Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΙΩΣΗΦ, Ο ΞΥΛΟΥΡΓΟΣ, Ο ΑΝΔΡΑΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΜ (1ο + 2ο μέρος)
Στις 8 Δεκεμβρίου 2021 έληξε το Έτος αφιερωμένο στον Άγιο Ιωσήφ, ενός Αγίου για τον οποίον υπάρχει μεγάλη ευλάβεια στην Καθολική Εκκλησία.
Και όμως, για μία μεγάλη περίοδο στην ιστορία της Εκκλησίας, ακόμη και σήμερα, και για μία παράδοση του χριστιανισμού, όπως είναι η ανατολική χριστιανοσύνη, η προσωπικότητα του Αγίου Ιωσήφ παραμένει μία από τις πιο παρεξηγημένες και υποτιμημένες.
Με την ευκαιρία της επισημότητας του Αγίου Ιωσήφ, στις 19 Μαρτίου, σύμφωνα με το λατινικό εορτολόγιο, θα παρουσιάσουμε ένα μέρος από μία διάλεξη που είχαμε δώσει με την ευκαιρία του Έτους του Αγίου Ιωσήφ.
Είναι τόσο περιορισμένες οι ειδήσεις που μας προσφέρουν τα Ευαγγέλια για τον Άγιο Ιωσήφ, ώστε την περιέργεια των χριστιανών ανέλαβε να την ικανοποιήσει ένα απόκρυφο ευαγγέλιο του 2ου μ. Χ. αιώνα. Πρόκειται για το λεγόμενο «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου», μη γνήσιο ευαγγέλιο, που έχει επηρεάσει κυρίως τον Ανατολικό Χριστιανισμό, κάποιες εορτές και την αγιογραφία του. Από αυτό το απόκρυφο ευαγγέλιο, μαθαίνουμε για παράδειγμα ότι ο Ιωσήφ ήταν ένας ηλικιωμένος χήρος με παιδιά, τα επονομαζόμενα «αδέλφια» του Ιησού. Πράγματι, οι ιερείς του ναού της Ιερουσαλήμ, συμφώνα με αυτό το ψευδοευαγγέλιο, έδωσαν αυτόν τον ηλικιωμένο χήρο ως νυμφίο στην Μαριάμ. Ακόμα και ο Ν. Καζαντζάκης επηρεάστηκε από αυτό το απόκρυφο βιβλίο στο μυθιστόρημα του«Ο τελευταίος πειρασμός».
Ο λόγος αυτού του τεχνάσματος, ήταν κυρίως, για να προστατευθεί η παρθενία της Παναγίας. Με αυτό τον τρόπο, όμως, υποβαθμίζεται η Μαριάμ, καθώς πράγματι δεν έμεινε παρθένα από ανάγκη, αλλά από ελεύθερη επιλογή, διότι αυτό ήταν το σχέδιο του Θεού.
Η Παναγία και ο Ιωσήφ, την εποχή του γάμου τους ήταν νέα παιδιά. Πράγματι, την εποχή εκείνη, τα ζευγάρια τελούσαν το γάμο τους σε πολύ νεαρή ηλικία. Από τα γραπτά των ραβίνων της εποχής μαθαίνουμε πως τα κορίτσια δεν έπρεπε να νυμφευτούν σε ηλικία μικρότερη των 12 χρόνων και τα αγόρια μικρότερη των δεκατεσσάρων. Με μεγάλη πιθανότητα, λοιπόν, σύμφωνα με τους σύγχρονους μελετητές της Αγίας Γραφής, ο Ιωσήφ έπρεπε να ήταν περίπου 18 ετών και η Μαριάμ 14 με 15 όταν ενώθηκαν σε κοινωνία γάμου.
Στους πρώτους τρείς αιώνες της Εκκλησίας, ο Άγιος Ιωσήφ παραμένει σχεδόν άγνωστος στους Πατέρες και στους ιερούς συγγραφείς της Εκκλησίας και μονάχα ο Άγιος Ιουστίνος και ο Ωριγένης κάνουν κάποια σύντομη αναφορά, όταν εξηγούν τα ευαγγελικά κείμενα που τον αφορούν σε σχέση με την Παναγία. Γενικά οι Έλληνες Πατέρες είναι πολλοί φειδωλοί σχετικά με τον Ιωσήφ και κάπως πιο πλούσιες είναι οι αναφορές που καταλείπουν οι Δυτικοί Πατέρες.
Από τον Μεσαίωνα, όμως και μετά, υπογραμμίζεται όλο και περισσότερο η σπουδαιότητα του Αγίου Ιωσήφ στην ιστορία της σωτηρίας. Είναι χαρακτηριστικό πως ο DanteAlighieri (1265 -1321) στο αποκορύφωμα του αριστουργήματός του, την Θεία Κωμωδία, επικαλείται την προστασία του Αγίου Ιωσήφ μετά από αυτήν της Παναγίας.
Από τον 17ο αιώνα και μετά πολλαπλασιάζονται στη Δύση οι μελέτες που αφορούν στον Άγιο Ιωσήφ. Γράφτηκαν, δηλαδή, πολυσέλιδοι τόμοι για έναν άνθρωπο για τον οποίον τα Ευαγγέλια δεν μας άφησαν ούτε μια λέξη δική του. Μας αναφέρουν μόνο την ταπεινή του παρουσία στην υπηρεσία του Ιησού και της Παναγίας.
Όσον αφορά τη διδασκαλία των Παπών σχετικά με αυτόν τον Άγιο, αρκεί να θυμηθούμε αυτά που γράφει ο Πάπας Φραγκίσκος για αυτόν τον Άγιο στην πραγματικά θαυμάσια Αποστολική Επιστολή του: «Με καρδιά ενός Πατέρα»: «Μετά την Αγία Θεοτόκο Μαρία – γράφει ο Πάπας – κανένας Άγιος δεν απασχόλησε τόσο το διδακτικό έργο των Παπών όσο ο Ιωσήφ, ο Μνήστωρ αυτής. Οι Προκάτοχοί μου εμβάθυναν στο μήνυμα που περικλείεται στις λίγες πληροφορίες τις οποίες μας μετέδωσαν τα Ευαγγέλια, με σκοπό να φανεί πληρέστερα ο κεντρικός ρόλος του Ιωσήφ στην ιστορία της σωτηρίας». Ο Πάπας με αυτές τις λέξεις υπογραμμίζει το ότι η σπουδαιότητα του Αγίου Ιωσήφ έγκειται στο γεγονός «του κεντρικού ρόλου του στην ιστορία της σωτηρίας».
«Ιστορία της σωτηρίας» σημαίνει πραγματοποίηση στο ιστορικό γίγνεσθαι του αιωνίου σχεδίου του Θεού να ενώσει του ανθρώπους με τον εαυτό του, μέσω του Ενσαρκωμένου Λόγου του, τον Ιησού από την Ναζαρέτ, τον Μεσσία, και σε αυτό συνίσταται η σωτηρία των ανθρώπων. Σε αυτό το σχέδιο, ο φτωχός μεροκαματιάρης από ένα άγνωστο χωριό της παρακατιανής Γαλιλαίας, ο πολύ νεαρός Ιωσήφ, καλείται από τον Θεό να παίξει έναν «κεντρικό ρόλο». Ο Πάπας Φραγκίσκος επαναλαμβάνει αυτήν την πεποίθηση διάφορες φορές και σε μία από αυτές, μας αναφέρει και τα λόγια του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου: «Το μεγαλείο του Αγίου Ιωσήφ έγκειται στο γεγονός ότι υπήρξε ο σύζυγος της Παρθένου Μαρίας και ο θετός πατέρας του Ιησού. Με αυτή την ιδιότητα «έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία όλου του σχεδίου της σωτηρίας», όπως βεβαιώνει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος», καταλήγει ο Ποντίφικας.
«Δεν μπορούμε να γνωρίσουμε καλά την Μαριάμ, ούτε ακόμα και τον Ιησού -γράφει ένας σύγχρονος Γάλλος θεολόγος – χωρίς να γνωρίσουμε αυτόν που ο Θεός διάλεξε για μια μοναδική αποστολή: να γίνει ο «άνδρας της Παναγίας και ο θετός πατέρας του Ιησού» (AlexisLépicier). Πάνω σε αυτά τα δύο γεγονότα, βασίζεται όλη η θεολογία που αφορά στον Άγιο Ιωσήφ και ακόμα όλη η Αποστολική Επιστολή «Με καρδιά ενός Πατέρα» του Πάπα Φραγκίσκου, αλλά και οι ομιλίες που ο ίδιος έδινε στους πιστούς κατά τη διάρκεια της εβδομαδιαίας ακρόασης του Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου
Στο επόμενο κείμενο μας θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε το κεντρικό ρόλο που αυτός ο ταπεινός και ταπεινωμένος από την ιστορία άνθρωπος, επιτέλεσε στην ιστορία της σωτηρίας.
_______________________________________________________________________
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η σπουδαιότητα του Αγίου Ιωσήφ στην «ιστορία της Σωτηρίας, συνίσταται στο γεγονός πως ο Ιησούς – ιστορικά – είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, επειδή είναι ο «Υιός του Δαβίδ», αλλά αυτό το γεγονός οφείλεται ακριβώς στον Άγιο Ιωσήφ. Μας λέει το Ευαγγέλιο: «Ανέβηκε τότε και ο Ιωσήφ από τη Γαλιλαία, από την πόλη Ναζαρέτ, στην Ιουδαία, στην πόλη του Δαβίδ που ονομάζεται Βηθλεέμ, επειδή καταγόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ» (Λουκάς 2, 4-5).
Ο όρος «μεσσίας», αποτελεί ελληνική μεταφορά του εβραϊκού όρου μασιάχ, που σημαίνει «χρισμένος» ή Χριστός. Δηλαδή πρόκειται για τον κεχρισμένο Βασιλιά, απόγονο του Βασιλιά Δαβίδ, που περίμεναν οι Εβραίοι.
«Υιός του Δαβίδ» είναι επομένως ο τίτλος που αποδίδεται στον Μεσσία ως κατά σάρκα απόγονος του βασιλιά Δαβίδ. Δεκαεπτά φορές τα Ευαγγέλια ονομάζουν τον Ιησού «Υιό του Δαβίδ». Έτσι, για παράδειγμα, η γυναίκα της οποίας η κόρη βασανίστηκε από δαίμονα (Μτ. 15,22), οι δύο τυφλοί άνδρες στην άκρη του δρόμου (Μτ. 20, 30) και ο Βαρτίμαιος ο τυφλός (Μκ. 10, 47) επικαλούνται τον Ιησού ως «Υιό του Δαβίδ». Κατά την είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ, τα πλήθη τον υποδέχονται κραυγάζοντας: «Ωσαννά (ζήτω) στον Υιό του Δαβίδ» (Μτ. 21, 9). Αποκαλώντας τον Ιησού «Υιό του Δαβίδ», αυτοί οι απλοί άνθρωποι δήλωναν ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας.
Πράγματι, αυτός ο τίτλος αποτελεί την πραγματοποίηση μίας από τις σπουδαιότερες προφητείες που αφορούσαν στον Μεσσία. Πρόκειται για τη γνωστή προφητεία του Ναθάν που διαβάζουμε στο Β’ Βιβλίο του Σαμουήλ (6ο με 7οαιώνα π. Χ.). Ο Θεός υπόσχεται στον Δαβίδ, ότι θα του δώσει έναν απόγονο του οποίου η βασιλεία θα παραμείνει αιώνια (Βλ. Β’ Σαμουήλ 7, 12-16). Το ίδιο και ο Προφήτης Ιερεμίας (Βλ. 33, 15– 16).
Οι Ψαλμοί «υπενθυμίζουν» αυτήν την υπόσχεση. Διαβάζουμε π.χ. στον Ψαλμό 132: «Ορκίστηκε λόγο αληθινό στον Δαβίδ ο Κύριος, * και δεν θα τον αθετήσει: «Έναν καρπό των σπλάχνων σου * θα βάλω επάνω στον θρόνο σου»(Ψαλ. 132 [131], 11).
Αυτές ήταν μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές προφητείες που αφορούσαν τον Μεσσία. Ο Ιησούς ήταν ο υποσχόμενος Μεσσίας επειδή ανήκε στους απογόνους του Δαβίδ, του οποίου θα είχε κληρονομήσει τον θρόνο. Για αιώνες οι Εβραίοι έζησαν με αυτήν την ελπίδα. Αυτή η αναμονή τους έδινε δύναμη να ξεπεράσουν τις καταστροφές, την σκλαβιά.
Με τον ερχομό του Ιησού της Ναζαρέτ, έπρεπε να πειστούν οι Εβραίοι της εποχής εκείνης ότι αυτός ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας διότι ήταν απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ.
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, που γράφει το Ευαγγέλιό του για τους Εβραίους, ακριβώς για να αποδείξει ότι στον Ιησού πραγματοποιούνται οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, παρέχει τη γενεαλογική απόδειξη ότι ο Ιησούς, κατά την ανθρώπινη φύση του, ήταν άμεσος απόγονος του Δαβίδ. Αυτό το μεσσιανικό σημείο πραγματοποιείται μέσω του Ιωσήφ. Ο Ιησούς είναι «Υιός του Δαβίδ», δηλαδή Μεσσίας, διότι ο Ιωσήφ προέρχεται από τον «οίκο του Δαβίδ», η γέφυρα μεταξύ του Ιησού και του Δαβίδ είναι ο Ιωσήφ και αυτό διότι ο ίδιος είναι ο «ανήρ» της Μαρίας και γι’ αυτόν το λόγο ο νόμιμος πατέρας του Ιησού.
Αν ο Ευαγγελιστής Λουκάς περιγράφει την παρθενική γέννηση του Ιησού από την Μαρία, ο Ματθαίος περιγράφει την μεσσιανική γέννηση του Ιησού από τον Ιωσήφ. Δεν είναι τυχαίο που ο Θεός, στη Θεία του Πρόνοια, επέλεξε τον Ιωσήφ για να τον καταστήσει άνδρα της Μαρίας, άλλωστε αυτό έγινε, για να αποτελέσει ο Ιωσήφ, τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του Ιησού και του Δαβίδ.
Ο Ιωσήφ αν και δεν είναι βιολογικός πατέρας του Ιησού, μπροστά στο νόμο και τη δημόσια γνώμη, ήταν ο αληθινός του πατέρας. Και ενεργεί ως αληθινός πατέρας με όλα τα δικαιώματα του πατέρα που του παρέχει ο νόμος, όπως όταν δίνει το όνομα στο βρέφος σύμφωνα με την εντολή του Αγγέλου.
Όλα αυτά ήταν αναγκαία για να φανερωθεί ο Ιησούς στους συμπολίτες του ως ο Μεσσίας, ο αναμενόμενος από αιώνες. Βέβαια, οι Εβραίοι της εποχής εκείνης, ερμήνευσαν την μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού ως πολιτική εξουσία. Για αυτούς ο Μεσσίας, θα φανερώνονταν ως πολιτικός απόγονος του Δαβίδ, γιατί θα είχε έλθει για να αποκαταστήσει το γήινο βασίλειο του Δαβίδ και να απελευθερώσει τον Ισραήλ από τους Ρωμαίους κατακτητές.
Ο Ιησούς δυσκολεύτηκε, ακόμα και με τους Αποστόλους, να τους εξηγήσει πως η βασιλεία του δεν είναι από αυτόν τον κόσμο και ότι η δόξα του περνά αναγκαστικά από το σταυρό και το θάνατο. Είναι μεν ο Μεσσίας από τον «οίκο του Δαβίδ», αλλά είναι ταυτόχρονα ο πάσχων δούλος του Ιαχβέ σύμφωνα με την προφητεία του Ησαΐα (Ησ. 53, 5 -12).
Ο Ιωσήφ με το να δεχθεί να πάρει μαζί του την Μαρία, σύμφωνα με τα λόγια του Αγγέλου, δέχεται την μεσσιανική πατρότητά του. Όπως η Παρθένα από την Ναζαρέτ, στον ευαγγελισμό του Αγγέλου δέχεται να γίνει μητέρα του Ιησού, έτσι και ο Ιωσήφ, στον δικό του ευαγγελισμό, δέχεται να εισάγει τον Ιησού στον «οίκο του Δαβίδ».
Πρόκειται γι’ αυτόν τον Ιησού που όλοι ονόμαζαν «υιό του Ιωσήφ» (Λκ. 3,23). Ακόμα και η μητέρα του, η Μαρία, στο ναό της Ιερουσαλήμ, απευθυνόμενη στον δωδεκάχρονο Ιησού, ονομάζει τον Ιωσήφ: «Ο Πάτερα σου και εγώ» (Λκ. 2, 48).
Ο λαός, μπροστά στην άγνωστη μέχρι τότε διδασκαλία του Ιησού και τα θαύματά του αναρωτιέται: «ουχ ούτος έστιν ο του τέκτονος υιός;» (Μτ. 13, 55). Εδώ πρέπει να υπενθυμίσουμε πως ο όρος «τέκτων» δεν αναφέρεται μόνο στον ξυλουργό, αλλά σε εκείνους που απασχολούνταν σε πολλαπλές χειρωνακτικές εργασίες.
+ Ιωάννης Σπιτέρης
Αρχιεπίσκοπος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου