα.  Επειδή δεν είχα στη βιβλιοθήκη μου κάποιο βιβλίο αυτού του ποιητή, αποφάσισα ευθύς να το πάρω, αλλά του κάκου διαπίστωσα ότι δεν είχα μαζί μου χρήματα. Κάλεσα την πωλήτρια, μία κυρία που από τις κουβέντες που ανταλλάξαμε έδειχνε να κατάγεται από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Μου είπε ότι το βιβλίο κοστίζει 3 ευρώ. Όταν την ρώτησα γιατί το έχει στον καλάθι με τα υπόλοιπα βιβλία η απάντησή της ήταν καταπέλτης. "Και που θέλεις να το έχω, σε ειδικό ράφι"  Της εξήγησα ότι θα το ήθελα και να μου το κρατήσει. "Δεν κάνουμε κρατήσεις μου είπε, άμα το θες πάρε το τώρα" 

Σηκώθηκα και έφυγα απογοητευμένος

Την επομένη πήγα και πάλι στο ίδιο κατάστημα ακολουθώντας τη συνηθισμένη διαδρομή. Στο καλάθι τα βιβλία και τα περιοδικά μου έδιναν την εντύπωση ότι δεν τα πείραξε κανείς. Ήταν στην ίδια θέση που τα είχα αφήσει και την προηγούμενη. Πήρα το βιβλίο ποίησης και ρώτησα την κυρία. Χθές μου είπατε ότι κοστίζει 2 ευρώ; ' Κάνεις λάθος" μου απάντησε "σου είπα 2, 95!" Της έδωσα τα 3 ευρώ και πήρα μαζί μου ουσιαστικά ένα νεκρό σωματικά βιβλίο. Αυτό που χρειάζεται είναι μια σωστή περιποίηση και ένα καλό διάβασμα. Η περιποίηση του έγινε και πήρε και τη θέση που του αξίζει. Τώρα δεν απομένει παρά η ανάγνωσή του. Έτσι θα αναστηθεί ....... σκέφτηκα. 

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2016

Μια ερώτηση σχετικά με την τελειότητα του Θεού, σε σχέση κυρίως με τη δημιουργία του ανθρώπου (αφελές και βλάσφημο;)


Ο Θεός είναι ο Κύριος και Θεός των Θεών και ο Κύριος των Κυρίων, ο Μέγας Θεός, ισχυρός και φοβερός.O Θεός είναι φως, είναι αόρατος, είναι παντοδύναμος, είναι  αναμάρτητος,  άγιος, άκακος, αψεγάδιαστος, είναι άπειρος…..θα μπορούσα να αναφέρω και άλλα τόσα πολλά επίθετα που του έχουν προσδώσει οι επιφανείς της Ορθοδοξίας. Το ερώτημά μου λοιπόν είναι προσπαθώντας να βάλω και τον εαυτό μου στη θέση του (αμαρτία; ) σε μια προσπάθεια του "καθ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν" και σκεπόμενος ότι «Στο τέλος της έκτης ημέρας, ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο, ο οποίος υπήρξε το τελευταίο και το τελειότερο δημιούργημα του Θεού» γιατί συμβαίνουν όλα αυτά στη γη. Γιατί υπάρχει το κακό; Γιατί ο τέλειος Θεός δεν αποφάσισε, δεν αποφασίζει ή δεν μας έχει δείξει ότι θα προβεί στο μέλλον στη λήψη αποφάσεων για να σταματήσουν τα φρικτά δεινά, αλλά και τα απείρως ηλίθια πράγματα, του τελειότερου δημιουργήματός του, του ανθρώπου.

Διότι όταν έφτασα στον θρόνο του (είπα ότι προσπάθησα να δω από τη θέση του τον άνθρωπο) και κοίταξα τη γη, ειλικρινά δεν πίστευα ότι ο άνθρωπος φτιάχτηκε για να σκοτώνει, να είναι ζηλόφθονος, να βιάζει, να κοροϊδεύει, να αισχροκερδεί, να ψεύδεται, να φιμώνει, να σκλαβώνει, να τρέφει οργή, να είναι αλαζόνας, άπληστος, να επιθυμεί τη λαγνεία, να χλευάζει, και τόσα άλλα κακά και άσχημα. Κατέβηκα φυσικά πολύ γρήγορα από τον θρόνο του, διότι ήμουν ανάξιος να κρίνω το πιο τέλειο δημιούργημά του, στο οποίο έδωσε και την ελευθερία του λόγου και των πράξεων για να δικαιολογήσει τις ατέλειες που όπως καταλαβαίνετε δεν είναι και λίγες. Έχω την αίσθηση ότι περισσότερες είναι οι ατέλειες, περισσότερα τα κακά στοιχεία του ανθρώπου παρά τα καλά. Ειλικρινά ως ένα τέλειο δημιούργημα δεν μπορώ να κατανοήσω γιατί δεν μπορώ να δω, να διαβάσω, να παρακολουθήσω,  το σχέδιο του θεού. Που οδηγούμαστε; Εκνευρίζομαι όταν πεθαίνει ένα παιδί και μου λένε πως το αγάπησε ο θεός και το πήρε στον παράδεισο. Αν το αγαπούσε τέλεια, δεν θα έπρεπε να μείνει με τους δικούς του. Δεν θα έπρεπε να κρατηθεί η ισορροπία πρώτα οι γονείς και μετά τα παιδιά στη ροή αυτού του κόσμου; Μας άφησε βέβαια παρακαταθήκη την είσοδο στην επόμενη τελειότητα (βλασφημία;) αλλά μέχρι τότε τι; Πώς να αντέξεις τόσους πολέμους σε όλες τις φάσεις της ζωής του τελειότερου δημιουργήματός του;


Κάτι δεν πάει καλά με τον ένα και μοναδικό θεό, με την πίστη μας, με τα κτίσματά του (έχω κουραστεί δε να αναλώνομαι σε αναγνώσεις τόσων διαφορετικών ερμηνειών από τόσους και τόσους εξέχοντες παράγοντες της…..θρησκείας) Και αρχίζω το καλοκαίρι να ξεφλουδίζομαι. Αλλάζω δέρμα ως… τέλειο δημιούργημα του πρώτου και μοναδικού κτίστη του σύμπαντος ( και άλλη βλασφημία) 

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

…ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΣΥΛΛΑΒΕΣ ΤΗΣ ΑΝΕΧΕΙΑΣ



Ο κόσμος του παντέρημος.
Βαθύ μαύρο η νύχτα, πλημμυρισμένη από θλίψη.
Οι αγκάλες σφιχτές, οι πέτρινοι τοίχοι αμίλητοι. Ποτέ άλλοτε.
Οι  γέρικες πόρτες ακόμα πιο σφαλιστές. Εξέλειπε το φως των κεριών.

Η μυρωδιά της πείνας,
το απάνεμα της λύπης, μια στεναχώρια.
Το χρώμα ενός ξεχασμένου ψίχουλου στην άκρη του δωματίου
Και κείνος σβολιασμένος μέσα στις συλλαβές της ανέχειας.

Άνοιγε το ντουλάπι της ψυχής, δεν έβρισκε τίποτα.
Έκλεινε τις χούφτες με δύναμη,
ίσα να ματώσει των δακτύλων του το σύνορο
κι ύστερα,  βυθιζόταν άπλυτος στο βούρκο των δακρύων.

Πήρε ο καθρέφτης το πρόσωπο, άνεργο το μαράζωσε.
Γιόμισαν οι βαθιές αυλακιές ερωτήματα.
Στα έγκατά τους, χάνονταν
άνυδρες οι λέξεις κι οι εναπομείναντες ελπίδες.
Πώς να τις μιλήσει! Τις αποχαιρετά εραστής του ελάχιστου.

Φόβος. Αόρατη λύτρωση και σκόνη στο γύρω του.
Φόβος και βρεγμένη σκόνη λύτρωναν τη πείνα.
Ρούχο η ανέχεια, ουράνιος αδιέξοδος δρόμος.
Αστραπή τ΄ ουρανού, σκότος, λειψυδρία της ζήσης.

Θεέ μου.
Βρέξε αντάμα με τη στείρα μου ποίηση. Βρέξε ελπίδα.
Κάμε το τέλος κλωνάρι να μυρίσουν οι χρόνοι του,  
βασιλικό και μέντα.



ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΕΛΑΙΝΩ 2016
 Β΄ Βραβείο  Κατηγορία Σύγχρονης Ποίησης.


Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Συνομιλία με ένα τύπο που έφυγε χωρίς να τον χαιρετήσω



Έφυγε κι ούτε που πρόλαβα να τον χαιρετήσω
όχι ότι είχα και κάποια ιδιαίτερη σχέση
συγχωριανός απλά,  που σημαίνει αδελφός
ή θα έπρεπε να σημαίνει – έτσι, έτσι ρε μάγκα-
τριγυρνούσε αδιάκοπα με τις ρίζες του πότε στο ποτάμι και
πότε στον ουρανό
με το χαμόγελό του κεντημένο στον αέρα και
την αίσθηση της συμπόνιας του κόσμου στη καμπούρα του
στη καμπούρα της ζωής.

Το κενό στο σπίτι θα το γεμίσει ο χρόνος
Ξέρει τη τέχνη του
Το κενό μας θα βουλώσει η καθημερινότητα
Και θα ξεχαστεί ο εκφοβισμός
Θα ξεχαστούμε όλοι  
Κουβαλώντας στις καμπούρες μας τα σκεπάσματα που δεν δώσαμε
για ζεστασιά αλλά  τ΄ απλώσαμε με την αναίδεια της γλώσσας
να τα γιορτάσει ο ήλιος κι η νύχτα
τ΄αδέλφια των παρείσακτων
των γελωτοποιών
που όταν φεύγουν λέμε πόσο σημαντικοί είναι
οι σημαντικότεροι της ζωής μας.

Σο καφενείο κάθονται ευπρεπώς ενδεδειμένοι φίλοι και γνωστοί
Ως όφειλαν δηλαδή
Και ο καφές πάντα δίνει αφορμή για ένα αστείο.
Βρε μάγκα μου, γίνεται κηδεία χωρίς γέλιο!


Καλό ταξίδι