που να βρίσκονται οι συνάνθρωποι μου.
Σε ποιο πολιτισμό διδάσκουνε τον πόλεμο και τις σφαγές των αμάχων;
Κείνο το χυλωμένο δάκρυ απ΄ το βαθύ του ματιού σβήνει τη θράκα
και ο καπνός ινδιάνικο φιρμάνι.
Αλί, αλί οι πρόσφυγες καταφτάνουν.
Πιάσανε ήδη τα δώματα, γυρεύουνε το φως μας.
Εμπρός σφαλίστε τα στόματα και τα λιμάνια μας.
Εκεί, στα τσιμέντα και τ΄ αμμοχάλικο [καλύπτουν τα ίχνη μας]
μην αφήσετε να μπει η φρίκη.
Μπουρδέλα και πούστικα φτηνομάγαζα αραδιάστε.
Και η γραφή του κόσμου, η γραφή μας.
Δεν ξέρω αν πεθαίνω εγώ, μα εσύ συνάνθρωπε πεθαίνεις
και πώς να σε κλάψω.
Κι αν μείνω μόνος,
ποιος θα με θάψει
ποιος θα κλάψει πάνω στο τάφο μου;
Η μάννα μου πρόσφυγας.
Ο αδελφός μου πρόσφυγας.
Στη χώρα μου πρόσφυγας.
Σβήνει για δες η θράκα, σιωπά η καρδιά, σταματά ο χρόνος
και η γραφή του κόσμου, φτηνή γραφή δική μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου