Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εργασίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εργασίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Άσεμνες παροιμίες και ρήσεις

 περισυνέλεξε από το διαδίκτυο  και από άλλες πηγές ο Δημήτριος Γκόγκας

 (άνευ εισαγωγής και προλόγου) 



Γράμματα

Παροιμίες

Α

Ø  Αγαπώ, κυρά, να κλάνεις αλλά μην το παρακάνεις

Ø  Άδεια είχε το μουνί και μάζωνε αγγάρεια.

Ø  Άδεια που ‘χει το μουνί και παίζει τις αμάδες.

Ø  Αλάργα από στραβού ραβδί κι από κουτσού γαμήσι.

Ø  Αλάργα από πλώρη καραβιού και μουλαριού τον κώλο.

Ø  Αλάτισε τον κώλο σου και [τότε] ρώτα τι βρωμάει.

Ø  Άλλος γαμεί κι άλλος πλερώνει.

Ø  Άλλος κώλος φαίνεται κι άλλος μαγειρεύεται.

Ø  Άλλοι ψυχομαχάνε και άλλοι ψωλοβαράνε.

Ø  Άλλος ψυχομαχάει κι άλλος γκαυλομαχάει.

Ø  Άλλος το ‘χει και το κατουρεί κι άλλος δεν το ‘χει και το λαχταρεί.

Ø  Άγιος και κώλος μαρτυρούν, μα ο άγιος αγιάζει κι ο κώλος ζοχαδιάζει.

Ø  Άλλοι τρων τ’ αυγά με το πιπέρι, κι άλλοι κρατούν τ’ αρχίδια με το χέρι.

Ø  Αλλού τρώει, αλλού χέζει, αλλού πάει και τον παίζει!

Ø  Αλλού τρώει κι' αλλού χέζει!

Ø  Άμα σε βάλει κάτω, όπως θε θα σε γαμήσει.

Ø  Άμα σε γαμήσει κανένας, να ‘ναι και μάστορας

Ø  Αμ’ πότε σε ξεβράκωσα και δεν ήσουνα χεσμένος;

Ø  Ανάθεμά το το μουνί τόσα κακά που σέρνει.

Ø  Αν δεν βρέξεις κώλο, ψάρια δεν τρως.

Ø  Αν δεις καράβι στο βουνό, μουνί το ‘χει τραβήξει

Ø  Αν δεις καράβι στο βουνό, μουνί θα το' χει σύρει.

Ø  Αν δε σε κλάσει ο μάστορης δε γίνεσαι τεχνίτης.

Ø  Αν είχε η θεια μας αρχίδια, την ελέγαν μπάρμπα.

Ø  Αν είχ’ αρχίδια η βάβω μας, την έλεγαν παππούλη.

Ø  Αν ήταν το βιολί ψωλή, θα το παίζανε πολλοί.

Ø  Αν ήταν η ψωλή βιολί, θα το έπαιζαν πολλοί.

Ø  Αν κατουρείς στην πόρτα μου, σου χέζω στη γωνιά σου.

Ø  Αν σε γαμήσει ο κατής, πού θα πας για να κριθείς;

Ø  Αν σου βαστάει ο κώλος...

Ø  Από τα μάτια σου στον κώλο σου δεν μπορείς να μάθεις την αλήθεια.

Ø  Άπ' όταν η γριά γαμήθηκε, εσφιχτομανταλώθη.

Ø  Από της μυλωνούς τον κώλο ορθογραφία γυρεύεις

Ø  Από ‘να μουνί κι από ‘να αρχίδι.

Ø  Από φωνή, μουνί και από μουνί, φωνάρα.

Ø  Απ’ τον κώλο μου βγήκες και κολύμπι θες να μου μάθεις;

Ø  Άσπρα γένια, πούτσα σιδερένια.

Ø  Άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην ψωλή.

Ø  Άσπρος κώλος, μαύρος κώλος, στο πέρασμα του ποταμού θα φανεί.

Ø Άσπρο κώλο που ‘χει η νύφη, να ‘χαμε και μεις οι γύφτοι.

 

Β

Ø  Βάλαμε χέρι στο βυζί, δέξου μουνί μαντάτα.

Ø  Βάλαν τον τρελό να χέσει κι έκατσε και ξεκωλιάστει.

Ø  Βαστάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος μου.

 

Ø  Βιαστικό γαμήσι βγάζει τρελλό παιδί.

Ø  Βιαστικός γάμος της νύφης, πουτσοχάμπερα.

Ø  Βρακί δεν έχει ο κώλος μας, γαρίφαλο στ’ αυτί μας.

Ø  Βρέξ’ τον κώλο σου να φας μπαρμπούνι.

Ø  Βρήκε ο γύφτος λάδι, αλείφει και τα αρχίδια του.

 

Γ

Ø  Γάϊδαρο σκουντάς; Πορδιές θ` ακούσεις.

Ø  Γαμάει και δέρνει.

Ø  Γάμα με να σε γαμώ να περνούμε τον καιρό.

Ø  Γαμιέσαι, κόρη μ’, χαίρεσαι, στη γέννα θα τα πούμε

Ø  Γαμεί γαϊδούρα στην ανηφόρα.

Ø  Γαμεί η χελώνα το λαγό, όταν ο αετός είναι από πάνω.

Ø  Γαμεί και δέρνει

Ø  Γαμήσου μουνί μου, να δεις την προκοπή σου.

Ø  Γάτος γαμάει, γάτος σκούζει.

Ø  Γέλασε η κατσίκα που φάνηκε της προβατίνας ο κώλος.

Ø  Γέρου χάιδεμα και νιου γαμήσι.

Ø  Για να γίνεις ηγούμενος πρέπει να σε γαμήσει ο προηγούμενος.

Ø  Για την ορφανή τη ξένη, έχει ο θεός ψωλή κρυμμένη.

Ø  Για, να σφίξουν οι κώλοι!

Ø  Γιατί; Εμείς στο πηγάδι κατουρήσαμε;

Ø  Γκαστρωμένο μουνί, ξεροψημένο αρνί

Ø  Γλυκά τρως, πικρά κλάνεις.

Ø  Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γδυτός ο κώλος τη Λαμπρή.

Ø  Γοργά-γοργά ας τον θάψουμε να μη σκωθεί η ψωλή του.

Ø Γούμενος καθούμενος, τ’ αρχίδια του έλυε κι έδενε.

 

Δ

Ø  Δεν είδε παπά κώλο.

Ø  Δεν ηύρες ακόμα τον μαλλιαρόκωλό σου.

Ø  Δεν μας φτάνει η χολή μας, καυλώνει και η ψωλή μας.

Ø  Δεν μπορείς εσύ να κλάσεις, και κουλούρες θες να πλάσεις;

Ø  Δεν κατούρησα στο πηγάδι.

Ø  Δόξα να 'χεις τρυγητή μου που 'δα τρίχα στο μουνί μου.

Ø  Δουλειά δεν έχει ο διάβολος, γαμούσε τα παιδιά του.

Ø  Δουλειά δεν έχει ο διάβολος, τα αρχίδια του θα τρίβει

Ø  Δώσε θάρρος στο χωριάτη ν΄ ανεβεί και στο κρεβάτι.

 

Ε

Ø  Εβατεύονταν η γίδα και τον τράγο τσούζει ο κώλος.

Ø  Έγινε της πουτάνας το κάγκελο.

Ø  Εγώ καλά καθόμουνα, τι μου ‘ρθε για να χέσω, να τσακιστεί το πατερό, να γκρεμιστώ να πέσω.

Ø  Εγώ με τον παρά μου, γαμώ και την κυρά μου.

Ø  Εδώ γαμούν αρσενικούς και συ γυρεύεις νύφη.

Ø  Εδώ ο κόσμος χάνεται και το μουνί χτενίζεται.

Ø  Είδα και παραείδα, ποντικού ψωλή δεν είδα.

Ø  Είδε κι η αλεπού τρίχα στο μουνί τς.

Ø  Είδες παπά στον ύπνο σου; Κώλο γυρεύει.

Ø  Είδες χιόνι στο βουνί, βάλε χέρι στο μουνί.

Ø  Είν’ το μουνί και γλυτών’ ο κώλος.   

Ø  Είπαν του τρελού να χέσει, κι εκείνος ξεκωλώθηκε.

Ø  Είπε ο χέστης του κλανιάρη, βάρδα απ’ εδώ ρε ξεκωλιάρη.

Ø  Είχαμ' ένα σωρό σκατά, μας ήρθε κ' ένα στράστο.

Ø  Είχαμε μουνιά σακιά, κι ένα πούτσο καπαμά.

Ø  Είχαμε ψωλές σακιά, μας ήρθαν κι απ’ τα χωριά.

Ø  Έκαμε τον κώλο του ντουφέκι και βροντάει και δεν στέκει.

Ø  Έκανε η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.

Ø  Έκανε κι η ψείρα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.

Ø  Εκατό ξυλιές στον ξένο κώλο λίγες είναι.

Ø  Εκβήκεν από τα πηλά και έπεσεν εις τα σκατά.

Ø  Εκεί που βγάζεις το ψωμί σου, μη βάζεις το καυλί σου.

Ø  Εκεί που βγάζεις το ψωμί σου, μη βάζεις το πουλί σου.

Ø  Έλα μουνί στον τόπο σου

Ø  Έλα μουνί στον τόπο σου και ρέστα μη γυρεύεις.

Ø  Έλα μουνί στον τόπο σου και πούτσο μη γυρεύεις

Ø  Έλα παππού μου να σου δείξω πού το' χει η γιαγιά μου.

Ø  Έμαθε να βελονιάζει και γαμεί το μάστορή του.

Ø  Εμακρύναν οι ποδιές σου, σκεπαστήκαν οι πομπές σου.

Ø  Έμεινε με την ψωλή στο χέρι.

Ø  Έμεινε με τον πούτσο στο χέρι.

Ø  Ένα βρακί δυο κώλους δε χωρεί.

Ø  Ένα το 'χει η Μαριορή το στεγνώνει το φορεί.

Ø  Έπεσε στο λάκκο με τα κωλοδάκτυλα.

Ø  Έπιασε τον παπά απ’ τ’ αρχίδια.

Ø Έχει μάτια και στον κώλο.

 

Ζ

Ø  Ζει στα άνθη και ψοφά στα κωλόπανα.

Ø  Ζούπα-ζούπα τον κώλο σου, σκατά θα βγάλει.

 

Η

Ø  Η αξίνα θέλει κώλο και κομμάτι απ’ άλλον κώλο.

Ø  Η γρια η κοτα εχει το ζουμι.

Ø  Η γριά το μισοχείμωνο ξυλάγγουρο γυρεύει

Ø  Η κότα όταν έρθει το αβγό στον κώλο της ψάχνει για φωλιά.

Ø  Η κουρούνα όπου κι αν πάει, τον κώλο της μαζί της τον κουβαλάει.

Ø  Η λίρα, και μέσα στα σκατά να πέσει, πάλι λίρα θα είναι.

Ø  Η μαϊμού είδε τον κώλο της και τρόμαξε.

Ø  Η μαλακία πάει σύννεφο

Ø  Η μαλακία πάει σύννεφο κι ο πούτσος τρεχαντήρι

Ø  Η μάνα του του δίν’ βυζί, και η γυναίκα του μουνί.

Ø  Ή μικρή μικρή γαμήσου ή μεγάλη κωλοστήσου.

Ø  (Η) Μουνότριχα τραβάει (και) καράβι.

Ø  Η πουτάνα απ’ τη χαρά της, διαλαλεί την πουτανιά της.

Ø  Η πουτάνα κάνει τόσα κι έχει μακριά τη γλώσσα

Ø  Η πουτάνα κάνει τόσα, έχει και μεγάλη γλώσσα.

Ø  Η πουτάνα σα γεράσει, πέντε τέχνες θε να πιάσει: μάγισσα, μαμή, μεσίτρα, φκιασιδού ή χαρτορίχτρα.

Ø  Η πουτάνα όταν γεράσει, πέντε τέχνες θε να πιάσει: κόφτρα, ράφτρα, μάντισσα, μαμμή και ψευδογιάτρισσα.

Ø  Η πουτάνα το ξεφτίλισμα για πανηγύρι το ‘χει.

Ø  Η προσταγή σου φιρμάνι κι ο κώλος σου ντουμάνι.

Ø Η ψωλή δεν είναι βρύση, άφησέ την να γεμίσει να φχαριστηθεί γαμήσι.

Θ

Ø  Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός.

Ø  Θα μας κλάσεις τ’ αρχίδια.

Ø  Θα μας κλάσεις  μια μάντρα αρχίδια

Ø  Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει.

Ø  Θέλει μουνί, και ναν’ και ξουρισμένο

Ø  Θέλει να κλάνει με ξένο κώλο.

Ø  Θες μουνί, το θες και στο πιάτο.

Ø  Θύμωσε ο Αγάς κι έκοψε τ’ αρχίδια του

 

Ι

Ø  Ιερόδουλη παρθένα, και αρχίδια χωρίς φρένα

 

Κ

Ø  Κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι.

Ø  Και στου μουνί της μάνας σου να πας, θα σ’ εύρω εγώ.   

Ø  Και την πούτσα στο μουνί, και την ψυχή στον παράδεισο.

Ø  Κάλλιο να βαστώ σκατά, παρά παιδί, στην αγκαλιά.

Ø  Καλογερικό γαμήσι βουβαλινό όργωμα.

Ø  Καλογριά στο μοναστήρι, το μουνί της εργαστήρι.

Ø  Καλύτερα να είσαι η καύλα ενός γέρου παρά η σκλάβα ενός νέου.

Ø  Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο

Ø  Κατά τα σκατά και το φτυάρι.

Ø  Κατουράει την πέτρα και γίνεται ασβέστης.

Ø  Κεχαγιάς στ’ αρχίδια μου.

Ø  Κι ο ωραιότερος κώλος, πορδές κλάνει.

Ø  Κλέφτης τον κλέφτη δεν γελά, πουτάνα την πουτάνα.

Ø  Κόκκορος ελάλησε, σήκω, γέρο, γάμησε.

Ø  Κομμένη ψωλή, μασημένα λόγια.

Ø  Κουμπάρα δω, κουμπάρα κει, κουμπάρα, λύσε το βρακί.

Ø  Κουρασμένο μουνί γαμιέται, κουρασμένος πούτσος δε γαμεί.

Ø  Κράζει η πουτάνα την παρθένα.

Ø  Κρουφά κρουφά κατούρισε κι α δε θωρείς θωρού σε.

Ø  Κώλο βάζει o μάγειρας, σκατά θα μαγειρέψει.

Ø  Κώλο είδες; Καρτέρα και τα σκατά του.

Ø  Κώλοι υπάρχουν, λεφτά δεν υπάρχουν.

Ø  Κώλους είνι κι φαίνητι κι μη σας κακοφαίνητι.

Ø  Κώλος και βρακί.

Ø  Κώλος κλαμένος, γιατρός χεσμένος.

Ø  Κώλος χιονάτος, μούνος αφράτος.

Ø  Κώλος αφορμιάρης πορδές γεμάτος.

Ø  Κώλος κουνιστός, μούνος ανοιχτός.

Ø  Κώλος κουνάμενος πούτσος τρεμάμενος.

Ø  Κώλος μαθημένος δεν ξεχνάει ο καημένος.

Ø  Κώλο μυρίζεσαι; Σκατά λιγουρεύεσαι.

Ø  Κώλος που ‘μαθε να κλάνει, εύκολα δεν ξεμαθαίνει.

Ø  Κώλος, πο ‘μαθε να κλάνει, πάντα πρου θέλει να κάνει.

 

Λ

Ø  Λέν’ του καλόγερου, θες μουνί;

Ø  Λωλού κεφάλι δε γερνά μηδέ πουτάνας κώλος.

 

Μ

Ø  Μαγκιά, κλανιά και κώλος φινιστρίνι.

Ø  Μάθαν πως γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι.

Ø  Μακριά απ’ τον κώλο μου, κι ας είναι δέκα μέτρα.

Ø  Μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι.

Ø  Μαμ και νάνι, πούτσο και σεργιάνι.

Ø  Μας έπρηξες τ’ αρχίδια!

Ø  Μας πάει γαμιόντας

Ø  Μας πιάσανε τον κώλο.

Ø  Μάστορης είναι και της κατσίκας ο κώλος!

Ø  Με ένα κώλο γερνάει κανείς, με μια γνώμη δεν γερνάει.

Ø  Μ’ ένα χέσιμο και δυο, δεν περνάμε τον καιρό.

Ø  Με σάλιο και υπομονή, ο κώλος γίνεται μουνί.

Ø  Με τον λύχνον κατουρεί.

Ø  Με τον παρά μου γαμώ και την κυρά μου.

Ø  Μήτε στον διάβολο κερί, μήτε στον Τούρκο κώλο

Ø  Μικρόν κώλο δεν έδειρες, μέγαν μη φοβερίζεις.

Ø  Μιλάν’ όλοι, μιλάνε κι οι κώλοι.

Ø  Μουνιά μουνιάσανε, τον πασά κρεμάσανε.

Ø  Μουνιά-μουνιά είχαν ριζικό, μουνιά-μουνιά είχαν μοίρα, και το δικό μου το μουνί το έφαγε η ψείρα.

Ø  Μουνί καλλιγραφία.

Ø  Μπήκαν τα σκατά στο πιάτο κι ήρθανε τα πάνω κάτω.

Ø  Μωρέ τσούπες, μωρέ τσούπες έχει ο μούνος σας τουλούπες;

Ø  Μωρή πουτάνα θάλασσα που σε γαμάν τα ψάρια.

Ø  Μωρή πουτάνα αμυγδαλιά, που ανοίγεις τον Γενάρη, δεν καρτερείς την άνοιξη, ν’ ανοίξουμ’ ουλ' αντάμα;

 

Ν

Ø  Να ‘χα μοίρα, να ‘χα τύχη, να ‘χα ψώλο μία πήχη.

Ø  Νερό από του Πούση και μουνί απ΄του Πετούση

Ø  Ντέρτι που το ‘χει η Μάρω που ‘ναι το μουνί της μαύρο.

 

Ξ

Ø  Ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι.

Ø  Ξένος κώλος, ξένος πόνος.

Ø  Ξερά σκατά, στον τοίχο δεν κολλάνε.

Ø  Ξερά σκατά, μικρή ζημιά και λίγη βρώμα.

Ø  Ξέφτια δεν είχε το μουνί και μάθαινε τσαγκάρης.

 

Ο

Ø  Ο Βοριάς κι η Τραμουντάνα είπαν τη Νοτιά πουτάνα.

Ø  Ο γέρος ή από πέσιμο ή από χέσιμο θα πάει.

Ø  Ο θεός να σε φυλάξει από τυφλού ξυλιά κι από κουτσού γαμήσι.

Ø  Ο γάτος όταν νιαουρίζει για γαμήσι τριγυρίζει.

Ø  Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές.

Ø  Ο καθένας το σκατό του, μηλοκύδωνο το έχει.

Ø  Ο κοντός, για φωνή – για ψωλή.

Ø  Ο κώλος είναι κόλαση και το μουνί πηγάδι, και όποιος κώλο δε γαμεί, στραβός πάει στου Άδη.

Ø  Ο κώλος μας ξεβράκωτος κι η σκούφια μας με φιόρα.

Ø  Ο κώλος μου κι ο κώλος σου σ' ένα σκαμνί δεν κάθονται.

Ø  Όλα σου ξανάστροφα κι ο κώλος σου παράτρουπα.

Ø  Όλοι γαμούν και λειτουργούν κι εγώ αν σημάνω βλάφτει;

Ø  Όμοιος τον όμοιο γύρευε, πουτάνα την πουτάνα, κι ο κερατάς τον κερατά να περπατούν αντάμα.

Ø  Όμορφα σκατά τα βλίτα και τα κάνουνε και πίτα.

Ø  Όμορφέ μου και όμορφή μου, τι σκατά θα φάμε βράδυ;

Ø  Ο μουρλός άντρας και η πουτάνα γυναίκα δεν γερνάνε ποτέ.

Ø  Όξω φτει, μέσα κατουρεί.

Ø  Όξω φτεί και μέσα χέζει.

Ø  Ούτε εκκλησιά χωρίς καμπάνα, ούτε χωριό χωρίς πουτάνα.

Ø  Όποιος βρέσκει και γαμεί, αστοχιά του αν παντρευτεί.

Ø  Όποιος διαβάζει με τ’ αρχίδια γαμάει με τα μάτια.

Ø  Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, στο τέλος κάποιο θα χωθεί στον κώλο του.

Ø  Όποιος νύχτα περπατεί, ή κλέφτης είναι ή γαμεί.

Ø  Όποιος νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.

Ø  Όποιος σε κλάσει χέσε τον, μη βγει καλύτερός σου.

Ø  Όποιος σε πόρνη εμπιστευτεί, στον κώλο του ρεπάνι.

Ø  Όποιος ‘μπιστεύεται τον κώλον του, χέζει το βρακίν του.

Ø  Όποιος τον Αύγουστο γαμεί, κακό χειμώνα βγάζει.

Ø  Όποιος τρώει σκατά, δεν τον κάνουνε παπά.

Ø  Όπου μούναρος σου τύχει, χώστηνε βαθιά μια πήχη.

Ø  Όπου υπάρχουν νταβατζήδες, υπάρχουν και πουτάνες.

Ø  Όσα βγάλαμε στα ξένα, στο μουνί και στην ταβέρνα.

Ø  Όσα ξέρει ένας κώλος, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.

Ø  Όσα σέρν’ η τρίχα του μουνιού, καράβι δεν τα σκώνει.

Ø  Ο στρατός και το μουνί θέλουνε υπομονή.

Ø  Όταν κλάσει ο νοικοκύρης, θε να χέσει ο μουσαφίρης.

Ø  Όταν πάω να χέσω, τότε σε θυμούμαι

Ø  Ο τεμπέλης ο μπακάλης τ’ αρχίδια του ζυγίζει.

Ø  Ότι βάνει ο στόμος, βγάνει κι ο κώλος.

Ø  Ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας.

Ø  Ο ύπνος θρέφει μάγουλα και ξεγυμνώνει κώλους.

Ø  Ουρανός που θ’ αστράψει θα βρέξει και κώλος που θα κλάσει θα χέσει.

Ø  Ο χορός και το γαμήσι είναι της γυναικός η φύση.

 

Π

Ø  Παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι.

Ø  Πάρε κώλο-δώσε κώλο, γνώρισες τον κόσμο όλο.

Ø  Πείσμωσε ο καλόγερος κι έκοψε τ’ αρχίδια του.

Ø  Περσινός πούστης, φετινός κωλομπαράς.

Ø  Πες πες το κοπέλι κάνει την κυρά και θέλει.

Ø  Πετάγεται σαν την πορδή.

Ø  Πετάγεται σαν την ψωλή από το βρακί.

Ø  Πήγα να πω τον πόνο μου και μου ‘πιασαν τον κώλο μου.

Ø  Πιε μουνί νερό, κι έχουμε καιρό.

Ø  Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και το γουρούν’ τ’ αρχίδια.

Ø  Πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα.

Ø  Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος τον πονεί.

Ø  Πούστηδες και παλικάρια γίναμε μαλλιά κουβάρια.

Ø  Πούστης τον πούστη αγαπά, πουτάνα τη πουτάνα, κι ο Μήτσος ο κωλομπαράς τους παίρνει όλους σβάρνα.

Ø  Πουτάνα με τα κλάματα και κλέφτης με τους όρκους.

Ø  Πουτάνας κόρη έπαρε, πουτάνας γιο μην πάρεις.

Ø  Πούτσες μπλε κι αρχίδια καπαμά.

Ø  Πώς να χέσω που πεινάω.

 

Ρ

Ø  Ρούφα τον να σε χαρώ, ν΄ ανεβούμε στο βουνό

 

Σ

Ø  Σα δε ντραπείς να με κλάσης, δε θα ντραπώ να σε χέσω.

Ø  Σαν κλαμένο μουνί.

Ø  Σαν περάσ' η όρεξή σου, ρίξε στάχτη στο μουνί σου.

Ø  Στάζει μέλι η πούτσα του Βαγγέλη.

Ø  Στ’ αρχίδια μας κι εμάς –Κωστής Παλαμάς.

Ø  Στην ξαδέρφη και στην θεια μπαίνει πάντα πιο βαθιά.

Ø  Στο φαΐ και στο γαμήσι ο Θεός δεν κάμει κρίση.

Ø  Σκατά στα μούτρα σου.

Ø  Σκατό κι' εν, η γιαγια μ' έχεσεν.

Ø  Σηκωθήκανε τ’ αγγούρια να γαμήσουν το μανάβη.

Ø  Στον πόρδο μη θαρρεύεσαι και χέσεις το βρακί σου.

 

Τ

Ø  Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κώλους.

Ø  Τ’ αρχίδια του Καράμπελα και το μουνί της Χάιδως.

Ø  Την Καθαροδευτέρα παίρνει το μουνί αέρα.

Ø  Την πουτάνα και στο μπουκάλι να την κλείσεις, με τον φελλό θα το κάνει.

Ø  Της θείας σου ο πάτος γαρύφαλλα γεμάτος.

Ø  Της κοντής ψωλής οι τρίχες της φταίνε

Ø  Της γυναίκας ο καημός, λούσα, πούτσα και χορός.

Ø  Της πουτάνας το κάγελο

Ø  Της κοντής ψωλής οι τρίχες της φταίνε.

Ø  Της κοντής ψωλής τα μαλλιά της φταίγανε .

Ø  Της στραβιάς της ψωλής οι τρίχες της φταίνε.

Ø  Τις μεγάλες Αποκριές στέκονται οι ψωλές ορθές.

Ø  Τι το κάμαμε; Τσιριγώτικο μουνί;   

Ø  Το γαμήσανε και ψόφησε.

Ø  Το πολύ το τάκα-τάκα κάνει το παιδί μαλάκα.

Ø  Το πολύ το τίκι τίκι κάνει το παιδί φυστίκι.

Ø  Το γαμπρό ακόμα δεν τον είδαμε, τ' αρχίδια του μεγάλα.

Ø  Τον Απρίλη και το Μάη το μουνί φαρομανάει.

Ø  Τον Ιούλη κι οι γριές κάνουνε ξετσιπωσιές

Ø  Το μερακλίδικο μουνί βουνά ξεθεμελιώνει, στερεύει λίμνες και γιαλούς και ποταμούς θολώνει.

Ø  Το μουνί σου κι ένα πράσο, τι μου δίνεις να στο πιάσω;

Ø  Το μουνί σέρνει καράβι

Ø  Το μουνί τραβά καράβι

Ø  Το μουστάκι είναι η κουρτίνα του πούστη.

Ø  Το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει.

Ø  Το μουνί και το χταπόδι με το χτύπημα απλώνει.

Ø  Τον Απρίλη και το Μάη το μουνί φαρομανάει.

Ø  Το ‘να του χέρι στα σκατά και τ’ άλλο στο καθίκι.

Ø  Τον πάει πίπα – κώλο.

Ø  Τον πιάσανε κωλοπιλάλες

Ø  Το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.

Ø  Τον κώλο βάζει o μάγειρας, σκατά θα μαγειρέψει.

Ø  Το μαχαίρι είν’ για τους εχθρούς κι η ψωλή για τους δικούς.

Ø  Το μουνί και το μπουκάλι μ' έφεραν σ' αυτό το χάλι.

Ø  Το μουνί μου φλόγες βγάζει, λες να είναι πετρογκάζι;

Ø  Το ντέφι κι’ η Αποκριά είναι του πούστη η χαρά.

Ø  Το ράσο θέλει καλοπέραση κι η πουτανιά φτιασίδι.

Ø  Το συχνομπουκουνάτο κάνει το μουνί δροσάτο.

Ø  Το χωριό καιγότανε και η Μαριώ γαμιότανε.

Ø  Το χωριό καιγότανε και η πουτάνα λουζότανε.

Ø  Του κώλου τα εννιάμερα, του πούτσου τα σαράντα.

Ø  Του μουνιού σου το γλωσσίδι μου ‘ριξε κλωτσιά στ’ αρχίδι.

Ø  Του φτωχού η κοιλία όταν γομούτε, η ψωλίατ’ σκούτε.

Ø  Τσολιάς στ’ αρχίδια μου.

Ø  Τύφλα να χει το γαμήσι σαν πετύχει η μαλακία.

Ø  Τώρα που ‘ρχεται το βράδυ θα σου κάνω το μουνί πηγάδι.

 

Υ

Ø  Υστερία με πιάνει, με το μουνί σου χοάνη!

 

Φ

Ø  Φάε κώλε μου αλεύρια και μουνί μου βερεσέδια.

Ø  Φοβέριζε τη γυναίκα του κι έκοψε την ψωλή του.

Ø  Φοβέρισε τον κώλο σου μη χέσει τα κλιτσιά σου.

Ø  Φοβέρισε τον κώλο σου, μην κλάσει στο παζάρι

Ø  Φυλάξου από καινούριο αφεντικό κι από παλιά πουτάνα.

Ø  Φυλάξου από νιο πραματευτή και από παλιά πουτάνα.

 

Χ

Ø  Χάσκει ο κώλος να βγει η ψυχή του.

Ø  Χέσε θέατρο, κατούρα παράσταση.

Ø  Χέζει ο κώλος του λεφτά, και κατουράει λάδι.

Ø  Χέσε μέσα.

Ø  Χέσε μέσα Πολυχρόνη που δεν γίναμε Ευζώνοι.

Ø  Χέσε μες στη θάλασσα να μαζευτούν τα ψάρια.

Ø  Χέσε ψηλά κι αγνάντευε.

Ø  Χέσε ψηλά κι αγνάντευε και πέτα βοτσαλάκια

Ø  Χεστήκαμε κι η βάρκα γέρνει.

Ø  Χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί.

Ø  Χέστηκε η φοράδα στ’ αλώνι.

Ø  Χέστηκε η φοράδα στο Γενί Τζαμί και κατούρησε στ' άχυρα.

Ø  Χέστηκε ο Πολύδωρος που ‘ναι στα πόδια γρήγορος.

Ø  Χήρας κώλο γάμησε, πουτάνας μην ζηλέψεις.

Ø  Χήρας κώλος που πονάει, άλλα πράματα ζητάει.

 

Ψ

Ø  Ψηλό μουνί, καμαρωτό γαμήσι.

Ø  Ψωλή καυλωμένη θεόν δεν ονομάζει.

Ø  Ψωμάκι δεν έχει η κοιλίτσα μας, μουνάκι θέλει η ψωλίτσα μας

Ø  Ψωμί, τυρί δεν είχαμε, χοντρή ψωλή γυρεύαμε.

 

Ω

ü  Ω! μεγάλη κουδουνίστρα, πού χεις το μουνί σα ξύστρα!