Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Συνομιλία με ένα τύπο που έφυγε χωρίς να τον χαιρετήσω



Έφυγε κι ούτε που πρόλαβα να τον χαιρετήσω
όχι ότι είχα και κάποια ιδιαίτερη σχέση
συγχωριανός απλά,  που σημαίνει αδελφός
ή θα έπρεπε να σημαίνει – έτσι, έτσι ρε μάγκα-
τριγυρνούσε αδιάκοπα με τις ρίζες του πότε στο ποτάμι και
πότε στον ουρανό
με το χαμόγελό του κεντημένο στον αέρα και
την αίσθηση της συμπόνιας του κόσμου στη καμπούρα του
στη καμπούρα της ζωής.

Το κενό στο σπίτι θα το γεμίσει ο χρόνος
Ξέρει τη τέχνη του
Το κενό μας θα βουλώσει η καθημερινότητα
Και θα ξεχαστεί ο εκφοβισμός
Θα ξεχαστούμε όλοι  
Κουβαλώντας στις καμπούρες μας τα σκεπάσματα που δεν δώσαμε
για ζεστασιά αλλά  τ΄ απλώσαμε με την αναίδεια της γλώσσας
να τα γιορτάσει ο ήλιος κι η νύχτα
τ΄αδέλφια των παρείσακτων
των γελωτοποιών
που όταν φεύγουν λέμε πόσο σημαντικοί είναι
οι σημαντικότεροι της ζωής μας.

Σο καφενείο κάθονται ευπρεπώς ενδεδειμένοι φίλοι και γνωστοί
Ως όφειλαν δηλαδή
Και ο καφές πάντα δίνει αφορμή για ένα αστείο.
Βρε μάγκα μου, γίνεται κηδεία χωρίς γέλιο!


Καλό ταξίδι 

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2016

Για την δική μου Πατρίδα

Έπαινος στον Ε΄Ποιητικό Διαγωνισμό
Καισάριος Δαπόντες (Δήμος Σκοπέλου)


Κάθε πρωί της ξενιτιάς ο ήλιος χρυσολάμπει.
Μα μένα την καρδούλα μου φωτίζει μια νυχτιά,
που απλώνεται κει στα βουνά. Κι είναι νεκροί οι κάμποι,
κάποιας πατρίδας που στο νου μου, πάντα τριγυρνά.

Το άρωμά της δεν ξεχνώ, είναι της μάνας μύρο.
Απλώνονταν απ΄ την αυλή, ως κάτω στο ποτάμι.
Κυρτή στ΄ αναχώματα, η λεύκα όπου θα γύρω
και η ψυχή απ΄ τη κούραση, σιγά θα αποκάμει.

Οι λόφοι της παράδεισοι, γεμάτοι ανεμώνες.
Απ΄ το βουνό απλώνεται σαν σκέπη o ουρανός.
Ξενιτεμένοι γερανοί μου φέρνουνε εικόνες.
Και φτερουγίζει πάντοτε στα στήθη ένας καημός.

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

ΤΑΞΙΔΙΑ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΤΟΥ ΝΟΥ (Συλλογικό έργο) (Ποίημα ΣΚΙΑ του Δημητρίου Γκόγκα)




Συγγραφείς: 

ΒΕΛΛΟΥ-ΣΚΟΥΛΙΚΑ ΣΟΦΙΑ , 
ΒΛΑΧΙΩΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ , 
ΓΚΟΓΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ , 
ΔΡΑΤΣΕΛΟΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ 











ΣΚΙΑ
Στο λιτό γραφείο μια λάμπα πετρελαίου
Ήταν η πολυτέλεια που επιζητούσε
Η σκιά στο τοίχο έλαμπε από χαρά
 
Μια λιπόσαρκη σκιά
 
Ενός άδοξου ποιητή
Που πέθανε πάνω στη πένα του
 
και άλλαξε χρώμα από μελάνι
Λυπήθηκε πολύ
Κι η στεναχώρια του πιο λύπη
 
Έκαμε τη λιπόσαρκη σκιά να δακρύσει.

Ότι αγάπησε 
Ήτανε σκιές σε ένα τοίχο.

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Ποίημα για τα τους Άρχοντες της χώρας του Φωτός *



Λέτε κονδυλοφόροι της Ιστορίας, λέτε συχνά-πυκνά
Καθώς το δείλι σκεπάζει τη χώρα κι απομακρύνεται στη πράξη ο ήλιος ο πρώτος του Ελύτη
Καθώς κλείνετε τα μάτια σας στις βουλές των πολιτών 
Λέτε, κραυγάζετε ότι έρχεται η Άνοιξη

Ποιο μέλλον μας έχετε ορίσει;
Ποια χώρα αναλογικά διαμοιράζεται;
Ποια στείρα αποφασιστικότητα προτάσσεται και
προπάντων ποια μετριοφροσύνη  καλύπτει τα όμορφα μάτια σας;
Απαστράπτουσες μορφές ηγεμονίσκων
έχετε μπερδέψει τις έννοιες και τους ορισμούς
έχετε λαθέψει στη ρότα της χώρας.

Πως μπορείτε να αισθάνεστε περηφάνια;
Πως  μπορείτε να αναφωνείτε ζήτω και εμπρός.
Πως μπορείτε να δέχεστε τα χειροκροτήματα
Άρχοντες και αρχοντόπουλα
Υπηρετώντας πεζά την φθαρτή εξουσία;

Συναντώντας  τους παλιούς συγγενείς,
στα οράματα πριν το κλείσιμο των ματιών στο γήινο ή επουράνιο ύπνο,
τον ύπνο το δικαίου σας,
ανακαλύπτω  την καμία ομοιότητα, ούτε στη σκέψη ούτε στη πράξη.
Ούτε στον τρόπο των αγαλμάτων
Εκείνοι ακίνητοι στο δέος
Εσείς ακίνητοι ενώπιων των ανάπηρων γεγονότων
Ακίνητοι μπροστά στη θέα του πολέμου
Νεκροί πριν τον θάνατο.

Έτσι λοιπόν, αυτή είναι η χώρα μας;
Αυτοί είμαστε ; Νεκροί;
Χωρίς μία δάδα από το παρελθόν!
Τόσες αφορμές κι ούτε μια σπίθα;
Τόσες επάρσεις κι ούτε μία επανάσταση από τη χώρα της δόξας ;
Εμπρός παίδες, εμπρός…

*Εμπνευσμένο από στίχους του ποιητή:  Owen Seaman



Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Αναζητώντας την αγάπη μου για σένα

Αναζητώντας την αγάπη μου για σένα
Στέναξα πάνω στο στήθος μια πέρδικας που σε γέννησε
πέταξα με τα φτερά μιας πεταλούδας στους λόφους
που ηδονιζόσουνα με τα όνειρα που έχτιζες

Αναζητώντας την αγάπη μου
φίλησα τ’ αυλακωμένα  χέρια του πατέρα
που έσπειρε το στάρι πάνω σε κείνη την όαση
και θύμωσα με το Θεό, ναι θύμωσα με τον έναν που σε έντυσε,
πριν εγώ κλείσω το φόρεμα.
Ένα περίβολο – εγωιστικό ακούγεται-
για να καρπίσει  εντός του, όλη σου τη ζωή.

Αναζητώντας
Σκουπίζω ακόμα τα δάκρυά σου
Μαζεύω τους εγωισμούς σου
Φτυαρίζω τις λύπες
Καρφιτσώνω τις χαρές στους πίνακες του σπιτιού μας


Αναζητώντας την αγάπη μου για σένα. 

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Κρυφτό

Ήταν απόγευμα , μου χτύπαγες την πόρτα
έσφιγγες μες στα χέρια ουρανό
πίσω απ΄ τα μάτια σου, κρυφτήκαν δυό ραπόρτα
για της Πατρίδας τον μηχανισμό.

Σε κυνηγούσανε, από νωρίς οι τύψεις
και χτύπησες το χέρι καταγής
μες στης πλατείας τα σοκάκια, οι ενδείξεις
και οι δυνάμεις μας, ανασταλτικές.

Μ΄ αγκάλιασες ,και έκλαψες θυμάμαι
και έπλυνες το δάκρυ με νερό
μου ψέλλισες , δεν ξέρω που θα πάμε
και σου έπνιξα το αναφιλητό.

Τα βράδια τώρα γίνεσαι σκοτάδι
τη μέρα ο ήλιος είναι κατηφής
το φίδι που δωσε το χέρι για τον Άδη
ήταν η φλόγα μιας άλλης εποχής

Χτύπησες το ταμπούρλο στον αιώνα
στην Αλαμάνα έγινες φτερό
στο Ζάλλογο πετούσες σαν αηδόνα
και το σαράντα έπαιζες κρυφτό.

Σήμερα πίνεις τον καφέ σου και λυπάσαι
ρωτάς τι έγινε, κρυφά χαμογελάς
την ευκαιρία της Πατρίδας τώρα πιάσε

κρεμάσου απ΄ την σημαία που κρατάς