Στις νύχτες μας, η Λάρνακα, γοργόνα μου θυμίζει!
Χτυπά -θεριό- τη θάλασσα, το κύμα της αφρίζει.
Μες στις παρόδους τριγυρνούν, από τη μάννα μας φαντάροι.
Μετρούν στις μέρες τους, κρυφά, καημός ποιος θα τους πάρει!
κι οι προύχοντες απ΄ τη γωνιά, θαρρώ τους καμαρώνουν.
Δεν είναι άχτι και θυμός για τη κακή γραφή τους,
μα που της Σκάλας η καρδιά, δεν είναι στο κορμί τους.
Στο κάστρο γλυκό- πίνουν και γιομίζουν τα κανόνια.
Από τα χείλια τους βγαίνουν ευχές, που δεν σημαίνουν
τίποτα πλέον και ας ζουν ψυχές κι αυτές αιώνια.
εκλιπαρεί για επιστροφή, μα αυτή αργεί ακόμα.
Πλάθει στιχάκια μαζί με νότες για του αγνώστου
Στρατιώτη τη ψυχή, που ζει έξω απ΄ το σώμα
των περισσών Ειλώτων, των κομπάρσων των Πληβείων.
Των φοινικιών, των πεύκων, των δακρύων
των εργατών και των ανθρώπινων θηρίων.
Για σε, το βλέμμα του θεού που μας βαραίνει!
Για σε, το χθες, το σήμερα, το πέρα
Για σε, των ουρανών η πλατυτέρα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου