Αγάπησα τους ποιητές που κείτονται θαμμένοι.
Για ζωντανούς - μη με ρωτάς- καμιά τιμή δεν μένει!
Αγάπησα κι αυτούς, που δεν γεννήθηκαν ακόμα
κι εγκυμονούν στα όνειρα των γυναικών σε κώμα.
Θαρρώ πως το ξανάβαψαν, το ΄κάμαν πιο ωραίο!
Αγάπησα τους ποιητές τους πρόσφυγες, που στρώνουν
τους ουρανούς της προσφυγιάς και στο θεό σιμώνουν.
και οι φωνές τους αντηχούν στα πέρατα μονάχες.
Ψάχνοντας κάποια σώματα, φτωχές ψυχές να μπούνε
και απ’ των αιώνων τις ρωγμές να μας γλυκολαλούνε.
και στη κατάρα τους πιστοί. Και καταδικασμένοι
να περπατούν στα σύννεφα και πίσω απ’ τις σκιές τους,
να σέρνονται ανδρείκελα οι μαύρες συλλογές τους.
κι αγάπησαν και δόξασαν στη γη, όλους τους πόνους
των ανθρώπων. Και πιθανόν, αγάπησαν της νύχτας τη γαλήνη
κι ένα κερί στον τάφο τους που πάντα αναβοσβήνει.
που γέμισαν τους στίχους μας μ΄ αμέτρητους καρκίνους.
Και δεν μπορεί ποτέ κανείς, όσο και αν προσπαθήσει
κείνους τους στίχους που γερνούν, να τους γεροκομήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου