Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

ΠΕΝΤΕ ΔΑΚΡΥΑ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)



 
 
Χιόνι
 
Σπογγισμένο αίμα
που στράγγιξε
κι έγινε λάβα που καίει
στα σπλάχνα της.
Κάποτε,
μέσα απ΄ τις ρωγμές του σώματος της, 
γίνεται γραμμή κόκκινου μολυβιού. 
Καίει ότι την πόνεσε.
Κι ύστερα
στάχτη
και χιόνι που πέφτει στο έρημο σπίτι.
 
Βροχή
 
Κάθε χρόνο
την ίδια μέρα,
μικρή ώρα δειλινού,
βρέχει.
Επέτειος θλίψης,
απώλειας
και χωρισμού.
 
Ρίγη στα μάρμαρα.
Μια ξαφνική μπόρα,
τον ύπνο των νεκρών ταράζει.
 
Ιδρώτας
 
Της πατρίδας το χρέος ξεπληρώθηκε.
Είπες : Με το παραπάνω
και –θυμούμαι- έκανες και μια κίνηση
με το χέρι, σαν να ΄ θελες να ξεφύγεις.
Τώρα ήρθε η σειρά της.
Βάλανε κάτω όλα τα ίχνη και τις υπογραφές,
οι πέτρες και τα σίδερα έτοιμα
-είχε καλούς σιδηρουργούς η Πατρίδα-
Τα καινούργια συμβόλαια έτοιμα.
Και πάλι χρέος.
Ο Ιδρώτας κυλούσε σαν τον κόμπο στο λαιμό σου.
 
Γάλα
 
Πίσω από αυτές τις βιτρίνες δούλευες.
Εγώ στους δρόμους.
Συναντιόμασταν στο ίδιο καφενείο
με άλλους συντρόφους και δεν
ανταλλάσαμε κουβέντα.
Χαρτιά έπαιζα μόνο με τον καφετζή.
Απορούσα βέβαια ,
καθώς είχαμε πιει από το ίδιο ποτήρι, γάλα.
 
Αίμα
 
Είναι στη μοίρα μας.
Έτσι να πεθάνουμε.
Σε κάποιο χρόνο ανομβρίας.
Όταν τα δένδρα θα διψούν,
θα μας φυτέψουνε στις ρίζες τους,
το αίμα  μας να πιούνε.
 

ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 

Όταν κοιμάσαι,
βλέπω ένα μικρό σπιτάκι με τριαντάφυλλα
και μια Στρελίτζια στην άκρη του κήπου.
 
Να ξέρεις εγώ
                     (ναι εκείνο το εγώ μου)
Δεν μπορώ να μετρώ τ΄ άστρα
και να ψάχνω την Αφροδίτη.
Είμαι ερωτευμένος
γιατί ξεχνώ στο μέτρημα.
Κι ύστερα πάλι απ΄ την αρχή
                                            (τελετουργίες της νύχτας)
 
Να ξέρεις εγώ,
Έχω αρχίσει να ξεχνώ τις λέξεις.
Μιλώ όλο και λιγότερο.
Βυθίζομαι στην κινητή άμμο της σιωπής
και σηκώνω το χέρι για βοήθεια.
Αγκίστρι της αγάπης.
Πως η σιωπή είναι το δόλωμα
και πως, εγώ μετρώ τ΄ άστρα
στους γαλαξίες της.
                                         (τελετουργίες της ποίησης)

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

Ποια Πατρίδα; Μα για την Κύπρο μιλάμε!

 

       

 γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας


Με λύπη διάβασα στην εφημερίδα της 6ης Οκτ 2024, ημέρα Κυριακή, «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» στο άρθρο του κ. Σταύρου Χριστοδούλου «Ποια Πατρίδα;» το παρακάτω απόσπασμα: «…με όλο τον σεβασμό στην κυρία Σακελλαροπούλου, …τι εξυπηρετούσε η παρουσία της προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας στην παρέλαση της 1ης Οκτ 2024; Είναι δυνατόν να μην αντιλαμβάνονται οι κυβερνώντες ότι δημιουργείται η εικόνα ενός κράτους υπό κηδεμονία; Ποια είναι η διαφορά δηλαδή από τους αντίστοιχους πανηγυρισμούς στα Κατεχόμενα στην παρουσία του Ερντογάν;»

   Είναι δυνατόν σε ένα δημοσιογράφο, αναλυτή να βλέπει μόνο την μία πλευρά του νομίσματος; Η παρουσία της προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, επ΄ουδενί δεν μειώνει ή μηδενίζει την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Κύπρος είναι κομμάτι, αναπόσπαστο μέρος του ελληνισμού και την 1η Οκτ, γιορτάζει την ημέρα της ανεξαρτησίας της. Είναι λοιπόν λογικότατη η παρουσία εκπροσώπου του πλέον συγγενούς κράτους. Αν μάλιστα δίναμε μεγαλύτερη προσοχή θα διαπιστώναμε ότι στις αμέσως επόμενες σειρές καθισμάτων υπήρχαν εκπρόσωποι, μικρότερων βαθμίδων (όπως πρέσβεων, γραμματέων, στρατιωτικών κτλ ) άλλων κρατών. Εξίσωσε δε την παρουσία της κ Σακελλαροπούλου με αυτή του Ερντογάν στα Κατεχόμενα σε αντίστοιχες εκδηλώσεις, εορτασμούς. Μόνο που όταν μιλά ο πρόεδρος της Τουρκίας αναφέρεται στην λύση δύο κρατών και στην επέκταση της Τουρκικής επικράτειας μέσω του οράματος της Γαλάζιας Πατρίδας που περιλαμβάνει βεβαίως και την Κύπρο. Η πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας σε κανένα σημείο της ομιλίας της δεν προκάλεσε, ενώ αντίθετα τόνισε την ανάγκη επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος και την συνεχή στήριξη της Ελλάδας στο πάγιο αίτημα της Κύπρου.

    Τελειώνοντας θα ήθελα να σημειώσω ότι σε όλα τα κράτη του κόσμου, που εορτάζουν αντίστοιχες ημέρες, καλούνται εκπρόσωποι άλλων κρατών που είτε είναι στενά συνδεδεμένοι και τυγχάνουν υπό «κηδεμονία» ή υπό προστασία ή είναι στενότατοι σύμμαχοι. Η παρουσία της Ελληνικής προεδρίας φυσικά και είχε ως στόχο να τονίσει τόσο την εθνική συγγένεια, όσο και τους αιώνια άρρηκτους δεσμούς μεταξύ των δύο κρατών του Ελληνισμού. Και είναι καλό, σε μια δύσκολη εποχή, να δημιουργούνται εικόνες που θα «ενοχλούν» όλους όσους επιβουλεύονται και επιβουλεύονται συνεχώς κάποιοι, την οντότητα της Κύπρου. Διότι κ. Χριστοδούλου  και κάθε Χριστοδούλου για αυτή την πατρίδα μιλούμε!

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

ΔΕΙΠΝΟ ΜΕ ΕΝΑ ΝΕΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ: Ποίημα από την Ποιητική Συλλογή: Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 

Σήμερα θα δειπνήσω μ΄ ένα νέο άγνωστο στρατιώτη.
Θα καθίσουμε απέναντι,  σ΄ ένα καλό εστιατόριο,
σαν αυτά που σερβίρουν με ευγένεια τη ακρίβεια,
κι΄  αλλοίμονο  θ΄ ανεχτούμε την υπεροπτική ματιά, 
του τελευταίου τραπεζοκόμου.
 
Θα παραγγείλουμε όλα εκείνα που μας αναγκάζουν
να καθόμαστε αμέριμνοι,  σαν τις καλαμιές
έτοιμες να καούν στους κάμπους της υπαίθρου
και μας καθιστούν ώρες- ώρες δειλινές, 
όμορφα αγάλματα στα σαλόνια των φυλακών μας.
 
Θα πιούμε ένα γλυκύ ηδύποτο,  κοιτάζοντας
ο ένας στα μάτια του άλλου,
μέχρι ότου κουραστεί κάποιος και
κατεβάσει σιγανά τα βλέφαρα.
 
Ο ήλιος θ΄ αρμενίζει στις καρδιές
και θα ξεκουράζεται στις αγκαλιές των νέων
που πέφτουν αμαχητί στα χαρακώματα της ραστώνης
και υποκλίνονται στις συνήθειες των σοφών.
Πατρίς, αγκαλιά με τη  Θρησκεία και λίγη οικογένεια.
Μην ταραχτεί η χρόνια τάξη.
Μην λησμονηθούν και οι άγνωστοι στρατιώτες, 
εκείνων των χρόνων που δεν θέλει να θυμάται κανείς.
Μα είναι τόσο καλά δομημένες οι παρελάσεις, 
της λεβεντιάς και της υπερηφάνειας.
 
Δεν θα τον πιέσω με οχλήσεις του κοινού νου.
Δεν θα σκιάσω αυτή την έξοδο
από τις σκοτεινές πύλες της πολιορκίας.
Έτσι τα βλέφαρα κάποιος θα τα σηκώσει.
Θ΄ αντικρύσουμε και πάλι ο ένας τα μάτια του άλλου
βαθειά για να βρούμε καθαρό νερό στο βυθό της ίριδας.
Και πριν υπογραφή το συμβόλαιο του.
Θα τον ρωτήσω: Γιατί κινήθηκε από την πολυθρόνα του;
Ήρωας θέλει να γίνει;

ΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΑΝΕΞΟΦΛΗΤΑ:από την ποιητική συλλογή :Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 

Ξεκίνησε από τους μακρινούς τόπους
άφησε πίσω του ένα μαγικό σήμαντρο
και την μάνα του να το χτυπά κάθε Κυριακή
στην αυλή της.
 
Έτσι έρχονταν και οι γείτονες
σεμνοί και αγαπημένοι σύντροφοι.
Πότε για το γλυκό και
πότε γιατί ήταν καλύτεροι άνθρωποι.
Κρατώντας στα χέρια τους σμύρνα και λιβάνι.
Κρατώντας στα χέρια τους τα δώρα του δικαστή
και χρέη, 
χρέη φόρους και υποθήκες.
Τα ανεξόφλητα γραμμάτια της ιστορίας .
 
Ποιος τα θυμάται πια;
Ποιος τρέχει στις τράπεζες και τα κολαστήρια;
Η μάνα έχει μια δύναμη μόνο
να χτυπά το σήμαντρο κάθε Κυριακή.
 
Ξεκίνησε από τους μακρινούς τόπους
ξωπίσω του έκλειναν παράθυρα
σπιτιών που ύφαιναν σε αργαλειούς παραδουλεύτρες
και εργάτριες
σκυφτές  από τους πόνους της μέσης
λίγες μπροστά στα τάματα
και τ΄ αναμμένα καντήλια της Παναγιάς.
Ύφαιναν την λύπη
κένταγαν το χρέος
βελόνιαζαν τις πληρωμές
και τα γραμμάτια,
έμεναν γραμμάτια ανεξόφλητα.
 
Κάθε Κυριακή μια μάνα χτυπά το σήμαντρο
λαλώντας τον από τους μακρινούς τόπους.
Στα όνειρά της,
Στην τύχη της,
Στον χρόνο της,
Στην ζωή της.
 
Εκεί χωρίς την πληρωμή να χει φτάσει στο κόκκαλο
χωρίς την πληρωμή να χει τελειώσει  την νύχτα
να δώσει το φιλί της.
Και   οι γείτονες ν΄ απλώσουν το χέρι δίνοντας
το πιατάκι με το γλυκό
πάλι πίσω.
Tο πιατάκι της Κυριακής με τ  ασημοκέντητη σταυρό
και πάνω το σήμαντρο να την καλεί στον τάφο.
Κολλά το χώμα
όπως η ζωή σε ένα ανεξόφλητο γραμμάτιο.

 

ΗΤΑΝ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΗΣ: από την ποιητική συλλογή :Ωράρια Επιστροφών του Δημητρίου Γκόγκα / 2015 (Εκδόσεις ΔΙΑΝΥΣΜΑ)


 

Ήρθε ο γαμπρός και έκατσε δίπλα του
να μετρηθεί το ύψος και το πλάτος
και προπαντός οι αποστάσεις.
 
Η κόρη του είχε φτάσει τα είκοσι ένα χρόνια.
Μετρούσε, ξανά μετρούσε τόσα τα έβγαζε
και ο ίδιος είχε πατήσει τα εξήντα.
 
Αισθάνθηκε στην πλάτη το χτύπημα του χεριού
«μην ανησυχείς θα την προσέχω
κοίτα εσύ να γράψεις κείνο το χωράφι με τις ελιές»
 
Η μάνα είχε κοιμηθεί κάτω από κείνες τις ελιές.
 
Έβγαλε το χαρτί από την τσέπη, έβαλε την υπογραφή του
μια τζίφρα δηλαδή και του το δωσε.
 
Πήρε το χαμόγελο της κόρης, το έκαμε δαχτυλίδι
το φόρεσε στο δάκτυλο του γαμπρού
πήρε την μνήμη την έκαμε κεντητό
και είπε: «ήταν το θέλημά της…»
 
Κέρασε από μια ελιά στους καλεσμένους,
 
ύστερα βγήκε από το σπίτι
πήρε τον δρόμο για το χωράφι
ξάπλωσε κάτω από τις ελιές.
 
Τον πήρε και κείνο ο ύπνος.