Ελάχιστο χρόνο μετά τον θρήνο των ανθρώπων
και τον άδικο ξεριζωμό απ΄ τα κοκκινοχώματα
συνάχθηκαν οι ασώματοι, σαν σε κρυφό σχολειό
να πενθήσουν των άλλων τις ψυχές,
που τις είπανε αγνοούμενους στα ενωμένα σημεία των εθνών,
τους ονομάσανε πρόσφυγες
και στις έννομες πράξειςκαι τα συγχωροχάρτια εκτοπισμένους.
Στον ίδιο τους τον έρημο τόπο.
Τέτοια πράματα, τέτοιες λογής του μέτρου αποκοτιές.
Ve kırmızı topraklardan, haksız şekide köklerinden edilmelerinden sonra,
Başkalarının ruhlarını anmak için,
Gizli bir okuldaymış gibi toplandı bedensizler.
Birleşmiş milletlerin noktalarında kayıplar diye belirtildiler,
Göçmen diye adlandırıldılar,
Kendi mahvolmuş yerlerinde
Bu tür şeyler, ölçü gibi kesimler şeklinde
Hem yasalarda hem de yerlerinden edilmiş kişilerin kayıtlarında.
Πλην εμού, ναι πλην εμένα, εξοστράκισέ με, που δεν σε γνώρισα.
Δεν σε αναγνώρισα, τόσο ξακουστή που ήσουν!
«Οι συγκυρίες της άθλιας ζωής» ψιθύρισα.
Ξένος εστί, εν τη Κύπρο ξένος!
Ben hariç, evet ben hariç, seni tanımayan beni dışladılar.
“Sefil yaşamın karşılaştırmaları” diye fısıldadım.
Yabancı öylemi, Kıbrıs içinde yabancı!
φανήκαν από τα πάνω διαζώματα του κάστρου,
οι βασιλείς και οι αρχιτέκτονες,
οι κυβερνήτες και οι περισπούδαστοι της αυλής.
Ο Ονήσιλος, οι Πτολεμαίοι, η Αρσινόη, ο Τεύκρος και η Θεοδώρα.
Κι άνοιξαν το μαινόμενο κιτάπι της ιστορίας,
να δούνε στους χρόνους της σιωπής,
γραμμένη την πόλη και στον μέλλοντα και στον εξακολουθητικό,
όπου η σκουριά και η εγκατάλειψη θα είχαν τον πρώτο λόγο.
Ξωπίσω,
ο Χριστόφορος Μόρος και το αιματοβαμμένο σκήνωμα του Μάρκου Αντωνίου,
κρατώντας τις κούφιες συμφωνίες σφικτά στις νεκρές του παλάμες.
Και δεν βρήκανε αποδείξεις και υπογραφές
και αγαλλίασε το πνεύμα και το σώμα αναθάρρησε,
στις νεκρές ώρες και τις άλαλες μέρες των ασήμαντων.
Και ύψωσαν τα χέρια στον γλαυκό ουρανό
και ένωσαν αδελφικά τους δείκτες ως τον πικρό παράδεισο.
Kale’nin frizlerinden göründüler
Krallar ve mimarlar,
Yöneticiler ve bahçenin ileri bilgilileri.
Onesilus, Ptolemiler, Arsinoe, Teukros ve Theodora.
Sessiz yılların içinde, şehrin gelecekteki ve süre gelen halini görmek için
Tarihin kalıcı olan kitabını açtılar,
orada ilk söz sahibi olacak olan, pas ve terkedilmişlik kelimelerini birinci sözlerde görecektiler.
Arkasında,
Ölü avuçlarının içerisinde içi boş anlaşmaları tutan,
Christoforos Moros ve kanla boyanmış sahnede Markou Antoniou,
Ve ne kanıt ne de imza bulabildiler.
Ölü saatlerde ve kaydadeğer olmayan sessiz günlerde
Ruhu kucakladılar ve vücut teşfik etti.
Mavi gökyüzüne ellerini kaldırarak
Ve kardeşçe işaretçilerini birleştirdiler acı cennete kadar.
κι έβρεχε κίβδηλα κι αληθινά δάκρυα, που σχημάτισαν δυο ποταμούς,
πλημμύρισαν το πλήθος της πόλης κι έλιωσαν την.
Κι ήρθαν από τον βορρά και από τα παράλια της άλλης πατρίδας
τόσοι πολλοί που ύψωσαν συρματοπλέγματα και τείχη,
κολόνες και φράκτες, σίδερα κι άλλες λογής ανθρώπινες δουλείες.
Και γίνηκαν άδεια τα σπίτια, κενοί οι δρόμοι,
αφημένες αναμνήσεις στους τοίχους,
πορτραίτα συναισθημάτων αιωρούμενα,
παραθύρια κλειστά, γαντζωμένες μορφές στις κουρτίνες,
τρίμματα φωτογραφιών, θρυμματισμένες καρδιές
και χρόνιους επισκέπτες τα φίδια και τα ερπετά
και θλιβερούς ημισελήνους.
Şehrin kalabalığı taşarak eritti onu.
Kuzeyden ve diğer vatanın plajlarından o kadar çok kişi geldiler ki,
Dikenli telleri ve duvarları yükselttiler
Sütunlar ve çitler, demirler ve her türlü insan kölesi,
evler ve yollar boşaldı,
Arkalarında bırakılan,
Duvarlarda hatıralar,
asılı duyguların portreleri,
kapalı pencereler, dağınık perdeler
fotoğraf kırıntıları, ezilmiş kalpler
ve yıllardır ziyaretçi olan yılanlar ve sürüngenler,
ve üzgün Hilal.
αγέννητες οι λεμονιές
και η άμμος να χρυσίζει όσο ποτέ άλλοτε.
Doğmamış limonlar bıraktılar,
Ve hiç olmadığı kadar altın olan bir kumsal.
οι συνειδήσεις έτειναν προς τη λήθη,
στάχτη οι αλήθειες, μαρμάρωσε το σήμερα και το μέλλον στα σχολειά,
κι ανέγγιχτο ήδη προκαταβλήθηκε ως παρελθόν.
Σφουγγάρια γινήκαν οι ακρογιαλιές της.
Vicdanlar unutulmaya yönlenmiş,
Kül ve gerçekler, bugün ve gelecek okullarda mermerleşmiş,
Ve dokunulmamış olanlar geçmiş peşin olarak ödenmiş.
Plajları sünger olmuş.
κι ήταν ως μεγάλος αιώνας στη μικρότητα του κόσμου,
στέρεα η καρδιά και άτεγκτοι οι πνεύμονες.
Τι να έγινε η ρώμη εκείνων των ανδρών
και των αμούστακων αγοριών του Ευαγόρα;
Μήπως σκιές αζήτητες στα παζάρια των λαών,
αναφωνώντας μοναχά ένα μαρτυρικό τετέλεσται;
Ve dünyanın küçüklüğünde kocaman bir asırdı,
Katı bir kalp ve amansız ruhlar.
Evagora’nın yüzünde sakalı olmayan o erkeklerine,
Ve o erkeklerin güçlerine ne oldu acaba?
Sadece bir tanık olduğunu söyleyerek,
halk pazarlarında gölgeler olarak mı kaldılar?
Δεν έμαθε ποτέ του κόρη μου, τι κακό σου έκαμε!
Και σου οφείλει τον νόστο για συγχώρεση!
Kızım sana ne kötülük yaptığını, hiçbir zaman öğrenmedi.
Ve senin onu affetmen için sana geri dönüşü borçludur!