19 Αυγ 2024. Κάτω από την πανσέληνο του Αυγούστου πραγματοποιήθηκε σε κεντρικό πολυχώρο της Λάρνακας μουσικο - ποιητική βραδιά με θέμα -τι άλλο- το φεγγάρι. Πολύς ο κόσμος, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα των διοργανωτών και απόλαυσε ποιητές και ποιήτριες να απαγγέλουν όμορφες δημιουργίες. Ανάμεσα σε αυτούς και εγώ με το ποίημά μου: Ένα φεγγάρι στο κεφάλι μου! και ο νεαρός ποιητής Παύλος Ανδρέου με το ποίημά του: ΚΟΥΝΟΥΠΙ ΤΙΓΡΗΣ.
ΚΟΥΝΟΥΠΙ ΤΙΓΡΗΣ / Παύλος Ανδρέου
Σε ανήλιαγο σοκάκι
βουίζει ένα κουνούπι
παγιδευμένο
σταγόνες αγωνίας στα φτερά του.
«Προσοχή στο φως.
Είναι αναξιόπιστο.
Θάνατος εξασφαλισμένος.
Θανάσιμη παγίδα χωρίς έλεος.»
Ο εξολοθρευτής με βλέμμα έκπληκτο ρωτά:
«Μιλούν και τα κουνούπια;»
Το έντομο εξοργισμένο στροβιλίζεται.
«Απαιτώ εκεχειρία.
Απόδραση από το τεχνητό μαρτύριο
των LED.
Μη με εγκλωβίζετε στη δίψα των αισθήσεων…»
Τα βράδια της υπομονής
μεταμορφώνεται σε τίγρη ανελέητη.
Ρουφά το αίμα μας αχόρταγα
μέσα από αντανακλάσεις προβολέων
των διερχόμενων ασθενοφόρων.
Αποκτά διαστάσεις γιγαντιαίες
υπαγορεύοντας μεθοδικά τις τύψεις μας.
βουίζει ένα κουνούπι
παγιδευμένο
σταγόνες αγωνίας στα φτερά του.
«Προσοχή στο φως.
Είναι αναξιόπιστο.
Θάνατος εξασφαλισμένος.
Θανάσιμη παγίδα χωρίς έλεος.»
Ο εξολοθρευτής με βλέμμα έκπληκτο ρωτά:
«Μιλούν και τα κουνούπια;»
Το έντομο εξοργισμένο στροβιλίζεται.
«Απαιτώ εκεχειρία.
Απόδραση από το τεχνητό μαρτύριο
των LED.
Μη με εγκλωβίζετε στη δίψα των αισθήσεων…»
Τα βράδια της υπομονής
μεταμορφώνεται σε τίγρη ανελέητη.
Ρουφά το αίμα μας αχόρταγα
μέσα από αντανακλάσεις προβολέων
των διερχόμενων ασθενοφόρων.
Αποκτά διαστάσεις γιγαντιαίες
υπαγορεύοντας μεθοδικά τις τύψεις μας.
**
Ένα φεγγάρι στο κεφάλι μου! / Δημήτριος Γκόγκας
Ονειρεύομαι ένα ολόκληρο φεγγάρι.
Μα μέχρι σήμερα, μισό και κείνο,
Μα μέχρι σήμερα, μισό και κείνο,
στερημένο από χρώμα.
Κι ύστερα, είναι και η μνήμη!
Μια μνήμη κομμένη στα δύο,
Κι ύστερα, είναι και η μνήμη!
Μια μνήμη κομμένη στα δύο,
όπως και η πατρίδα μου.
Σ αυτή τη μνήμη,
θα ΄θελα ένα ολόκληρο φεγγάρι
και μια πατρίδα.
Στα δύο, δυο μισοφέγγαρα,
Στα δύο, δυο μισοφέγγαρα,
μόνο στα περασμένα.
Βλέπω τις ματιές των ανθρώπων
στα σφραγιστά σύνορα ενός απομεσήμερου
Ακούω τις κραυγές τους, σαν κραυγές ενός ρολογιού που δεν σταματά,
παρά μόνο σαν το βόλι συναντήσει τον θάνατο.
Όταν νυχτώνει,
βγαίνει ο ήλιος.
Κι όταν ξημερώνει,
δηλώνεται η απουσία του φεγγαριού.
Συνηθίζω να κυκλοφορώ ακέφαλος!
Με περιγελούν εχθροί και φίλοι,
Ακούω τις κραυγές τους, σαν κραυγές ενός ρολογιού που δεν σταματά,
παρά μόνο σαν το βόλι συναντήσει τον θάνατο.
Όταν νυχτώνει,
βγαίνει ο ήλιος.
Κι όταν ξημερώνει,
δηλώνεται η απουσία του φεγγαριού.
Με περιγελούν εχθροί και φίλοι,
στους δρόμους, στα σοκάκια
και στη πράσινη γραμμή.
Μαύρη τη σταυρώνω εγώ,
Μαύρη τη σταυρώνω εγώ,
πιο μαύρη από ποτέ.
Βαθιά νυχτιά.
Και κάπου – κάπου σηκώνω τα χέρια
Βαθιά νυχτιά.
Και κάπου – κάπου σηκώνω τα χέρια
και πιάνω το φεγγάρι.
Το βάζω επιμελώς στους ώμους.
Δεν μου ταιριάζει ακριβώς.
Μα ονειρεύομαι πως έχω ένα κεφάλι.
Ένα φεγγάρι, ένα πρόσωπο!
Το βάζω επιμελώς στους ώμους.
Δεν μου ταιριάζει ακριβώς.
Μα ονειρεύομαι πως έχω ένα κεφάλι.
Ένα φεγγάρι, ένα πρόσωπο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου