3ο βραβείο
του 4ου
Πανελλήνιου Ποιητικού Διαγωνισμού ΕΛΙΚΩΝ
(Μάιος 2015)
του Δημητρίου Γκόγκα
Χιόνι
Σπογγισμένο αίμα
που στράγγιξε
κι έγινε λάβα που καίει
στα σπλάχνα της.
Κάποτε,
μέσα απ’ τις ρωγμές του σώματός της,
γίνεται γραμμή κόκκινου μολυβιού.
Καίει ό,τι την πόνεσε.
Κι ύστερα
στάχτη
και χιόνι που πέφτει στο έρημο σπίτι.
Βροχή
Κάθε χρόνο
την ίδια μέρα,
μικρή ώρα δειλινού,
βρέχει.
Επέτειος θλίψης,
απώλειας
και χωρισμού.
Ρίγη στα μάρμαρα.
Μια ξαφνική μπόρα
τον ύπνο των νεκρών ταράζει.
Ιδρώτας
Της πατρίδας το χρέος ξεπληρώθηκε.
Είπες: Με το παραπάνω
Και –θυμούμαι- έκανες και μια κίνηση
με το χέρι σαν να ‘θελες να ξεφύγεις.
Τώρα ήρθε η σειρά της.
Βάλανε κάτω όλα τα ίχνη και τις υπογραφές,
οι πέτρες και τα σίδερα έτοιμα
-είχε καλούς σιδηρουργούς η Πατρίδα-
Τα καινούρια συμβόλαια έτοιμα.
Και πάλι χρέος.
Ο ιδρώτας κυλούσε σαν τον κόμπο στο λαιμό σου.
Γάλα
Πίσω απ’ αυτές τις βιτρίνες δούλευες.
Εγώ στους δρόμους.
Συναντιόμασταν στο ίδιο καφενείο
με άλλους συντρόφους και δεν
ανταλλάσσαμε κουβέντα.
Χαρτιά έπαιζα μόνο με τον καφετζή.
Απορούσα βέβαια,
Καθώς είχαμε πιει από το ίδιο ποτήρι γάλα.
Αίμα
Είναι στη μοίρα μας.
Έτσι να πεθάνουμε.
Σε κάποιο χρόνο ανομβρίας.
Όταν τα δέντρα θα διψούν,
θα μας φυτέψουνε στις ρίζες τους,
το αίμα μας να πιούνε.