Σελίδες
- Αρχική σελίδα
- Δημήτριος Γκόγκας (βιογραφικό σημείωμα)
- ΑΝΑΣΕΣ από την Καμπούλ
- «16 αριθμοί και 24 γράμματα» / Β΄Μέρος
- «16 αριθμοί και 24 γράμματα» / Α΄Μέρος
- Δέκα [10] μικρά ταξίδια
- Ξέρω ένα Τόπο / Α΄
- Ξέρω ένα Τόπο / Β΄
- Ξέρω ένα Τόπο / Γ΄
- Ξέρω ένα Τόπο / Δ΄
- Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό / Α΄μέρος
- Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό / Β΄μέρος
- Ένα τετράδιο για το Στρυμονικό / Γ΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Α΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Β΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Γ΄μέρος
- Ωράρια Επιστροφών / Δ΄ μέρος
- Κάμπος μιας Νιότης (απόσπασμα)
- Σημείο Συνάντησης [Δ.Γκόγκας/Ρ.Τριανταφύλλου]
- Απανθίσματα [Δ.Γκόγκας/Ρ.Τριανταφύλλου/Χ.Γαλιάνδρα]
- Ταξίδια Πολύτιμα του Νου[Δ.Γκόγκας, Σ.Σκουλίκα, Α.Βλαχιώτης, Ε. Δράτσελος],
- 199 χρόνια Ελεύθερης Ζωής +1 (αφιέρωμα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821)
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σε άλλους Ιστοτόπους. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σε άλλους Ιστοτόπους. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Παρασκευή 19 Μαΐου 2023
Κυριακή 3 Απριλίου 2022
Οι γυναίκες που αγκάλιαζαν κολόνες του Δημητρίου Γκόγκα
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΑΓΚΑΛΙΑΖΑΝ ΚΟΛΟΝΕΣ
Στις σκοτεινές γωνιές των ήχων και των άηχων λέξεων
αισθάνονταν την ανία της ύπαρξής τους.
Κάτω από σεμνότητα και πιο κάτω από τις γδαρμένες φτέρνες
πεζοδρομούσανε οι πικρίες μέσα στις γιομάτες κατράμι αυλακώσεις.
Όσα σκιερά χαμόγελα κι αν σκάζανε,
κόκκινα- κόκκινα μπουμπούκια στα κοινά ποτήρια
δίναν πρόχειρα τη θέση τους στα γυάλινα βάζα των ανθρώπων,
οι πληρωμές άλλοτε αργούσαν κι άλλοτε κατατίθεντο μικρότερες από ποτέ.
Έτσι πορεύονταν, σκυφτές, κυρτωμένες,
κάτω από το λιγοστό φεγγάρι και από τις πισσωμένες κολόνες.
Το γλαυκό νερό στο ποτήρι, έπαιρνε χρώμα από τη αλύτρωτη σήψη,
από την ανοικτή πληγή της σήψης τους.
Το ξεθωριασμένο καντηλάκι έσβηνε και άναβε μηχανικά με διαλλείματα.
Μικρά ανήλιαγα και σκόρπια μεγάλα διαλλείματα κι η επιμονή μεσουράνημα.
Αγκάλιαζαν ζεστά την κούραση σαν το τρίτο αποδεκτό στοιχείο στη ζωή τους.
Αποκούμπι η ακάματη κούραση και το κυπαρίσσι κολόνα.
Στους κενούς ήχους και τις λέξεις κραυγές, καθώς καθάριζαν,
έπλυναν το άσπρο κάτασπρο, τίναζαν τις εκκωφαντικές έννοιες.
Καθώς μαγείρευαν, τραγουδούσαν σιωπηλά, με το δασύ φρύδι ανασηκωμένο.
Καθώς,ως το κρυφτό του φεγγαριού,
δούλευαν κρύβοντας το πρόσωπο με το μαύρο τσεμπέρι
έπιαναν τη σφαδάζουσα μέση με το ‘να χέρι
και ο μακάριος κάματος έδερνε σαν καμουτσίκι την μεθυσμένη ανία,
έκαμε,ηλιοκαμένη, την πανώρια εμφάνιση της, η κατάρα.
Το βράδυ, οι γυναίκες που αγκάλιαζαν κολόνες,
έπρεπε να είναι και πιστοί σύντροφοι.
Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020
Σάββατο 9 Μαρτίου 2019
"Αταξία" και "Οι γυναίκες που αγκάλιαζαν κολόνες"
Δύο ποιήματα μου φιλοξενούνται στο περιοδικό "Διάστιχο¨ Είναι το "Αταξία" και "Οι γυναίκες που αγκάλιαζαν κολόνες" εμπνευσμένα από τις γυναίκες του χωριού μου και τη ζωή τους
Μπορείτε να τα διαβάσετε πατώντας επί του συνδέσμου
Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018
Κυριακή 8 Απριλίου 2018
οι άνθρωποι φεύγουν
Οι άνθρωποι φεύγουν.
Με κλάμα με γέλιο συνεχίζουν και φεύγουν,
πολλάκις απρόσμενα,
Αποχαιρετώντας
χωμένοι μέσα στα γαρύφαλλα,
στο σαβανωμένο κρεβάτι,
ομορφότεροι από ποτέ,
παίρνουν μαζί τους ένα κομμάτι μας,
μια εποχή της ζωής μας,
μπολιάζουν αυτή που χάθηκε.
Κι εμείς λαβωμένοι όντας,
με πόνους στα πήλινα πλευρά του Αδάμ,
σκεβρωμένες πληγές οι ψυχές,
γινόμαστε μικρότεροι.
Κι όσο μεγαλώνουμε τόσο κονταίνουμε,
όσο προχωράμε τόσο απομακρυνόμαστε,
με ελπίδα πως κάπου θα σμίξουμε ξανά.
Αγκαλιάζουμε τη μοίρα σφίγγοντας τα πόδια της,
σκυφτοί, κυρτωμένοι,
εκλιπαρώντας την αιωνιότητα των κεριών
αιτούμενοι τους παραδείσους.
Υγραίνοντας με δάκρυα τους τάφους.
Να πούμε κι όσα δεν είπαμε.
Να αγκαλιαστούμε όσες φορές δεν βρεθήκαμε μαζί.
Να συγχωρέσουμε ό,τι δεν προλάβαμε.
Θεέ μου,
Ας κρατούσες τουλάχιστον την τάξη.
Με κλάμα με γέλιο συνεχίζουν και φεύγουν,
πολλάκις απρόσμενα,
Αποχαιρετώντας
χωμένοι μέσα στα γαρύφαλλα,
στο σαβανωμένο κρεβάτι,
ομορφότεροι από ποτέ,
παίρνουν μαζί τους ένα κομμάτι μας,
μια εποχή της ζωής μας,
μπολιάζουν αυτή που χάθηκε.
Κι εμείς λαβωμένοι όντας,
με πόνους στα πήλινα πλευρά του Αδάμ,
σκεβρωμένες πληγές οι ψυχές,
γινόμαστε μικρότεροι.
Κι όσο μεγαλώνουμε τόσο κονταίνουμε,
όσο προχωράμε τόσο απομακρυνόμαστε,
με ελπίδα πως κάπου θα σμίξουμε ξανά.
Αγκαλιάζουμε τη μοίρα σφίγγοντας τα πόδια της,
σκυφτοί, κυρτωμένοι,
εκλιπαρώντας την αιωνιότητα των κεριών
αιτούμενοι τους παραδείσους.
Υγραίνοντας με δάκρυα τους τάφους.
Να πούμε κι όσα δεν είπαμε.
Να αγκαλιαστούμε όσες φορές δεν βρεθήκαμε μαζί.
Να συγχωρέσουμε ό,τι δεν προλάβαμε.
Θεέ μου,
Ας κρατούσες τουλάχιστον την τάξη.
Δημήτριος Γκόγκας
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΚΑΙ ΣΤΟ : https://demispoetry.wordpress.com/2016/10/
Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018
Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016
Το Περιοδικό Cadences που επιμελείται ο ∆ρ. Σταύρος Σταύρου Καραγιάννη, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Ανθρωπιστικών Σπουδών Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
στην τελευταία έκδοσή του κάνει αφιέρωμα στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη. Έτσι μαζί και με άλλους σημαντικότατους ποιητές της Κύπρου, αποδεχόμενος σχετική πρόταση, συμμετείχα με δύο ποιήματά μου εμπνευσμένα από την ποίηση του μεγάλου Έλληνα βραβευμένου με Νόμπελ Λογοτεχνίας ποιητή. Τα ποιήματα που συμπεριλήφθησαν στο αφιέρωμα είναι τα παρακάτω:
Κάποια στιγμή
Κάποια στιγμή,
της αγάπης μου ήταν να σβήσει
κείνη η ρωγμή,
που δειλά
σ΄ ένα τοίχο είχα αφήσει.
Mα εσύ μυστικά,
σε χαρτί που ρωτά,
είχες απλά ζωγραφίσει
την ζωή.
Ποιητή,
του Σεφέρη μια αρχή
«η ζωή μας κάθε μέρα λιγοστεύει»
Λέω:
η ζωή είναι δείλι,
που στον ήλιο μας τάζει,
-κάθε μέρα σαν ωριμάζει -
πως θα έρθει, θα φύγει.
Κι άμα χαράζει
γίνεται φόβος, κυνήγι.
Εμπνευσμένο από το ποίημα του Γ. Σεφέρη «Ρίμα»
που συμπεριλαμβάνεται στην
συλλογή Ποιήματα
από τις εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ
Με το χνώτο σβηστό
παράγωγο έμπνευσης
από την “Άρνηση” του Γιώργου
Σεφέρη
Με το χνώτο σβηστό,
σε πελάγη, τρελό το καράβι μου.
Να σαλπάρει απ΄ το χθες,
όταν συ θα μου λες,
στ΄ ακρογιάλι μου,
σ΄ αγαπάω πολύ,
μα σαν να σαι πουλί,
τον χειμώνα,
με αφήνεις γιατί,
Καλοκαίρι ανθεί,
ανεμώνα.
Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016
Παρασκευή 20 Μαΐου 2016
ΠΑΡΑΔΟΧΗ
Εκείνος μιλούσε συνεχώς για τους νέους φόρους
τις μυστικές αόρατες συνευρέσεις των ισχυρών
κοίταζε τις σάπιες σιδεροκατασκευές που του πλήγωναν τη καρδιά
απέναντι από το διακριτό σπίτι
η αφρικάνικη σκόνη που μύριζε μπαρούτι έκρυβε τα φώτα της μέρας
ζωγράφιζε τις τελευταίες βρόχινες νύχτες
οι ξένοι μετανάστες γαύγιζαν σαν αδέσποτοι σκύλοι στα πεζοδρόμια
με μια μπύρα στο γεμάτα άθλια τατουάζ χέρια
αγνώστου εμφιαλώσεως μάρκας,
καιροφυλακτεί και το κενότατο ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο
τις μυστικές αόρατες συνευρέσεις των ισχυρών
κοίταζε τις σάπιες σιδεροκατασκευές που του πλήγωναν τη καρδιά
απέναντι από το διακριτό σπίτι
η αφρικάνικη σκόνη που μύριζε μπαρούτι έκρυβε τα φώτα της μέρας
ζωγράφιζε τις τελευταίες βρόχινες νύχτες
οι ξένοι μετανάστες γαύγιζαν σαν αδέσποτοι σκύλοι στα πεζοδρόμια
με μια μπύρα στο γεμάτα άθλια τατουάζ χέρια
αγνώστου εμφιαλώσεως μάρκας,
καιροφυλακτεί και το κενότατο ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο
Εκείνη σεμνά στην αρχή, απλώνει τα άπλυτα χέρια της
τα ντύνει με την γυναικεία προστυχιά της Εύας
χώνει τα δάκτυλα στο στόμα, η μαρμελάδα πέφτει ακόμα
θέλει να το βουλώσουν οι πολιτικοί, πόσο θ΄ ανέβει η πίεση
το θέλει πολύ μα δεν το βλέπει. Κλειστή η τηλεόραση.
Και πάλι εσύ ως ο τελευταίος νικητής, ο κυρίαρχος
Ξέρεις πως έρχεται ακόμα μια νύχτα με το σιδηρόδρομο
Ή με την άμαξα στη λεωφόρο των Φοινικούδων
Με τη σκόνη να σβήνει τα χρώματά της.
Και τις σιδεροκατασκευές μια φυλακή για μετανάστες βιαστές
Και αδέσποτους σκύλους.
τα ντύνει με την γυναικεία προστυχιά της Εύας
χώνει τα δάκτυλα στο στόμα, η μαρμελάδα πέφτει ακόμα
θέλει να το βουλώσουν οι πολιτικοί, πόσο θ΄ ανέβει η πίεση
το θέλει πολύ μα δεν το βλέπει. Κλειστή η τηλεόραση.
Και πάλι εσύ ως ο τελευταίος νικητής, ο κυρίαρχος
Ξέρεις πως έρχεται ακόμα μια νύχτα με το σιδηρόδρομο
Ή με την άμαξα στη λεωφόρο των Φοινικούδων
Με τη σκόνη να σβήνει τα χρώματά της.
Και τις σιδεροκατασκευές μια φυλακή για μετανάστες βιαστές
Και αδέσποτους σκύλους.
21 Μαρτίου 2016 Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης: Ένα βίντεο της κας Ελένης Ζαχαριάδου
Μια όμορφη προσπάθεια από την κα Ελένη Ζαχαριάδου. Στο 5ντάλεπτο βίντεό της συμπεριέλαβε υπέροχα ποιήματα. Την ευχαριστούμε καθ΄ όσον συμπεριέλαβε και την ταπεινότητά μας :
Όσο διαρκούσε η ξενιτειά.... ( στο χρόνο1, 26 του βίντεο)
Την έσυραν χιλιόμετρα μακριά
αιχμάλωτη της ξεινιτιάς
και μιας Άνοιξης που την περίμενε χρόνια
και μιας Άνοιξης που την περίμενε χρόνια
Από το γκρίζο πέτρινο σπίτι
το μάτι του παιδιού έβλεπε τα χελιδόνια
δεν ήθελε να ξανάρθουν καμία Άνοιξη
το μάτι του παιδιού έβλεπε τα χελιδόνια
δεν ήθελε να ξανάρθουν καμία Άνοιξη
Την βάλανε γυμνή μπροστά στους δικαστές
με τις άσπρες ρόμπες
θόλωσε για μια στιγμή
(τόσες δεκάδες παιδάκια σαν δικαστές)
με τις άσπρες ρόμπες
θόλωσε για μια στιγμή
(τόσες δεκάδες παιδάκια σαν δικαστές)
Της κοίταξαν τα δόντια
τα πόδια
και (αλοίμονο) τα χέρια
ποιος θα έπαιρνε εργάτη χωρίς χέρια.
τα πόδια
και (αλοίμονο) τα χέρια
ποιος θα έπαιρνε εργάτη χωρίς χέρια.
Το μόνο που δεν ζήτησαν ήταν να μιλήσει
την φωνή της δεν την άκουσε κανείς
την έκλεισε μέσα στα γράμματα της Άνοιξης
κι απλώθηκε στους χρόνους της ένα χειμώνας
σαν σημαία στο πέτρινο σπίτι.
την φωνή της δεν την άκουσε κανείς
την έκλεισε μέσα στα γράμματα της Άνοιξης
κι απλώθηκε στους χρόνους της ένα χειμώνας
σαν σημαία στο πέτρινο σπίτι.
τα χελιδόνια δεν ήρθαν όσο διαρκούσε η ξενιτιά
η Άνοιξη φευγαλέα
μια ηλιακτίδα κι ύστερα ανάσα μέσα στην ανάσα
λίγο νερό, λίγο χώμα
αυτό ήταν το τραπέζι της
λίγο νερό και λίγο χώμα.
η Άνοιξη φευγαλέα
μια ηλιακτίδα κι ύστερα ανάσα μέσα στην ανάσα
λίγο νερό, λίγο χώμα
αυτό ήταν το τραπέζι της
λίγο νερό και λίγο χώμα.
Το χέρι του παιδιού που ζητούσε
με ένα σπαθί το έκοψαν
ήταν βλακώδες αυτό που πίστευε είπαν.
Ζητιάνευε την Άνοιξη.
με ένα σπαθί το έκοψαν
ήταν βλακώδες αυτό που πίστευε είπαν.
Ζητιάνευε την Άνοιξη.
Κι οι δικαστές;
αχ αυτοί οι δικαστές
άλλαξαν τις ρόμπες τους
και χρόνια τώρα φορούν τα μαύρα
και κρατούν τα γρανάζια των εποχών.
Δεν το έμαθε ποτέ της
ψέλισε.
αχ αυτοί οι δικαστές
άλλαξαν τις ρόμπες τους
και χρόνια τώρα φορούν τα μαύρα
και κρατούν τα γρανάζια των εποχών.
Δεν το έμαθε ποτέ της
ψέλισε.
Πληγές που θρέψαμε της Ποιήτριας Ρούλας Τριανταφύλλου
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)