Στις 11 Δεκεμβρίου του 1924 στην περιοχή του Στρυμονικού Σερρών (Όρλιακο ονομαζότανε μέχρι και τo 1927) σημειώνεται μία από τις μεγαλύτερες ληστείες της εποχής εκείνης με λεία πάνω από 200.000 δραχμές. Ήταν ένα από τα πλέον εντυπωσιακά χτυπήματα ληστειών που σημειώθηκαν ποτέ.
Δράστες είναι:
• ο Δημήτριος (Μήτρος) Τζατζάς (επικεφαλής της ομάδας)*
• ο Δημήτριος Μπουρλής,
• ο Σπύρος Γκανάτσιος ή Γκάτσιος,
• ο Βασίλης Μπούτος ή Μπότσαρος
oι οποίοι με τις οδηγίες του Δημητρίου Τζατζά σταμάτησαν στην επαρχιακή οδό Στρυμονικού – Θεσνίκης πέντε (5) αυτοκίνητα και κατόρθωσαν ανενόχλητοι να ληστέψουν τους επιβαίνοντες σε αυτά
Πιο συγκεκριμένα ο προαναφερόμενος λήσταρχος με τους συνεργάτες του, πλήρως ενήμεροι για την αυτοκινητοπομπή, έκλεισαν το πρωί της ημέρας με συρματόπλεγμα την οδό και ακινητοποίησαν τα αμάξια, στα οποία επέβαιναν επιφανείς έμποροι καπνού,, άλλοι επαγγελματίες ιατροί και μέλη των οικογενειών τους, συνολικά είκοσι εννέα (29) άτομα. Τα αυτοκίνητα είχαν ξεκινήσει από την Νιγρίτα με προορισμό την πόλη της Θες/νίκης. Οι ληστές διάλεξαν ένα ανηφορικό σημείο όπου τα αυτοκίνητα μείωναν ταχύτητα. Διάλεξε μια στροφή με μικρή ορατότητα, έστησε το συρματόπλεγμα κόβοντας τον δρόμο στα δύο. Το ύψος των τιμαλφή αλλά και των χρημάτων που κλάπηκαν ανήρχετο στο υπέρογκο για την εποχή εκείνη ποσό των 200.000 δραχμών. Οι ληστές άδειασαν τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων και ανενόχλητοι διέφυγαν προς την γύρω περιοχή. Μέσω της Δοιράνης έφτασαν στην Σερβία όπου σύμφωνα με τον ιστορικό βρήκαν καταφύγιο σε γνωστούς τους ληστοτρόφους. Είναι γνωστό ότι η οικογένεια του Τζατζά διέμενε στο Μοναστήρι μια κωμόπολη κοντά στα Σκόπια. Στην Σερβία προσπαθώντας να κερδίσουν χρόνο για να ξεχαστεί το γεγονός και να καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός, αγόρασαν ορισμένα αιγοπρόβατα και προσπάθησαν να ζήσουν για λίγο διάστημα ως κτηνοτρόφοι. Οι επιβάτες των αυτοκινήτων μετά την ληστεία κατόρθωσαν και έφτασαν στην κωμόπολη του Λαγκαδά και ύστερα στην Θεσσαλονίκη όπου και κατήγγειλαν το γεγονός. Η τότε χωροφυλακή ξεκίνησε μια τεράστια επιχείρηση για τον εντοπισμό των ληστών, τόσο στον κάμπο των Σερρών, στην Κοινότητα του Όρλιακο και των παρακείμενων χωριών, όπως και στο όρος Μπέλλες χωρίς όμως αποτελέσματα. Στην επιχείρηση εντοπισμού βοηθούσε και ο στρατός ξηράς με αποσπάσματα στρατιωτών. Η όλη προσπάθεια τους επικεντρώθηκε στο κλείσιμο των στενών της Κρέσνας προκειμένου να αποκλείσουν τους δρόμους διαφυγής προς τα σύνορα. Όπως αποδείχθηκε από τα γεγονότα οι ληστές κατόρθωσαν να ξεφύγουν και να φτάσουν στην Σερβία από την λίμνη της Δοιράνης.
Σύμφωνα με τον γιατρό Τζηρίδη, ο οποίος επέβαινε σε ένα από τα πέντε αυτοκίνητα και ήταν ένας εκ των ληστευθέντων, ο επικεφαλής των ληστών «έφερε γαλλικόν στρατιωτικόν μανδύαν γαλάζιου χρώματος, δύο σταυρωτές τελαμώνες που κρατούσαν και συνεκράτουν επί της μέσης του μεγάλην φυσιογγιοθήκην πλήρη φυσιγγίων και εις τας χείρας του εκράτει βουλγαρικόν όπλον μάνλιχερ»
Ένα μήνα αργότερα, τον Ιανουάριο του 1925, οι ληστοτρόφοι κατέδωσαν του ληστές και οι Σερβικές αρχές τους συνέλαβαν και τους παρέδωσαν στις Ελληνικές αστυνομικές αρχές (Φλώρινας), εκτός από τον Βασίλη Μπούτο που καθ΄ οδόν προς την πόλη του Μοναστηρίου κατόρθωσε να δραπετεύσει. Φέρεται ιστορικά ότι ανθυπομοίραρχος Φλωρίνης Στεφανάκης συνόδευσε σιδηροδέσμιους και μέχρι τις φυλακές του Γεντί Κουλέ τους ληστές. Τον Μάρτιο του 1925 ο Δημήτριος Τζατζάς κατόρθωσε σε συνεργασία με τον Δημήτριο Μπουρλή γνωστός με το παρατσούκλι «γερο-Σκοτίδας»,να δραπετεύσει από τις φυλακές πηδώντας από ύψος 8 μέτρων. Στην προσπάθεια αυτή ο ίδιος χρησιμοποίησε και μια ομπρέλα ως ….αερόστατο, ενώ ο φίλος του τραυματίστηκε βαριά, χτυπώντας στην σπονδυλική στήλη. Μη μπορώντας να κάνει αλλιώς ο Δημήτριος Τζατζάς τον κουβάλησε με τους ώμους του μέχρι και το δάσος του Σέιχ Σου όπου και τον εγκατέλειψε σε παρακείμενο ρέμα, για να τον βρουν αργότερα οι χωροφύλακες που τους κυνηγούσαν. Τελικά η σύλληψη από τις καταδιωκτικές αρχές του Δημητρίου Μπουρλή πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιουλίου 1925. Όλοι τους θα καθίσουν στο εδώλιο του Γ΄ Διαρκούς Στρατοδικείου της Θεσσαλονίκης (πλην του Δημήτριου Τζατζά) και θα δικαστούν με αυστηρότητα και με συνοπτικές διαδικασίες.
Η απόφαση του δικαστηρίου ήταν η ακόλουθη:
- Ο Δημήτριος Μπουρλής καταδικάστηκε σε θάνατο και η απόφαση εκτελέστηκε ύστερα από λίγες ημέρες.
- Ο Σπύρος Γκανάτσιος ή Γκάτσιος καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά
- Ο Νικόλαος Κοζάρας* (άλλος ληστής της εποχής) απαλλάχτηκε λόγω αμφιβολιών, στην συμμετοχή του στην ληστεία(;).
Βιβλιογραφία:
1. Βικιπαίδεια
2. Βασίλη Τζανακάρη «Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν»-Εκδόσεις Καστανιώτη Α.Ε., Αθήνα 2002.
Σημειώσεις
• Ο Δημήτριος Τζατζάς, γεννήθηκε το 1888. Κατά την διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας το 1914 (σε ηλικία 26 χρονών) δεν του δόθηκε άδεια για να φροντίσει τα της κηδείας του αδελφού του που πέθανε στις φυλακές, λιποτάκτησε και ξεκίνησε την δράση του ως ληστής. Αρχικά ως ζωοκλέφτης. Το 1917 παραδόθηκε προκειμένου να του δοθεί χάρη αλλά κατέληξε στις φυλακές της Λάρισας από τις οποίες δραπέτευσε ξεκινώντας εκ νέου δράση ως ληστής. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός για την απαγωγή του γερουσιαστή Σωτηρίου Χατζηγάκη το 1929 στη Θεσσαλία. ήταν επικηρυγμένος για 700.000 δρχ., σκοτώθηκε σε συμπλοκή με καταδιωκτικά αποσπάσματα στις 23 Μαρτίου του 1930, κοντά στο χωριό Ελάτεια λίγο έξω από την Λάρισα.
• ο Νικόλαος Κοζάρας δεν αναφέρεται συγκεκριμένα ότι συμμετείχε στην ληστεία αλλά δικάστηκε και καταδικάστηκε στην ίδια δίκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου