Βγήκε στο μπαλκόνι πριν
από τον ήλιο πριν
να τινάξει την κουβέρτα της ζωής της
να σκορπίσει τον χρόνο
που την πλάκωνε χρόνια τώρα
με τα δυο της χέρια στραγγιστό
βγήκαν οι στάχτες κοράκια στους δρόμους.
στάχτες ότι αγάπησε
η αγάπη της στάχτες
πριν την γη που βοτάνιζε
γερμένη την κάθε μέρα
η μικρή αυλή της – ο κόσμος της-
με τους μικρούς βασιλικούς της γης
και τον Κωνσταντινοπολίτικο της μάνας της.
στάχτες και τα μικρά
στάχτες και τα μεγάλα (ποια μεγάλα; γέλασε)
στάχτες και τα δάκρυα που έχυσε
δεν πήρε μαζί του τίποτα
δεν καθάρισε η γη και
το χώμα μπούχτισε από κλάματα
ραβδισμούς και μαύρες πέτρες.
τίναξε για τελευταία φορά την κουβέρτα
-είναι αλήθεια φύγανε σκόνες-
έκλεισε με βρόντο πίσω την πόρτα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου