Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024

ΔΥΟ ΩΡΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ/ Ποίημα από τη συλλογή: ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ / 2015 του Δημητρίου Γκόγκα

 14 Φεβρουαρίου 2003


ΔΥΟ ΩΡΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ


Πλίνθινα ανήλιαγα σπίτια.
Βολβοί.
Σκάει η ανθρώπινη μούχλα.
Μυρωδιά στερημένης ανδρικής συνουσίας.
Την μεταφέραμε.
Απ΄ τα κορμιά μας ξεχωρίζω τα πρησμένα χέρια.
Από την καρδιά μας, την αθώα σκουριά και το πυρωμένο σίδερο.
Πεθαμένες λέξεις τα σώματασε λάκκους εκατέρωθεν
Των βομβαρδισμένων περιθωρίων των εποχών.
Ο πόλεμος λένε οι μεγάλοι και μαθαίνουν οι μικροί,
Δεν τελειώνει ποτέ. Όσο ο χρόνος υπάρχει, ζει και ο πόλεμος.
Απέθαντος!
Όλα είναι πόλεμος.
Μεγαλώνουν με το παραμύθι και τους μύθους του.
Μεγαλώνουμε με τα παραμύθια και τους μύθους μας.
Ξεροπόταμοι τα χείλη.
Γέννησηζήσηθάνατοςούτε τριάντα χρόνια,
Δεν φτάνουν να μετρώ στα δάκτυλα.

Σκύβειςπιάνεις το χώμα,
Το κεντάς
Δικές σου είναι οι λέξεις δεν τις παίρνει κανείς,
δικός σου και ο πόλεμος
-μην φοβηθείς χαμένε ποιητή-
Στο τέλος είσαι ο κλέφτης;
Τι ντροπή και τούτη!
Να είσαι και να λέγεσαι ποιητής!
Έρχεσαι εδώ,
Καύχημα του ταξιδιού,
Πηγή που αναβλύζει ειρήνη και δημοκρατία
Μα κρατάς όπλο.
Ποια δημοκρατία δεν κρατά όπλο;
Αυτή που είναι όνειρο.

Ποια δημοκρατία δεν είναι δύο ώρες μπροστά;
Πως θα θέλανε και οι σοφοί της γης να είναι δύο ώρες πίσω;

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2024

ΛΑΜΨΕΙΣ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ/ Ποίημα από τη συλλογή: ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ / 2015 του Δημητρίου Γκόγκα

 Αρχίζει ο Φεβρουάριος του 2003 




ΛΑΜΨΕΙΣ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

Λάμψεις.
Λάμψεις μέσα στη αφέγγαρη νύχτα.

Είναι ο ρακοφορεμένος εχθρός που καιροφυλαχτεί
Και στην μεριά του απλώνει την πραμάτεια.
Στο παζάρι των ψυχών πάντα τοκίζεται ο άνθρωπος.

ΨΑΧΝΩ/ Ποίημα από τη συλλογή: ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ / 2015 του Δημητρίου Γκόγκα

 13 Ιανουαρίου 2003

 


ΨΑΧΝΩ


Τι να αξίζει άραγε,
Πιότερο από το χαμόγελό σου;

Ο ήλιος;         
Η πέτρα;
Ο άνεμος;

Ψάχνω να βρω το χαμόγελό σου.

Στον πέτρινο ήλιο.
Στην ηλιοκαμένη πέτρα.
Στον σκονισμένο άνεμο.

ΦΩΣ/ Ποίημα από τη συλλογή: ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ / 2015 του Δημητρίου Γκόγκα

 12 Ιανουαρίου 2003



ΦΩΣ

Φως.
Μισήσαμε
Φως απόλυτο.
Τολμήσαμε.

Θα καταλάβουμε.
Θα υπάρξουμε.
Θα μεταλάβουμε.
Θα αλλάξουμε.

Φως.
Ράπισμαδιαλύτης σκιών.
Φως ιλαρόφως λαών,
μιλήσαμε.

Να καταλάβουνε
Να υπάρξουνε
Να μεταλάβουνε
Να αλλάξουνε.

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2024

Ακέφαλη καρέκλα / Δημήτριος Γκόγκας


 

Απέναντί του μια ακέφαλη καρέκλα
Την αντικρύζει κάθε μέρα.
Και μάρτυρά του ο Θεός 
την ομοιάζει με σκελετό που ξεθάφτηκε χωρίς το κρανίο.
Έχει κορμί, έχει πόδια μα ακέφαλη ως είναι δεν απαντά στις εκκλήσεις του
Δεν απαντά στις ερωτήσεις του
Γιατί;
 
Έτσι με ταπεινότητα ρίχνει το βλέμμα στο Θεό
Α τούτος φταίει που τον έκανε λεύτερο
Επέλεξε τη σκοτοδίνη κι ήρθε ο θάνατος
Κι έτσι απουσιάζει τις Κυριακές από το τραπέζι στο πατρικό
Κι έτσι είναι αδειανή και ακέφαλη η καρέκλα
Κι έτσι μένει κενό το πιάτο
Κι έτσι υψώνει το πνεύμα στον ουρανό και πλησιάζει το ετοιμόρροπο ταβάνι
 
κι αυτή η εικόνα είναι θεϊκή;
Αναρωτιέται και σταματά τη γλώσσα που έκπληκτη αναμασά προσευχές και παρεκκλίσεις
Ύστερα πάει στο εικονοστάσι κι ανάβει το καντήλι
Τουλάχιστον να ζεσταίνεται κάτω από τα κλινοσκεπάσματα της γης
Κι ας μένει ακέφαλη η καρέκλα!
 

 

 

 

ΦΥΛΕΣ / / Ποίημα από τη συλλογή: ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ / 2015 του Δημητρίου Γκόγκα

                                                                                                                        10 Ιανουαρίου 2003



ΦΥΛΕΣ


Μες στην κοιλάδα του Πανσίρ
,
Απόρησε ο λερός μικρός με το τύμπανο κρεμάμενο στους ώμους
και τη σκανδάλη βέρα στο δάκτυλο.
Πως έφτασαν ως εδώ τόσοι πολλοί ξένοι;
Τόσοι στρατιώτες κρυμμένοι πίσω από το αλφάβητό τους.

Στο τετράδιό του μουντζούρωνε ακόμα αριθμούς σκοτωμένων.

ΧαζάροιΠαστούν,  ΤατζίκοιΑϊμάκοι,
Τουρκομάνοι, Βαλούχοι, ΜπαλόχΠασάγοι
Νουριστάνοι, Μπραχούι, Παμίροι, Γκουρτζάρ και Ουζμπέκοι
κουβαλούν στις πλάτες τους,
σ΄ ένα άπλυτο δισάκι την έχθρα των αιώνων.
Ανεμοστρόβιλοι φυλές σκορπίζουν και σκορπίζονται.

Σαν φύλλα,
Σαν σκόνες, στάχτες,
και σκουπίδια.

Που πάνε ;
Ποιοι είναι τούτοι που ήρθανε;
Τι γυρεύουν;

Ας τους αφήσουμε μονάχοι τους να παίζουν, με τις σπάθες, 
τις χατζάρες με τις μοίρες τους.
Στο σκάκι από λάπιςυπάρχει πάντα η ισοπαλία!